Αλέκος Ξυλάκης, πολιτικός κρατούμενος που σώθηκε: «Με είχαν 20 ημέρες στην απομόνωση, μετά το ναυάγιο, και με έδερναν καθημερινά επειδή δεν πνίγηκα, μου έλεγαν» –
Στις 19 Ιανουαρίου 1947 το επιβατικό ατμόπλοιο «Χειμάρρα» εκτελώντας το δρομολόγιο Θεσσαλονίκη -Πειραιάς προσκρούει στο Ν. Ευβοϊκό στις βραχονησίδες «Βερδούγια» και βυθίζεται παίρνοντάς μαζί του στον υγρό τάφο 383 επιβάτες και πλήρωμα.
Τα πραγματικά αίτια του ναυαγίου παραμένουν αδιευκρίνιστα. Πληροφορίες της εποχής ανέφεραν ότι το πλοίο ενδεχομένως προσέκρουσε σε νάρκη που είχε αποκολληθεί από τα παρακείμενα ναρκοπέδια. Καταδυτική ομάδα, πολύ αργότερα, το 1999, ανακάλυψε το ναυάγιο σε βάθος 35 μέτρων. Από τα στοιχεία που προέκυψαν η έκρηξη νάρκης θεωρείται η πιθανότερη εκδοχή σήμερα. Το «Χειμάρρα», είχε ναυπηγηθεί στη Γερμανία το 1905 και είχε παραχωρηθεί το 1946 – ήδη 41 ετών- στην Ελλάδα, ως μέρος των πολεμικών αποζημιώσεων.
Μεταξύ των επιβατών 39 εξόριστοι κομμουνιστές που μεταφέρονται σιδηροδέσμιοι στους τόπους εξορίας. Οι ανθρωποφύλακες τους έχουν δεμένους στο αμπάρι με χειροπέδες για να μην «αποδράσουν» καταμεσής του πελάγους. 29 από αυτούς βρίσκουν το θάνατο χωρίς να έχουν καμία δυνατότητα αντίδρασης. 10 από αυτούς καταφέρνουν να απελευθερωθούν και αγωνίζονται σώζοντας κι άλλους συνανθρώπους επιβάτες του μοιραίου ταξιδιού. Όταν επιστρέφουν στο Πειραιά τους επιβιβάζουν σε άλλα καράβια και τους οδηγούν στους τόπους εξορίας.
Στο πλοίο επιβαίνουν 200 περίπου χωροφύλακες και στρατιώτες μέρος και της φρουράς των κρατουμένων. Από τις ανακρίσεις προκύπτει ότι οι χωροφύλακες – δεν πειθάρχησαν στις διαταγές του πλοιάρχου για την εκκένωση του πλοίου και κατέλαβαν πρώτοι τις ναυαγοσωστικές λέμβους, αφήνοντας αβοήθητους εκατοντάδες ανήμπορους επιβάτες, γυναίκες και παιδιά.
Κάποιες μαρτυρίες λένε για την οργισμένη παρέμβαση του Πλοιάρχου στους χωροφύλακες προκειμένου να απελευθερώσουν τους κρατούμενους στη διάρκεια του ταξιδιού. Κάποιοι ενδεχομένως απελευθερώθηκαν. Κάποιοι όχι. Έτσι κι αλλιώς πολλές πληροφορίες θάφτηκαν μαζί με αυτούς που θα μπορούσαν αν παρέχουν. Η βία και η τρομοκρατία της εποχής είναι γνωστές.
Όπως σημειώνει σε αναφορά που υπογράφει ο Απ. Νικολάου στον ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗ, ένας από τους επιζήσαντες του ναυαγίου, ο Αλέκος Ξυλάκης, που μεταφερόταν μαζί με τους υπόλοιπους συντρόφους του στην εξορία, θυμάται:
«Επιβιβαστήκαμε στο «Χειμάρρα» στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης κατά τις 7 το πρωί. Τα προβλήματα άρχισαν μόλις το πλοίο βγήκε από τον Θερμαϊκό. Έπαθε βλάβη και για κάποιο χρονικό διάστημα ήμασταν ακυβέρνητοι.
Στη 1 τα ξημερώματα της Κυριακής φθάσαμε στη Χαλκίδα και σε λίγο το «Χειμάρρα» απέπλευσε. Μετά από λίγες ώρες το πλοίο συγκλονίστηκε από μια τρομερή έκρηξη. Επακολούθησε πανικός. Δε λειτουργούσε τίποτε. Επικράτησε απόλυτο σκοτάδι. Το «Χειμάρρα» ήταν ακυβέρνητο. Όλοι οι πολιτικοί εξόριστοι είχαμε συγκεντρωθεί στο κατάστρωμα. Ένας σύντροφός μου, ο Αριστείδης, είχε μία λάμπα θυέλλης και την άναψε. Ο Παναγιώτης ο Τάρπογλου έρχεται και μας λέει ότι τα αμπάρια γεμίσανε νερό. Από ένα κιβώτιο παίρνουμε σωσίβια. Βγάζω τα ρούχα μου, το φοράω και ζητάω από τους άλλους συγκρατούμενούς μου να κάνουν το ίδιο.
Το καράβι απότομα γέρνει αριστερά και αρχίζει να βυθίζεται. Ανέβηκα στην κουπαστή και έπεσα στη θάλασσα. Στο μεταξύ πολλές ναυαγοσωστικές βάρκες άρχισαν να αναποδογυρίζουν γιατί ήταν υπερφορτωμένες. Οι στιγμές ήταν εφιαλτικές. Από όλα τα σημεία ακούγονταν σπαρακτικές κραυγές βοήθειας. Κολυμπώ μερικά μέτρα και βλέπω τη λάμπα να τρεμοσβήνει και ακριβώς την ώρα εκείνη το πλοίο να χάνεται. Καθώς κολυμπούσα προς την ακτή ένιωθα κάθε λίγο τα σώματα των πνιγμένων που ανέβαιναν στην επιφάνεια του νερού. Μετά από ώρες έφθασα στην ακτή. Στις δέκα το πρωί πέρασε ένα καΐκι και όπως οι ναυτικοί με είδαν να στέκομαι γυμνός στην ακτή, ήρθαν κοντά μου.
Τους οχτώ πολιτικούς εξόριστους γρήγορα η Ασφάλεια τους εντόπισε. Οδηγήθηκαν εκ νέου σε εξορίες και φυλακές. Δύο κατάφεραν να ξεφύγουν. Ο Σ. Κοντοστάθης και ο Αλ. Ξυλάκης, οι οποίοι γρήγορα ήρθαν σε επαφή με το Κόμμα στην Αθήνα. Έμεινα ελεύθεροι μέχρι τον Αύγουστο του 1947.
Η αφήγηση του Αλ. Ξυλάκη συνεχίζεται σε αφιέρωμα του «Κόκκινου Φάκελλου»: «Μία μέρα του Αυγούστου πήγαμε επίσκεψη με τον Κοντοστάθη σ’ ένα συγγενικό του σπίτι στον Αγ. Μελέτιο. Εκεί μας έκαναν το τραπέζι. Κάποιος όμως με παρατηρούσε από πάνω ως κάτω. Με τι όρεξη να φας μετά από αυτό. Τους ευχαριστήσαμε και φύγαμε. Στο δρόμο λέω στο σύντροφο μου: «Στάθη, κάτι δε μ’ άρεσε σ’ αυτόν τον άνθρωπο. Φοβάμαι ότι πέσαμε σε χαφιέ». Σύχναζα τότε σ’ ένα φαρμακείο στην οδό Αιόλου 101. Βλέπω σε μια στιγμή τον άνθρωπο που είχαμε συναντήσει στο συγγενικό σπίτι του Κοντοστάθη να περνάει μπροστά από το μαγαζί. Σε δύο λεπτά και πριν προλάβω να αντιδράσω με ακινητοποιεί με το πιστόλι του».
«Είκοσι μέρες με είχαν στην απομόνωση, συνεχίζει ο Αλ Ξυλάκης. Σε δέρνουμε μου έλεγαν, γιατί δεν πνίγηκες. Ακολούθησαν 12 χρόνια εξορίας και φυλακής».
Σύμφωνα με στοιχεία, που μπόρεσαν να συγκεντρώσουν οι επιζήσαντες του ναυαγίου πολιτικοί εξόριστοι, κατά τη βύθιση της «Χειμάρρας» έχασαν τη ζωή τους οι παρακάτω:
Ζαγουρτζής Ν.
Δούκας.
Κάκαβος.
Μαγαζώης Αρ.
Αδαμίδης Κ.
Ισσόπουλος Αρ.
Ματσαβίδου Ελ.
Αλβέρτος Κ.
Τζορμπαζηκωστής Κ.
Ταξιντάρης Κ.
Απέργης Γρ.
Τσαρδάκης Γ.
Μπατζάκης Ν.
Ρουμελιώτης Χ.
Καλλικρατίδης Ι.
Λυκάρτσης Σ.
Γερογιάννης Ι.
Νότογλου Ευαγ.
Χρυσοχέρη Αθ.
Δεν υπάρχουν τα ονόματα των υπόλοιπων αγνοούμενων πολιτικών εξόριστων, ούτε έγινε γνωστό κάτι για την τύχη τους.
Διασώθηκαν οι:
Βούτσας Α.
Πασδατίδης Ν.
Τάρπογλου Κ.
Τσακνής Αθ.
Τόπκας Α.
Στεφανίδης Ν.
Κοντοστάθης Σ.
Στοϊδης Χρ.
Δεληγιαννίδης Ν.
Ξυλάκης Αλ.
Στις 19 Ιανουαρίου 1947 το επιβατικό ατμόπλοιο «Χειμάρρα» εκτελώντας το δρομολόγιο Θεσσαλονίκη -Πειραιάς προσκρούει στο Ν. Ευβοϊκό στις βραχονησίδες «Βερδούγια» και βυθίζεται παίρνοντάς μαζί του στον υγρό τάφο 383 επιβάτες και πλήρωμα.
Τα πραγματικά αίτια του ναυαγίου παραμένουν αδιευκρίνιστα. Πληροφορίες της εποχής ανέφεραν ότι το πλοίο ενδεχομένως προσέκρουσε σε νάρκη που είχε αποκολληθεί από τα παρακείμενα ναρκοπέδια. Καταδυτική ομάδα, πολύ αργότερα, το 1999, ανακάλυψε το ναυάγιο σε βάθος 35 μέτρων. Από τα στοιχεία που προέκυψαν η έκρηξη νάρκης θεωρείται η πιθανότερη εκδοχή σήμερα. Το «Χειμάρρα», είχε ναυπηγηθεί στη Γερμανία το 1905 και είχε παραχωρηθεί το 1946 – ήδη 41 ετών- στην Ελλάδα, ως μέρος των πολεμικών αποζημιώσεων.
Μεταξύ των επιβατών 39 εξόριστοι κομμουνιστές που μεταφέρονται σιδηροδέσμιοι στους τόπους εξορίας. Οι ανθρωποφύλακες τους έχουν δεμένους στο αμπάρι με χειροπέδες για να μην «αποδράσουν» καταμεσής του πελάγους. 29 από αυτούς βρίσκουν το θάνατο χωρίς να έχουν καμία δυνατότητα αντίδρασης. 10 από αυτούς καταφέρνουν να απελευθερωθούν και αγωνίζονται σώζοντας κι άλλους συνανθρώπους επιβάτες του μοιραίου ταξιδιού. Όταν επιστρέφουν στο Πειραιά τους επιβιβάζουν σε άλλα καράβια και τους οδηγούν στους τόπους εξορίας.
Στο πλοίο επιβαίνουν 200 περίπου χωροφύλακες και στρατιώτες μέρος και της φρουράς των κρατουμένων. Από τις ανακρίσεις προκύπτει ότι οι χωροφύλακες – δεν πειθάρχησαν στις διαταγές του πλοιάρχου για την εκκένωση του πλοίου και κατέλαβαν πρώτοι τις ναυαγοσωστικές λέμβους, αφήνοντας αβοήθητους εκατοντάδες ανήμπορους επιβάτες, γυναίκες και παιδιά.
Κάποιες μαρτυρίες λένε για την οργισμένη παρέμβαση του Πλοιάρχου στους χωροφύλακες προκειμένου να απελευθερώσουν τους κρατούμενους στη διάρκεια του ταξιδιού. Κάποιοι ενδεχομένως απελευθερώθηκαν. Κάποιοι όχι. Έτσι κι αλλιώς πολλές πληροφορίες θάφτηκαν μαζί με αυτούς που θα μπορούσαν αν παρέχουν. Η βία και η τρομοκρατία της εποχής είναι γνωστές.
Όπως σημειώνει σε αναφορά που υπογράφει ο Απ. Νικολάου στον ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗ, ένας από τους επιζήσαντες του ναυαγίου, ο Αλέκος Ξυλάκης, που μεταφερόταν μαζί με τους υπόλοιπους συντρόφους του στην εξορία, θυμάται:
«Επιβιβαστήκαμε στο «Χειμάρρα» στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης κατά τις 7 το πρωί. Τα προβλήματα άρχισαν μόλις το πλοίο βγήκε από τον Θερμαϊκό. Έπαθε βλάβη και για κάποιο χρονικό διάστημα ήμασταν ακυβέρνητοι.
Στη 1 τα ξημερώματα της Κυριακής φθάσαμε στη Χαλκίδα και σε λίγο το «Χειμάρρα» απέπλευσε. Μετά από λίγες ώρες το πλοίο συγκλονίστηκε από μια τρομερή έκρηξη. Επακολούθησε πανικός. Δε λειτουργούσε τίποτε. Επικράτησε απόλυτο σκοτάδι. Το «Χειμάρρα» ήταν ακυβέρνητο. Όλοι οι πολιτικοί εξόριστοι είχαμε συγκεντρωθεί στο κατάστρωμα. Ένας σύντροφός μου, ο Αριστείδης, είχε μία λάμπα θυέλλης και την άναψε. Ο Παναγιώτης ο Τάρπογλου έρχεται και μας λέει ότι τα αμπάρια γεμίσανε νερό. Από ένα κιβώτιο παίρνουμε σωσίβια. Βγάζω τα ρούχα μου, το φοράω και ζητάω από τους άλλους συγκρατούμενούς μου να κάνουν το ίδιο.
Το καράβι απότομα γέρνει αριστερά και αρχίζει να βυθίζεται. Ανέβηκα στην κουπαστή και έπεσα στη θάλασσα. Στο μεταξύ πολλές ναυαγοσωστικές βάρκες άρχισαν να αναποδογυρίζουν γιατί ήταν υπερφορτωμένες. Οι στιγμές ήταν εφιαλτικές. Από όλα τα σημεία ακούγονταν σπαρακτικές κραυγές βοήθειας. Κολυμπώ μερικά μέτρα και βλέπω τη λάμπα να τρεμοσβήνει και ακριβώς την ώρα εκείνη το πλοίο να χάνεται. Καθώς κολυμπούσα προς την ακτή ένιωθα κάθε λίγο τα σώματα των πνιγμένων που ανέβαιναν στην επιφάνεια του νερού. Μετά από ώρες έφθασα στην ακτή. Στις δέκα το πρωί πέρασε ένα καΐκι και όπως οι ναυτικοί με είδαν να στέκομαι γυμνός στην ακτή, ήρθαν κοντά μου.
Τους οχτώ πολιτικούς εξόριστους γρήγορα η Ασφάλεια τους εντόπισε. Οδηγήθηκαν εκ νέου σε εξορίες και φυλακές. Δύο κατάφεραν να ξεφύγουν. Ο Σ. Κοντοστάθης και ο Αλ. Ξυλάκης, οι οποίοι γρήγορα ήρθαν σε επαφή με το Κόμμα στην Αθήνα. Έμεινα ελεύθεροι μέχρι τον Αύγουστο του 1947.
Η αφήγηση του Αλ. Ξυλάκη συνεχίζεται σε αφιέρωμα του «Κόκκινου Φάκελλου»: «Μία μέρα του Αυγούστου πήγαμε επίσκεψη με τον Κοντοστάθη σ’ ένα συγγενικό του σπίτι στον Αγ. Μελέτιο. Εκεί μας έκαναν το τραπέζι. Κάποιος όμως με παρατηρούσε από πάνω ως κάτω. Με τι όρεξη να φας μετά από αυτό. Τους ευχαριστήσαμε και φύγαμε. Στο δρόμο λέω στο σύντροφο μου: «Στάθη, κάτι δε μ’ άρεσε σ’ αυτόν τον άνθρωπο. Φοβάμαι ότι πέσαμε σε χαφιέ». Σύχναζα τότε σ’ ένα φαρμακείο στην οδό Αιόλου 101. Βλέπω σε μια στιγμή τον άνθρωπο που είχαμε συναντήσει στο συγγενικό σπίτι του Κοντοστάθη να περνάει μπροστά από το μαγαζί. Σε δύο λεπτά και πριν προλάβω να αντιδράσω με ακινητοποιεί με το πιστόλι του».
«Είκοσι μέρες με είχαν στην απομόνωση, συνεχίζει ο Αλ Ξυλάκης. Σε δέρνουμε μου έλεγαν, γιατί δεν πνίγηκες. Ακολούθησαν 12 χρόνια εξορίας και φυλακής».
Σύμφωνα με στοιχεία, που μπόρεσαν να συγκεντρώσουν οι επιζήσαντες του ναυαγίου πολιτικοί εξόριστοι, κατά τη βύθιση της «Χειμάρρας» έχασαν τη ζωή τους οι παρακάτω:
Ζαγουρτζής Ν.
Δούκας.
Κάκαβος.
Μαγαζώης Αρ.
Αδαμίδης Κ.
Ισσόπουλος Αρ.
Ματσαβίδου Ελ.
Αλβέρτος Κ.
Τζορμπαζηκωστής Κ.
Ταξιντάρης Κ.
Απέργης Γρ.
Τσαρδάκης Γ.
Μπατζάκης Ν.
Ρουμελιώτης Χ.
Καλλικρατίδης Ι.
Λυκάρτσης Σ.
Γερογιάννης Ι.
Νότογλου Ευαγ.
Χρυσοχέρη Αθ.
Δεν υπάρχουν τα ονόματα των υπόλοιπων αγνοούμενων πολιτικών εξόριστων, ούτε έγινε γνωστό κάτι για την τύχη τους.
Διασώθηκαν οι:
Βούτσας Α.
Πασδατίδης Ν.
Τάρπογλου Κ.
Τσακνής Αθ.
Τόπκας Α.
Στεφανίδης Ν.
Κοντοστάθης Σ.
Στοϊδης Χρ.
Δεληγιαννίδης Ν.
Ξυλάκης Αλ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου