Η τρίχρονη Σαρίρα Μπίμο κατάφερε να επιζήσει επί εβδομάδες σε ένα πλοίο εγκαταλελειμμένο στη θάλασσα μαζί με δεκάδες ακόμη μετανάστες, όμως τελικά υπέκυψε μόλις έφτασε στην Ινδονησία.
Όταν το νήπιο, που ανήκει στη μειονότητα των Ροχίνγκια και κατάγεται από τη Μιανμάρ, διασώθηκε από ψαράδες στα ανοικτά της επαρχία Άτσεχ στο βορειοδυτική Ινδονησία ήταν ήδη πολύ άρρωστο και είχε το βάρος ενός βρέφους έξι μηνών.
Στο πλοίο όπου βρισκόταν περίπου 100 άνθρωποι σκοτώθηκαν από χτυπήματα με ματσέτες και σιδηρόβεργες σε διαπληκτισμούς μεταξύ Ροχίνγκια και Μπανγκλαντεσιανών εξαιτίας της έλλειψης τροφίμων.
Στις 15 Μαΐου το πλοίο άρχισε να βυθίζεται και τότε οι Ινδονήσιοι ψαράδες το πλησίασαν και έσωσαν τους απελπισμένους μετανάστες.
Η Σαρίρα διακομίστηκε στο νοσοκομείο, όμως υπέφερε ήδη από ανεξέλεγκτους σπασμούς και οι γιατροί δεν κατάφεραν να τη σώσουν.
Ο θάνατός της είναι μια ακόμη τραγωδία στη μεταναστευτική κρίση στη νοτιοανατολική Ασία, με περισσότερους από 3.500 μετανάστες να έχουν φτάσει στην Ινδονησία, την Ταϊλάνδη και τη Μαλαισία τις τελευταίες δύο εβδομάδες.
Η μητέρα της Σαρίρα, η Μίμι 25 ετών, διηγείται πως μετά τον θάνατο της κόρης της την Τετάρτη δεν σταματά να κλαίει, όμως προσπαθεί να συγκρατηθεί για χάρη της άλλης κόρης της Άσμα, 4 ετών.
Όπως χιλιάδες άλλοι μουσουλμάνοι Ροχίνγκια που φεύγουν για να γλιτώσουν από το διωγμό στη Μιανμάρ, η Μίμι ήθελε να φτάσει στη Μαλαισία, μια χώρα η πλειονότητα των κατοίκων της οποίας είναι μουσουλμάνοι όπου ήδη εργάζεται ο σύζυγός της.
Το φαινόμενο αυτό της μαζικής μετανάστευσης διαρκεί χρόνια, όμως από τις αρχές Μαΐου έχει οξυνθεί εξαιτίας της απόφασης της Ταϊλάνδης να ακολουθήσει μια νέα ιδιαίτερα κατασταλτική πολιτική.
Οι μετανάστες μέχρι τώρα προσπαθούσαν να περάσουν οδικώς στην Ταϊλάνδη και στη συνέχεια στη Μαλαισία. Όμως η Μπανγκόκ αποφάσισε να στραφεί εναντίον των δικτύων των διακινητών μετά την ανακάλυψη ομαδικών τάφων μεταναστών. Οι ταϊλανδέζικες αρχές εξάρθρωσαν πολλά δίκτυα διακινητών, με αποτέλεσμα κάποιοι από αυτούς να εγκαταλείψουν πολλούς μετανάστες στη θάλασσα.
Επιπλέον το πλοίο στο οποίο επέβαινε η Μίμι, όπως και πολλά άλλα, ωθήθηκε στα ανοικτά από τις αρχές της Ταϊλάνδης και της Μαλαισίας σε ένα είδους «ανθρώπινου πινγκ πονγκ», το οποίο έχουν καταγγείλει οι μη κυβερνητικές οργανώσεις. Έκτοτε οι κυβερνήσεις των χωρών της περιοχής έχουν αλλάξει στάση, καθώς ο ΟΗΕ εκτιμά ότι 2.000 άνθρωποι εξακολουθούν να βρίσκονται στη θάλασσα.
Περίπου 1.800 μετανάστες έχουν φτάσει στην επαρχία Άτσεχ, η πλειονότητα των οποίων ήταν σε άθλια κατάσταση: αδύναμοι, άρρωστοι, αποστεωμένοι. Οι αρχές της επαρχίας και εθελοντές προσπαθούν να τους ενημερώσουν για βασικούς κανόνες υγιεινής προκειμένου να αποφευχθεί η μετάδοση ασθενειών από τις οποίες προσβλήθηκαν κατά τη διάρκεια του ταξιδιού τους.
Όταν το νήπιο, που ανήκει στη μειονότητα των Ροχίνγκια και κατάγεται από τη Μιανμάρ, διασώθηκε από ψαράδες στα ανοικτά της επαρχία Άτσεχ στο βορειοδυτική Ινδονησία ήταν ήδη πολύ άρρωστο και είχε το βάρος ενός βρέφους έξι μηνών.
Στο πλοίο όπου βρισκόταν περίπου 100 άνθρωποι σκοτώθηκαν από χτυπήματα με ματσέτες και σιδηρόβεργες σε διαπληκτισμούς μεταξύ Ροχίνγκια και Μπανγκλαντεσιανών εξαιτίας της έλλειψης τροφίμων.
Στις 15 Μαΐου το πλοίο άρχισε να βυθίζεται και τότε οι Ινδονήσιοι ψαράδες το πλησίασαν και έσωσαν τους απελπισμένους μετανάστες.
Η Σαρίρα διακομίστηκε στο νοσοκομείο, όμως υπέφερε ήδη από ανεξέλεγκτους σπασμούς και οι γιατροί δεν κατάφεραν να τη σώσουν.
Ο θάνατός της είναι μια ακόμη τραγωδία στη μεταναστευτική κρίση στη νοτιοανατολική Ασία, με περισσότερους από 3.500 μετανάστες να έχουν φτάσει στην Ινδονησία, την Ταϊλάνδη και τη Μαλαισία τις τελευταίες δύο εβδομάδες.
Η μητέρα της Σαρίρα, η Μίμι 25 ετών, διηγείται πως μετά τον θάνατο της κόρης της την Τετάρτη δεν σταματά να κλαίει, όμως προσπαθεί να συγκρατηθεί για χάρη της άλλης κόρης της Άσμα, 4 ετών.
Όπως χιλιάδες άλλοι μουσουλμάνοι Ροχίνγκια που φεύγουν για να γλιτώσουν από το διωγμό στη Μιανμάρ, η Μίμι ήθελε να φτάσει στη Μαλαισία, μια χώρα η πλειονότητα των κατοίκων της οποίας είναι μουσουλμάνοι όπου ήδη εργάζεται ο σύζυγός της.
Το φαινόμενο αυτό της μαζικής μετανάστευσης διαρκεί χρόνια, όμως από τις αρχές Μαΐου έχει οξυνθεί εξαιτίας της απόφασης της Ταϊλάνδης να ακολουθήσει μια νέα ιδιαίτερα κατασταλτική πολιτική.
Οι μετανάστες μέχρι τώρα προσπαθούσαν να περάσουν οδικώς στην Ταϊλάνδη και στη συνέχεια στη Μαλαισία. Όμως η Μπανγκόκ αποφάσισε να στραφεί εναντίον των δικτύων των διακινητών μετά την ανακάλυψη ομαδικών τάφων μεταναστών. Οι ταϊλανδέζικες αρχές εξάρθρωσαν πολλά δίκτυα διακινητών, με αποτέλεσμα κάποιοι από αυτούς να εγκαταλείψουν πολλούς μετανάστες στη θάλασσα.
Επιπλέον το πλοίο στο οποίο επέβαινε η Μίμι, όπως και πολλά άλλα, ωθήθηκε στα ανοικτά από τις αρχές της Ταϊλάνδης και της Μαλαισίας σε ένα είδους «ανθρώπινου πινγκ πονγκ», το οποίο έχουν καταγγείλει οι μη κυβερνητικές οργανώσεις. Έκτοτε οι κυβερνήσεις των χωρών της περιοχής έχουν αλλάξει στάση, καθώς ο ΟΗΕ εκτιμά ότι 2.000 άνθρωποι εξακολουθούν να βρίσκονται στη θάλασσα.
Περίπου 1.800 μετανάστες έχουν φτάσει στην επαρχία Άτσεχ, η πλειονότητα των οποίων ήταν σε άθλια κατάσταση: αδύναμοι, άρρωστοι, αποστεωμένοι. Οι αρχές της επαρχίας και εθελοντές προσπαθούν να τους ενημερώσουν για βασικούς κανόνες υγιεινής προκειμένου να αποφευχθεί η μετάδοση ασθενειών από τις οποίες προσβλήθηκαν κατά τη διάρκεια του ταξιδιού τους.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου