Κυριακή 6 Ιανουαρίου 2013

Το επισιτιστικό στοίχημα της Ευρώπης - κοινωνία

Πενηντάρισε πια η Κοινή Αγροτική Πολιτική (ΚΑΠ) και οι ιθύνοντες νόες της ΕΕ έχουν στα σκαριά σχέδια για ένα ακόμη... λίφτινγκ. Εν τούτοις τα αποτελέσματα της νέας «επέμβασης» δεν
προβλέπεται να εμφανιστούν την 1η Ιανουαρίου 2014, όπως προβλεπόταν, αλλά έναν χρόνο αργότερα. Η καθυστέρηση σίγουρα δεν στενοχωρεί τους έλληνες αγρότες, αφού η τρέχουσα ΚΑΠ φαίνεται ότι θα ισχύσει και το 2014, κατά συνέπεια δεν θα υπάρξουν σημαντικές αλλαγές στις επιδοτήσεις ούτε την επόμενη χρονιά. Και αυτό γιατί η πολυαναμενόμενη αναμόρφωση της ΚΑΠ δεν μπορεί να υλοποιηθεί όσο δεν αποφασίζεται ο προϋπολογισμός της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Χωρίς να είναι γνωστά τα κονδύλια που αναλογούν στη γεωργία, δεν μπορούν να σχεδιαστούν τα νέα μέτρα και αν μέσα στο επόμενο εξάμηνο τα κράτη-μέλη δεν καταλήξουν σε συμφωνία η εφαρμογή της νέας ευρωπαϊκής πολιτικής για τη γεωργία μετατίθεται τελεσίδικα για την 1η Ιανουαρίου 2015.
Με ζητούμενο, για πρώτη φορά με τέτοια ένταση, την επισιτιστική ασφάλεια της Ευρώπης, επιχειρείται εδώ και περίπου μία τριετία η αναμόρφωση της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής (ΚΑΠ). Το σκεπτικό των υπερμάχων της αλλαγής στηρίζεται στο επιχείρημα ότι δεν μπορεί να εκτίθεται σε κίνδυνο η αυτάρκεια της Γηραιάς Ηπείρου σε τρόφιμα, αφήνοντας τη γεωργία στις δυνάμεις της αγοράς. Η αστάθεια στις τιμές των τροφίμων τα τελευταία χρόνια και η χρηματοπιστωτική και οικονομική κρίση κατέδειξαν την αναγκαιότητα μιας ισχυρής ΚΑΠ, η οποία θα διασφαλίζει την τιμολόγηση των τροφίμων, τις επιδοτήσεις σε συνδυασμό με την παραγωγή, τη βιώσιμη χρήση των φυσικών πόρων και τη στήριξη του γεωργικού εισοδήματος, προκειμένου να εξασφαλιστεί η επισιτιστική αυτάρκεια της Ευρώπης.

Υστερα από έντονες δημόσιες συζητήσεις για το μέλλον της γεωργικής πολιτικής στην Ευρωπαϊκή Ενωση, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή παρουσίασε πριν από περίπου έναν χρόνο την πρότασή της για τη νέα ΚΑΠ, η οποία άναψε το... φιτίλι στις διαπραγματεύσεις. Οι στόχοι για πιο δίκαιη διανομή χρημάτων (και στα νέα κράτη-μέλη), για την ανάπτυξη της ανταγωνιστικότητας και για την εφαρμογή πιο «πράσινων» γεωργικών πρακτικών φούντωσαν τις αντιπαραθέσεις.

«Η νέα ΚΑΠ θέλουμε να απαντάει σε παλιές και νέες προκλήσεις. Αναφέρω ενδεικτικά την επισιτιστική επάρκεια, την αυξημένη αστάθεια τόσο των τιμών των εισροών όσο και των τιμών των γεωργικών προϊόντων, την περιβαλλοντική αειφορία και τη δημιουργία θέσεων εργασίας. Αλλά θέλουμε και να συμβάλει αποφασιστικά στους στόχους της στρατηγικής για την Ευρώπη 2020»
λέει ο υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων καθηγητής Αθανάσιος Τσαυτάρης.

Η Ευρώπη του 2020 θέλει και πόρους

Ωστόσο, για να συμβούν αυτά, η ΚΑΠ χρειάζεται κατ' αρχάς σταθερή χρηματοδότηση. «Η πολιτική μείωσης των πόρων της δεν συμβαδίζει με τις αυξανόμενες προκλήσεις που αντιμετωπίζει η ευρωπαϊκή γεωργία και με την αυξανόμενη προσπάθεια που απαιτούμε να καταβάλουν οι ευρωπαίοι αγρότες» είχε τονίσει ο ίδιος σε ένα από τα τελευταία συμβούλια υπουργών Γεωργίας στις Βρυξέλλες.

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στις προτάσεις της για το Πολυετές Δημοσιονομικό Πλαίσιο 2014-2020 όσον αφορά τους συνολικούς πόρους για όλες τις πολιτικές της ΕΕ εισηγείται αύξηση κατά 2,2% σε σχέση με την προηγούμενη περίοδο 2007-2013. Ωστόσο προτείνει μείωση κατά 11% των πόρων του Τομέα 2 του Πολυετούς Δημοσιονομικού Πλαισίου από τον οποίο χρηματοδοτείται πρωτίστως η ΚΑΠ. Την ίδια στιγμή προτείνεται το ποσό που κατανέμεται στη γεωργία να συμπληρώνεται με επιπλέον 15,2 δισ. ευρώ σε δράσεις όπως η έρευνα (4,5 δισ. ευρώ από 1,5 δισ. ευρώ της προηγούμενης περιόδου), η επισιτιστική βοήθεια (2,5 δισ. ευρώ από 800 εκατ. ευρώ της προηγούμενης περιόδου), η ασφάλεια τροφίμων κτλ.

Ειδικότερα σε ό,τι αφορά την ΚΑΠ, οι προτάσεις της Κομισιόν μεταξύ άλλων περιλαμβάνουν ανακατανομή των άμεσων ενισχύσεων (επιδοτήσεις) μεταξύ των κρατών-μελών, το περίφημο «πρασίνισμα» των ενισχύσεων, ανώτατα όρια άμεσων ενισχύσεων για τις μεγάλες εκμεταλλεύσεις, στόχευση των ενισχύσεων στους ενεργούς αγρότες, ένα ξεχωριστό καθεστώς για τις μικρές εκμεταλλεύσεις και πολιτική Αγροτικής Ανάπτυξης.

Ανακατανομή άμεσων ενισχύσεων

Η αναδιανομή των κονδυλίων στα κράτη-μέλη προβλέπει αύξηση για τις χώρες με χαμηλές ενισχύσεις ανά εκτάριο. Το απαιτούμενο κόστος θα καλυφθεί από όλα τα κράτη-μέλη των οποίων οι ενισχύσεις υπερβαίνουν τον μέσο όρο της ΕΕ, συμπεριλαμβανομένης και της Ελλάδας.

Πάντως η ανακατανομή των ενισχύσεων δεν φαίνεται να οδηγεί σε σημαντικές απώλειες για την Ελλάδα, καθώς συμφωνήθηκε ο συνυπολογισμός στις επιλέξιμες εκτάσεις και των βοσκοτόπων. Αρκεί να αναφερθεί ότι οι καλλιεργήσιμες εκτάσεις στη χώρα μας είναι σήμερα 23 εκατ. στρέμματα και οι βοσκότοποι 27 εκατ. στρέμματα. «Αν ενταχθούν και οι βοσκότοποι, θα διπλασιαστούν οι καλλιεργήσιμες εκτάσεις της χώρας» αναφέρει ο υπουργός. Εν τούτοις η ελληνική πλευρά είχε δύο σκοπέλους να ξεπεράσει: αφενός να διαπραγματευθεί τον ορισμό του βοσκοτόπου στις Βρυξέλλες, αφετέρου να ξεκαθαρίσει το καθεστώς των εκτάσεων αυτών εντός των συνόρων και να τις χαρτογραφήσει.

Οι ελληνικοί βοσκότοποι, στους οποίους δεν επικρατεί ποώδης βλάστηση, δεν είναι συμβατοί με τον ορισμό που αρχικά πρότεινε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ώστε να είναι επιλέξιμοι στις ενισχύσεις. «Στην πορεία των διαπραγματεύσεων ο ορισμός των βοσκοτόπων βελτιώθηκε και συμπεριλαμβάνει πλέον και τα μεσογειακά οικοσυστήματα (ξυλώδης βλάστηση), εφόσον πρόκειται για εκτάσεις που παραδοσιακά χρησιμοποιούνται για βόσκηση. Βοσκότοποι δεν είναι μόνο οι απέραντοι λειμώνες της Βρετανίας ή της Ολλανδίας» εξηγεί ο κ. Τσαυτάρης.

Στις Κυκλάδες τα αιγοπρόβατα εκτός από τους κάμπους βόσκουν ελεύθερα και στις απόκρημνες πλαγιές, ενώ στη Θεσσαλία οι αγρότες μετακινούν τα κοπάδια τους τον χειμώνα σε χαμηλά υψόμετρα και το καλοκαίρι στις κορυφές.

Ενισχύσεις από τους βοσκοτόπους

«Η βελτίωση αυτή είναι πολύ σημαντική για την Ελλάδα, με επιπτώσεις τόσο στην κτηνοτροφία όσο και στη μελλοντική κατανομή των πόρων. Απαιτεί όμως προετοιμασία σε εθνικό επίπεδο για τον προσδιορισμό των τελικών εκτάσεων βοσκοτόπων, μετά την αφαίρεση εκτάσεων που καλύπτονται από βράχους, δέντρα κτλ. Η εργασία αυτή έχει ήδη δρομολογηθεί» τονίζει ο κ. Τσαυτάρης. Αυτό σημαίνει ότι θα απαιτηθούν ακριβή διαχειριστικά σχέδια (π.χ. με αριθμό ζώων ανά εκτάριο κτλ.) για την αειφόρα διαχείριση αυτού του τόσο σημαντικού πόρου για την κτηνοτροφία.

Ωστόσο υπάρχουν σημαντικά εμπόδια που πρέπει να ξεπεραστούν. Πολλές από αυτές τις εκτάσεις θεωρούνται δασικές, ενώ οι περισσότερες ανήκουν είτε στους δήμους είτε στην Εκκλησία, με συνέπεια να προκύψουν δυσκολίες κατά την ένταξή τους στους μηχανισμούς ενίσχυσης της νέας ΚΑΠ.

Παράλληλα η σύνταξη και κύρωση των δασικών χαρτών από το υπουργείο Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής (ΥΠΕΚΑ) καθυστερεί και σε ορισμένες περιοχές, όπως στην Αττική, έχει «μπλοκάρει» εξαιτίας των χιλιάδων αντιρρήσεων. «Το ΥΠΕΚΑ θεωρεί όλους τους βοσκοτόπους δασικές εκτάσεις. Εχει χαθεί η έννοια της βοσκοϊκανότητας. Πρέπει να βρεθεί σύντομα μια "φόρμουλα" προκειμένου να λυθεί αυτό το πρόβλημα» σημειώνει ο κ. Τσαυτάρης.

Σύμφωνα με τον υπουργό, υπολογίζεται ότι από την ένταξη των ελληνικών βοσκοτόπων στις επιλέξιμες εκτάσεις η χώρα μας μπορεί να κερδίσει 4-4,5 δισ. ευρώ. «Το αν η χώρα μας θα πάρει λίγα ή πολλά χρήματα με την εφαρμογή της νέας ΚΑΠ εξαρτάται από το αν και πώς θα αξιοποιήσει τους πόρους και τα εργαλεία της» λέει ο υπουργός.

«Πράσινες» Επιδοτήσεις
Το αποκαλούμενο «πρασίνισμα» της ΚΑΠ αποτελεί μια μεγάλη αλλαγή για την ευρωπαϊκή αγροτική πολιτική, η οποία πλέον στρέφεται σε μια οικολογική γεωργία. Ετσι προτείνεται το 30% των άμεσων ενισχύσεων να εξαρτάται από την εφαρμογή τριών πρακτικών.

Η πρώτη αφορά την εναλλαγή αροτραίων καλλιεργειών. Το ελάχιστο όριο κάτω από το οποίο οι εκμεταλλεύσεις εξαιρούνται από την εφαρμογή του μέτρου αποτελεί σημείο τριβής για τους εταίρους. Πολλοί προτείνουν τα 150 ή τα 100 στρέμματα. Η αρχική πρόταση της Επιτροπής ήταν 30 στρέμματα. Η ελληνική πλευρά - με μέσο όρο εκμεταλλεύσεων τα 50 στέμματα στην Ελλάδα - θα ήταν ευχαριστημένη αν το τελικό όριο διαμορφωθεί στα 50 στρέμματα, ώστε να εξαιρεθεί από την υποχρέωση η συντριπτική πλειονότητα των ελληνικών αγροτικών εκμεταλλεύσεων. Από το μέτρο αυτό εξαιρούνται επίσης οι εκμεταλλεύσεις με πάνω από 75% μόνιμους βοσκοτόπους ή καλλιέργειες με νερό (ρυζοκαλλιέργειες), όσες καλύπτονται από κτηνοτροφικά φυτά ή ψυχανθή κτλ.

Στο πλαίσιο του «πρασινίσματος» προτείνεται μια δεύτερη πρακτική, η διατήρηση «περιοχών οικολογικής εστίασης». Με άλλα λόγια οι αγρότες θα πρέπει να αφήνουν ποσοστό 7% των επιλέξιμων εκτάσεων ακαλλιέργητο. Και σε αυτό το μέτρο θα ισχύσει ελάχιστο όριο έκτασης κάτω από το οποίο οι εκμεταλλεύσεις θα εξαιρούνται από την εφαρμογή του μέτρου.

Επίσης, σύμφωνα με τον κ. Τσαυτάρη «η αποδοχή των ελαιώνων της χώρας μας ως μεγάλη πράσινη περιοχή είναι επίσης πολύ σημαντική για την επίτευξη των στόχων του πρασινίσματος». Στις πρακτικές «πρασινίσματος» απαιτείται επίσης σε κάθε καλλιέργεια η διατήρηση μόνιμων βοσκοτόπων. Οι βιολογικές καλλιέργειες θεωρούνται εξ ορισμού «πράσινες» και εξαιρούνται από τις «πράσινες» υποχρεώσεις.

Σχέδια για τους... μικρούς

Ενας από τους στόχους της Ευρωπαϊκής Επιτροπής είναι και η απλούστευση των διαδικασιών επιδότησης. Μια πρόταση αφορά τους «μικρούς αγρότες», οι οποίοι θα δικαιούνται ένα μίνιμουμ ποσό επιδότησης, δεν θα λαμβάνουν άλλες ενισχύσεις και θα υπόκεινται σε λιγότερους ελέγχους.

Ο κ. Τσαυτάρης στο τελευταίο Συμβούλιο των Υπουργών Γεωργίας (19 Δεκεμβρίου) μεταξύ άλλων αναφέρθηκε στη σημασία απλοποίησης των διαδικασιών έγκρισης των προγραμμάτων αγροτικής ανάπτυξης (έρευνα, καινοτομία κτλ.) του Πυλώνα ΙΙ της ΚΑΠ, ώστε να επιτυγχάνεται η μέγιστη δυνατή απορρόφηση των πόρων, καθώς και στην ανάγκη επίλυσης των θεμάτων που αφορούν αλληλοεπικαλύψεις με τον Πυλώνα Ι των άμεσων ενισχύσεων.

Ο δεύτερος πυλώνας της ΚΑΠ, ο οποίος αφορά την αγροτική ανάπτυξη, προτείνεται να ευθυγραμμιστεί με την αναπτυξιακή στρατηγική «Ευρώπη 2020», να δώσει έμφαση στην κλιματική αλλαγή, στο περιβάλλον και στην καινοτομία, και να έχει μεγαλύτερη συνέργεια με τις πολιτικές που χρηματοδοτούνται από τα άλλα διαρθρωτικά ταμεία (Ταμεία Συνοχής, Περιφερειακής Ανάπτυξης κτλ.). Προτείνεται επίσης ανακατανομή των πόρων για την αγροτική ανάπτυξη μεταξύ των κρατών-μελών, χωρίς ακόμη να έχει υποβληθεί συγκεκριμένη πρόταση.




Από το 1957 ως την ΕΕ των «27»
Οι «σπόροι» της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής

Οι πρώτοι «σπόροι» για μια Κοινή Αγροτική Πολιτική (ΚΑΠ) φυτεύθηκαν το 1957 πάνω στις μνήμες της μεταπολεμικής Ευρώπης, η οποία  είχε δεινοπαθήσει από την έλλειψη βασικών ειδών διατροφής. Ωστόσο έπρεπε να περάσει μία πενταετία (1962) για να τεθούν σε ισχύ οι μηχανισμοί της πρώτης ΚΑΠ, οι οποίοι θα εξασφάλιζαν την αυτονομία της Γηραιάς Ηπείρου σε τρόφιμα.

Στόχος τους ήταν να διασφαλίζονται εγγυημένες τιμές για τα αγροτικά προϊόντα, οι επιδοτήσεις βάσει της ποσότητας παραγωγής αλλά και η αγροτική ανάπτυξη της υπαίθρου.  

Τη δεκαετία του 1970 ο τομέας της γεωργίας δεχόταν περίπου το 70% του προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ενωσης (ΕΕ). Με τη σταδιακή μείωση όμως του αριθμού των απασχολουμένων στον αγροτικό τομέα η χρηματοδότηση της ΚΑΠ άρχισε να συρρικνώνεται.

Σημαντικές μεταρρυθμίσεις έγιναν τα τελευταία χρόνια, ιδίως το 2003 και το 2008, κατά τη διάρκεια του λεγόμενου «ελέγχου υγείας της ΚΑΠ», για τον εκσυγχρονισμό του αγροτικού τομέα και με στόχο να καταστεί περισσότερο προσανατολισμένος στις ανάγκες της αγοράς. Ετσι την οικονομική περίοδο 2007-2013 το 40% του προϋπολογισμού της ΕΕ (περίπου 53 δισ. ευρώ τον χρόνο) πηγαίνει στη γεωργία. Από το ποσό αυτό περισσότερο από 70% αφορά τις άμεσες ενισχύσεις των αγροτών και το 20% δαπανάται για μέτρα αγροτικής ανάπτυξης.

Η διεύρυνση της ΕΕ από τα 15 στα 27 κράτη-μέλη όμως δημιουργεί νέες προκλήσεις, καθώς ο αριθμός των αγροτών αυξάνεται κατά περίπου 70%. Ετσι από το 2010 ξεκινούν οι δημόσιες συζητήσεις για το μέλλον της γεωργικής πολιτικής στην Ευρώπη.

Επειτα από πολλές διαβουλεύσεις - στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στο Συμβούλιο και στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή - στα τέλη του 2011 η Κομισιόν έδωσε στη δημοσιότητα την πρότασή της για την αναμόρφωση της ΚΑΠ για την περίοδο 2014-2020. Οι βασικές αρχές αφορούν τη μετατόπιση μεγάλου μέρους της χρηματοδότησης στα νεότερα κράτη-μέλη της ΕΕ, τη στήριξη περιβαλλοντικών μέτρων, με περισσότερο από 30% των επιδοτήσεων να χορηγείται σε αγρότες που στρέφονται σε πιο «πράσινες» μεθόδους παραγωγής και την απλοποίηση της ΚΑΠ με μείωση της γραφειοκρατίας.



Οι μειώσεις δεν επηρεάζουν σημαντικά την Ελλάδα
Παραμένουν οι ενισχύσεις κοντά στα €2,5 δισ.

Κάτι λιγότερο από 3 δισ. ευρώ κατ' έτος λαμβάνει η χώρα μας και για τους δύο πυλώνες (άμεση ενίσχυση και αγροτική ανάπτυξη) στην τρέχουσα προγραμματική περίοδο. Η μείωση που θα προκύψει με τη νέα προγραμματική περίοδο, σύμφωνα με τον γενικό γραμματέα Αγροτικής Πολιτικής και Διεθνών Σχέσεων του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων κ. Δημήτρη Μελά, εξαρτάται κυρίως από δύο παράγοντες. «Πρώτον, εξαρτάται από τη σύγκλιση μεταξύ των παλαιών και νέων κρατών-μελών, η οποία είναι δεδομένη και δίκαιη, και, δεύτερον, από την όποια μείωση του ευρωπαϊκού προϋπολογισμού, η οποία είναι αντικείμενο διαπραγμάτευσης σε επίπεδο Συμβουλίου Κορυφής. Με τα όσα γνωρίζουμε ως σήμερα οι μειώσεις δεν έχουν τεράστιες επιπτώσεις στην ελληνική γεωργία και ιδίως στις άμεσες ενισχύσεις. Ο εθνικός μας φάκελος θα παραμείνει άνω των 2,5 δισ. ευρώ κατ' έτος» υποστηρίζει ο κ. Μελάς.

Οσον αφορά τα μέτρα που σχεδιάζονται για το «πρασίνισμα», ο γενικός γραμματέας αναφέρει ότι «θα έχουν για τους έλληνες γεωργούς το μικρότερο κόστος σε σχέση με τους υπόλοιπους Ευρωπαίους, σύμφωνα με τη μελέτη επιπτώσεων της Επιτροπής».

Σχετικά με τις διαδικασίες της ΚΑΠ για τις επιδοτήσεις, σύμφωνα με τον κ. Μελά, η μοναδική απλούστευση θα είναι ίσως το σχήμα που αφορά τους μικρούς γεωργούς. «Θα επιφέρει πράγματι ελάφρυνση στον διοικητικό μηχανισμό, ιδίως στον ΟΠΕΚΕΠΕ, και θα ωφελήσει την Ελλάδα. Με παρέμβασή μας στη διαπραγμάτευση απλοποιείται ακόμη περισσότερο το σχήμα και θα εξαρτάται μόνο από το ποσό που θα λαμβάνουν οι γεωργοί και όχι από τις εκτάσεις. Οι γεωργοί θα έχουν την υποχρέωση να διατηρούν τις εκτάσεις τους αλλά δεν είναι γνωστό ακόμη αν θα υποβάλλουν ετήσια αίτηση ή όχι» αναφέρει ο ίδιος. Το ποιοι θα είναι οι «μικροί γεωργοί» θα το ορίσουν τα κράτη-μέλη.

Για τους νέους αγρότες (κάτω των 40) προτείνεται να λαμβάνουν ένα πριμ το οποίο θα αντιστοιχεί στο 25% των ενισχύσεών τους για τα πέντε πρώτα χρόνια λειτουργίας της εκμετάλλευσης.



ΤΟ ΒΗΜΑ - Το επισιτιστικό στοίχημα της Ευρώπης - κοινωνία

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Αρχειοθήκη ιστολογίου