του ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ ΛΙΑΡΓΚΟΒΑ
Το Ευρώ - το νέο, ενιαίο νόμισμα της Ευρώπης - αποτελεί την κορύφωση της ευρωπαϊκής οικονομικής ολοκλήρωσης. Η εισαγωγή του την 1η Ιανουαρίου 1999 σηματοδότησε την τελική φάση τής Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης (ΟΝΕ), μια διαδικασία τριών σταδίων που ξεκίνησε το 1990 καθώς τα μέλη τής Ε.Ε. προετοιμάζονταν για το 1992 και την ενιαία αγορά. Το Ευρώ είναι επιπρόσθετα ένα σύμβολο πολιτικής ολοκλήρωσης. Αντανακλά την προσπάθεια δημιουργίας μιας ευρωπαϊκής ταυτότητας και ιθαγένειας που προέκυψε από την είσοδο της ΕΕ στην καθημερινή ζωή των πολιτών. Ιστορικά, το νόμισμα έχει αποδειχθεί κινητήρια δύναμη πίσω από την δημιουργία ταυτότητας και κρατικής υπόστασης. Δεν είναι τυχαίο που ο υπουργός Οικονομικών τής Γαλλίας, Laurent Fabius, είχε δηλώσει στους Financial Times, το 2000:
«Χάρη στο Ευρώ, θα έχουμε σύντομα στις τσέπες μας αδιάσειστα στοιχεία μιας ευρωπαϊκής ταυτότητας. Πρέπει να χτίσουμε πάνω σε αυτό και να κάνουμε το Ευρώ κάτι παραπάνω από ένα νόμισμα και την Ευρώπη κάτι παραπάνω από μια περιοχή... Στους επόμενους έξι μήνες, θα μιλήσουμε πολύ για την πολιτική ένωση, και δικαίως. Η πολιτική ένωση είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την οικονομική ένωση. Η ενίσχυση της ανάπτυξης και η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση είναι συναφή θέματα. Και στους δύο τομείς θα λάβουμε συγκεκριμένα βήματα προς τα εμπρός».
ΘΕΤΙΚΑ ΚΑΙ ΑΡΝΗΤΙΚΑ ΤΗΣ ΟΝΕ ΚΑΙ ΤΟΥ ΕΥΡΩ
Οι οικονομικοί αναλυτές είχαν από νωρίς τονίσει τα θετικά αλλά και τα αρνητικά στοιχεία που συνδέονται με την δημιουργία της ΟΝΕ. Μεταξύ των πρώτων πρέπει σίγουρα να τονίσουμε τα οφέλη που προκύπτουν στο εμπόριο και τις επενδύσεις από την εξάλειψη της συναλλαγματικής αβεβαιότητας. Επιπρόσθετα, το ευρώ ενισχύει την οικονομική συνοχή και αποτελεί μια σταθερή ονομαστική άγκυρα για τον τερματισμό τού πληθωρισμού, ιδιαίτερα των χωρών τής Μεσογείου. Όμως, υπάρχουν και τα μειονεκτήματα. Η απώλεια της αυτόνομης νομισματικής πολιτικής, δηλαδή η ικανότητα προσαρμογής τής προσφοράς χρήματος, των επιτοκίων και της συναλλαγματικής ισοτιμίας στις τοπικές συνθήκες είναι ίσως το σημαντικότερο. Η ενδεχόμενη δημιουργία συγκρούσεων (σύμφωνα με τον M.Feldstein) λόγω όξυνσης των διαφορών, ήταν ένα άλλο.
Ο καθηγητής Milton Friedman (1912-2006), ήταν μάλλον απαισιόδοξος όταν είπε ότι «Το ευρώ δε θα επιβιώσει την πρώτη μεγάλη ευρωπαϊκή ύφεση».
Ο Paul Volcker, ο πρώην πρόεδρος της (Αμερικάνικης) Ομοσπονδιακής Τράπεζας ήταν πιο αισιόδοξος όταν είπε «Αν δεν είχατε το κοινό νόμισμα στην Ευρώπη, θα είχατε μεγαλύτερα προβλήματα από ό,τι έχετε τώρα».
Οι βασικότεροι λόγοι για τον εκ των προτέρων σκεπτικισμό των οικονομολόγων απέναντι στην ΟΝΕ ήταν οι εξής:
- Οι χώρες τής ευρωζώνης δεν πληρούν τα κριτήρια μιας Άριστης Νομισματικής Περιοχής, όπως την είχε αναπτύξει ο Robert Mundell το 1961 (βραβείο Νόμπελ).
- Μεμονωμένα κράτη-μέλη ενδέχεται να πληγούν από μεμονωμένα («ασύμμετρα») σοκ. Π.χ., όταν μια χώρα τής περιφέρειας υποστεί μείωση στην ζήτηση, τα επιτόκια που έχουν καθοριστεί στην Φρανκφούρτη θα είναι υπερβολικά υψηλά για αυτήν.
- Λείπει η υψηλή κινητικότητα της εργασίας των ΗΠΑ, όπου οι εργαζόμενοι προσαρμόζονται στην ανεργία με την μετακίνησή τους μεταξύ πολιτειών.
Με βάση τα παραπάνω, προκύπτει το ερώτημα: Τελικά η ΟΝΕ ήταν μια «κακή ιδέα» εξ΄αρχής; Η απάντηση στο ερώτημα αυτό δεν μπορεί να είναι θετική. Όχι, δεν ήταν «κακή ιδέα», αλλά η ΟΝΕ δεν σχεδιάστηκε εξ΄αρχής σωστά. Από την έναρξη κυκλοφορίας τού Ευρώ, η απόκλιση μεταξύ του Βορρά και του Νότου αυξήθηκε (Γράφημα 1). Για παράδειγμα, οι χώρες τής βόρειας Ευρώπης που είχαν πλεόνασμα στο εμπορικό ισοζύγιό τους πριν από το 2000 κατάφεραν να αυξήσουν τα πλεονάσματά τους μετά το 2000. Τα πλεονάσματα αυτά, κατά μέσο όρο, είναι ίσα με τα ελλείμματα που δημιουργήθηκαν στις χώρες τού Νότου. Το παραπάνω μας θυμίζουν τις πολιτικές «εξαγωγής της κρίσης στον γείτονα» (beggar thy neighbor policies).
ΤΑ ΣΧΕΔΙΑΣΤΙΚΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΕΥΡΩΖΩΝΗΣ
Ο σχεδιασμός της ευρωζώνης είχε από την αρχή πολλά ελαττώματα.
1. Ο συνδυασμός μιας υπερεθνικής νομισματικής πολιτικής με μια αποκεντρωμένη-εθνική φορολογική πολιτική δεν φαίνεται να λειτουργεί. Είναι απαραίτητη η κεντρική φορολογική διοίκηση, που όμως δεν πρέπει να ερμηνευτεί ως ανάγκη καλύτερης παρακολούθησης των προγραμμάτων δημοσιονομικής προσαρμογής. Η κεντρική δημοσιονομική αρχή σημαίνει μια ευρωπαϊκή οργάνωση που έχει την εξουσία να ορίζει τους φόρους και να εναρμονίζει τις αγορές εργασίας, τις αγορές προϊόντων καθώς και τις πιστωτικές αγορές. Αλλά αυτό δεν είναι δυνατό χωρίς κάποια συγκέντρωση της πολιτικής και στρατιωτικής εξουσίας. Ήταν σημαντικό ότι με το Σύνταγμα των ΗΠΑ το κέντρο πολιτικής και στρατιωτικής εξουσίας μετατοπίστηκε στην ομοσπονδιακή κυβέρνηση.
2. Εάν τα επίπεδα ανταγωνιστικότητας υπερέβαιναν τα όρια (κόστους και τιμών), τότε το μόνο διαθέσιμο εργαλείο διόρθωσης των ανισορροπιών ήταν η εσωτερική υποτίμηση, η οποία είναι μια μακρά και επίπονη διαδικασία.
3. Δεν υπήρχαν αυτόματοι σταθεροποιητές που θα μείωναν τις επιπτώσεις των ασύμμετρων διαταραχών.
4. Το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης αποδείχθηκε ότι ήταν ανεπαρκές ως προς την δημοσιονομική συμμόρφωση.
5. Επιπλέον, δεν υπήρχε κάποιος μηχανισμός αντιμετώπισης έκτακτων αναγκών ή κρίσεων (π.χ. ένα Ευρωπαϊκό Νομισματικό Ταμείο). Δεν υπάρχουν μηχανισμοί για τον μακροοικονομικό συντονισμό προκειμένου να αποφευχθούν φαινόμενα ολίσθησης.
«Χάρη στο Ευρώ, θα έχουμε σύντομα στις τσέπες μας αδιάσειστα στοιχεία μιας ευρωπαϊκής ταυτότητας. Πρέπει να χτίσουμε πάνω σε αυτό και να κάνουμε το Ευρώ κάτι παραπάνω από ένα νόμισμα και την Ευρώπη κάτι παραπάνω από μια περιοχή... Στους επόμενους έξι μήνες, θα μιλήσουμε πολύ για την πολιτική ένωση, και δικαίως. Η πολιτική ένωση είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την οικονομική ένωση. Η ενίσχυση της ανάπτυξης και η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση είναι συναφή θέματα. Και στους δύο τομείς θα λάβουμε συγκεκριμένα βήματα προς τα εμπρός».
ΘΕΤΙΚΑ ΚΑΙ ΑΡΝΗΤΙΚΑ ΤΗΣ ΟΝΕ ΚΑΙ ΤΟΥ ΕΥΡΩ
Οι οικονομικοί αναλυτές είχαν από νωρίς τονίσει τα θετικά αλλά και τα αρνητικά στοιχεία που συνδέονται με την δημιουργία της ΟΝΕ. Μεταξύ των πρώτων πρέπει σίγουρα να τονίσουμε τα οφέλη που προκύπτουν στο εμπόριο και τις επενδύσεις από την εξάλειψη της συναλλαγματικής αβεβαιότητας. Επιπρόσθετα, το ευρώ ενισχύει την οικονομική συνοχή και αποτελεί μια σταθερή ονομαστική άγκυρα για τον τερματισμό τού πληθωρισμού, ιδιαίτερα των χωρών τής Μεσογείου. Όμως, υπάρχουν και τα μειονεκτήματα. Η απώλεια της αυτόνομης νομισματικής πολιτικής, δηλαδή η ικανότητα προσαρμογής τής προσφοράς χρήματος, των επιτοκίων και της συναλλαγματικής ισοτιμίας στις τοπικές συνθήκες είναι ίσως το σημαντικότερο. Η ενδεχόμενη δημιουργία συγκρούσεων (σύμφωνα με τον M.Feldstein) λόγω όξυνσης των διαφορών, ήταν ένα άλλο.
Ο καθηγητής Milton Friedman (1912-2006), ήταν μάλλον απαισιόδοξος όταν είπε ότι «Το ευρώ δε θα επιβιώσει την πρώτη μεγάλη ευρωπαϊκή ύφεση».
Ο Paul Volcker, ο πρώην πρόεδρος της (Αμερικάνικης) Ομοσπονδιακής Τράπεζας ήταν πιο αισιόδοξος όταν είπε «Αν δεν είχατε το κοινό νόμισμα στην Ευρώπη, θα είχατε μεγαλύτερα προβλήματα από ό,τι έχετε τώρα».
Οι βασικότεροι λόγοι για τον εκ των προτέρων σκεπτικισμό των οικονομολόγων απέναντι στην ΟΝΕ ήταν οι εξής:
- Οι χώρες τής ευρωζώνης δεν πληρούν τα κριτήρια μιας Άριστης Νομισματικής Περιοχής, όπως την είχε αναπτύξει ο Robert Mundell το 1961 (βραβείο Νόμπελ).
- Μεμονωμένα κράτη-μέλη ενδέχεται να πληγούν από μεμονωμένα («ασύμμετρα») σοκ. Π.χ., όταν μια χώρα τής περιφέρειας υποστεί μείωση στην ζήτηση, τα επιτόκια που έχουν καθοριστεί στην Φρανκφούρτη θα είναι υπερβολικά υψηλά για αυτήν.
- Λείπει η υψηλή κινητικότητα της εργασίας των ΗΠΑ, όπου οι εργαζόμενοι προσαρμόζονται στην ανεργία με την μετακίνησή τους μεταξύ πολιτειών.
Με βάση τα παραπάνω, προκύπτει το ερώτημα: Τελικά η ΟΝΕ ήταν μια «κακή ιδέα» εξ΄αρχής; Η απάντηση στο ερώτημα αυτό δεν μπορεί να είναι θετική. Όχι, δεν ήταν «κακή ιδέα», αλλά η ΟΝΕ δεν σχεδιάστηκε εξ΄αρχής σωστά. Από την έναρξη κυκλοφορίας τού Ευρώ, η απόκλιση μεταξύ του Βορρά και του Νότου αυξήθηκε (Γράφημα 1). Για παράδειγμα, οι χώρες τής βόρειας Ευρώπης που είχαν πλεόνασμα στο εμπορικό ισοζύγιό τους πριν από το 2000 κατάφεραν να αυξήσουν τα πλεονάσματά τους μετά το 2000. Τα πλεονάσματα αυτά, κατά μέσο όρο, είναι ίσα με τα ελλείμματα που δημιουργήθηκαν στις χώρες τού Νότου. Το παραπάνω μας θυμίζουν τις πολιτικές «εξαγωγής της κρίσης στον γείτονα» (beggar thy neighbor policies).
ΤΑ ΣΧΕΔΙΑΣΤΙΚΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΕΥΡΩΖΩΝΗΣ
Ο σχεδιασμός της ευρωζώνης είχε από την αρχή πολλά ελαττώματα.
1. Ο συνδυασμός μιας υπερεθνικής νομισματικής πολιτικής με μια αποκεντρωμένη-εθνική φορολογική πολιτική δεν φαίνεται να λειτουργεί. Είναι απαραίτητη η κεντρική φορολογική διοίκηση, που όμως δεν πρέπει να ερμηνευτεί ως ανάγκη καλύτερης παρακολούθησης των προγραμμάτων δημοσιονομικής προσαρμογής. Η κεντρική δημοσιονομική αρχή σημαίνει μια ευρωπαϊκή οργάνωση που έχει την εξουσία να ορίζει τους φόρους και να εναρμονίζει τις αγορές εργασίας, τις αγορές προϊόντων καθώς και τις πιστωτικές αγορές. Αλλά αυτό δεν είναι δυνατό χωρίς κάποια συγκέντρωση της πολιτικής και στρατιωτικής εξουσίας. Ήταν σημαντικό ότι με το Σύνταγμα των ΗΠΑ το κέντρο πολιτικής και στρατιωτικής εξουσίας μετατοπίστηκε στην ομοσπονδιακή κυβέρνηση.
2. Εάν τα επίπεδα ανταγωνιστικότητας υπερέβαιναν τα όρια (κόστους και τιμών), τότε το μόνο διαθέσιμο εργαλείο διόρθωσης των ανισορροπιών ήταν η εσωτερική υποτίμηση, η οποία είναι μια μακρά και επίπονη διαδικασία.
3. Δεν υπήρχαν αυτόματοι σταθεροποιητές που θα μείωναν τις επιπτώσεις των ασύμμετρων διαταραχών.
4. Το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης αποδείχθηκε ότι ήταν ανεπαρκές ως προς την δημοσιονομική συμμόρφωση.
5. Επιπλέον, δεν υπήρχε κάποιος μηχανισμός αντιμετώπισης έκτακτων αναγκών ή κρίσεων (π.χ. ένα Ευρωπαϊκό Νομισματικό Ταμείο). Δεν υπάρχουν μηχανισμοί για τον μακροοικονομικό συντονισμό προκειμένου να αποφευχθούν φαινόμενα ολίσθησης.
Ο ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΛΙΑΡΓΚΟΒΑΣ είναι καθηγητής, κάτοχος της Έδρας Jean Monnet,
στο Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου και Συντονιστής τού Γραφείου
Προϋπολογισμού τού Κράτους στην Βουλή των Ελλήνων.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου