Αναστάτωση εξακολουθεί να προκαλεί στους λογιστές/φοροτεχνικούς της
χώρας, αλλά και στο σύνολο του επιχειρηματικού κόσμου, η απόφαση του
υπουργείου
Οικονομικών, σύμφωνα με την οποία οι λογιστές, ακόμη και με
την υπόνοια ή την υποψία ότι ο πελάτης τους επιχειρηματίας πιθανόν να
εμπλέκεται σε υπόθεση φοροδιαφυγής, οφείλει να να υποβάλει αναφορά στην
Αρχή Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές
Δραστηριότητες.Δηλαδή, οι λογιστές εάν απλώς υποψιαστούν, κατά την άσκηση της εργασίας τους, ότι πελάτες τους ενδεχομένως προβαίνουν σε πράξεις φοροδιαφυγής γενικώς τότε οφείλουν να αποστείλουν σχετική αναφορά στην Αρχή. (π.χ. δεν έχουν περιλάβει στη δήλωση φορολογίας εισοδήματος μέρος των εισοδημάτων τους από οποιαδήποτε πηγή, δεν έχουν αποδώσει τους οφειλόμενους φόρους, τέλη, εισφορές ή έχουν εκδώσει πλαστά ή εικονικά φορολογικά στοιχεία ή είναι λήπτες εικονικών στοιχείων κ.λ.π.)
Είναι προφανές πως με την παραπάνω απόφαση το υπουργείο επιχειρεί να βάλει τους λογιστές στον ρόλο καρφιού κατά των πελατών τους, παραδεχόμενο ουσιαστικά την αδυναμία των ελεγκτικών μηχανισμών να πατάξουν τη φοροδιαφυγή. Είναι δυνατόν η Πολιτεία να προωθεί την άτυπη υποκατάσταση των ελεγκτικών μηχανισμών από τους λογιστές; Πώς θα θεμελιωθεί σχέση εμπιστοσύνης μεταξύ επιχειρηματία και λογιστή, όταν ο πρώτος θα ξέρει ότι ο δεύτερος με την υποψία(προσοχή, με την υπόνοια, όχι με τη διαπίστωση...) έκνομης πράξης θα τον καρφώσει στις αρχές;
Ακόμα, όμως, κι αν εφαρμοστεί η διάταξη, ποια θα είναι ακριβώς η αποτελεσματικότητά της; Όταν οι ελεγκτικές αρχές, για διάφορους λόγους, αδυνατούν να ανταποκριθούν στο ήδη βεβαρημένο έργο των εκκρεμών, μεγάλων και μικρών, υποθέσεων φοροδιαφυγής, μπορεί εύκολα να φανταστεί κανείς τι πανικός θα προκληθεί εάν σε αυτές προστεθούν και οι απλές υπόνοιες λογιστών.
Η τεχνολογία έχει εξελιχθεί, τα εργαλεία υπάρχουν, ο αρμόδιος υφυπουργός Γ.Μαυραγάνη έχει σίγουρα καλές προθέσεις, έχει τη βούληση αλλά και την απαιτούμενη κατάρτιση - προέρχεται άλλωστε από την αγορά, ξέρει τα πράγματα εκ των έσω. Συνεπώς, υπάρχουν όλες οι προϋποθέσεις για να εκπονηθεί ένα στρατηγικό σχέδιο της φοροδιαφυγής, που θα επικεντρώνεται στην ουσία του προβλήματος και δεν θα αποτελεί πυροτέχνημα, δεν θα αποτελεί παιχνίδι εντυπώσεων. Χρειάζεται, λοιπόν, απόσυρση της εν λόγω ΠΟΛ, και εστίαση στην ουσία. Εάν κάτι τέτοιο γίνει πραγματικότητα, να είναι σίγουροι στο ΥΠΟΙΚ ότι η κοινότητα των λογιστών της χώρας θα βρεθεί στην εμπροσθοφυλακή της προσπάθειας.
Υπενθυμίζεται, όπως ορίζει η επίμαχη ΠΟΛ 1196/16.10.2012, οι λογιστές οφείλουν να υποβάλλουν αναφορά στην Αρχή, όταν κατά την άσκηση των καθηκόντων τους ή τη διενέργεια συναλλαγής με πελάτη τους, εκτιμούν, αντιλαμβάνονται ή διαπιστώνουν συναλλαγές οι οποίες ενδεχομένως υποκρύπτουν νομιμοποίηση προϊόντος εγκλήματος (μετατροπή, μεταβίβαση, κατοχή, χρησιμοποίηση κ.λπ.), το οποίο μπορεί να προέρχεται από οποιαδήποτε εγκληματική δραστηριότητα (π.χ. δωροδοκία, σωματεμπορία, εμπορία ναρκωτικών, φοροδιαφυγή που συνιστά φορολογικό αδίκημα, αδικήματα λαθρεμπορίας κ.λπ.), και όχι για αυτήν καθ' αυτήν την εγκληματική πράξη.
Επομένως, αντικείμενο αναφορών των υπόχρεων προσώπων στην Αρχή θα πρέπει να αποτελεί η απλή ή γενική υπόνοια ή η υποψία τέλεσης συγκεκριμένης και εξειδικευμένης αξιόποινης πράξης και όχι κατ' ανάγκη η αποδεδειγμένη πραγματοποίηση αυτής.
Συνεπώς, όπως αναφέρει η απόφαση, οι λογιστές, λόγω της ειδικής φύσεως
του αδικήματος της φοροδιαφυγής, θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τους το
γεγονός ότι η διαπίστωση φοροδιαφυγής ή πράξεων που υποκρύπτουν
φοροδιαφυγή συνεπάγεται ταυτόχρονα και αυτόθροα την ύπαρξη ενδεχόμενης
νομιμοποίησης εσόδων χωρίς να απαιτείται ειδικότερος προσδιορισμός του
ύποπτου χαρακτήρα αυτών. Ως εκ τούτου, οι λογιστές άπαξ και σχηματίσουν
υποψίες ή υπόνοιες τέλεσης πράξεων φοροδιαφυγής (και όχι βεβαιωμένη κατ'
ανάγκη φοροδιαφυγή) από πελάτες τους κατά την εκτέλεση του έργου τους
οφείλουν να υποβάλουν αναφορά στην Αρχή.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου