Μία εμπορική αντιπρόσωπος, ένας ιδιοκτήτης εταιρίας Πληροφορικής και ένας ιδιοκτήτης εταιρίας αργυροχρυσοχοΐας που δραστηριοποιούνται στην Ιταλία, μιλούν για τις συνέπειες της ύφεσης, τα «αγκάθια» της ελληνικής νοοτροπίας και το... «ούνα φάτσα, ούνα ράτσα»
Η οικονομική κρίση έχει οδηγήσει στην κατάρρευση σημαντικές ελληνικές επιχειρήσεις, έχει προκαλέσει ασφυξία σε εταιρίες που άλλοτε ευημερούσαν και έχει κλείσει πόρτες σε εκατοντάδες νέους που φιλοδοξούσαν να ενταχθούν στην αγορά.
Παρά τη ζοφερή πραγματικότητα που επικρατεί τα χρόνια της αυστηρής λιτότητας, υπάρχουν και οι φωτεινές εξαιρέσεις ανθρώπων που όχι μόνο τόλμησαν να δραστηριοποιηθούν και να χτίσουν επιχειρήσεις, οι οποίες ακμάζουν και προσφέρουν θέσεις εργασίας, αλλά είχαν το θάρρος να δοκιμαστούν στο εξωτερικό κάνοντας διεθνώς γνωστό το ελληνικό επιχειρείν. Ανάμεσα σε αυτούς συγκαταλέγονται η εμπορική αντιπρόσωπος Έφη Σπυροπούλου, ο ιδιοκτήτης εταιρίας Πληροφορικής Νίκος Κατσαμάκης και ο ιδιοκτήτης εταιρίας αργυροχρυσοχοΐας Ορέστης Καρακατσάνης, οι οποίοι ζουν και εργάζονται στην Ιταλία, χώρα που «συναγωνίζεται» την Ελλάδα στις οικονομικές δυσκολίες. Οι τρεις επιχειρηματίες μιλούν στο protothema.gr περιγράφοντας τις συνέπειες της ύφεσης σε Ελλάδα και Ιταλία, αναλύουν τα λάθη που σημειώθηκαν και εξηγούν το περίφημο «ούνα φάτσα, ούνα ράτσα» που συνδέει τους δύο λαούς.
Έφη Σπυροπούλου: Καινοτομία, στρατηγική και όραμα οι λέξεις-κλειδιά για τις ελληνικές επιχειρήσεις
Το χαμόγελό της κερδίζει ακόμα και τον πιο δύσκολο άνθρωπο, η ενέργειά της είναι μεταδοτική και η διάθεσή της να διατηρήσει την αξιοπιστία των Ελλήνων επιχειρηματιών στο εξωτερικό είναι υποδειγματική.
Ο λόγος για την Έφη Σπυροπούλου, η οποία τα τελευταία χρόνια δραστηριοποιείται στο χώρο του ενδύματος και δρα σαν «γέφυρα» ανάμεσα σε εμπόρους σε Ιταλία και Ελλάδα. Έχοντας ετοιμάσει τις βαλίτσες της για την πρωτεύουσα της μόδας, το Μιλάνο, με σκοπό να πειραματιστεί επαγγελματικά, αλλά και να ακολουθήσει την αγάπη στο πρόσωπο ενός Ιταλού που έγινε ο σύζυγός της, η Έφη Σπυροπούλου ασχολήθηκε ενεργά με το εμπόριο χωρίς να αντιμετωπίσει σημαντικές γραφειοκρατικές δυσκολίες κατά την έναρξη της δραστηριότητάς της.
Η δυναμική εμπορική αντιπρόσωπος, με σπουδές Μάρκετινγκ και Διοίκησης Επιχειρήσεων, περιγράφοντας την περίοδο προ κρίσης θυμάται τους Ιταλούς συνεργάτες της να την ρωτούν επανειλημμένως αν είχε περάσει σωστά την παραγγελία, καθώς η απαίτηση για ιταλικό ρούχο στην Ελλάδα ξεπερνούσε κάθε προηγούμενο, με την ίδια να επισημαίνει ότι οι πωλήσεις που καταγράφονταν τότε μπορούσαν να συγκριθούν με την αγορά της Γερμανίας.
Όσο για την κρίση που πλέον πλήττει Ελλάδα και Ιταλία επισημαίνει πως οι εταιρίες έχουν γίνει πιο ανταγωνιστικές, ενώ ο μέσος καταναλωτής έχει αλλάξει, καθώς εξετάζει τη σχέση ποιότητας-τιμής πριν ανοίξει το πορτοφόλι του. «Οι Έλληνες αγόραζαν πολύ περισσότερο, αλλά τώρα ο μέσος καταναλωτής είναι συνειδητοποιημένος και αναζητά την ποιότητα. Δεν τον ενδιαφέρει πια αποκλειστικά το brand name, αλλά απαραίτητο κριτήριο είναι η διάρκεια ζωής και η καλή σχέση ποιότητας-τιμής. Ο νέος καταναλωτής θα σκεφτεί πριν αλλάξει τη γκαρνταρόμπα του και θα “ζυγίσει” αν του χρειάζεται ένα νέο ρούχο», επισημαίνει η κυρία Σπυροπούλου, συμπληρώνοντας ότι ως αποτέλεσμα της κρίσης έχει σημειωθεί πτώση στον τζίρο σε ποσοστό που κυμαίνεται στο 50% για την Ιταλία και στο 60-70% για την Ελλάδα.
Εντούτοις, οι δυσκολίες ώθησαν την ανεξάρτητη επιχειρηματία να αναζητήσει νέες αγορές, ενώ όπως τονίζει, όποιος δραστηριοποιείται στο εξωτερικό πρέπει να ακολουθήσει καινοτόμες μεθόδους που θα τον κάνουν περισσότερο ανταγωνιστικό. «Πρέπει να βρω τον τρόπο να με προτιμήσουν. Για παράδειγμα να κατεβάσω την τιμή ή να δημιουργήσω στην αγορά την ανάγκη να επιλέξουν τα προϊόντα μου. Με καινοτομία, στρατηγική και όραμα μπορώ να κάνω τη διαφορά», εξηγεί η κα. Σπυροπούλου και προσθέτει πως παρότι η Ελλάδα δε μπορεί να φτάσει την Ιταλία σε παραγωγή, «έχουμε κάποια προϊόντα που μπορούμε να τα προωθήσουμε στο εξωτερικό. Η Ελλάδα εξάγει σε Ιταλία, Γερμανία, Ρωσία και Τουρκία, αλλά δεν έχει ανοίξει η αγορά της Αμερικής, ή της Κίνας και της Ιαπωνίας. Δεν υπάρχει μία οργανωμένη ομάδα, η οποία θα φέρει τους Έλληνες επιχειρηματίες σε επαφή με διεθνείς αγορές ώστε να προωθηθούν τα ελληνικά προϊόντα. Αυτή τη στιγμή ο επιχειρηματίας του εξωτερικού είναι μόνος του, καθώς το κράτος δεν ανοίγει πόρτες».
Τι συμβαίνει, όμως, όταν μία Ελληνίδα επιχειρηματίας συστήνεται σε μία ξένη αγορά και δη στην ιταλική; Σύμφωνα με την κα. Σπυροπούλου ο Ιταλός δεν έχει ασκήσει κριτική στην Ελλάδα, αλλά αναζητά τις αιτίες που οδήγησαν τη χώρα στο σημείο που βρίσκεται τώρα. Βέβαια, αυτό δε σημαίνει ότι δεν χρειάστηκε να καθησυχάσει τους Ιταλούς που συνεργάζονται με Έλληνες χονδρέμπορους. Εξάλλου, όπως λέει: «Γνωρίζοντας την ιταλική πραγματικότητα, προσπαθώ να βοηθήσω τους Έλληνες επιχειρηματίες που θέλουν να προβούν σε εμπορικές συναλλαγές με την ιταλική αγορά».
Το γεγονός ότι ο ελληνικός και ο ιταλικός λαός έχουν κοινά χαρακτηριστικά βοηθά σε αυτό το εγχείρημα; Η κα. Σπυροπούλου εξηγεί πως πέρα από το περίφημο «ούνα φάτσα, ούνα ράτσα» δεν υπάρχουν πολλά κοινά σημεία ανάμεσα στον Έλληνα και τον Ιταλό του Βορρά, καθώς ο δεύτερος είναι πιο μεθοδικός, ακριβής στον τρόπο πληρωμής, πιο συνεπής, αν και η ίδια τονίζει πως η συνεργασία της με Έλληνες επιχειρηματίες είναι άψογη.
Σχετικά με όσους επικρίνουν εκείνους που αποφάσισαν να φύγουν από την Ελλάδα αναζητώντας την τύχη τους στο εξωτερικό, η κα. Σπυροπούλου λέει: «Δεν ξύπνησα μία ωραία πρωία και είπα ότι θα φύγω από τη χώρα μου. Υπάρχουν βιώματα που με έκαναν να πάρω αυτή την απόφαση. Δεν εγκαταλείπω τη χώρα μου. Πάω να δοκιμάσω νέες εμπειρίες στο εξωτερικό χωρίς να απορρίπτω το ενδεχόμενο να επιστρέψω. Δεν είναι απλή υπόθεση να φύγεις από την πατρίδα σου, δεν είναι όλα ρόδινα και σίγουρα δεν αποτελεί την εύκολη λύση. Σε οδηγούν κάποια πράγματα να πάρεις αυτή την απόφαση, αλλά θέλει κουράγιο, αποφασιστικότητα και ένα μυαλό που να “δουλεύει” σε διεθνή επίπεδα, καθώς πρέπει να αφομοιώσεις τις συνήθειες μίας ξένης κουλτούρας».
Νίκος Κατσαμάκης: Η ιδέα, η ποιότητα και το προϊόν υπάρχουν στην Ελλάδα, αλλά χρειάζεται πολλή δουλειά
Η εμφάνισή του δεν προδίδει την ελληνική καταγωγή του, ενώ το ταμπεραμέντο του παραπέμπει σε «Italiano vero». Ο Νίκος Κατσαμάκης, ιδρυτής της εταιρίας υπηρεσιών Πληροφορικής «Qwerty Informatica» έχει υιοθετήσει την ιταλική κουλτούρα και «μπερδεύεται» ανάμεσα στους υπόλοιπους συνεργάτες του. Δεν είναι τυχαίο ότι στην Ελλάδα το περιβάλλον του τον αποκαλεί «Ιταλό». Εξάλλου, όπως εξηγεί: «Οι Έλληνες που ζούμε στο εξωτερικό έχουμε διατηρήσει το ελληνικό στοιχείο μέσα μας και έχουμε πάρει πολλά καλά από τις χώρες στις οποίες ζούμε».
Με σπουδές Πληροφορικής στο Μιλάνο, δημιούργησε την εταιρία του με τον Ιταλό συνέταιρό του, παρέχοντας υπηρεσίες σχετικά με τα δεδομένα και τη διαχείρισή τους. Στην αρχή, όπως θυμάται, δεν αντιμετώπισε σημαντικές γραφειοκρατικές δυσκολίες, επισημαίνοντας πως «στην Ελλάδα μία ανάλογη διαδικασία θα ήταν πιο χρονοβόρα». Βέβαια, η ευκολία που συνάντησε στην αρχή δε σημαίνει ότι όλα τα εμπόδια απαλείφθηκαν. Άλλωστε, όπως εξηγεί, το Μιλάνο αποτελεί τον οικονομικό πόλο της Ιταλίας, όπου οι εταιρίες είναι πολυεθνικές ενταγμένες στις χρηματαγορές και αν συμβεί το οτιδήποτε στο χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης αυτομάτως ξεσπάει το φαινόμενο του ντόμινο.
Μετά την επιτυχή πορεία του, ο κύριος Κατσαμάκης αποφάσισε να ξεκινήσει μία ανάλογη εταιρία με την επωνυμία «Qwerty Hellas» στην Ελλάδα το 2014, την οποία κατέληξε να ιδρύσει τους πρώτους μήνες του 2015 εξαιτίας της πολιτικής αναταραχής εκείνης της περιόδου. «Υπήρχε πρόσφορο έδαφος και μεγάλο ενδιαφέρον, γιατί εμείς προτείναμε την αυτοματοποίηση της ανάλυσης των δεδομένων, ενώ οι άλλοι τα παρουσίαζαν με Excel», λέει και προσθέτει ότι στόχος του είναι να επιστρέψει στην Ελλάδα, η οποία του προσφέρει διαφορετική ποιότητα ζωής από αυτή της Βόρειας Ιταλίας.
Όσο για ποιο λόγο δεν άνοιξε την «Qwerty Informatica» στην Ελλάδα, λέει: «Γιατί υπάρχουν παντού τα στερεότυπα. Πήγαινες στην Ελλάδα και άκουγες “Να, οι μαφιόζοι”. Είναι σαν να μιλούσες για τα “μπούνγκα-μπούνγκα” και τον Μπερλουσκόνι». Για αυτό το λόγο προτρέπει τους Έλληνες να ζήσουν για λίγα χρόνια στο εξωτερικό αν έχουν τη δυνατότητα, καθώς με αυτό τον τρόπο θα αποκτήσουν περισσότερα εφόδια που θα αξιοποιήσουν κατά την επιστροφή τους στην πατρίδα. Σαν χαρακτηριστικό παράδειγμα, ο επιχειρηματίας θέτει τις διαφορές στην οδική συμπεριφορά Ελλήνων και Ιταλών. «Ο σεβασμός στον πεζό που διασχίζει τη διάβαση δεν υπάρχει στην Ελλάδα. Βέβαια και στην Ιταλία θα βρεις τον αγροίκο, αλλά όχι σε μεγάλο ποσοστό. Επιπλέον, στην Ελλάδα αγνοούν την ΛΕΑ (Λωρίδα Έκτακτης Ανάγκης). Δε σέβεται ο ένας τον άλλο. Αν σεβαστείς τον άλλο θα σε σεβαστεί. Ας πάρουμε κάποια καλά, λοιπόν, και ας τα πάμε στην Ελλάδα. Καλό είναι οι Έλληνες να βγουν και να ζήσουν στο εξωτερικό για λίγα χρόνια», λέει.
Ποια, όμως, είναι η λύση στα προβλήματα που αντιμετωπίζει η Ελλάδα; Σύμφωνα με τον επιχειρηματία «δεν ευθύνεται μόνο το πολιτικό σύστημα ή η Ευρωπαϊκή Ένωση. Είναι πολλοί οι παράγοντες που παίζουν ρόλο και χρειάζεται σταδιακή βελτίωση σε πολλά επίπεδα. Αυτό που ζητά η Ευρώπη είναι να γίνουν μεταρρυθμίσεις, αλλά αυτές έχουν μεγάλο πολιτικό κόστος». Την ίδια στιγμή, η αστάθεια που παρατηρείται «παγώνει» οποιαδήποτε πρωτοβουλία και όπως τονίζει ο κ. Κατσαμάκης «υπάρχουν πολλοί που προσπαθούν, αλλά δεν τους βοηθά το σύστημα». Από την άλλη, όμως, υπάρχουν και εκείνοι που προτιμούν τον εύκολο δρόμο... «Εμείς τι παράγουμε; Λάδι, το οποίο αντί να εμφιαλώσουμε το δίνουμε στους Ιταλούς. Κάποιοι σκέφτονται πως δε χρειάζεται να παιδευτούν και να κατασκευάσουν εγκαταστάσεις εμφιάλωσης, αφού μπορούν να στείλουν το προϊόν τους στο εξωτερικό. Το ζήτημα είναι ότι η ιδέα, η ποιότητα και το προϊόν υπάρχουν, αλλά χρειάζεται πολλή δουλειά. Αν καταλήξουμε να παραγγέλνουμε και αυγά από το εξωτερικό δεν θα καταφέρουμε τίποτα», τονίζει ο επιχειρηματίας.
Ορέστης Καρακατσάνης: Είμαστε έξυπνος λαός και είναι κρίμα που έχουμε λοξοδρομήσει
Ευγενής, διακριτικός, με ευρωπαϊκή αύρα, ο Ορέστης Καρακατσάνης διευθύνει με μεγάλη επιτυχία την εταιρία αργυροχρυσοχοΐας «InterSilver Italia» που παράγει προϊόντα υψηλής αισθητικής για το σπίτι με κύριο υλικό το ασήμι. Η αγάπη του για την Ιταλία ξεκίνησε όταν σε μικρή ηλικία ταξίδευε με τον πατέρα και τη μητέρα του, ιδρυτές της επιχείρησης στην Κηφισιά, για να αγοράσουν προϊόντα από Ιταλούς κατασκευαστές, τα οποία διοχετεύουν στην ελληνική αγορά από το 1968.
Όταν από το 2009 η κρίση «χτύπησε» την αργυροχρυσοχοΐα και το εμπόριο «αρρώσταινε», ο νεαρός επιχειρηματίας αποφάσισε να κάνει το μεγάλο βήμα και να στοχεύσει στο εξωτερικό. «Ταξίδευα συχνά στην Ιταλία με την οικογένειά μου από πολύ μικρή ηλικία, λόγω των γνωριμιών των γονιών μου κατά τα περίπου 50 χρόνια συνεργασίας με την Ιταλία αποφασίσαμε να ξεκινήσουμε ένα εργοστάσιο από το μηδέν, με εξαγωγική εμπορική φιλοσοφία», λέει ο κύριος Καρακατσάνης, ο οποίος με σπουδές Διοίκησης Επιχειρήσεων στην Αθήνα, άρχισε να δραστηριοποιείται το 2013 στο Μιλάνο που αποτελεί κομβικό σημείο για το εμπόριο.
«Ξεκίνησαν όλα από το μηδέν. Σχεδίασα όλα τα είδη, έφτιαξα νέα καλούπια για τα προϊόντα μας» με την μασίφ 925 ασημένια κορνίζα να αποτελεί σημείο κατατεθέν της εταιρίας. «Με ρωτάνε “γιατί ασημένια κορνίζα;”. Γιατί αποτελεί κλασικό δώρο εδώ και πάρα πολλά χρόνια. Υπάρχει σε όλα τα σπίτια έστω μία και είναι το υπ’αριθμόν ένα κοινωνικό δώρο», εξηγεί ο κ. Καρακατσάνης, ο οποίος πλέον εξάγει τα προϊόντα του σε πάνω από 35 χώρες και συνεργάζεται με μεγάλους οίκους μόδας και καταστήματα που αποτελούν σύμβολο για ευρωπαϊκές πρωτεύουσες. Εξάλλου, τα είδη του μόνο αδιάφορα δε μπορεί κανείς να τα χαρακτηρίσει, καθώς η φρέσκια ματιά του νεαρού έχει χαρίσει σύγχρονο αέρα σε όλες τις σειρές της εταιρίας. «Έχουμε ένα κλασικό είδος με πολύ μοντέρνα προσέγγιση, ενώ χρησιμοποιούμε πολύ ακριβές πρώτες ύλες και έχουμε βασίσει τη παραγωγή μας στο 100% made in Italy», προσθέτει ο επιχειρηματίας και χαριτολογώντας επισημαίνει πως το μόνο ξένο στοιχείο στην εταιρία είναι… ο ίδιος! «Είμαι Έλληνας και έχω βασίσει την επιχείρησή μου στο ιταλικό στοιχείο. Είναι οξύμωρο, αλλά έτσι είναι. Έμαθα την αξία του made in Italy ως αγοραστής. Βλέπω ότι οι καταναλωτές αν δουν την ιταλική σημαία στο προϊόν καταλαβαίνουν αμέσως ότι είναι καλής ποιότητας και αυτό το έχουν καταφέρει οι Ιταλοί», συμπληρώνει.
Βέβαια, αυτό δε σημαίνει ότι η ελληνική αργυροχρυσοχοΐα δεν είναι εξίσου ποιοτική, αλλά όπως εξηγεί ο κ. Καρακατσάνης δεν μπορεί να συναγωνιστεί την ιταλική σε επίπεδο παραγωγής. «Οι Ιταλοί διαθέτουν φινίρισμα και έχουν μία σφαιρική προσέγγιση του προϊόντος, κάτι που δυστυχώς δεν έχει ο Έλληνας», λέει. Όσο για τις γραφειοκρατικές δυσκολίες που αντιμετώπισε στην αρχή της προσπάθειάς του, επισημαίνει πως ήταν λίγες συγκριτικά με όσες θα είχε στην Ελλάδα. Σχετικά με την οικονομική κρίση που πλήττει Ελλάδα και Ιταλία, ο κ. Καρακατσάνης επισημαίνει πως αποτελεί ευρωπαϊκό πρόβλημα, λέγοντας: «Βρισκόμουν στη Φραγκφούρτη σε μία εμπορική έκθεση και οι συνεργάτες της Γερμανίας μου περιέγραφαν ότι κλείνουν καταστήματα. Και σκεφτόμουν εμείς τι να πούμε στην Ελλάδα; Από τη μία δεν ήρθε το τέλος του κόσμου, αλλά από την άλλη δεν πρόκειται για ψυχολογική κρίση όπως έλεγαν στην αρχή».
Ποια είναι τα λάθη που σημειώθηκαν στην Ελλάδα; Σύμφωνα με τον επιχειρηματία το άλφα και το ωμέγα μίας εταιρίας είναι η διαχείριση. «Η διαχείριση είναι το άλφα και το ωμέγα. Ξεκινώντας από τη μεγάλη εταιρία που είναι το κράτος. Σαν επιχειρηματίας αν η εταιρία μου “μπαίνει μέσα” και δεν κερδίζει, πρέπει να κοιτάξω να μειώσω τα έξοδα. Δε μπορώ να δανείζομαι συνεχώς, δε μπορεί ο δανεισμός να υπερτερεί του τζίρου», επισημαίνει και εξηγεί πως πρέπει να αλλάξει η νοοτροπία του Έλληνα, τονίζοντας πως ο πολιτισμός ξεκινά από το δρόμο και μαθαίνοντας πώς ο οδηγός πρέπει να σταματά στις διαβάσεις των πεζών. «Αν δεν είσαι πολιτισμένος στην καθημερινότητά σου δε θα είσαι πουθενά, ούτε στην επιχείρησή σου. Πρόκειται για θέμα νοοτροπίας. Αν ξεκινήσουμε από εκεί, τότε ίσως βάλουμε τις βάσεις για να αλλάξει η Ελλάδα. Παρ’όλα αυτά, όταν ο Έλληνας πηγαίνει στο εξωτερικό διαπρέπει. Έχει την θέληση και την ανάγκη να εκπληρώσει το όνειρό του. Είμαστε έξυπνος λαός και είναι κρίμα που έχουμε λοξοδρομήσει», συμπληρώνει.
Με αισιόδοξη διάθεση εκτιμά ότι η κατάσταση μπορεί να αλλάξει, ενώ χαρακτηρίζει την Ελλάδα «το καλύτερο οικόπεδο της Ευρώπης» και εξηγεί πως αποτελεί προτέρημα να ζει κανείς στη χώρα μας. Αυτό, μάλιστα, αποτελεί συνήθως και το θέμα συζήτησης για να «σπάσει ο πάγος» με ανθρώπους που δεν γνωρίζει ή ακόμα και με τους Ιταλούς που απάντησαν στις αγγελίες του όταν αναζητούσε υπαλλήλους. Ο επιχειρηματίας που έχει δώσει εργασία σε Ιταλούς περιγράφει πως οι συνεργάτες του ενδιαφέρονται για την κατάσταση στην Ελλάδα, την αγαπούν πολύ και τους αρέσει που ο εργοδότης τους είναι Έλληνας.
Συνέντευξη στην Δανάη Δασοπούλου
Η οικονομική κρίση έχει οδηγήσει στην κατάρρευση σημαντικές ελληνικές επιχειρήσεις, έχει προκαλέσει ασφυξία σε εταιρίες που άλλοτε ευημερούσαν και έχει κλείσει πόρτες σε εκατοντάδες νέους που φιλοδοξούσαν να ενταχθούν στην αγορά.
Παρά τη ζοφερή πραγματικότητα που επικρατεί τα χρόνια της αυστηρής λιτότητας, υπάρχουν και οι φωτεινές εξαιρέσεις ανθρώπων που όχι μόνο τόλμησαν να δραστηριοποιηθούν και να χτίσουν επιχειρήσεις, οι οποίες ακμάζουν και προσφέρουν θέσεις εργασίας, αλλά είχαν το θάρρος να δοκιμαστούν στο εξωτερικό κάνοντας διεθνώς γνωστό το ελληνικό επιχειρείν. Ανάμεσα σε αυτούς συγκαταλέγονται η εμπορική αντιπρόσωπος Έφη Σπυροπούλου, ο ιδιοκτήτης εταιρίας Πληροφορικής Νίκος Κατσαμάκης και ο ιδιοκτήτης εταιρίας αργυροχρυσοχοΐας Ορέστης Καρακατσάνης, οι οποίοι ζουν και εργάζονται στην Ιταλία, χώρα που «συναγωνίζεται» την Ελλάδα στις οικονομικές δυσκολίες. Οι τρεις επιχειρηματίες μιλούν στο protothema.gr περιγράφοντας τις συνέπειες της ύφεσης σε Ελλάδα και Ιταλία, αναλύουν τα λάθη που σημειώθηκαν και εξηγούν το περίφημο «ούνα φάτσα, ούνα ράτσα» που συνδέει τους δύο λαούς.
Έφη Σπυροπούλου: Καινοτομία, στρατηγική και όραμα οι λέξεις-κλειδιά για τις ελληνικές επιχειρήσεις
Το χαμόγελό της κερδίζει ακόμα και τον πιο δύσκολο άνθρωπο, η ενέργειά της είναι μεταδοτική και η διάθεσή της να διατηρήσει την αξιοπιστία των Ελλήνων επιχειρηματιών στο εξωτερικό είναι υποδειγματική.
Ο λόγος για την Έφη Σπυροπούλου, η οποία τα τελευταία χρόνια δραστηριοποιείται στο χώρο του ενδύματος και δρα σαν «γέφυρα» ανάμεσα σε εμπόρους σε Ιταλία και Ελλάδα. Έχοντας ετοιμάσει τις βαλίτσες της για την πρωτεύουσα της μόδας, το Μιλάνο, με σκοπό να πειραματιστεί επαγγελματικά, αλλά και να ακολουθήσει την αγάπη στο πρόσωπο ενός Ιταλού που έγινε ο σύζυγός της, η Έφη Σπυροπούλου ασχολήθηκε ενεργά με το εμπόριο χωρίς να αντιμετωπίσει σημαντικές γραφειοκρατικές δυσκολίες κατά την έναρξη της δραστηριότητάς της.
Η δυναμική εμπορική αντιπρόσωπος, με σπουδές Μάρκετινγκ και Διοίκησης Επιχειρήσεων, περιγράφοντας την περίοδο προ κρίσης θυμάται τους Ιταλούς συνεργάτες της να την ρωτούν επανειλημμένως αν είχε περάσει σωστά την παραγγελία, καθώς η απαίτηση για ιταλικό ρούχο στην Ελλάδα ξεπερνούσε κάθε προηγούμενο, με την ίδια να επισημαίνει ότι οι πωλήσεις που καταγράφονταν τότε μπορούσαν να συγκριθούν με την αγορά της Γερμανίας.
Όσο για την κρίση που πλέον πλήττει Ελλάδα και Ιταλία επισημαίνει πως οι εταιρίες έχουν γίνει πιο ανταγωνιστικές, ενώ ο μέσος καταναλωτής έχει αλλάξει, καθώς εξετάζει τη σχέση ποιότητας-τιμής πριν ανοίξει το πορτοφόλι του. «Οι Έλληνες αγόραζαν πολύ περισσότερο, αλλά τώρα ο μέσος καταναλωτής είναι συνειδητοποιημένος και αναζητά την ποιότητα. Δεν τον ενδιαφέρει πια αποκλειστικά το brand name, αλλά απαραίτητο κριτήριο είναι η διάρκεια ζωής και η καλή σχέση ποιότητας-τιμής. Ο νέος καταναλωτής θα σκεφτεί πριν αλλάξει τη γκαρνταρόμπα του και θα “ζυγίσει” αν του χρειάζεται ένα νέο ρούχο», επισημαίνει η κυρία Σπυροπούλου, συμπληρώνοντας ότι ως αποτέλεσμα της κρίσης έχει σημειωθεί πτώση στον τζίρο σε ποσοστό που κυμαίνεται στο 50% για την Ιταλία και στο 60-70% για την Ελλάδα.
Εντούτοις, οι δυσκολίες ώθησαν την ανεξάρτητη επιχειρηματία να αναζητήσει νέες αγορές, ενώ όπως τονίζει, όποιος δραστηριοποιείται στο εξωτερικό πρέπει να ακολουθήσει καινοτόμες μεθόδους που θα τον κάνουν περισσότερο ανταγωνιστικό. «Πρέπει να βρω τον τρόπο να με προτιμήσουν. Για παράδειγμα να κατεβάσω την τιμή ή να δημιουργήσω στην αγορά την ανάγκη να επιλέξουν τα προϊόντα μου. Με καινοτομία, στρατηγική και όραμα μπορώ να κάνω τη διαφορά», εξηγεί η κα. Σπυροπούλου και προσθέτει πως παρότι η Ελλάδα δε μπορεί να φτάσει την Ιταλία σε παραγωγή, «έχουμε κάποια προϊόντα που μπορούμε να τα προωθήσουμε στο εξωτερικό. Η Ελλάδα εξάγει σε Ιταλία, Γερμανία, Ρωσία και Τουρκία, αλλά δεν έχει ανοίξει η αγορά της Αμερικής, ή της Κίνας και της Ιαπωνίας. Δεν υπάρχει μία οργανωμένη ομάδα, η οποία θα φέρει τους Έλληνες επιχειρηματίες σε επαφή με διεθνείς αγορές ώστε να προωθηθούν τα ελληνικά προϊόντα. Αυτή τη στιγμή ο επιχειρηματίας του εξωτερικού είναι μόνος του, καθώς το κράτος δεν ανοίγει πόρτες».
Τι συμβαίνει, όμως, όταν μία Ελληνίδα επιχειρηματίας συστήνεται σε μία ξένη αγορά και δη στην ιταλική; Σύμφωνα με την κα. Σπυροπούλου ο Ιταλός δεν έχει ασκήσει κριτική στην Ελλάδα, αλλά αναζητά τις αιτίες που οδήγησαν τη χώρα στο σημείο που βρίσκεται τώρα. Βέβαια, αυτό δε σημαίνει ότι δεν χρειάστηκε να καθησυχάσει τους Ιταλούς που συνεργάζονται με Έλληνες χονδρέμπορους. Εξάλλου, όπως λέει: «Γνωρίζοντας την ιταλική πραγματικότητα, προσπαθώ να βοηθήσω τους Έλληνες επιχειρηματίες που θέλουν να προβούν σε εμπορικές συναλλαγές με την ιταλική αγορά».
Το γεγονός ότι ο ελληνικός και ο ιταλικός λαός έχουν κοινά χαρακτηριστικά βοηθά σε αυτό το εγχείρημα; Η κα. Σπυροπούλου εξηγεί πως πέρα από το περίφημο «ούνα φάτσα, ούνα ράτσα» δεν υπάρχουν πολλά κοινά σημεία ανάμεσα στον Έλληνα και τον Ιταλό του Βορρά, καθώς ο δεύτερος είναι πιο μεθοδικός, ακριβής στον τρόπο πληρωμής, πιο συνεπής, αν και η ίδια τονίζει πως η συνεργασία της με Έλληνες επιχειρηματίες είναι άψογη.
Σχετικά με όσους επικρίνουν εκείνους που αποφάσισαν να φύγουν από την Ελλάδα αναζητώντας την τύχη τους στο εξωτερικό, η κα. Σπυροπούλου λέει: «Δεν ξύπνησα μία ωραία πρωία και είπα ότι θα φύγω από τη χώρα μου. Υπάρχουν βιώματα που με έκαναν να πάρω αυτή την απόφαση. Δεν εγκαταλείπω τη χώρα μου. Πάω να δοκιμάσω νέες εμπειρίες στο εξωτερικό χωρίς να απορρίπτω το ενδεχόμενο να επιστρέψω. Δεν είναι απλή υπόθεση να φύγεις από την πατρίδα σου, δεν είναι όλα ρόδινα και σίγουρα δεν αποτελεί την εύκολη λύση. Σε οδηγούν κάποια πράγματα να πάρεις αυτή την απόφαση, αλλά θέλει κουράγιο, αποφασιστικότητα και ένα μυαλό που να “δουλεύει” σε διεθνή επίπεδα, καθώς πρέπει να αφομοιώσεις τις συνήθειες μίας ξένης κουλτούρας».
Νίκος Κατσαμάκης: Η ιδέα, η ποιότητα και το προϊόν υπάρχουν στην Ελλάδα, αλλά χρειάζεται πολλή δουλειά
Η εμφάνισή του δεν προδίδει την ελληνική καταγωγή του, ενώ το ταμπεραμέντο του παραπέμπει σε «Italiano vero». Ο Νίκος Κατσαμάκης, ιδρυτής της εταιρίας υπηρεσιών Πληροφορικής «Qwerty Informatica» έχει υιοθετήσει την ιταλική κουλτούρα και «μπερδεύεται» ανάμεσα στους υπόλοιπους συνεργάτες του. Δεν είναι τυχαίο ότι στην Ελλάδα το περιβάλλον του τον αποκαλεί «Ιταλό». Εξάλλου, όπως εξηγεί: «Οι Έλληνες που ζούμε στο εξωτερικό έχουμε διατηρήσει το ελληνικό στοιχείο μέσα μας και έχουμε πάρει πολλά καλά από τις χώρες στις οποίες ζούμε».
Με σπουδές Πληροφορικής στο Μιλάνο, δημιούργησε την εταιρία του με τον Ιταλό συνέταιρό του, παρέχοντας υπηρεσίες σχετικά με τα δεδομένα και τη διαχείρισή τους. Στην αρχή, όπως θυμάται, δεν αντιμετώπισε σημαντικές γραφειοκρατικές δυσκολίες, επισημαίνοντας πως «στην Ελλάδα μία ανάλογη διαδικασία θα ήταν πιο χρονοβόρα». Βέβαια, η ευκολία που συνάντησε στην αρχή δε σημαίνει ότι όλα τα εμπόδια απαλείφθηκαν. Άλλωστε, όπως εξηγεί, το Μιλάνο αποτελεί τον οικονομικό πόλο της Ιταλίας, όπου οι εταιρίες είναι πολυεθνικές ενταγμένες στις χρηματαγορές και αν συμβεί το οτιδήποτε στο χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης αυτομάτως ξεσπάει το φαινόμενο του ντόμινο.
Μετά την επιτυχή πορεία του, ο κύριος Κατσαμάκης αποφάσισε να ξεκινήσει μία ανάλογη εταιρία με την επωνυμία «Qwerty Hellas» στην Ελλάδα το 2014, την οποία κατέληξε να ιδρύσει τους πρώτους μήνες του 2015 εξαιτίας της πολιτικής αναταραχής εκείνης της περιόδου. «Υπήρχε πρόσφορο έδαφος και μεγάλο ενδιαφέρον, γιατί εμείς προτείναμε την αυτοματοποίηση της ανάλυσης των δεδομένων, ενώ οι άλλοι τα παρουσίαζαν με Excel», λέει και προσθέτει ότι στόχος του είναι να επιστρέψει στην Ελλάδα, η οποία του προσφέρει διαφορετική ποιότητα ζωής από αυτή της Βόρειας Ιταλίας.
Όσο για ποιο λόγο δεν άνοιξε την «Qwerty Informatica» στην Ελλάδα, λέει: «Γιατί υπάρχουν παντού τα στερεότυπα. Πήγαινες στην Ελλάδα και άκουγες “Να, οι μαφιόζοι”. Είναι σαν να μιλούσες για τα “μπούνγκα-μπούνγκα” και τον Μπερλουσκόνι». Για αυτό το λόγο προτρέπει τους Έλληνες να ζήσουν για λίγα χρόνια στο εξωτερικό αν έχουν τη δυνατότητα, καθώς με αυτό τον τρόπο θα αποκτήσουν περισσότερα εφόδια που θα αξιοποιήσουν κατά την επιστροφή τους στην πατρίδα. Σαν χαρακτηριστικό παράδειγμα, ο επιχειρηματίας θέτει τις διαφορές στην οδική συμπεριφορά Ελλήνων και Ιταλών. «Ο σεβασμός στον πεζό που διασχίζει τη διάβαση δεν υπάρχει στην Ελλάδα. Βέβαια και στην Ιταλία θα βρεις τον αγροίκο, αλλά όχι σε μεγάλο ποσοστό. Επιπλέον, στην Ελλάδα αγνοούν την ΛΕΑ (Λωρίδα Έκτακτης Ανάγκης). Δε σέβεται ο ένας τον άλλο. Αν σεβαστείς τον άλλο θα σε σεβαστεί. Ας πάρουμε κάποια καλά, λοιπόν, και ας τα πάμε στην Ελλάδα. Καλό είναι οι Έλληνες να βγουν και να ζήσουν στο εξωτερικό για λίγα χρόνια», λέει.
Ποια, όμως, είναι η λύση στα προβλήματα που αντιμετωπίζει η Ελλάδα; Σύμφωνα με τον επιχειρηματία «δεν ευθύνεται μόνο το πολιτικό σύστημα ή η Ευρωπαϊκή Ένωση. Είναι πολλοί οι παράγοντες που παίζουν ρόλο και χρειάζεται σταδιακή βελτίωση σε πολλά επίπεδα. Αυτό που ζητά η Ευρώπη είναι να γίνουν μεταρρυθμίσεις, αλλά αυτές έχουν μεγάλο πολιτικό κόστος». Την ίδια στιγμή, η αστάθεια που παρατηρείται «παγώνει» οποιαδήποτε πρωτοβουλία και όπως τονίζει ο κ. Κατσαμάκης «υπάρχουν πολλοί που προσπαθούν, αλλά δεν τους βοηθά το σύστημα». Από την άλλη, όμως, υπάρχουν και εκείνοι που προτιμούν τον εύκολο δρόμο... «Εμείς τι παράγουμε; Λάδι, το οποίο αντί να εμφιαλώσουμε το δίνουμε στους Ιταλούς. Κάποιοι σκέφτονται πως δε χρειάζεται να παιδευτούν και να κατασκευάσουν εγκαταστάσεις εμφιάλωσης, αφού μπορούν να στείλουν το προϊόν τους στο εξωτερικό. Το ζήτημα είναι ότι η ιδέα, η ποιότητα και το προϊόν υπάρχουν, αλλά χρειάζεται πολλή δουλειά. Αν καταλήξουμε να παραγγέλνουμε και αυγά από το εξωτερικό δεν θα καταφέρουμε τίποτα», τονίζει ο επιχειρηματίας.
Ορέστης Καρακατσάνης: Είμαστε έξυπνος λαός και είναι κρίμα που έχουμε λοξοδρομήσει
Ευγενής, διακριτικός, με ευρωπαϊκή αύρα, ο Ορέστης Καρακατσάνης διευθύνει με μεγάλη επιτυχία την εταιρία αργυροχρυσοχοΐας «InterSilver Italia» που παράγει προϊόντα υψηλής αισθητικής για το σπίτι με κύριο υλικό το ασήμι. Η αγάπη του για την Ιταλία ξεκίνησε όταν σε μικρή ηλικία ταξίδευε με τον πατέρα και τη μητέρα του, ιδρυτές της επιχείρησης στην Κηφισιά, για να αγοράσουν προϊόντα από Ιταλούς κατασκευαστές, τα οποία διοχετεύουν στην ελληνική αγορά από το 1968.
Όταν από το 2009 η κρίση «χτύπησε» την αργυροχρυσοχοΐα και το εμπόριο «αρρώσταινε», ο νεαρός επιχειρηματίας αποφάσισε να κάνει το μεγάλο βήμα και να στοχεύσει στο εξωτερικό. «Ταξίδευα συχνά στην Ιταλία με την οικογένειά μου από πολύ μικρή ηλικία, λόγω των γνωριμιών των γονιών μου κατά τα περίπου 50 χρόνια συνεργασίας με την Ιταλία αποφασίσαμε να ξεκινήσουμε ένα εργοστάσιο από το μηδέν, με εξαγωγική εμπορική φιλοσοφία», λέει ο κύριος Καρακατσάνης, ο οποίος με σπουδές Διοίκησης Επιχειρήσεων στην Αθήνα, άρχισε να δραστηριοποιείται το 2013 στο Μιλάνο που αποτελεί κομβικό σημείο για το εμπόριο.
«Ξεκίνησαν όλα από το μηδέν. Σχεδίασα όλα τα είδη, έφτιαξα νέα καλούπια για τα προϊόντα μας» με την μασίφ 925 ασημένια κορνίζα να αποτελεί σημείο κατατεθέν της εταιρίας. «Με ρωτάνε “γιατί ασημένια κορνίζα;”. Γιατί αποτελεί κλασικό δώρο εδώ και πάρα πολλά χρόνια. Υπάρχει σε όλα τα σπίτια έστω μία και είναι το υπ’αριθμόν ένα κοινωνικό δώρο», εξηγεί ο κ. Καρακατσάνης, ο οποίος πλέον εξάγει τα προϊόντα του σε πάνω από 35 χώρες και συνεργάζεται με μεγάλους οίκους μόδας και καταστήματα που αποτελούν σύμβολο για ευρωπαϊκές πρωτεύουσες. Εξάλλου, τα είδη του μόνο αδιάφορα δε μπορεί κανείς να τα χαρακτηρίσει, καθώς η φρέσκια ματιά του νεαρού έχει χαρίσει σύγχρονο αέρα σε όλες τις σειρές της εταιρίας. «Έχουμε ένα κλασικό είδος με πολύ μοντέρνα προσέγγιση, ενώ χρησιμοποιούμε πολύ ακριβές πρώτες ύλες και έχουμε βασίσει τη παραγωγή μας στο 100% made in Italy», προσθέτει ο επιχειρηματίας και χαριτολογώντας επισημαίνει πως το μόνο ξένο στοιχείο στην εταιρία είναι… ο ίδιος! «Είμαι Έλληνας και έχω βασίσει την επιχείρησή μου στο ιταλικό στοιχείο. Είναι οξύμωρο, αλλά έτσι είναι. Έμαθα την αξία του made in Italy ως αγοραστής. Βλέπω ότι οι καταναλωτές αν δουν την ιταλική σημαία στο προϊόν καταλαβαίνουν αμέσως ότι είναι καλής ποιότητας και αυτό το έχουν καταφέρει οι Ιταλοί», συμπληρώνει.
Βέβαια, αυτό δε σημαίνει ότι η ελληνική αργυροχρυσοχοΐα δεν είναι εξίσου ποιοτική, αλλά όπως εξηγεί ο κ. Καρακατσάνης δεν μπορεί να συναγωνιστεί την ιταλική σε επίπεδο παραγωγής. «Οι Ιταλοί διαθέτουν φινίρισμα και έχουν μία σφαιρική προσέγγιση του προϊόντος, κάτι που δυστυχώς δεν έχει ο Έλληνας», λέει. Όσο για τις γραφειοκρατικές δυσκολίες που αντιμετώπισε στην αρχή της προσπάθειάς του, επισημαίνει πως ήταν λίγες συγκριτικά με όσες θα είχε στην Ελλάδα. Σχετικά με την οικονομική κρίση που πλήττει Ελλάδα και Ιταλία, ο κ. Καρακατσάνης επισημαίνει πως αποτελεί ευρωπαϊκό πρόβλημα, λέγοντας: «Βρισκόμουν στη Φραγκφούρτη σε μία εμπορική έκθεση και οι συνεργάτες της Γερμανίας μου περιέγραφαν ότι κλείνουν καταστήματα. Και σκεφτόμουν εμείς τι να πούμε στην Ελλάδα; Από τη μία δεν ήρθε το τέλος του κόσμου, αλλά από την άλλη δεν πρόκειται για ψυχολογική κρίση όπως έλεγαν στην αρχή».
Ποια είναι τα λάθη που σημειώθηκαν στην Ελλάδα; Σύμφωνα με τον επιχειρηματία το άλφα και το ωμέγα μίας εταιρίας είναι η διαχείριση. «Η διαχείριση είναι το άλφα και το ωμέγα. Ξεκινώντας από τη μεγάλη εταιρία που είναι το κράτος. Σαν επιχειρηματίας αν η εταιρία μου “μπαίνει μέσα” και δεν κερδίζει, πρέπει να κοιτάξω να μειώσω τα έξοδα. Δε μπορώ να δανείζομαι συνεχώς, δε μπορεί ο δανεισμός να υπερτερεί του τζίρου», επισημαίνει και εξηγεί πως πρέπει να αλλάξει η νοοτροπία του Έλληνα, τονίζοντας πως ο πολιτισμός ξεκινά από το δρόμο και μαθαίνοντας πώς ο οδηγός πρέπει να σταματά στις διαβάσεις των πεζών. «Αν δεν είσαι πολιτισμένος στην καθημερινότητά σου δε θα είσαι πουθενά, ούτε στην επιχείρησή σου. Πρόκειται για θέμα νοοτροπίας. Αν ξεκινήσουμε από εκεί, τότε ίσως βάλουμε τις βάσεις για να αλλάξει η Ελλάδα. Παρ’όλα αυτά, όταν ο Έλληνας πηγαίνει στο εξωτερικό διαπρέπει. Έχει την θέληση και την ανάγκη να εκπληρώσει το όνειρό του. Είμαστε έξυπνος λαός και είναι κρίμα που έχουμε λοξοδρομήσει», συμπληρώνει.
Με αισιόδοξη διάθεση εκτιμά ότι η κατάσταση μπορεί να αλλάξει, ενώ χαρακτηρίζει την Ελλάδα «το καλύτερο οικόπεδο της Ευρώπης» και εξηγεί πως αποτελεί προτέρημα να ζει κανείς στη χώρα μας. Αυτό, μάλιστα, αποτελεί συνήθως και το θέμα συζήτησης για να «σπάσει ο πάγος» με ανθρώπους που δεν γνωρίζει ή ακόμα και με τους Ιταλούς που απάντησαν στις αγγελίες του όταν αναζητούσε υπαλλήλους. Ο επιχειρηματίας που έχει δώσει εργασία σε Ιταλούς περιγράφει πως οι συνεργάτες του ενδιαφέρονται για την κατάσταση στην Ελλάδα, την αγαπούν πολύ και τους αρέσει που ο εργοδότης τους είναι Έλληνας.
Συνέντευξη στην Δανάη Δασοπούλου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου