Παρασκευή 5 Φεβρουαρίου 2016

«Χρυσή» σύμβαση για στέλεχος του «Ελ. Βενιζέλος»

Αεροδρόμιο «Ελευθέριος Βενιζέλος»
Όποιος νομίζει ότι στην Ελλάδα της κρίση οι απολαβές των golden boys έχουν τιθασευτεί πλανάται πλάνην οικτράν.
Την κυβέρνηση έχει απασχολήσει -χωρίς ακόμη να βρει τη λύση της- η περίπτωση του διευθύνοντος συμβούλου του αερολιμένα «Ελευθέριος Βενιζέλος», που απολαμβάνει νομίμως και με όλους τους τύπους μηνιαίες καθαρές αποδοχές ύψους 35.000.
Λέγεται, μάλιστα, ότι ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας, όταν κυβερνητικά στελέχη τού παρουσίασαν την περίπτωση, αναφώνησε: «Μ’ αυτά τα χρήματα θα γινόμουν ακόμη και... κομμουνιστής».




Στην υπόθεση της μείωσης των προκλητικών αυτών αποδοχών έχουν εμπλακεί, σύμφωνα με πληροφορίες, ο εποπτεύων υπουργός Υποδομών και Δικτύων Χρ. Σπίρτζης, ο πρόεδρος του αεροδρομίου της Αθήνας Παν. Ρουμελιώτης, ο Σύλλογος των Εργαζομένων -που και αυτών οι μισθοί πιθανόν να πάρουν την άγουσα προς τις ατραπούς των περικοπών, προκειμένου να προσαρμοστούν στα όσα συμβαίνουν στο Δημόσιο- αλλά και οι ξένοι, εν προκειμένω οι Γερμανοί, οι οποίοι διατηρούν σημαντικό ρόλο στη διοίκηση του αεροδρομίου.
Σύμφωνα με πληροφορίες, οι Γερμανοί (που οφείλουν αυτόν τον σημαντικό ρόλο τους στους όρους της σύμβασης με την κατασκευάστρια γερμανική εταιρεία Χοχτίφ) δεν συναινούν στο να περικοπούν έστω τα μπόνους που λαμβάνει ο διευθύνων σύμβουλος (CEO), με την αιτιολογία ότι αυτά προβλέπονται από τη σύμβαση εργασίας του.
Το καθαρό μηνιαίο μπόνους του ανέρχεται σε 15.805 ευρώ.
Η ελληνική διοίκηση επιδιώκει να μειωθεί το μπόνους του κατά 60%, δηλαδή από τα 15.000 στα 6.000 ευρώ, ενώ ο μισθός (καθαρός) θα παραμείνει στα 20.000 ευρώ, περίπου.
Πρόκειται, όπως υποστηρίζουν ανώτατα στελέχη της εταιρείας, για απαράδεκτη κατάσταση. Η πρόταση των περικοπών συνάντησε την αντίδραση των ξένων, που παραπέμπουν στη σύμβαση εργασίας.
Όμως, υποστηρίζουν, η σύμβαση δεν αφορά τα μπόνους αλλά τους μισθούς. Και, το κυριότερο, οι δανειστές έχουν γκρεμίσει τα πάντα στην Ελλάδα, όπου οι πάντες έχουν υποστεί μειώσεις και έχουν καταπατηθεί χιλιάδες συλλογικές συμβάσεις και εργασιακά δικαιώματα.
Όμως, ο διευθύνων σύμβουλος έμεινε στο απυρόβλητο.
Η «γερμανική υπεροχή» έχει τις ρίζες της στη σύμβαση παραχώρησης που συνήφθη μεταξύ ελληνικού Δημοσίου και Χοχτίφ.
Από τότε το Δημόσιο κατέχει το 55% του μετοχικού κεφαλαίου (το 30% «πέρασε» στο ΤΑΙΠΕΔ και το 25% έμεινε στο Δημόσιο), το 40% είναι στο Καναδικό Συνταξιοδοτικό Ταμείο Δημοσίων Υπαλλήλων (διαδέχτηκε τη Χοχτίφ στη μετοχική σύνθεση) και το 4,9% στην οικογένεια Κοπελούζου.
Οι Καναδοί εκπροσωπούνται στο Δ.Σ. του αεροδρομίου με 4 μέλη, το Δημόσιο με 4 και η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων, που χρηματοδότησε την επένδυση, με 1 μέλος. Είναι προφανές ότι η πλειοψηφία ανήκει στους ξένους.
Οι σημαντικές αποφάσεις λαμβάνονται από τη γενική συνέλευση με ποσοστό 60%, το οποίο δεν μπορεί να συγκεντρώσει το Δημόσιο (ουσιαστικά δεν έχει κανέναν έλεγχο).
Για λόγους σύγκρισης αναφέρεται ότι η διοίκηση των ΕΛ.ΠΕ. (με κύκλο εργασιών 9 δισ. ευρώ, έναντι μόλις 350 εκατ. του αεροδρομίου) αποφάσισε τον περασμένο Οκτώβριο να μειώσει τα μπόνους των ανώτατων στελεχών.
Παρά το γεγονός ότι στα ΕΛ.ΠΕ. την πλειοψηφία των μετοχών (40%, έναντι 35% του Δημοσίου) έχει ο Ομιλος Λάτση, ο μισθός του εκτελεστικού προέδρου και εκτελεστικού διευθύνοντος συμβούλου δεν ξεπερνά τα 10.000 ευρώ και μαζί με τα μπόνους οι αποδοχές φτάνουν στα 16.000 ευρώ.
Στο αεροδρόμιο, οι αποδοχές του προέδρου είναι 6.000 ευρώ καθαρά, ενώ του διευθύνοντος συμβούλου 35.000. Οι 443 υπάλληλοι του αεροδρομίου (σε σύνολο 743) έχουν κατά μέσο όρο μηνιαίες αποδοχές 1.562 ευρώ.
Η περίπτωση του «μισθού 35.000» δεν είναι απλώς μια διμερής διαφορά, του Δημοσίου με ένα υψηλόμισθο στέλεχος.
Είναι θέμα προσβολής του κοινού αισθήματος, όπως αυτό έχει διαμορφωθεί στην περίοδο της κρίσης, είναι θέμα αποικιοκρατικής ή όχι σύμβασης και είναι και θέμα εθνικής κυριαρχίας, που φαίνεται ότι ένα μέρος της έχει απολεσθεί πολύ πριν ενσκήψει η οικονομική κρίση και επιβληθούν τα μνημόνια.
Το αεροδρόμιο δίνει, επιπρόσθετα, σοβαρό έσοδο στο ελληνικό Δημόσιο. Στην περίοδο 2001-2016 τα συνολικά καθαρά κέρδη προ φόρων ανήλθαν σε 1,7 δισ. ευρώ.
Το 2015 έφτασαν στα 180,5 εκατ., ποσό-ρεκόρ για ολόκληρη την περίοδο λειτουργίας του. Αποτελεί γι’ αυτό ένα από τα «φιλέτα» των αξιοποιήσεων (και όχι αποκρατικοποιήσεων) του δημόσιου πλούτου τη δύσκολη αυτή περίοδο.

Αξιοποίηση μετά το 2026

Για την περαιτέρω αξιοποίησή του καταγράφονται διαφορές απόψεων μεταξύ κρατικών φορέων.
Σύμφωνα με πληροφορίες, διατυπώνονται σχηματικά δύο απόψεις σε σχέση με την παράταση ή μη της σύμβασης παραχώρησης του αεροδρομίου:
⚫ Πρώτον, η άποψη του ΤΑΙΠΕΔ είναι ότι πρέπει από τώρα να αρχίσουν οι διαπραγματεύσεις με επενδυτές για την κατά 20 χρόνια επέκταση της σύμβασης παραχώρησης, η οποία λήγει το 2026. Προφανώς το ΤΑΙΠΕΔ θεωρεί ότι η επέκταση της σύμβασης είναι «προίκα» για την πώληση του 30% που κατέχει σήμερα.
⚫ Δεύτερον, η άποψη της κυβέρνησης είναι ότι η σύμβαση δεν πρέπει να επεκταθεί, αλλά να αφεθεί να λήξει. Ετσι, το 2026 το αεροδρόμιο θα περιέλθει με όλες τις εγκαταστάσεις του στο Δημόσιο. Η μεγιστοποίηση του οφέλους θα γίνει αφού λήξει η σύμβαση. Ομως, οι απαράδεκτοι όροι της σύμβασης παραχώρησης (το Δημόσιο κατέχει το 55% των μετοχών χωρίς να ελέγχει) θα πρέπει να αλλάξουν ριζικά. Είτε τώρα, στο πλαίσιο της διαπραγμάτευσης, είτε κατά τη λήξη της σύμβασης. Ειδικότερα, η διοίκηση θα πρέπει να ορίζεται από την πλειοψηφία των μετόχων και να λειτουργεί με βάση τους νόμους για τις Α.Ε.
Κυβερνητικοί παράγοντες υποστηρίζουν ότι η παραχώρηση των 14 περιφερειακών αεροδρομίων είναι εντελώς διαφορετική περίπτωση από το αεροδρόμιο της Αθήνας.
Πρόκειται για εταιρεία στρατηγικής σημασίας για την ασφάλεια της χώρας και δεν πρέπει να θυσιαστεί και να πωληθεί σε κερδοσκοπικά ή άλλα Ταμεία, όπως έγινε με τις ελληνικές τράπεζες.

Κώστας Τσουπαρόπουλος   - 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Αρχειοθήκη ιστολογίου