Τετάρτη 29 Μαΐου 2024

Guardian: Κατασκοπευτικός πόλεμος Νετανιάχου με το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο - Ο ρόλος της Μοσάντ

 
Τα αιτήματα του εισαγγελέως προκειμένου το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο να εκδώσει εντάλματα για τον πρωθυπουργό του Ισραήλ, Μπένιαμιν Νετανιάχου, αλλά κατά της ηγεσίας της Χαμάς, με αφορμή τον πόλεμο στη Λωρίδα της Γάζας δεν ήταν ακριβώς κεραυνός εν αιθρία.Η προετοιμασία ήταν μακρά από την πλευρά του ΔΠΔ για να στοιχειοθετηθεί η κατηγορία σε βάρος του Ισραήλ, αποκαλύπτεται όμως τώρα ότι εξίσου μακρά ήταν και ο υπόγειος πόλεμος του Ισραήλ κατά του Δικαστηρίου.
Η έρευνα του Guardian, σε συνεργασία με τα ισραηλινά περιοδικά +972 και Local Call, δείχνει ότι τουλάχιστον εδώ και εννέα χρόνια οι μυστικές υπηρεσίες του Ισραήλ παρακολουθούν στενά τις επικοινωνίες συγκεκριμένων παραγόντων του ΔΠΔ, αλλά και Παλαιστινίων ακτιβιστών, και εμφανίζονται να έχουν πληροφόρηση για τις επόμενες κινήσεις τους. Παράλληλα, ασκούν πιέσεις έναντι αυτών των μελών με κάθε τρόπο, ενώ δεν αποκλείουν και την απευθείας επαφή και τις παρασκηνιακές συνομιλίες με το ΔΠΔ, συνομιλίες στις οποίες επίσης ασκούν πιέσεις.

Υπό την εποπτεία στενών συνεργατών του Νετανιάχου, η υπηρεσίας πληροφοριών του Ισραήλ Μοσάντ, η υπηρεσία πληροφοριών του στρατού Αμάν, η υπηρεσία εσωτερικής ασφάλειας Σιν Μπετ και η στρατιωτική Μονάδα 8200, που είναι υπεύθυνη για τις ηλεκτρονικές επικοινωνίες του στρατού, άρχισαν να συγκεντρώνουν κάθε διαθέσμο υλικό. Ο Νετανιάχου, το υπουργείο Εξωτερικών και Δικαιοσύνης και η αντιπροσωπεία του Ισραήλ στο ΔΠΔ ήταν από τους βασικούς καταναλωτές.



Μάλιστα, μια σημαντική μυστική επιχείρηση επιβλέφθηκε προσωπικά από τον Γιόσι Κοέν, στενό σύμμαχο του Νετανιάχου και πρώην διευθυντή της Μοσάντ. Κατά τη διάρκεια αυτής της επιχείρησης, ο Κοέν επιστράτευσε τη βοήθεια του Ζοζέφ Καμπιλά, τότε προέδρου της Λαϊκής Δημοκρατίας του Κονγκό, σε προσπάθειες να επηρεάσει την εισαγγελέα του ΔΠΔ, Φάτου Μπενσούντα.

«Θεσμός με δόντια»

Η εκστρατεία της ισραηλινής πλευράς ξεκίνησε στις αρχές του 2015, όταν η Παλαιστινιακή Αρχή έγινε δεκτή ως κράτος-μέλος από τον ΟΗΕ. Αμέσως μετά η Αρχή ζήτησε να ενταχθεί στη δικαιοδοσία του ΔΠΔ. Αυτό σήμαινε ότι το ΔΠΔ θα μπορούσε να εξετάσει καταγγελίες για εγκλήματα που διαπράχθηκαν στο έδαφος της χώρας-μέλους.



Στο πολιτικό και στρατιωτικό κατεστημένο του Ισραήλ το ενδεχόμενο δίωξης κατά αξιωματούχων του θεωρήθηκε σχεδόν πολεμική ενέργεια κατά της χώρας – και με αυτούς τους όρους την περιέγραφαν. Πίστευαν ότι η Παλαιστινιακή Αρχή περνούσε την κόκκινη γραμμή: «είναι ωραίο που τους αναγνώρισε ο ΟΗΕ, αλλά το ΔΠΔ είναι μηχανισμός με δόντια», έλεγαν.

Στόχος ήταν πλέον η με κάθε τρόπο παρεμπόδιση των ενεργειών του ΔΠΔ, το οποίο δεν είχαν πρόσβαση στα εδάφη της Παλαιστινιακής Αρχής και διεξήγαγε έρευνες… μέσω τηλεφώνου. Μέρος των ενεργειών των μυστικών υπηρεσιών ήταν οι υποκλοπές συνομιλιών και ηλεκτρονικής αλληλογραφίας της Μπενσουντά με τους συνεργάτες της στην Παλαιστινιακή Αρχή.

Καταρχάς έδειξαν με έμμεσο αλλά σαφή τρόπο στην εισαγγελέα Μπενσούντα ότι γνωρίζουν που μένει, στέλνοντας της με δύο μυστηριώδεις άνδρες στην πόρτα του σπιτιού της ένα φάκελο με χρήματα και έναν τηλεφωνικό αριθμό στο Ισραήλ.

Από τη σύστασή του το 2002, το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο είναι το έσχατο μέσο καταφυγής για την άσκηση διώξεων σε βάρος προσώπων (ηγετών και μη) που σχετίζονται σε αγριότητες στο πλαίσιο πολεμικών συγκρούσεων. Το ότι έχει ζητήσει εντάλματα σύλληψης κατά του προέδρου του Σουδάν Ομάρ αλ-Μπασίρ και του Μουάμαρ Καντάφι, αλλά πιο πρόσφατα και κατά του Βλαντίμιρ Πούτιν είναι ενδεικτικό του εύρους της εντολής του.






Το ενδιαφέρον του Νετανιάχου ήταν προσωπικό και συνεχές – αλλά το ίδιο και της Μοσάντ και των άλλων υπηρεσιών που μετείχαν στην εκστρατεία. Ο στρατός μάλιστα ήθελε και αυτός να συμμετέχει για να προστατεύσει τους ανώτατους αξιωματούχους του από το ενδεχόμενο διώξεων, έστω και αν στελέχη του είχαν ενδοιασμούς γιατί αυτού του τύπου οι ενέργειες είναι εκτός της δικαιοδοσίας του στρατού.

Εν τω μεταξύ γίνονταν συνομιλίες του Ισραήλ με παράγοντες του ΔΠΔ. Αυτές οι συναντήσεις ήταν όμως μυστικές και ευαίσθητες από τη φύση τους ακριβώς γιατί το Ισραήλ δεν αναγνωρίζει τη δικαιοδοσία του ΔΠΔ. Η ισραηλινή αντιπροσωπεία αγωνιζόταν να δείξει ότι το κράτος διεξάγει σοβαρές έρευνες για τις καταγγελίες ή ασκεί διώξεις, οπότε δεν υπάρχει λόγος να παρέμβει το ΔΠΔ. (Αυτό είναι βασική αρχή λειτουργίας για το ΔΠΔ το οποίο δεν παρεμβαίνει σε υφιστάμενες έρευνες από κράτη-μέλη του).

Σε κάθε περίπτωση, οι συζητήσεις τερματίστηκαν το 2019 όταν η Μπενσουντά έκρινε ότι υπάρχει έδαφος για την άσκηση διώξεων σε Ισραηλινούς και Παλαιστίνιους εξαιτίας της διάπραξης εγκλημάτων πολέμου στα κατεχόμενα εδάφη.


Η πρώην εισαγγελέας του ΔΠΔ, Φάτου Μπενσουντά

Προσωπικές πιέσεις

Το Ισραήλ ερμήνευσε την απόφαση -έστω και αν οδήγησε εξαρχής σε εντάλματα- ως πλήγμα εναντίον του και απλά ενίσχυσε τις ενέργειες παρακολούθησης με τον αρχηγό της Μοσάντ, Γιόσι Κοέν, να έχει σημαίνοντα ρόλο.

Από χρόνια ο Κοέν είχε επιδιώξει να έχει μια κατ’ιδίαν επαγή με την Μπενσουντά. Σε μια περίπτωση εμφανίστηκε ξαφνικά κατά τη διάρκεια συνάντησης της εισαγγελέως με τον Καμπιλά σε ξενοδοχείο στη Νέα Υόρκη. Μετά τη συνάντηση ο Κοέν επέμεινε με αιφνιδιαστικές εμφανίσεις και τηλεφωνήματα που ξεκίνησαν φιλικά αλλά στην πορεία άρχισαν να γίνονται φορτικά και απειλητικά.

Πηγές που μίλησαν στον Guardian έλεγαν ότι ο βετεράνος κατάσκοπος Κοέν σχεδόν προσπάθησε να στρατολογήσει την Μπενσουντά ή πάντως να την αποτρέψει από το να ασκήσει διώξεις. Η εισαγγελέας, που ενημέρωσε πρόσωπα μέσα στο ΔΠΔ για τη συμπεριφορά του Κοέν, ένιωθε ότι σχεδόν την απειλούσε. Ταυτόχρονα η Μοσάντ επιχείρησε να τη σπιλώσει μέσω στοιχείων που βρήκε για τον σύζυγό της – αν και είναι άγνωστο αν ήταν πραγματικά. Αληθινά ή ψεύτικα, το Ισραήλ φρόντισε να ενημερώσει και δυτικές κυβερνήσεις.

Η βοήθεια των ΗΠΑ

Εν τω μεταξύ, το Ισραήλ επιστράτευσε τη βοήθεια των ΗΠΑ στον… αγώνα κατά του ΔΠΔ γιατί θεωρούσε την προεδρία του Ντόναλντ Τραμπ περισσότερο συνεργάσιμη σε αυτό από τον προκάτοχό του Μπαράκ Ομπάμα. Η Μοσάντ έφτασε να ζητήσει από τις αμερικανικές υπηρεσίες πληροφορίες για την Μπενσουντά, κάτι που θα ήταν σχεδόν απίθανο λίγα χρόνια πριν.

Οι ΗΠΑ έφτασαν μάλιστα να επιβάλουν κυρώσεις κατά την Μπενσουντά, με αστήρικτες κατηγορίες, τις οποίες ήρε η προεδρία Μπάιντεν.

Τελικά τον Μάρτιο του 2021 η Μπενσουντά προχώρησε και επίσημα στην έναρξη έρευνας για την Παλαιστίνη, μια έρευνα που ανέλαβε ο διάδοχός της στο αξίωμα Καρίμ Χαν από τον Ιούνιο της ίδιας χρονιάς.

Ο πόλεμος στην Ουκρανία και άλλες υποθέσεις του ΔΠΔ ίσως έβαλαν το ζήτημα της Παλαιστίνης σε δεύτερη μοίρα. Το Ισραήλ έβλεπε στο πρόσωπο του Χαν έναν περισσότερο προσεκτικό δικαστικό, αλλά δεν έπαψε να ενδιαφέρεται. Ώσπου ήλθε η 7η Οκτωβρίου και η εισβολή της Χαμάς που άλλαξε όλο το πλαίσιο.\

Το Ισραήλ φερόταν να γνωρίζει εκ των προτέρων ότι ο Χαν ήθελε να εκδώσει εντάλματα κατά Ισραηλινών αξιωματούχων, αλλά και ότι «πιεζόταν τρομερά» από τις ΗΠΑ να μην το πράξει.


Τι λέει το Δικαστήριο

Το ΔΠΔ, όπως δήλωσε στον Guardian, ήταν σε γνώση των ενεργειών του Ισραήλ και λάμβανε μέτρα για τον περιορισμό τους. Αυτό άφησε να εννοηθεί ο εισαγγελέας του ΔΠΔ, όταν ανακοίνωσε ότι θα εκδοθούν εντάλματα κατά του Ισραηλινού ηγέτη και του ηγέτη της Χαμάς: «Επιμένω ότι όλες οι προσπάθειες για παρεμπόδιση, εκφοβισμό ή απρεπή επιρροή κατά των αξιωματούχων αυτού του Δικαστηρίου πρέπει να τερματιστεί αμέσως».

Ο Χαν υπενθύμισε ότι αυτού του είδους οι παρεμποδίσεις είναι από μόνες τους ποινικό αδίκημα. Τα βασικά δεδομένα που έχει συγκεντρώσει το ΔΠΔ είναι ασφαλή, τονίζεται από τη Χάγη.

Όσο για το γραφείο του Νετανιάχου, αποδίδει το δημοσίευμα σε σειρά «ψευδών και αστήρικτων καταγγελιών», ενώ οι Ένοπλες Δυνάμεις του Ισραήλ ισχυρίζονται ότι «δεν παρακολουθούν το ΔΠΔ».

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Αρχειοθήκη ιστολογίου