Δευτέρα 2 Μαρτίου 2015

Ο ανείπωτος πόνος της απώλειας: Γιατί δεν κλαίμε πια;

Ο ανείπωτος πόνος της απώλειας: Γιατί δεν κλαίμε πια;
Σκέψεις και σημειώσεις με αφορμή το θάνατο ενός καλού φίλου. Αντίο Παύλο...
Ζωή Στραβοπόδη 
Την περασμένη εβδομάδα βρέθηκα στην κηδεία ενός αγαπημένου φίλου. Ήταν νέος, είχε μια όμορφη γυναίκα και δύο γιους στην εφηβεία, ήταν εξαιρετικά αξιόλογος, πολύ επιτυχημένος και αγαπητός σε όλους όσους τον γνώριζαν.

Είχε μάνα, αδερφή, πολλούς στενούς φίλους και συνεργάτες. Στην κηδεία του προσέτρεξαν συντετριμμένοι εκτός από την οικογένειά του εκατοντάδες φίλοι και γνωστοί. Τα στεφάνια είχαν πλημμυρίσει την αυλή της εκκλησίας. Ο Παύλος ήταν αναμφισβήτητα ένας άνθρωπος που αγαπήθηκε πολύ. Κι όμως. Το κλάμα στην κηδεία του ήταν βουβό. Το κλίμα ήταν βαρύ, τα μάτια κάποιων βουρκωμένα αλλά αυτός ο θρήνος που σου κόβει την ανάσα, η απελπισία που προκαλεί σε όλους μας μια τέτοια απώλεια, δεν είχε χώρο να εκφραστεί.




Έτσι είναι τώρα πια οι κηδείες. Αξιοπρεπείς. Σταματήσαμε να ξενυχτάμε τους νεκρούς μας, απαγορεύσαμε το μοιρολόι, ντρεπόμαστε να θρηνήσουμε, να κλάψουμε, να αγκαλιαστούμε. Τα δάκρυα παγώνουν στα μάτια μας και δεν κυλάνε, ο κόμπος στο στομάχι δε λύνεται. Αν όμως δεν κλάψεις και στην κηδεία αυτών που αγαπάς, τότε πού στο καλό θα κλάψεις; Κι όμως. Το μήνυμα είναι σαφές: Μην παρεκτρέπεσαι. Μην κλαις. Μην κοιτάζεις τους άλλους στα μάτια. Αν είσαι λίγο παραπάνω ευσυγκίνητος φόρα μαύρα γυαλιά και κράτα το βλέμμα χαμηλά. Να είσαι διακριτικός. Και μην ξεχνάς ότι και η αγκαλιά απαγορεύεται. Άλλωστε δεν έχουμε ανάγκη, είμαστε όλοι δυνατοί. Κι αν ο νεκρός είναι πολύ δικός σου, αν είναι ο άντρας σου, αν είναι το παιδί σου, αν είναι η μάνα σου και νιώθεις πως όσο και αν προσπαθήσεις δεν θα μπορέσεις να σταθείς στα πόδια σου από τον πόνο μην ανησυχείς, υπάρχει λύση και για εσένα.  Θα πάρεις χάπια. Όχι, δεν γιατρεύουν τον πόνο αλλά τουλάχιστον σε προστατεύουν από το να έρθεις σε επαφή μαζί του.

Οι Δυτικές κοινωνίες, και ιδιαίτερα η αστική τάξη, φαίνεται να περιορίζει όλο και περισσότερο την έκφραση των συναισθημάτων της. Απαγορεύεται να κλαίμε δημοσίως, να δείχνουμε τις αδυναμίες μας, να εκφράζουμε την απελπισία ή τους φόβους μας. Πολλοί υποστηρίζουν ότι αυτό συμβαίνει γιατί «σε αυτή την κοινωνία για να πας μπροστά πρέπει να δείχνεις δυνατός», είναι όμως πραγματικά αυτός ο λόγος; Αν κοιτάξουμε προσεχτικά θα δούμε ότι η σύγχρονη αστική τάξη φαίνεται να μην εγκρίνει όχι μόνο την έκφραση των αρνητικών συναισθημάτων αλλά και των θετικών. Ποιος αγκαλιάζεται, ποιος λέει ότι αγαπάει, ποιος γελάει δυνατά; Ποιος κλαίει από χαρά, ποιος χορεύει στα μπαρ, ποιος λέει ευχαριστώ γεμάτος ευγνωμοσύνη; Τα συναισθήματα μας, είτε θετικά είτε αρνητικά, πρέπει να τα κρύβουμε. Με την επίφαση της δήθεν αξιοπρέπειας, απομακρυνόμαστε σε τέτοιο βαθμό από αυτά που πολλοί καταλήγουν να αμφισβητούν ακόμα και την ύπαρξή τους.

Τι γίνεται όμως με τα συναισθήματα που μένουν ανέκφραστα; Η εμπειρία μου ως ψυχοθεραπεύτρια μου έχει επανειλημμένως δείξει ότι όταν κάποιος κλείνει την πόρτα σε συναισθήματα που τον πονάνε, αυτά δεν εξαφανίζονται απλά μεταλλάσσονται ή διοχετεύονται αλλού. Η θλίψη μπορεί να γίνει οργή, ο θυμός μπορεί να γίνει κατάθλιψη, η ντροπή και ο φόβος μπορεί να πάρουν τη μορφή νευρώσεων. Ή μπορεί να μεταλλαχτούν σε ψυχοσωματικές ασθένειες, έλκος, εκζέματα, αυτοάνοσα νοσήματα. Πολλοί είναι άλλωστε σήμερα και οι ειδικοί που πλέον αποδέχονται την άμεση σχέση της μη έκφρασης συναισθημάτων ακόμα και με την εμφάνιση του καρκίνου ή της χρήσης ναρκωτικών ουσιών. Προσωπικά πιστεύω ότι δεν είναι τυχαίο πως όλα τα παραπάνω ανθούν περισσότερο από παντού στις ανεπτυγμένες και «αξιοπρεπείς» κοινωνίες.

Επίσης, αυτό που γνωρίζω είναι ότι ο άνθρωπος είναι φτιαγμένος για να αντέχει τον πόνο της απώλειας. Αυτό που καμιά φορά δεν αντέχει, είναι να μην τον εκφράζει. Γνωρίζω επίσης ότι ο πόνος γίνεται πιο ελαφρύς μόνο όταν τον μοιράζεσαι.

Δεν ξέρω πώς αλλιώς να το πω. Να τα κλαίτε τα πεθαμένα σας.
Αντίο Παύλο.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Αρχειοθήκη ιστολογίου