Τρίτη 20 Μαΐου 2014

Πώς τα προβλήματα λόγου οδηγούν σε μαθησιακές δυσκολίες

Το ποσοστό των παιδιών προνηπιακής ηλικίας που χρήζουν άμεσης λογοθεραπευτικής παρέμβασης είναι ιδιαίτερα υψηλό Υψηλό είναι το ποσοστό των παιδιών προνηπιακής ηλικίας που χρήζουν άμεσης λογοθεραπευτικής παρέμβασης, σύμφωνα με τα στοιχεία που συλλέχθηκαν κατόπιν εξέτασης παιδιών σε δημοτικούς παιδικούς σταθμούς.

Συγκεκριμένα, πέρυσι εξετάστηκαν 483 παιδιά ηλικίας 3 ½ έως 5 ετών σε δημοτικούς παιδικούς σταθμούς του Δήμου Ηρακλείου, στα πλαίσια της προσπάθειας του Δήμου για ενημέρωση και πρόληψη στις διαταραχές του λόγου.

Η εξέταση των προνηπίων και των προ-προνηπίων έγινε με τη μορφή screening διαδικασίας, μέσα στην τάξη τους σε ομάδες 8-12 παιδιών, η οποία αποτελείτο από κουβεντούλα, με ερωτήσεις καθημερινότητας ή επικαιρότητας. Τα παιδιά ρωτούνταν επίσης είτε για τις μέρες και τις εποχές, είτε για τα ζώα της αυλής και της ζούγκλας, ή να κάνουν απαρίθμηση έως το πέντε, ή και να ζωγραφίσουν ένα παιδάκι, έναν ήλιο κλπ.

Εάν διακρινόταν σε κάποιο παιδί μία ιδιαίτερη δυσκολία, τότε, με τη μορφή παιχνιδιού, ιστοριούλας και ζωγραφικής, συλλέγονταν περισσότερες πληροφορίες, σε μια επιπρόσθετη διαδικασία, αφού ολοκληρωνόταν η εξέταση όλης της ομάδας.

Όπου χρειαζόταν, η δασκάλα έδινε πληροφορίες για την καθημερινότητα του παιδιού στο σχολείο.

Τα προβλήματα λόγου που σημειώνονταν ήταν διαταραχές στην άρθρωση, στη δομή της πρότασης, στο λεξιλόγιο, στη βλεμματική επαφή και στη δυνατότητα του παιδιού να κάνει κουβεντούλα, να γνωρίζει βασικές γνωστικές πληροφορίες για την ηλικία του, να κάνει με το μολύβι απλά σχεδιάκια (π.χ. τον ήλιο, το παιδάκι).

Η παρουσία τραυλισμού επίσης σημειωνόταν, όπως και η υπερκινητικότητα, η διάσπαση προσοχής και η έλλειψη ορίων κατά τη διάρκεια της εξέτασης. Κάποια παιδιά, όταν η επικοινωνιακή και μαθησιακή τους δυσκολία φαινόταν ότι πιθανά θα βελτιωνόταν με το πέρασμα του χρόνου, τότε συστηνόταν επανεξέταση εντός εξαμήνου.

Στα παιδιά που φαινόταν ότι το πρόβλημα τους δεν επιδεχόταν ουσιαστική βελτίωση με το πέρασμα του χρόνου, δινόταν παραπομπή στο Ιατροπαιδαγωγικό Κέντρο ή στο Κέντρο Ψυχικής Υγιεινής για περαιτέρω έλεγχο.

Σε κάποια παιδιά δόθηκε παραπομπή σε Ω.Ρ.Λ. ή παιδοοφθαλμίατρο, αν υπήρχε υποψία για αντίστοιχη δυσκολία.

Στα 331 παιδιά του προνηπίου φαίνεται ότι 87, δηλαδή το 26% χρειάζονταν άμεση λογοθεραπευτική παρέμβαση και 55 παιδιά, δηλαδή το 16,5 % έπρεπε να εξετασθούν ξανά εντός έξι μηνών για να φανεί εάν έχουν παρουσιάσει βελτίωση ή αν χρειάζονταν πλέον θεραπευτική παρέμβαση.

Στα 152 παιδιά του προ-προνηπίου, 27 παιδιά, δηλαδή το 18% χρειαζόταν άμεση παρέμβαση και 31 παιδιά, δηλαδή το 20% έπρεπε να επανεξετασθούν. Είναι φανερό ότι ένα ποσοστό από αυτά τα μικρότερα παιδιά που δεν θα βελτιωνόταν, θα μεταπηδούσε στο ποσοστό των παιδιών του προνηπίου που θα χρειαζόταν άμεση παρέμβαση.

Αντίστοιχες πληροφορίες συλλέχθηκαν σε παράλληλη εξεταστική διαδικασία στο Δήμο Χερσονήσου (δημοτικοί παιδικού σταθμοί). Τα ποσοστά ήταν ανάλογα.

Τα Ω.Ρ.Λ. προβλήματα ήταν συχνό εύρημα στο ιστορικό παιδιών με διαταραχές στο λόγο. Συχνό εύρημα επίσης ήταν η υπερκινητικότητα (που κρατά τα παιδιά δεμένα σε πρότερα πιο ανώριμα από την ηλικία τους στάδια). Πρέπει να σημειωθεί όμως ότι η υπερκινητικότητα πολλάκις συγχέεται με τα ελλιπή όρια.

Τα αγόρια (3 ½ στα 5 παιδιά με πρόβλημα) επροηγούντο στις διαταραχές λόγου.

Να σημειωθεί ακόμη ότι βρέθηκαν αρκετά δίδυμα, αποτέλεσμα εξωσωματικής γονιμοποίησης, που ως δίδυμα, έχουν την τάση να παρουσιάζουν συχνότερα κάποια γλωσσική ανωριμότητα.
Επίσης, παιδιά στο φάσμα της διάχυτης αναπτυξιακής διαταραχής υπήρχαν σε κάθε παιδικό. Άλλα είχαν ήδη διάγνωση και άλλα παρουσίαζαν τη συμπτωματολογία, αλλά οι γονείς δεν είχαν ακόμη προχωρήσει σε έλεγχο.

«Σαφώς κάποια παιδιά χρειάζονται περισσότερο χρόνο για να εξελιχθούν. Αυτός ο χρόνος όμως πρέπει να ‘ναι εύλογος, ώστε τα παιδιά να βελτιωθούν έγκαιρα και να μην χαθούν στην πορεία της μαθησιακής διαδικασίας», εξηγεί η λογοπαθολόγος κ. Μαρία Ρουσοχατζάκη, προσθέτοντας ότι υπάρχουν κάποιες διαταραχές που η σοβαρότητα ή η ποιότητά τους είναι τέτοια που επιβάλει τα παιδιά που τις παρουσιάζουν να λάβουν μια σειρά από θεραπείες και μάλιστα έγκαιρα, χωρίς να περιμένουμε τη φυσική εξέλιξη.

Οι γονείς συχνά ελπίζουν ότι τα θέματα θα επιλυθούν μόνα τους.

Πρέπει να τονιστεί όμως, ότι το μεγαλύτερο μέρος των παιδιών με μαθησιακές διαταραχές στο σχολείο, ανήκουν στην κατηγορία των παιδιών που βρέθηκαν με προβλήματα λόγου στην προσχολική ηλικία και τις περισσότερες φορές δεν έλαβαν έγκαιρη παρέμβαση.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Αρχειοθήκη ιστολογίου