Η πρώτη ιθαγενής της Αμερικής που παντρεύτηκε λευκό! Ο μύθος της Ποκαχόντας, της ινδιάνας που κατοικούσε με τη φυλή της στη Βιρτζίνια των ΗΠΑ όταν έφτασαν εκεί οι πρώτοι άγγλοι άποικοι στις
αρχές του 17ου αιώνα, είναι μια ιστορία ειπωμένη από την πλευρά των λευκών.
Μοιάζει λοιπόν σαν η νεαρή πριγκίπισσα να απαρνήθηκε τις παραδόσεις της για να «αφομοιωθεί» στον ευρωπαϊκό πολιτισμό που έφεραν στις βαλίτσες τους οι πρώτοι αυτοί άποικοι, με την ιστορία της να λειτουργεί ως σύμβολο συμφιλίωσης των δύο πολιτισμών.
Στην πραγματικότητα ωστόσο το χρονικό της Ποκαχόντας είναι σαφώς ζοφερότερο, με την ίδια να σώζει μεν πράγματι τον βρετανό λοχαγό από το τόμαχοκ του αρχηγού πατέρα της, με ό,τι βέβαια έπεται να μην ακολουθεί τη ρομαντικότητα των γεγονότων που αποζητεί ο θρύλος να επιβάλει.
Η ίδια αιχμαλωτίστηκε τελικά από τους Βρετανούς, παντρεύτηκε με χριστιανό άποικο χωρίς να γνωρίζει κανείς τις προθέσεις της, εκχριστιανίστηκε και πέθανε κατά τη διάρκεια του ταξιδιού της στην Αγγλία, όπου και προσκλήθηκε για να επιδειχθεί στο στέμμα ως τρανή απόδειξη του «εξημερωμένου αγρίου» του Νέου Κόσμου.
Ο μύθος της Ποκαχόντας είναι μια πραγματική ιστορία ζωής επενδεδυμένη με το απαραίτητο «αλατοπίπερο» της λευκής ρητορείας...
Πρώτα χρόνια
Η Ματοάκα γεννιέται το 1595 περίπου στη Βιρτζίνια των ΗΠΑ ως κόρη του πανίσχυρου αρχηγού Παουχάταν της ινδιανικής φυλής Αλγκόνκουιν. Το «Ποκαχόντας» ήταν το όνομα με το οποίο φώναζαν τη μικρή στον οικισμό της, κάτι που μεταφράζεται σαν «Παιχνιδιάρα». Η ταυτότητα της μητέρας της παραμένει άγνωστη, ενώ για τον πατέρα της γνωρίζουμε ότι ο ήταν ο μεγάλος αρχηγός μιας συμμαχίας 30 και πλέον ινδιανικών φυλών Αλγκόνκουιν.
Παρά το γεγονός ότι στη μυθολογία έχει απαθανατιστεί ως πριγκίπισσα, τα παιδικά χρόνια της Ματοάκα δεν είχαν τίποτα από τις ανέσεις που απολάμβαναν οι ευγενικής καταγωγής κορασίδες της Ευρώπης, ούτε βέβαια και ήταν διάδοχος κάποιου θρόνου: ήταν απλώς η αγαπημένη κόρη -όπως μαθαίνουμε από σχετικές πηγές- του αδιαφιλονίκητου αρχηγού, με την ίδια να μαθαίνει τις τέχνες που επιφυλάσσονταν για τις γυναίκες της φυλής: αναζήτηση τροφής και ξύλων για κάψιμο, καλλιέργεια της γης και ανατροφή των παιδιών...
Σώζοντας τον Τζον Σμιθ
Η Ποκαχόντας συνδέεται με τους βρετανούς αποικιοκράτες της Αμερικής μέσω του λοχαγού Τζον Σμιθ, ο οποίος κατέφτασε στα εδάφη της Βιρτζίνια με άλλους 100 αποίκους τον Απρίλιο του 1607. Οι λευκοί δεν ήταν βέβαια καλοδεχούμενοι στα εδάφη των ερυθρόδερμων, με πολυάριθμες εχθροπραξίες να λαμβάνουν χώρα στους αμέσους επόμενους μήνες και τον ίδιο τον Τζον Σμιθ να αιχμαλωτίζεται από τους ινδιάνους τον Δεκέμβριο του 1607 και να παρουσιάζεται ενώπιον του παντοδύναμου αρχηγού.
Οι λεπτομέρειες του επεισοδίου δεν είναι ξεκάθαρες, καθώς αντικρούονται ακόμα και από τα ίδια τα γραπτά του Σμιθ. Στο ημερολόγιό του το 1608 κάνει λόγο για μια λαμπρή γιορτή και μια σύντομη συζήτηση με την Ποκαχόντας, την οποία δεν θα γνωρίσει παρά αρκετούς μήνες αργότερα. Το 1616 ωστόσο ο λοχαγός θα αναθεωρήσει την ιστορία του σε επιστολή που έστειλε στη βασίλισσα Άννα, η οποία ανέμενε την άφιξη της Ποκαχόντας και του συζύγου της Τζον Ρόλφι, χτίζοντας τον μύθο της ινδιάνας που με αυταπάρνηση του έσωσε τη ζωή.
Τη στιγμή λοιπόν της εκτέλεσής του, η Ποκαχόντας παρεμβαίνει με κίνδυνο της δικής της ζωής και τον σώζει από τον πέλεκυ του πατέρα της, βάζοντας το κεφάλι της πάνω στο κεφάλι του εχθρού. Από τις παραινέσεις της ίδιας, ο Σμιθ απελευθερώνεται από τους ινδιάνους και μεταφέρεται με ασφάλεια στον νεοσύστατο οικισμό της Τζέιμσταουν. Ο Σμιθ θα διάνθιζε κατόπιν την ιστορία και με άλλες συναρπαστικές πληροφορίες.
Ό,τι κι αν εκτυλίχθηκε στον ινδιάνικο καταυλισμό, η Ποκαχόντας έγινε φίλη του Σμιθ και βοήθησε την αποικία των λευκών όπως μπορούσε, κυρίως παρέχοντάς τους προστασία από τις επιδρομές της φυλής της. Η ίδια επισκεπτόταν συχνά την Τζέιμσταουν και έφερνε μαζί της προμήθειες για τον πληθυσμό που λιμοκτονούσε, σώζοντάς τους τη ζωή συχνάκις. Παρά τη σύνδεση Σμιθ και Ποκαχόντας, δεν υπάρχουν ιστορικές αναφορές που να υποδεικνύουν ρομαντικό δεσμό μεταξύ τους.
Στα τέλη του 1609 ο Σμιθ επέστρεψε στην Αγγλία για λόγους ιατρικής περίθαλψης, με τους Βρετανούς που απέμειναν στον οικισμό να αναφέρουν στους ινδιάνους ότι ο Σμιθ ήταν νεκρός. Σύμφωνα με τον άποικο William Strachey, η Ποκαχόντας παντρεύτηκε έναν πολεμιστή της φυλής της λίγο πριν από το 1612, δεν υπάρχουν ωστόσο άλλες αναφορές για την τύχη αυτού του γάμου, ο οποίος θα πρέπει βέβαια να διαλύθηκε όταν αιχμαλωτίστηκε η Ποκαχόντας από τους Βρετανούς την επόμενη χρονιά...
Αιχμαλωσία και κατοπινά χρόνια
Στον πρώτο πόλεμο Βρετανών και Αλγκόνκουιν, η Ποκαχόντας έπεσε με δόλο στα χέρια των αποικιοκρατών. Ο λοχαγός Samuel Argall συμμάχησε με φυλές γηγενών που δεν ήταν ιδιαίτερα πιστές στον Παουχάταν και παρέσυρε την Ποκαχόντας στο καράβι του, όπου και την κράτησε όμηρο με αντάλλαγμα την άμεση απελευθέρωση όλων των άγγλων κρατουμένων αλλά και του εξοπλισμού τους. Κι όταν ο Παουχάταν αρνήθηκε να υποκύψει στους όρους, η Ποκαχόντας παρέμεινε σε καθεστώς αιχμαλωσίας.
Για τον έναν χρόνο που πέρασε δέσμια των Άγγλων επίσης δεν είναι και πολλά γνωστά. Ξέρουμε με σιγουριά ότι ο ιερέας Alexander Whitaker συνέβαλε στη μεταστροφή της Ποκαχόντας στον χριστιανισμό, βοηθώντας τη ταυτόχρονα στη βελτίωση των αγγλικών της μέσω της ανάγνωσης της Βίβλου. Ο Whitaker βάφτισε την Ποκαχόντας με το νέο χριστιανικό όνομα Ρεβέκκα...
Τον Μάρτιο του 1614, η βία μεταξύ των βρετανών αποίκων και των ερυθρόδερμων κλιμακώθηκε, με τους άγγλους αξιωματούχους να χρησιμοποιούν την Ποκαχόντας ως διπλωματικό μοχλό για να φτάσουν στον πατέρα της: σύμφωνα με αγγλικές πηγές της εποχής, η Ποκαχόντας εξαναγκάστηκε να πει στην οικογένειά της ότι θα προτιμούσε να παραμείνει με τους Βρετανούς παρά να επιστρέψει στο σπίτι της.
Όντας στην αιχμαλωσία, η νεαρή ινδιάνα γνωρίζει τον θεοσεβή αγρότη Τζον Ρόλφι, ο οποίος είχε χάσει τη γυναίκα και το παιδί του κατά το δύσκολο ταξίδι στην αφιλόξενη Βιρτζίνια. Στη μακροσκελή μάλιστα επιστολή που απέστειλε στον κυβερνήτη της Τζέιμσταουν για να του επιτρέψει να την παντρευτεί, ο Ρόλφι εκφράζει τόσο την αγάπη του για την Ποκαχόντας όσο και την πεποίθηση ότι θα μπορούσε να σώσει την ψυχή της μέσω του χριστιανικού θεσμού του γάμου. Για τα αισθήματα της Ποκαχόντας όμως, τόσο για τον Ρόλφι όσο και τον επικείμενο γάμο, δεν υπάρχουν αναφορές.
Η Ποκαχόντας και ο Ρόλφι παντρεύτηκαν λοιπόν στις 5 Απριλίου 1614 και πέρασαν τα επόμενα δύο χρόνια στη φάρμα του συζύγου στη Βιρτζίνια. Στις 20 Ιανουαρίου 1614, η Ποκαχόντας γέννησε τον Τόμας Ρόλφι, με τις πηγές να ισχυρίζονται ότι η ένωση λευκού και ερυθρόδερμης εξασφάλισε μια περίοδο ειρήνης μεταξύ αποίκων και αυτοχθόνων.
Η Ποκαχόντας έγινε έτσι το σύμβολο της μεταστροφής του «βάρβαρου» στον χριστιανισμό, που ήταν ένας από τους πρώτους στόχους των αποικιοκρατών στη νεοαποκτηθείσα ήπειρο. Η διακυβέρνηση της Βιρτζίνια αποφάσισε μάλιστα να φέρει την Ποκαχόντας στην Αγγλία ως σύμβολο του δαμασμένου «αγρίου» του Νέου Κόσμου. Οι Ρόλφι ταξίδεψαν πράγματι στην Αγγλία το 1616, καταφτάνοντας στο λιμάνι του Πλίμουθ στις 12 Ιουνίου με μια μικρή ομάδα γηγενών από τη Βιρτζίνια.
Παρά το γεγονός ότι η Ποκαχόντας δεν ήταν πριγκίπισσα για τη φυλή της με τη σημασία του όρου για τα ευρωπαϊκά στέμματα, οι αξιωματούχοι της Βιρτζίνια την παρουσίασαν στο αγγλικό κοινό ως διάδοχο της ινδιανικής φυλής. Στην αφιέρωση του σχετικού χαρακτικού της Ποκαχόντας του 1616 διαβάζουμε: «Ματοάκα, αλλιώς Ρεβέκκα, κόρη του πλέον ισχυρού πρίγκιπα της Αυτοκρατορίας των Παουχάταν της Βιρτζίνια»!
Παρά το γεγονός ότι πολλά μάτια την κοιτούσαν με περιέργεια και καχυποψία, η Ποκαχόντας έγινε δεκτή με σχετικό σεβασμό στο Λονδίνο. Στις 5 Ιανουαρίου 1617 παρουσιάστηκε με πάσα επισημότητα ενώπιον του βασιλιά της Βρετανίας, ενώ λίγο μετά η Ποκαχόντας συνάντησε τον Τζον Σμιθ σε κοινωνική εκδήλωση.
Η μόνη πηγή που αφορά στην αλληλεπίδραση Σμιθ και Ποκαχόντας στην Αγγλία προέρχεται από τα γραπτά του ίδιου του Σμιθ, ο οποίος δηλώνει πως όταν τον είδε η Ποκαχόντας έστρεψε το πρόσωπό της χωρίς να πει κουβέντα, μη μοιάζοντας καθόλου ευχαριστημένη για το συναπάντημα. Στον Σμιθ θύμισε πάντως όλες τις καλοσύνες που είχε κάνει στους βρετανούς αποίκους.
Τον Μάρτιο του 1617, οι Ρόλφι επιβιβάστηκαν στο πλοίο με κατεύθυνση τις ΗΠΑ. Πριν επιστρέψουν ωστόσο στο σπίτι τους, η Ποκαχόντας αρρώστησε (πιθανότατα από πνευμονία ή φυματίωση) και πέθανε καταμεσής του ωκεανού. Η κηδεία της συντελέστηκε στις 21 Μαρτίου 1617...
Λαϊκός θρύλος
Το χρονικό της ζωής της Ποκαχόντας απαθανατίστηκε στον λαϊκό θρύλο της Αμερικής, που διαμορφώθηκε προοδευτικά μέχρι τις αρχές του 19ου αιώνα, όταν και αποκρυσταλλώθηκε ως σύμβολο της δυναμικής που θα μπορούσε να έχει η αφομοίωση των αυτοχθόνων Αμερικανών στις ευρωπαϊκές αποικίες του Νέου Κόσμου. Ο φανταστικός μάλιστα ερωτικός δεσμός μεταξύ Ποκαχόντας και Τζον Σμιθ συνέβαλε στην περαιτέρω ρομαντικοποίηση της αφομοίωσης αυτής, κάνοντας «απαλότερη» τη βίαιη συνάντηση των δύο πολιτισμών.
Η Ποκαχόντας και ο μύθος της αποτελούν αναπόσπαστο στοιχείο της αμερικανικής μυθιστορίας μπλέκοντας τον νεοφερμένο ευρωπαϊκό πολιτισμό με τις παραδόσεις των ντόπιων κατοίκων της Αμερικής...
αρχές του 17ου αιώνα, είναι μια ιστορία ειπωμένη από την πλευρά των λευκών.
Μοιάζει λοιπόν σαν η νεαρή πριγκίπισσα να απαρνήθηκε τις παραδόσεις της για να «αφομοιωθεί» στον ευρωπαϊκό πολιτισμό που έφεραν στις βαλίτσες τους οι πρώτοι αυτοί άποικοι, με την ιστορία της να λειτουργεί ως σύμβολο συμφιλίωσης των δύο πολιτισμών.
Στην πραγματικότητα ωστόσο το χρονικό της Ποκαχόντας είναι σαφώς ζοφερότερο, με την ίδια να σώζει μεν πράγματι τον βρετανό λοχαγό από το τόμαχοκ του αρχηγού πατέρα της, με ό,τι βέβαια έπεται να μην ακολουθεί τη ρομαντικότητα των γεγονότων που αποζητεί ο θρύλος να επιβάλει.
Η ίδια αιχμαλωτίστηκε τελικά από τους Βρετανούς, παντρεύτηκε με χριστιανό άποικο χωρίς να γνωρίζει κανείς τις προθέσεις της, εκχριστιανίστηκε και πέθανε κατά τη διάρκεια του ταξιδιού της στην Αγγλία, όπου και προσκλήθηκε για να επιδειχθεί στο στέμμα ως τρανή απόδειξη του «εξημερωμένου αγρίου» του Νέου Κόσμου.
Ο μύθος της Ποκαχόντας είναι μια πραγματική ιστορία ζωής επενδεδυμένη με το απαραίτητο «αλατοπίπερο» της λευκής ρητορείας...
Πρώτα χρόνια
Η Ματοάκα γεννιέται το 1595 περίπου στη Βιρτζίνια των ΗΠΑ ως κόρη του πανίσχυρου αρχηγού Παουχάταν της ινδιανικής φυλής Αλγκόνκουιν. Το «Ποκαχόντας» ήταν το όνομα με το οποίο φώναζαν τη μικρή στον οικισμό της, κάτι που μεταφράζεται σαν «Παιχνιδιάρα». Η ταυτότητα της μητέρας της παραμένει άγνωστη, ενώ για τον πατέρα της γνωρίζουμε ότι ο ήταν ο μεγάλος αρχηγός μιας συμμαχίας 30 και πλέον ινδιανικών φυλών Αλγκόνκουιν.
Παρά το γεγονός ότι στη μυθολογία έχει απαθανατιστεί ως πριγκίπισσα, τα παιδικά χρόνια της Ματοάκα δεν είχαν τίποτα από τις ανέσεις που απολάμβαναν οι ευγενικής καταγωγής κορασίδες της Ευρώπης, ούτε βέβαια και ήταν διάδοχος κάποιου θρόνου: ήταν απλώς η αγαπημένη κόρη -όπως μαθαίνουμε από σχετικές πηγές- του αδιαφιλονίκητου αρχηγού, με την ίδια να μαθαίνει τις τέχνες που επιφυλάσσονταν για τις γυναίκες της φυλής: αναζήτηση τροφής και ξύλων για κάψιμο, καλλιέργεια της γης και ανατροφή των παιδιών...
Σώζοντας τον Τζον Σμιθ
Η Ποκαχόντας συνδέεται με τους βρετανούς αποικιοκράτες της Αμερικής μέσω του λοχαγού Τζον Σμιθ, ο οποίος κατέφτασε στα εδάφη της Βιρτζίνια με άλλους 100 αποίκους τον Απρίλιο του 1607. Οι λευκοί δεν ήταν βέβαια καλοδεχούμενοι στα εδάφη των ερυθρόδερμων, με πολυάριθμες εχθροπραξίες να λαμβάνουν χώρα στους αμέσους επόμενους μήνες και τον ίδιο τον Τζον Σμιθ να αιχμαλωτίζεται από τους ινδιάνους τον Δεκέμβριο του 1607 και να παρουσιάζεται ενώπιον του παντοδύναμου αρχηγού.
Οι λεπτομέρειες του επεισοδίου δεν είναι ξεκάθαρες, καθώς αντικρούονται ακόμα και από τα ίδια τα γραπτά του Σμιθ. Στο ημερολόγιό του το 1608 κάνει λόγο για μια λαμπρή γιορτή και μια σύντομη συζήτηση με την Ποκαχόντας, την οποία δεν θα γνωρίσει παρά αρκετούς μήνες αργότερα. Το 1616 ωστόσο ο λοχαγός θα αναθεωρήσει την ιστορία του σε επιστολή που έστειλε στη βασίλισσα Άννα, η οποία ανέμενε την άφιξη της Ποκαχόντας και του συζύγου της Τζον Ρόλφι, χτίζοντας τον μύθο της ινδιάνας που με αυταπάρνηση του έσωσε τη ζωή.
Τη στιγμή λοιπόν της εκτέλεσής του, η Ποκαχόντας παρεμβαίνει με κίνδυνο της δικής της ζωής και τον σώζει από τον πέλεκυ του πατέρα της, βάζοντας το κεφάλι της πάνω στο κεφάλι του εχθρού. Από τις παραινέσεις της ίδιας, ο Σμιθ απελευθερώνεται από τους ινδιάνους και μεταφέρεται με ασφάλεια στον νεοσύστατο οικισμό της Τζέιμσταουν. Ο Σμιθ θα διάνθιζε κατόπιν την ιστορία και με άλλες συναρπαστικές πληροφορίες.
Ό,τι κι αν εκτυλίχθηκε στον ινδιάνικο καταυλισμό, η Ποκαχόντας έγινε φίλη του Σμιθ και βοήθησε την αποικία των λευκών όπως μπορούσε, κυρίως παρέχοντάς τους προστασία από τις επιδρομές της φυλής της. Η ίδια επισκεπτόταν συχνά την Τζέιμσταουν και έφερνε μαζί της προμήθειες για τον πληθυσμό που λιμοκτονούσε, σώζοντάς τους τη ζωή συχνάκις. Παρά τη σύνδεση Σμιθ και Ποκαχόντας, δεν υπάρχουν ιστορικές αναφορές που να υποδεικνύουν ρομαντικό δεσμό μεταξύ τους.
Στα τέλη του 1609 ο Σμιθ επέστρεψε στην Αγγλία για λόγους ιατρικής περίθαλψης, με τους Βρετανούς που απέμειναν στον οικισμό να αναφέρουν στους ινδιάνους ότι ο Σμιθ ήταν νεκρός. Σύμφωνα με τον άποικο William Strachey, η Ποκαχόντας παντρεύτηκε έναν πολεμιστή της φυλής της λίγο πριν από το 1612, δεν υπάρχουν ωστόσο άλλες αναφορές για την τύχη αυτού του γάμου, ο οποίος θα πρέπει βέβαια να διαλύθηκε όταν αιχμαλωτίστηκε η Ποκαχόντας από τους Βρετανούς την επόμενη χρονιά...
Αιχμαλωσία και κατοπινά χρόνια
Στον πρώτο πόλεμο Βρετανών και Αλγκόνκουιν, η Ποκαχόντας έπεσε με δόλο στα χέρια των αποικιοκρατών. Ο λοχαγός Samuel Argall συμμάχησε με φυλές γηγενών που δεν ήταν ιδιαίτερα πιστές στον Παουχάταν και παρέσυρε την Ποκαχόντας στο καράβι του, όπου και την κράτησε όμηρο με αντάλλαγμα την άμεση απελευθέρωση όλων των άγγλων κρατουμένων αλλά και του εξοπλισμού τους. Κι όταν ο Παουχάταν αρνήθηκε να υποκύψει στους όρους, η Ποκαχόντας παρέμεινε σε καθεστώς αιχμαλωσίας.
Για τον έναν χρόνο που πέρασε δέσμια των Άγγλων επίσης δεν είναι και πολλά γνωστά. Ξέρουμε με σιγουριά ότι ο ιερέας Alexander Whitaker συνέβαλε στη μεταστροφή της Ποκαχόντας στον χριστιανισμό, βοηθώντας τη ταυτόχρονα στη βελτίωση των αγγλικών της μέσω της ανάγνωσης της Βίβλου. Ο Whitaker βάφτισε την Ποκαχόντας με το νέο χριστιανικό όνομα Ρεβέκκα...
Τον Μάρτιο του 1614, η βία μεταξύ των βρετανών αποίκων και των ερυθρόδερμων κλιμακώθηκε, με τους άγγλους αξιωματούχους να χρησιμοποιούν την Ποκαχόντας ως διπλωματικό μοχλό για να φτάσουν στον πατέρα της: σύμφωνα με αγγλικές πηγές της εποχής, η Ποκαχόντας εξαναγκάστηκε να πει στην οικογένειά της ότι θα προτιμούσε να παραμείνει με τους Βρετανούς παρά να επιστρέψει στο σπίτι της.
Όντας στην αιχμαλωσία, η νεαρή ινδιάνα γνωρίζει τον θεοσεβή αγρότη Τζον Ρόλφι, ο οποίος είχε χάσει τη γυναίκα και το παιδί του κατά το δύσκολο ταξίδι στην αφιλόξενη Βιρτζίνια. Στη μακροσκελή μάλιστα επιστολή που απέστειλε στον κυβερνήτη της Τζέιμσταουν για να του επιτρέψει να την παντρευτεί, ο Ρόλφι εκφράζει τόσο την αγάπη του για την Ποκαχόντας όσο και την πεποίθηση ότι θα μπορούσε να σώσει την ψυχή της μέσω του χριστιανικού θεσμού του γάμου. Για τα αισθήματα της Ποκαχόντας όμως, τόσο για τον Ρόλφι όσο και τον επικείμενο γάμο, δεν υπάρχουν αναφορές.
Η Ποκαχόντας και ο Ρόλφι παντρεύτηκαν λοιπόν στις 5 Απριλίου 1614 και πέρασαν τα επόμενα δύο χρόνια στη φάρμα του συζύγου στη Βιρτζίνια. Στις 20 Ιανουαρίου 1614, η Ποκαχόντας γέννησε τον Τόμας Ρόλφι, με τις πηγές να ισχυρίζονται ότι η ένωση λευκού και ερυθρόδερμης εξασφάλισε μια περίοδο ειρήνης μεταξύ αποίκων και αυτοχθόνων.
Η Ποκαχόντας έγινε έτσι το σύμβολο της μεταστροφής του «βάρβαρου» στον χριστιανισμό, που ήταν ένας από τους πρώτους στόχους των αποικιοκρατών στη νεοαποκτηθείσα ήπειρο. Η διακυβέρνηση της Βιρτζίνια αποφάσισε μάλιστα να φέρει την Ποκαχόντας στην Αγγλία ως σύμβολο του δαμασμένου «αγρίου» του Νέου Κόσμου. Οι Ρόλφι ταξίδεψαν πράγματι στην Αγγλία το 1616, καταφτάνοντας στο λιμάνι του Πλίμουθ στις 12 Ιουνίου με μια μικρή ομάδα γηγενών από τη Βιρτζίνια.
Παρά το γεγονός ότι η Ποκαχόντας δεν ήταν πριγκίπισσα για τη φυλή της με τη σημασία του όρου για τα ευρωπαϊκά στέμματα, οι αξιωματούχοι της Βιρτζίνια την παρουσίασαν στο αγγλικό κοινό ως διάδοχο της ινδιανικής φυλής. Στην αφιέρωση του σχετικού χαρακτικού της Ποκαχόντας του 1616 διαβάζουμε: «Ματοάκα, αλλιώς Ρεβέκκα, κόρη του πλέον ισχυρού πρίγκιπα της Αυτοκρατορίας των Παουχάταν της Βιρτζίνια»!
Παρά το γεγονός ότι πολλά μάτια την κοιτούσαν με περιέργεια και καχυποψία, η Ποκαχόντας έγινε δεκτή με σχετικό σεβασμό στο Λονδίνο. Στις 5 Ιανουαρίου 1617 παρουσιάστηκε με πάσα επισημότητα ενώπιον του βασιλιά της Βρετανίας, ενώ λίγο μετά η Ποκαχόντας συνάντησε τον Τζον Σμιθ σε κοινωνική εκδήλωση.
Η μόνη πηγή που αφορά στην αλληλεπίδραση Σμιθ και Ποκαχόντας στην Αγγλία προέρχεται από τα γραπτά του ίδιου του Σμιθ, ο οποίος δηλώνει πως όταν τον είδε η Ποκαχόντας έστρεψε το πρόσωπό της χωρίς να πει κουβέντα, μη μοιάζοντας καθόλου ευχαριστημένη για το συναπάντημα. Στον Σμιθ θύμισε πάντως όλες τις καλοσύνες που είχε κάνει στους βρετανούς αποίκους.
Τον Μάρτιο του 1617, οι Ρόλφι επιβιβάστηκαν στο πλοίο με κατεύθυνση τις ΗΠΑ. Πριν επιστρέψουν ωστόσο στο σπίτι τους, η Ποκαχόντας αρρώστησε (πιθανότατα από πνευμονία ή φυματίωση) και πέθανε καταμεσής του ωκεανού. Η κηδεία της συντελέστηκε στις 21 Μαρτίου 1617...
Λαϊκός θρύλος
Το χρονικό της ζωής της Ποκαχόντας απαθανατίστηκε στον λαϊκό θρύλο της Αμερικής, που διαμορφώθηκε προοδευτικά μέχρι τις αρχές του 19ου αιώνα, όταν και αποκρυσταλλώθηκε ως σύμβολο της δυναμικής που θα μπορούσε να έχει η αφομοίωση των αυτοχθόνων Αμερικανών στις ευρωπαϊκές αποικίες του Νέου Κόσμου. Ο φανταστικός μάλιστα ερωτικός δεσμός μεταξύ Ποκαχόντας και Τζον Σμιθ συνέβαλε στην περαιτέρω ρομαντικοποίηση της αφομοίωσης αυτής, κάνοντας «απαλότερη» τη βίαιη συνάντηση των δύο πολιτισμών.
Η Ποκαχόντας και ο μύθος της αποτελούν αναπόσπαστο στοιχείο της αμερικανικής μυθιστορίας μπλέκοντας τον νεοφερμένο ευρωπαϊκό πολιτισμό με τις παραδόσεις των ντόπιων κατοίκων της Αμερικής...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου