Gucci, Ferrari, γυναίκες-αράχνες, ροζ υποκλοπές, free social media και στο βάθος Κοράνι Σαμπάνιες πολλών χιλιάδων δολαρίων ανοίγουν κάθε βράδυ στο «Club Reina», το πιο γνωστό κλαμπ-ξενυχτάδικο της Πόλης εδώ και χρόνια Σε αντίθεση με τις φτωχές περιοχές της Κωνσταντινούπολης και την πλατεία Ταξίμ, όπου δίνουν μάχη σώμα με σώμα διαδηλωτές και Ερντογάν, στα βόρεια σοκάκια της Πόλης, στην καρδιά του Νισάντασι, σουλατσάρουν οι πλούσιοι και διάσημοι απορροφημένοι από τις δυτικότροπες συνήθειές τους: eating & shopping. Ποιοι είναι όμως αυτοί και ποια τα στέκια τους;Ανάμεσα σε πηχυαίους τίτλους για σκάνδαλα με παράνομες παρακολουθήσεις, μίζες και λογοκρισία στο Ιντερνετ και στο Twitter, αναδεικνύονται οι δύο αντιφατικές όψεις της σύγχρονης Τουρκίας: η πλούσια και η φτωχή. Και την ώρα που η πλατεία Ταξίμ αντηχεί από ιαχές, αναφωνητά διαδηλωτών και κραυγές ανθρώπων που δίνουν τη δική τους μάχη ενάντια στο καθεστώς του Ταγίπ Ερντογάν, υπάρχει μια γειτονιά που δεν αντιλαμβάνεται τις κοσμοϊστορικές αλλαγές της Τουρκίας. Ισως και να μην τις θέλει κιόλας. Λίγο πιο πάνω από την πλατεία Ταξίμ, προς τα βόρεια, αρχίζει να εκτείνεται ο κόσμος της αστικής έως πάμπλουτης Τουρκίας που μιμείται τους Παριζιάνους, ονειρεύεται τους Αμερικανούς και ακολουθεί επακριβώς στη νεοπλουτίστικη πορεία τους Ελληνες.
Είναι προφανές ότι οι νεόκοποι εκπρόσωποι του πλούτου, που συχνάζουν κι αυτοί στα βόρεια προάστια, ξεπατικώνουν πολλές συνήθειες που εφάρμοζε η δικιά μας καλοβολεμένη τάξη πριν από τις εποχές της κρίσης, καθώς γνωρίζουν καλά τους παροικούντες τη Μύκονο. Τα καλοκαίρια, ονόματα όπως η Νεσχάν Μουλαζίμ -το πιο διάσημο μοντέλο της Τουρκίας- μαζί με την κολλητή της τραγουδίστρια Σεντά Σαγιάν συνηθίζουν να κατοικοεδρεύουν στη Μύκονο, όπως κάνουν αντίστοιχα οι περισσότεροι από τους Τούρκους αστέρες, κάτι που εξηγεί και τις απόλυτες αναλογίες του ελληνικού με τον τούρκικο νεοπλουτισμό. Μπορεί στην Τουρκία το μαντίλι Hermes να μην είναι δεμένο στη Louis Vuitton τσάντα αλλά στο κεφάλι -και μάλιστα αρκετά σφιχτά τα τελευταία χρόνια-, τα περισσότερα όμως τερτίπια είναι κοινά: γυναίκες με πλαστικά χείλη να συνοδεύονται από φουσκωτούς και παπαράτσι, τεράστια Cayenne και αστραφτερές Ferrari να διασχίζουν τα βοτσαλωτά κράσπεδα, νεαροί να απολαμβάνουν το απογευματινό τους Aperol, σινιέ τεράστια Ralph Lauren να εναλλάσσονται με τα Abercrombie. Σνομπισμός στο έπακρο σε μια κοινωνία που βιώνει ακόμη το λούστρο του μεταρρυθμιστικού οικονομικού οράματος του Ερντογάν, ανακαλύπτοντας τα πριβέ κλαμπ και τα μισελενάτα εστιατόρια. Κι όλα αυτά όχι σε ισόποσες δόσεις, αλλά σε υπερβολικές καθώς το χρήμα εδώ είναι απειράριθμο, τα παλάτια πολύ μεγάλα, οι κήποι υπερμεγέθεις, οι μερίδες μεγάλες και η αμεριμνησία για το τι πρόκειται να επακολουθήσει ακόμη πιο έντονη και από το δράμα των Τούρκων πρωταγωνιστών στα ομώνυμα σίριαλ.
Αγριες νύχτες στα κλαμπ του Νισάντασι
Περπατώντας στις περιοχές όπου συχνάζουν οι πλούσιοι και μπαίνοντας σε πολλά από τα μαγαζιά τους καταλαβαίνεις ότι όσα βλέπουν οι θεατές στα σίριαλ πιθανόν και να είναι πραγματικά. Το σκηνικό της πάμπλουτης Τουρκίας υπάρχει στ’ αλήθεια και ξεδιπλώνεται στην άλλη άκρη από εκεί όπου θα δεις φτωχά ζευγαράκια να βολοδέρνουν τρώγοντας σποράκια στον δρόμο και πίνοντας φρέσκους χυμούς από ρόδια. Κανείς, με άλλα λόγια, δεν μπορεί να φανταστεί ότι λίγα χιλιόμετρα μακριά από τις ασιατικές περιοχές της Τουρκίας, με τα κατεστραμμένα σπίτια και τις μικρές αυλές, απλώνεται η περιοχή του Νισάντασι, κάτι αντίστοιχο με τη δική μας Κηφισιά ή, μάλλον καλύτερα, με το Παρίσι.
Οι νεόπλουτοι της πόλης δεν ξεχνούν την παράδοση!
Η χλιδή στο Νισάντασι
Η αλήθεια είναι ότι δεν είναι καθόλου υπερβολικό να περιγράψουμε το Νισάντασι σαν το μικρό Παρίσι της Πόλης: τα πάντα, από τους κεντρικούς δρόμους που μοιάζουν με μικρογραφία των Ηλύσιων Πεδίων έως τα γαλλικά μπιστρό και τα πανάκριβα καταστήματα, θυμίζουν Πόλη του Φωτός. Πού αλλού άλλωστε μπορεί να βρει κανείς υποκατάστημα του «Laduree», του περίφημου ζαχαροπλαστείου με τα καλύτερα μακαρόν, εκτός από το Παρίσι; Μονάχα εδώ. Ο λόγος που το Νισάντασι συγκεντρώνει, εκτός από πανάκριβα εστιατόρια και μαγαζιά ρούχων, αριστοκρατικά σπίτια και μίνι παλάτια, είναι, μεταξύ άλλων, γιατί εδώ αναπτύχθηκε η νέα αστική τάξη της πόλης μετά την εισαγωγή των νέων ηθών από τη Δύση και την ανάδειξη των μη μουσουλμάνων στο Εθνικό Κράτος. Την ώρα που οι υπόλοιποι ζούσαν πραγματικά σε μαύρα σκοτάδια στα βάθη της Ανατολής, η Κωνσταντινούπολη απολάμβανε το δικό της όραμα με τις διοικητικές μεταρρυθμίσεις του 1839 (Τανζιμάτ) και του 1856 (Ισλαχάτ). Εξ ου και το ότι έπρεπε να διαμορφωθεί ένα νέο μέρος όπου θα ζούσαν οι νέοι φορείς της διοίκησης, απόφοιτοι των πανεπιστημίων και wannabe αριστοκράτες - κι αυτό το νέο μέρος ήταν η Νισικλάτ. Εδώ χτίστηκε και εκείνη ακριβώς την περίοδο το περίφημο παλάτι Ντολμάμπαχτσε σε ευρωπαϊκό στυλ, με 285 δωμάτια, 43 σαλόνια και έξι μπαλκόνια, με αποτέλεσμα να διαμορφωθεί μια νέα γειτονιά τριγύρω. Οι αριστοκράτες εξακολουθούν ακόμη και σήμερα να ζουν στο βόρειο μέρος της Νισικλάτ, όπου χαζεύει κανείς ακόμη τα style empire σπίτια, και τις πολυτελείς βίλες. Εδώ ζούσαν και οι υψηλόβαθμοι της διοίκησης -λίγο πριν αυτή μεταφερθεί στην Αγκυρα το 1923- ενώ οι υπόλοιποι αξιωματούχοι προτιμούσαν την επίσης αριστοκρατική Μάτσκα που βρίσκεται λίγο πιο κάτω.
Και η απαραίτητη selfie. Τίποτα δυτικό δεν μένει αναξιοποίητο.Τραπέζι μόνο με μέσον Χαζεύοντας τα όμορφα πάρκα που περιβάλλουν την περιοχή, είναι δύσκολο να μην παρατηρήσει κανείς τις πανέμορφες κοπέλες. Για να βρει κανείς μάλιστα θέση σε κάποια από τα καφέ που δεσπόζουν στη Νισικλάτ, αν δεν είναι γνωστός celebrity, πρέπει να βάλει κυριολεκτικά μέσο, να επικαλεστεί την ιδιότητα του δημοσιογράφου ή του παπαράτσο ή να λαδώσει το γκαρσόνι. Δεν είναι τυχαίο ότι καταφέρνοντας να εξασφαλίσω μια θέση στην περίφημη «Beymen Brasserie», στη «χρυσή» γωνία ανάμεσα σε Louis Vuitton, Prada και Dolce & Gabbana, βλέπω μαζεμένη μια παρέα που συζητάει όρθια για ώρα. Επειτα από προσεκτική παρατήρηση αντιλαμβάνομαι τις κάμερες που έχουν κρυμμένες ανάμεσά τους και καταλαβαίνω ότι η άνετη «παρέα» είναι παπαράτσι που στέκονται για ώρες στο συγκεκριμένο μέρος περιμένοντας να απαθανατίσουν κάποιον διάσημο που θα έρθει να αγοράσει κάποια τσάντα ή να φάει γουακαμόλε και γαρίδες τεμπούρα (νέα μανία των Τούρκων). Και είναι σίγουρο ότι τουλάχιστον το μεροκάματο θα το βγάλει: στο συγκεκριμένο μέρος συχνάζει ο ηθοποιός Κιβάντς Τατζιτούγκ και, όπως μαθαίνουμε, το κασέ του ξεπερνάει αυτό του Κέβιν Κόστνερ (μόνο για μία αφίσα στην Turkish Airlines εισέπραξε πρόσφατα το ποσό των 300.000 δολαρίων). Διαθέτει κι αυτός, όπως και οι υπόλοιποι celebrities, βίλα στο Γκετσέκ με θέα τον Βόσπορο, ενώ τα βράδια συχνάζει στο τρέντι και χάιπ «360 Ινστανμπούλ», ένα εντυπωσιακό μέρος με θέα τον Αγιο Αντόνιο, τον Βόσπορο και τις σκεπές του Μπέγιογλου και με θαμώνες βγαλμένους από τούρκικα σίριαλ. Στην ίδια γαλλική μπρασερί, το πιο in καφέ-εστιατόριο, όπου καθόμαστε για ώρες, μαθαίνουμε ότι έρχεται για να φάει την αγαπημένη της σούπα η διάσημη ηθοποιός της Τουρκίας Τουμπά Μπουγιουκουστούν, η οποία μόνο για να βγει στην τηλεόραση και να κάνει ότι λούζεται με ένα συγκεκριμένο σαμπουάν έγινε πιο πλούσια κατά 500.000 δολάρια. Δεν είναι να απορεί κανείς που αγόρασε σπίτι 1 εκατ. δολαρίων με θέα στη θάλασσα στο έτερο αγαπημένο μέρος των rich & famous της Τουρκίας, το Καντεμποστάν, εξασφαλίζοντας άπειρες σελίδες στα σκανδαλοθηρικά περιοδικά.
Με σήμα κατατεθέν τη Ferrari.Με Ferrari και... εικοσάποντα Louboutin Φεύγοντας από την «Beymen Brasserie» μπορεί κανείς να κατηφορίσει το πανέμορφο σοκάκι Ατιγέ, όπου θα βρει στο νούμερο 6 το κατάστημα «Gonul Paksoy» όπου αγοράζουν οι ιδιότροπες κυρίες της Πόλης περίτεχνα ρούχα και χειροποίητα κοσμήματα (η αγάπη τους για το χειροποίητο κόσμημα τις κάνει να σνομπάρουν τα διάσημα «Tiffany’s», που σημειωτέον δεν έχει υποκατάστημα σε καμία άλλη ευρωπαϊκή πόλη εκτός από την Κωνσταντινούπολη). Τις βλέπεις να μπαίνουν στο κατάστημα με τεράστια μαύρα Prada γυαλιά, ψεύτικο μαύρισμα, προσπαθώντας κυριολεκτικά να ισορροπήσουν στα δωδεκάποντα -για να μην πω εικοσάποντα- Louboutin, που έχουν γίνει νέα μανία στην Τουρκία. Οι κυρίες έρχονται συνοδευόμενες από το σκυλάκι τους -μια συνήθεια που έχουν αποκτήσει πολύ πρόσφατα μόνο οι πλούσιες κυρίες αφού οι Τούρκοι αγαπούν τις γάτες και απεχθάνονται τα κατοικίδια, κραδαίνοντας το iPhone κινητό τους (οι κάτοικοι του Νισάντασι έχουν iPhone ενώ σε όλες τις άλλες περιοχές είναι εμμονικοί με τα Samsung). Στην αρχή του στενού Ατιγέ τούς περιμένει ο οδηγός του απαραίτητα τεράστιου τζιπ ή της επιβλητικής Ferrari με ανοιχτή την πόρτα. Εδώ οι οδηγοί αποκτούν τις συνήθειες των παλιών μπάτλερ, ενώ τα γκαρσόνια, σε ένδειξη υψηλής ταπεινοφροσύνης, δεν θα σερβίρουν απλώς τις πλούσιες κυρίες, αλλά θα σπεύσουν να τους αποσπάσουν μετά γενναίου φιλοδωρήματος τα παλτό και θα τους ανάψουν και το τσιγάρο.
Στο ίδιο στενό, πάντως, υπάρχει και ένα στούντιο γιόγκα όπου οι πλούσιες μάχονται να χάσουν τα κιλά που τους προσθέτει η γκουρμέ κουζίνα ή η υψηλή ζαχαροπλαστική, ακόμη και το πιο ντελικάτο κεμπάμπ της πόλης, όπως το Reina Kosebasi, που σερβίρουν στο in club «ZUMA» -παραρτήματά του θα δει κανείς μόνο στο Λονδίνο και στο Χονγκ Κονγκ- ή τα διαιτητικά γλυκά από το διάσημο ζαχαροπλαστείο «Bahar» που είναι λίγο πιο κάτω. Στο «Bahar» σερβίρονται ακόμη παραδοσιακά γλυκά που γεύονταν οι εκπρόσωποι της αστικής τάξης της Τουρκίας στις αρχές της δεκαετίας του ’50, οπότε πρωτοάνοιξε το μαγαζί, όπως μαρόν γκλασέ και σοκολατάκια με αράπικο φιστίκι.
Τουλάχιστον εδώ θα δει κανείς εκπροσώπους της παλιάς αστικής τάξης ραμμένους sur mesure με παπούτσια φτιαγμένα στο χέρι, μαντιλάκια και μπαστούνι. Ισως να μιλάνε και γαλλικά, όπως συνήθιζε η καλή κοινωνία της Τουρκίας που κόπιαρε τα σχέδια της mode illustree, μάθαινε τη γαλλική, διάβαζε ξενόγλωσσες εφημερίδες και φωτογραφιζόταν μόνο με Δυτικούς φωτογράφους -τουλάχιστον όπως περιγράφει ο Ιταλός περιηγητής Εντμόντο ντε Αμίτσις, το 1875, στο βιβλίο του «Κωνσταντινούπολη» για τους αστούς Τούρκους παλαιάς κοπής. Οι γυναίκες ζούσαν τότε σαν «κοκόνες», όπως χαρακτηριστικά τις αποκαλούσαν (δηλαδή σαν χριστιανές), ενώ σήμερα το φαντασιακό των Τούρκων με τις χριστιανές εξαντλείται στις Ελληνίδες τηλεπαρουσιάστριες, όπως η Ελένη Μενεγάκη, και σε τραγουδίστριες όπως η Δέσποινα Βανδή (πολύ δημοφιλής στην Τουρκία). Πάντως στην πτήση ήρθα τετ α τετ με τον Αντώνη Ρέμο, άλλον έναν τραγουδιστή ιδιαίτερα αγαπητό στην Πόλη. Μια βόλτα από το «Club Reina», το πιο γνωστό κλαμπ-ξενυχτάδικο της πόλης εδώ και χρόνια, όπου έχει τραγουδήσει επανειλημμένα ο Ρέμος, αποδεικνύει πως οι Ελληνες πρωταγωνιστούν στο μουσικό ρεπερτόριο της Τουρκίας και ότι η Αντζελα Δημητρίου έχει περισσότερα remixes και από τον Moby στους Τούρκους dj.
Στους θαμώνες της περίφημης «Beymen Brasserie», είναι και ο διάσημος ηθοποιός Κιβάντς, του οποίου το κασέ ξεπερνά αυτό του Κέβιν Κόστνερ.Στο ντιζαϊνάτο κλαμπ «Angelique» Βέβαια, η νέα εμμονή των γκλαμουράτων της Τουρκίας είναι αγγελική, φέρει το όνομα «Angelique» και έχει βραβευτεί από το «Wallpaper*» ως το πιο ντιζαϊνάτο κλαμπ της χρονιάς, έχει θέα στον Βόσπορο και είναι σχεδιασμένο από το περίφημο δίδυμο Autoban. Εδώ θα δει κανείς να συχνάζουν ονόματα όπως η Τζεϊντά Ντουβεντσί -γνωστή στην Ελλάδα ως Μπενού- μετά του συζύγου της Ενγκίν Ατγκιούλ, ενός από τους πιο πετυχημένους επιχειρηματίες στην Τουρκία. Παρά την «καθαίρεσή» της από την τηλεόραση, περάσματα από τα δερμάτινα καθίσματα της «Angelique» κάνει επίσης και η Γκιοζντέ Κανσού προτού φορέσει το περίφημο βαθύ ντεκολτέ που της στέρησε μια θέση στην πρωτοκαθεδρία των πιο ξακουστών τηλεπαρουσιαστριών της τουρκικής TV. Ο αντίστοιχος Σάκης Ρουβάς της Τουρκίας με τα περισσότερα Νο 1, ο Keremcem, έχει συχνή παρουσία σε βραδιές όπου οι θηλυκές παρουσίες μπορούν να αποκλείσουν την είσοδο της «Angelique» αν αντιληφθούν ότι ο αγαπημένος τους τραγουδιστής έχει εισβάλει στο μαγαζί.
Το νέο πάντως πολυσυζητημένο στέκι-άβατο του νεοπλουτισμού, όπου θα χαζέψει κανείς την αντίστοιχη Γιάννα, γυναίκες δηλαδή με τεράστια πούρα (εδώ δεν έχουν θέση οι μαντίλες, ενώ το αλκοόλ ρέει άφθονο), είναι το «Le Fumoir», όπου δεν μπαίνει κανείς χωρίς γεμάτη πιστωτική (και σίγουρα φεύγει με ένα νεφρό λιγότερο που θα χρειαστεί να ανταλλάξει για να πληρώσει τον τεράστιο λογαριασμό). Αλλωστε η λίστα ξεκινάει με τα πανάκριβα πεπαλαιωμένα ουίσκι και τα σπάνια κονιάκ, ενώ το βλέμμα δεν εξαντλείται ποτέ καθώς περιστρέφεται στα άκρα του Βοσπόρου όπου βλέπει το μπαλκόνι του υπέροχου, πριβέ σχεδόν κλαμπ.
Τη γνωρίζουμε από τη Μύκονο, όταν βρίσκεται όμως στην Πόλη, η τραγουδίστρια Σεντά Σαγιάν σεργιανίζει στα χλιδάτα μαγαζιά του Νισάντασι
Αρκετοί πολιτικοί προτιμούν μέρη σαν κι αυτό, όπως ο δημοφιλής πολιτικός και celebrity της Τουρκίας που δεσπόζει σε διάφορα εξώφυλλα του «Hello», ο Μουσταφά Σαριγκιούλ, δήμαρχος του Σισλί, που έχει θέσει υποψηφιότητα δημάρχου Κωνσταντινούπολης με το Ρεπουμπλικανικό Λαϊκό Κόμμα (CHP) και τον οποίο μισεί θανάσιμα ο Ερντογάν. Δεν δημιουργεί σε κανέναν έκπληξη το ότι σε κάποια γωνιά πίνει το κονιάκ του - άλλη μία γαλλική αστική συνήθεια αιώνων - ο Μεχμέτ Καραμεμέτ, ο πιο πλούσιος άνθρωπος στην Τουρκία σύμφωνα με το περιοδικό «Forbes», πετυχημένος τραπεζίτης και εκπρόσωπος του old money αλλά και του old school. Απόφοιτος του τουρκοαμερικανικού κολεγίου Robert College, ο Καραμεμέτ ανήκει στον στενό κύκλο των καλοσπουδαγμένων Τούρκων, με μεταπτυχιακά σε πανεπιστήμια της Μεγάλης Βρετανίας, προτού ακόμη εισβάλλουν στην Τουρκία τα ψεύτικα δάνεια και το πλαστικό χρήμα.
Νέοι φορείς του πλούτου είναι και οι πλούσιοι της τέχνης, συλλέκτες και wannabe άνδρες μιμητές του δικού μας Δάκη Ιωάννου, οι οποίοι πρόσφατα ανακάλυψαν ότι η απαγορευμένη στα μουσουλμανικά ήθη μοντέρνα τέχνη μπορεί να είναι ένδειξη όχι μόνο πλούτου, αλλά και καλής επένδυσης. Δεν είναι τυχαίο ότι στον τελευταίο όροφο του IKSV (Instanbul Foundation for Culture and Arts), που έχει αναλάβει και τη διοργάνωση της τουρκικής Μπιενάλε, υπάρχει ένα εστιατόριο-μπαρ, το περίφημο «X», που οφείλει κανείς να επισκεφτεί αν θέλει να δει τι σημαίνει hype Τουρκία - και ακραία μετάλλαξη ενός συντηρητικού πληθυσμού σε ούλτρα μοντέρνο. Πιάτα από παλιές οθωμανικές συνταγές υπακούν στις επιταγές του πιο απαιτητικού art de la table καθώς ακόμη και τα σερβίτσια είναι ζωγραφισμένα στο χέρι. Η νέα τάση-μόδα-εμμονή των Τούρκων είναι να τρώνε σε εστιατόρια μουσείων, ιδρυμάτων και μεγάλων ξενοδοχείων - άλλη μια αντιγραφή της νέας τάσης στη Νέα Υόρκη. Γι’ αυτό και στο εστιατόριο του υπερλουσάτου και πολυσυζητημένου «Marmara Pera Hotel» θα συναντήσει κανείς τον σεφ-σελέμπριτι Μεχμέτ Γκουρς, τον σύγχρονο «αλχημιστή» της Τουρκίας, όπως είναι γνωστός. Ο πολυτάλαντος σεφ και ιδιοκτήτης έχει γίνει πανταχού διάσημος για τις ιδιόμορφες συνταγές του: παντρεύει τα τούρκικα πιάτα με τη σουηδική κουζίνα (;) μαγειρεύοντας υπέροχα αγριοκάτσικο με φιστίκια, δαμάσκηνα και μελάσα ροδιού.
Η Ντεφνέ Σαμιελί, πρώην Μις Τουρκία και -σύμφωνα με τις φήμες και τα ροζ βίντεο- νυν αγαπημένη του Ερντογάν
Τα πάντα μπορεί κανείς να βρει σε μια πόλη που δεν φείδεται πειραματισμού και ιδιοτροπίας υπακούοντας στις αρχές κάθε ακραίας μόδας και στα τερτίπια των δυτικών επιρροών. Τα πάντα εδώ είναι στραφταλιστά, λαμπερά και μοντέρνα, αρκεί να μην ψάξει κανείς κάτω από το βελούδινο παραβάν: εκεί θα βρει προφανώς έναν νεοσυντηρητισμό, υπολείμματα των Γκρίζων Λύκων, και τον άκρατο επεκτατισμό του Ερντογάν, τον οποίο δεν μπορεί να κρύψει καμία εξωτική γκουρμέ συνταγή και κανένα εκδυτικισμένο μοντέλο. Το μόνο σίγουρο είναι ότι κανείς Τούρκος δεν μπορεί να αντισταθεί στην ομορφιά, στα ροδάνθη και στις γυναίκες. Οταν ακόμη κι ένας Ερντογάν δεν μπορούσε να πει «όχι» στην εστεμμένη της χώρας του, θα πουν «όχι» οι Τούρκοι στον δυτικό νεοπλουτισμό;
Περπατώντας στις περιοχές όπου συχνάζουν οι πλούσιοι και μπαίνοντας σε πολλά από τα μαγαζιά τους καταλαβαίνεις ότι όσα βλέπουν οι θεατές στα σίριαλ πιθανόν και να είναι πραγματικά. Το σκηνικό της πάμπλουτης Τουρκίας υπάρχει στ’ αλήθεια και ξεδιπλώνεται στην άλλη άκρη από εκεί όπου θα δεις φτωχά ζευγαράκια να βολοδέρνουν τρώγοντας σποράκια στον δρόμο και πίνοντας φρέσκους χυμούς από ρόδια. Κανείς, με άλλα λόγια, δεν μπορεί να φανταστεί ότι λίγα χιλιόμετρα μακριά από τις ασιατικές περιοχές της Τουρκίας, με τα κατεστραμμένα σπίτια και τις μικρές αυλές, απλώνεται η περιοχή του Νισάντασι, κάτι αντίστοιχο με τη δική μας Κηφισιά ή, μάλλον καλύτερα, με το Παρίσι.
Η χλιδή στο Νισάντασι
Η αλήθεια είναι ότι δεν είναι καθόλου υπερβολικό να περιγράψουμε το Νισάντασι σαν το μικρό Παρίσι της Πόλης: τα πάντα, από τους κεντρικούς δρόμους που μοιάζουν με μικρογραφία των Ηλύσιων Πεδίων έως τα γαλλικά μπιστρό και τα πανάκριβα καταστήματα, θυμίζουν Πόλη του Φωτός. Πού αλλού άλλωστε μπορεί να βρει κανείς υποκατάστημα του «Laduree», του περίφημου ζαχαροπλαστείου με τα καλύτερα μακαρόν, εκτός από το Παρίσι; Μονάχα εδώ. Ο λόγος που το Νισάντασι συγκεντρώνει, εκτός από πανάκριβα εστιατόρια και μαγαζιά ρούχων, αριστοκρατικά σπίτια και μίνι παλάτια, είναι, μεταξύ άλλων, γιατί εδώ αναπτύχθηκε η νέα αστική τάξη της πόλης μετά την εισαγωγή των νέων ηθών από τη Δύση και την ανάδειξη των μη μουσουλμάνων στο Εθνικό Κράτος. Την ώρα που οι υπόλοιποι ζούσαν πραγματικά σε μαύρα σκοτάδια στα βάθη της Ανατολής, η Κωνσταντινούπολη απολάμβανε το δικό της όραμα με τις διοικητικές μεταρρυθμίσεις του 1839 (Τανζιμάτ) και του 1856 (Ισλαχάτ). Εξ ου και το ότι έπρεπε να διαμορφωθεί ένα νέο μέρος όπου θα ζούσαν οι νέοι φορείς της διοίκησης, απόφοιτοι των πανεπιστημίων και wannabe αριστοκράτες - κι αυτό το νέο μέρος ήταν η Νισικλάτ. Εδώ χτίστηκε και εκείνη ακριβώς την περίοδο το περίφημο παλάτι Ντολμάμπαχτσε σε ευρωπαϊκό στυλ, με 285 δωμάτια, 43 σαλόνια και έξι μπαλκόνια, με αποτέλεσμα να διαμορφωθεί μια νέα γειτονιά τριγύρω. Οι αριστοκράτες εξακολουθούν ακόμη και σήμερα να ζουν στο βόρειο μέρος της Νισικλάτ, όπου χαζεύει κανείς ακόμη τα style empire σπίτια, και τις πολυτελείς βίλες. Εδώ ζούσαν και οι υψηλόβαθμοι της διοίκησης -λίγο πριν αυτή μεταφερθεί στην Αγκυρα το 1923- ενώ οι υπόλοιποι αξιωματούχοι προτιμούσαν την επίσης αριστοκρατική Μάτσκα που βρίσκεται λίγο πιο κάτω.
Στο ίδιο στενό, πάντως, υπάρχει και ένα στούντιο γιόγκα όπου οι πλούσιες μάχονται να χάσουν τα κιλά που τους προσθέτει η γκουρμέ κουζίνα ή η υψηλή ζαχαροπλαστική, ακόμη και το πιο ντελικάτο κεμπάμπ της πόλης, όπως το Reina Kosebasi, που σερβίρουν στο in club «ZUMA» -παραρτήματά του θα δει κανείς μόνο στο Λονδίνο και στο Χονγκ Κονγκ- ή τα διαιτητικά γλυκά από το διάσημο ζαχαροπλαστείο «Bahar» που είναι λίγο πιο κάτω. Στο «Bahar» σερβίρονται ακόμη παραδοσιακά γλυκά που γεύονταν οι εκπρόσωποι της αστικής τάξης της Τουρκίας στις αρχές της δεκαετίας του ’50, οπότε πρωτοάνοιξε το μαγαζί, όπως μαρόν γκλασέ και σοκολατάκια με αράπικο φιστίκι.
Το νέο πάντως πολυσυζητημένο στέκι-άβατο του νεοπλουτισμού, όπου θα χαζέψει κανείς την αντίστοιχη Γιάννα, γυναίκες δηλαδή με τεράστια πούρα (εδώ δεν έχουν θέση οι μαντίλες, ενώ το αλκοόλ ρέει άφθονο), είναι το «Le Fumoir», όπου δεν μπαίνει κανείς χωρίς γεμάτη πιστωτική (και σίγουρα φεύγει με ένα νεφρό λιγότερο που θα χρειαστεί να ανταλλάξει για να πληρώσει τον τεράστιο λογαριασμό). Αλλωστε η λίστα ξεκινάει με τα πανάκριβα πεπαλαιωμένα ουίσκι και τα σπάνια κονιάκ, ενώ το βλέμμα δεν εξαντλείται ποτέ καθώς περιστρέφεται στα άκρα του Βοσπόρου όπου βλέπει το μπαλκόνι του υπέροχου, πριβέ σχεδόν κλαμπ.
Αρκετοί πολιτικοί προτιμούν μέρη σαν κι αυτό, όπως ο δημοφιλής πολιτικός και celebrity της Τουρκίας που δεσπόζει σε διάφορα εξώφυλλα του «Hello», ο Μουσταφά Σαριγκιούλ, δήμαρχος του Σισλί, που έχει θέσει υποψηφιότητα δημάρχου Κωνσταντινούπολης με το Ρεπουμπλικανικό Λαϊκό Κόμμα (CHP) και τον οποίο μισεί θανάσιμα ο Ερντογάν. Δεν δημιουργεί σε κανέναν έκπληξη το ότι σε κάποια γωνιά πίνει το κονιάκ του - άλλη μία γαλλική αστική συνήθεια αιώνων - ο Μεχμέτ Καραμεμέτ, ο πιο πλούσιος άνθρωπος στην Τουρκία σύμφωνα με το περιοδικό «Forbes», πετυχημένος τραπεζίτης και εκπρόσωπος του old money αλλά και του old school. Απόφοιτος του τουρκοαμερικανικού κολεγίου Robert College, ο Καραμεμέτ ανήκει στον στενό κύκλο των καλοσπουδαγμένων Τούρκων, με μεταπτυχιακά σε πανεπιστήμια της Μεγάλης Βρετανίας, προτού ακόμη εισβάλλουν στην Τουρκία τα ψεύτικα δάνεια και το πλαστικό χρήμα.
Νέοι φορείς του πλούτου είναι και οι πλούσιοι της τέχνης, συλλέκτες και wannabe άνδρες μιμητές του δικού μας Δάκη Ιωάννου, οι οποίοι πρόσφατα ανακάλυψαν ότι η απαγορευμένη στα μουσουλμανικά ήθη μοντέρνα τέχνη μπορεί να είναι ένδειξη όχι μόνο πλούτου, αλλά και καλής επένδυσης. Δεν είναι τυχαίο ότι στον τελευταίο όροφο του IKSV (Instanbul Foundation for Culture and Arts), που έχει αναλάβει και τη διοργάνωση της τουρκικής Μπιενάλε, υπάρχει ένα εστιατόριο-μπαρ, το περίφημο «X», που οφείλει κανείς να επισκεφτεί αν θέλει να δει τι σημαίνει hype Τουρκία - και ακραία μετάλλαξη ενός συντηρητικού πληθυσμού σε ούλτρα μοντέρνο. Πιάτα από παλιές οθωμανικές συνταγές υπακούν στις επιταγές του πιο απαιτητικού art de la table καθώς ακόμη και τα σερβίτσια είναι ζωγραφισμένα στο χέρι. Η νέα τάση-μόδα-εμμονή των Τούρκων είναι να τρώνε σε εστιατόρια μουσείων, ιδρυμάτων και μεγάλων ξενοδοχείων - άλλη μια αντιγραφή της νέας τάσης στη Νέα Υόρκη. Γι’ αυτό και στο εστιατόριο του υπερλουσάτου και πολυσυζητημένου «Marmara Pera Hotel» θα συναντήσει κανείς τον σεφ-σελέμπριτι Μεχμέτ Γκουρς, τον σύγχρονο «αλχημιστή» της Τουρκίας, όπως είναι γνωστός. Ο πολυτάλαντος σεφ και ιδιοκτήτης έχει γίνει πανταχού διάσημος για τις ιδιόμορφες συνταγές του: παντρεύει τα τούρκικα πιάτα με τη σουηδική κουζίνα (;) μαγειρεύοντας υπέροχα αγριοκάτσικο με φιστίκια, δαμάσκηνα και μελάσα ροδιού.
Τα πάντα μπορεί κανείς να βρει σε μια πόλη που δεν φείδεται πειραματισμού και ιδιοτροπίας υπακούοντας στις αρχές κάθε ακραίας μόδας και στα τερτίπια των δυτικών επιρροών. Τα πάντα εδώ είναι στραφταλιστά, λαμπερά και μοντέρνα, αρκεί να μην ψάξει κανείς κάτω από το βελούδινο παραβάν: εκεί θα βρει προφανώς έναν νεοσυντηρητισμό, υπολείμματα των Γκρίζων Λύκων, και τον άκρατο επεκτατισμό του Ερντογάν, τον οποίο δεν μπορεί να κρύψει καμία εξωτική γκουρμέ συνταγή και κανένα εκδυτικισμένο μοντέλο. Το μόνο σίγουρο είναι ότι κανείς Τούρκος δεν μπορεί να αντισταθεί στην ομορφιά, στα ροδάνθη και στις γυναίκες. Οταν ακόμη κι ένας Ερντογάν δεν μπορούσε να πει «όχι» στην εστεμμένη της χώρας του, θα πουν «όχι» οι Τούρκοι στον δυτικό νεοπλουτισμό;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου