Ένα ρεπορτάζ γεμάτο απρόσμενες εικόνες… Έχει πλέον γίνει πάγια τακτική των εφημερίδων να αναφέρουν τα κόμματα με την ονομασία του δρόμου που φιλοξενεί την έδρα
τους. Έτσι είχαμε τη «Ρηγίλλης», αργότερα προστέθηκε η «Χαριλάου Τρικούπη» και τελευταία μας προέκυψε και η «Κουμουνδούρου».
Πέραν όμως των συναισθημάτων που μας γεννούν αυτά τα ακούσματα δεν παύουν οι δρόμοι αυτοί –ή η πλατεία στη προκειμένη περίπτωση- «να έχουν την δική τους ιστορία». Μια τέτοια ιστορία θα σας διηγηθούμε σήμερα μέσα από ένα χρονογράφημα του Δημήτρη Λαμπίκη στην εφημερίδα «Πατρίς» anno 1936:
«Ξεύρετε ότι κοντεύει να χάση το παληό της όνομα; Το ανεπίσημον εννοώ. Γιατί με το επίσημον –το αναγεγραμμένον εις τους Οδηγούς, εις τους χάρτας και εις τα δρομολόγια των κάρρων της καθαριότητος- «πλατεία Ελευθερίας» δεν την αναφέρει κανείς.
Πλατεία Ελευθερίας επροτιμούσαμε να την λέμε προ 27 ή 28 ετών μερικοί μαθηταί που εφοιτούσαμε τότε στο γειτονικό εκεί Γυμνάσιο. Σ’ αυτή την πλατεία επερνούσαμε τις περισσότερες ώρες του διαλείμματος, απολαμβάνοντες με … ελευθερίαν το κάπνισμα και την λιακάδα. Επειράζαμε ακόμη με θαυμαστικάς εκφράσεις κανένα περαστικό κορίτσι μεταχειριζόμενοι ενίοτε και κατ’ ελευθέραν απαγγελίαν στίχους του Σοφοκλέους, -όπως οι περίφημοι:
Έρως ανίκατε μάχαν
Ός εν απαλαίς παρειαίς
Νεανίδος εννυχεύεις.
Αλλά πόσαι νεανίδες περαστικαί εφαίνοντο εκεί πέρα τότε; Η πλατεία δεν ήτο παρά μία απελπιστική Σαχάρα. Περίπου σαν το παλαιόν Πολύγωνον. Οάσεις αποτελούσαν τα λίγα παληά δένδρα και ουδεμία άλλη βλάστησις.
Ο πατήρ μου μού διηγείτο –όπως διηγούντο οι … εκλιπόντες πλέον παλαιότεροι- ότι εις την πλατείαν της Ομονοίας προ 60 ή 70 ετών ερρίπτοντο τα σκουπίδια της πόλεως. Εμείς οι … νεώτεροι θα ημπορούμε να διηγούμεθα ότι επί των νεανικών ημερών μας εις την πλατείαν Κουμουνδούρου ερρίπτοντο όχι μόνον σκουπίδια αλλά και νόθα παιδιά χάρις εις το εκεί ανεργεθέν –ή εξ αιτίας του γεγονότος αυτού ανεγερθέν- Βρεφοκομείον. Αυτό ήτο και το μεγαλείτερο της όλης ερήμου περιοχής οίκημα κατά τι υψηλότερον και από το επί της απέναντι πλευράς σπίτι του Κουμουνδούρου –εξ ου και το ανεπίσημον όνομα της πλατείας.
Όταν εφυσούσε αέρας όλη η πέριξ περιοχή εκαλύπτετο μ’ ένα είδος Λονδρέζικης ομίχλης από την σκόνην που εσήκωνε από το «αχανές και την ερημίαν» της πλατείας. Της άφθονες επ’ αυτής πέτρες αν δεν τας εσήκωνε ο άνεμος, τας εσήκωναν η παρέες των Ψυριωτών που διεξήγον εκεί τας πεισματώδεις μάχας του πετροπολέμου.
Σήμερα την πλατείαν αυτήν ο Κοτζιάς την έκαμε ολίγον Πιάτσα ντ’ Ισπάνια της Ρώμης, ολίγον Τζαρντίνο Μπόμπολι της Φλωρεντίας, ολίγον Βίλλα Νατσιονάλε της Νεαπόλεως και ολίγον … Γλυφάδα, όπου κάνουν τα μπαίν- μίξτ των όλα τα παιδιά της συνοικίας. Εις την ωραίαν –με τα υπόγεια αποδυτήρια και τα προσήλια αναπαυτήρια- δεξαμενήν η οποία εκτίσθη εις την θέσιν του παλαιού ξηρού και πετροβριθούς συντριβανίου, τα παιδόπουλα της γειτονιάς μπαίνουν με μύξες στη μούρη και βγαίνουν καθαρά και καλοπλυμένα. Οι γονείς των μάλιστα ίσως να ευγνωμονούν δια το πλύσιμον αυτό τον κ. Πλυτάν, δημοτικόν Σύμβουλον.
Εις όλην την περί την δεξαμενήν έκτασιν εδημιουργήθησαν εξωτικοί ανθόκηποι με καθ’ όλον το έτος θάλλοντα σπάνια ανθοφόρα δενδρύλλια και φυτά των οποίων το άρωμα εξουδετερώνει το κοτί (ή το κοκοτί, αν θέλετε). Το φλέρ ντέ ρόζ, και το εμιρώ των πολυαρίθμων και κομψών θηλυκών υπάρξεων που συχνάζουν εκεί, ιδίως κατά τας εσπερινάς ώρας, ραντεβουποιούντα εις τα πέριξ κομψά κέντρα.
-Πού θα συναντηθούμε το βράδυ αγάπη μου;
-Εις την πλατείαν Κοτζιά.
Η ονομασια αυτή είνε ακόμη ανεπίσημος –η νέα ανεπίσημος. Αλλ’ ακριβώς δι’ αυτό υπάρχει πιθανότης να επικρατήση. Διότι η εκμοντερνισθείσα αυτή Αθηναϊκή πλατεία ούτε Κουμουνδούρον υπενθυμίζει ούτε την κακώς εννοουμένην παλαιάν Ελευθερίαν –την ελευθερίαν των ερήμων εκτάσεων του παληού καιρού.
Και η ανθοστόλιστος αυτή πλατεία έχει ευρυτάτην έκτασιν ώστε να χωρή εκατοντάδες κόσμου. Κοτζαπλατεία!».
Τελικά το όνομα Πλατεία Κοτζιά κατέληξε σε μια άλλη «Κοτζαπλατεία», τη γνωστή μας πλατεία του Δημαρχείου ανάμεσα στην Αθηνάς και την Αιόλου και η πλατεία της Πειραιώς παρέμεινε με το όνομα του Αλέξανδρου Κουμουνδούρου, πρωθυπουργού της χώρας στα μέσα του 19 ου αιώνα.
Θωμάς Σιταράς (Αθηναιογράφος)
τους. Έτσι είχαμε τη «Ρηγίλλης», αργότερα προστέθηκε η «Χαριλάου Τρικούπη» και τελευταία μας προέκυψε και η «Κουμουνδούρου».
Πέραν όμως των συναισθημάτων που μας γεννούν αυτά τα ακούσματα δεν παύουν οι δρόμοι αυτοί –ή η πλατεία στη προκειμένη περίπτωση- «να έχουν την δική τους ιστορία». Μια τέτοια ιστορία θα σας διηγηθούμε σήμερα μέσα από ένα χρονογράφημα του Δημήτρη Λαμπίκη στην εφημερίδα «Πατρίς» anno 1936:
«Ξεύρετε ότι κοντεύει να χάση το παληό της όνομα; Το ανεπίσημον εννοώ. Γιατί με το επίσημον –το αναγεγραμμένον εις τους Οδηγούς, εις τους χάρτας και εις τα δρομολόγια των κάρρων της καθαριότητος- «πλατεία Ελευθερίας» δεν την αναφέρει κανείς.
Έρως ανίκατε μάχαν
Ός εν απαλαίς παρειαίς
Νεανίδος εννυχεύεις.
Αλλά πόσαι νεανίδες περαστικαί εφαίνοντο εκεί πέρα τότε; Η πλατεία δεν ήτο παρά μία απελπιστική Σαχάρα. Περίπου σαν το παλαιόν Πολύγωνον. Οάσεις αποτελούσαν τα λίγα παληά δένδρα και ουδεμία άλλη βλάστησις.
Ο πατήρ μου μού διηγείτο –όπως διηγούντο οι … εκλιπόντες πλέον παλαιότεροι- ότι εις την πλατείαν της Ομονοίας προ 60 ή 70 ετών ερρίπτοντο τα σκουπίδια της πόλεως. Εμείς οι … νεώτεροι θα ημπορούμε να διηγούμεθα ότι επί των νεανικών ημερών μας εις την πλατείαν Κουμουνδούρου ερρίπτοντο όχι μόνον σκουπίδια αλλά και νόθα παιδιά χάρις εις το εκεί ανεργεθέν –ή εξ αιτίας του γεγονότος αυτού ανεγερθέν- Βρεφοκομείον. Αυτό ήτο και το μεγαλείτερο της όλης ερήμου περιοχής οίκημα κατά τι υψηλότερον και από το επί της απέναντι πλευράς σπίτι του Κουμουνδούρου –εξ ου και το ανεπίσημον όνομα της πλατείας.
Όταν εφυσούσε αέρας όλη η πέριξ περιοχή εκαλύπτετο μ’ ένα είδος Λονδρέζικης ομίχλης από την σκόνην που εσήκωνε από το «αχανές και την ερημίαν» της πλατείας. Της άφθονες επ’ αυτής πέτρες αν δεν τας εσήκωνε ο άνεμος, τας εσήκωναν η παρέες των Ψυριωτών που διεξήγον εκεί τας πεισματώδεις μάχας του πετροπολέμου.
Εις όλην την περί την δεξαμενήν έκτασιν εδημιουργήθησαν εξωτικοί ανθόκηποι με καθ’ όλον το έτος θάλλοντα σπάνια ανθοφόρα δενδρύλλια και φυτά των οποίων το άρωμα εξουδετερώνει το κοτί (ή το κοκοτί, αν θέλετε). Το φλέρ ντέ ρόζ, και το εμιρώ των πολυαρίθμων και κομψών θηλυκών υπάρξεων που συχνάζουν εκεί, ιδίως κατά τας εσπερινάς ώρας, ραντεβουποιούντα εις τα πέριξ κομψά κέντρα.
-Πού θα συναντηθούμε το βράδυ αγάπη μου;
-Εις την πλατείαν Κοτζιά.
Η ονομασια αυτή είνε ακόμη ανεπίσημος –η νέα ανεπίσημος. Αλλ’ ακριβώς δι’ αυτό υπάρχει πιθανότης να επικρατήση. Διότι η εκμοντερνισθείσα αυτή Αθηναϊκή πλατεία ούτε Κουμουνδούρον υπενθυμίζει ούτε την κακώς εννοουμένην παλαιάν Ελευθερίαν –την ελευθερίαν των ερήμων εκτάσεων του παληού καιρού.
Και η ανθοστόλιστος αυτή πλατεία έχει ευρυτάτην έκτασιν ώστε να χωρή εκατοντάδες κόσμου. Κοτζαπλατεία!».
Τελικά το όνομα Πλατεία Κοτζιά κατέληξε σε μια άλλη «Κοτζαπλατεία», τη γνωστή μας πλατεία του Δημαρχείου ανάμεσα στην Αθηνάς και την Αιόλου και η πλατεία της Πειραιώς παρέμεινε με το όνομα του Αλέξανδρου Κουμουνδούρου, πρωθυπουργού της χώρας στα μέσα του 19 ου αιώνα.
Θωμάς Σιταράς (Αθηναιογράφος)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου