Παρασκευή 3 Ιουνίου 2022

Κυανή Ακτή της Αττικής

 Πώς διασκέδαζαν στα Φάληρα το 1938
Καθώς σβήνει ο ήλιος αργά το απόβραδο και ρίχνει τα τελευταία φιλήματά του στις γύρω βουνοκορφές, μια αγκαλιά ανοίγει διάπλατα γύρω από το Φαληρικό όρμο για να δεχτεί το κόσμο του περιπάτου, του γλεντιού, του φλερτ και των συγκεντρώσεων.Είναι η «Κυανή Ακτή» της Ελλάδας θα μπορούσε να πει κανείς χωρίς φόβο να πέσει και πολύ έξω. Τα Φάληρά μας σήμερα είναι τα κατεξοχήν κέντρα γλεντιού πολυτέλειας και διασκεδάσεων εν γένει. Λείπουν η λέσχες, ο μπακαράς, η ρουλέτα. Και τα κτίρια που φιλοξενούσαν ως χθες τους πονταδόρους της τύχης, στέκονται βουβά και αφώτιστα τα βράδια στα δύο άκρα της Φαληρικής αγκαλιάς. Δεν είναι έλλειψη αυτό. Γιατί ο κόσμος εξακολουθεί να γλεντά και χωρίς το παιγνίδι σας κύριοι! Στα διάφορα κέντρα διασκεδάσεως που αυξάνονται και πληθύνονται καθόλη την έκταση της ακτής.




Ελάτε προς τα κάτω γι’ απόψε. Ας αφήσουμε το πολυθόρυβο Παλαιό Φάληρο. Έξω από τα φωτοχυμένα του κέντρα αναπαύονται σειρές ολόκληρες αυτοκινήτων όλων των εργοστασίων του κόσμου. Ας χυθούμε προς το Νέο Φάληρο. Ποια είναι η νυκτερινή του ζωή; Να την! Πανόραμα ψυχής η Πλατεία της εξέδρας του. Φως, χαρά, μουσική, κόσμος, κόσμος, παγωτό, γρανίτα, θόρυβος, λευκοφορεμένα γκαρσόνια, με κάμψεις της σπονδυλικής στήλης και θρόισμα φρουφρού… των μεταξωτών των γυναικείων εσθήτων που αποτελεί μια εξαιρετική αρμονία με τον ήχο των κυμάτων, που σπάνε στην αμμουδιά.

Η πολύχρωμη ταινία εξελίσσεται γοργά προτού φθάσουν τα μεσάνυχτα με όλες τις ερωτικές περιπέτειές της. Γιατί όλο εκείνο το πλήθος το ηλεκτρίζει ο έρωτας. Η νύχτα, η μαγεία, το περιβάλλον είναι οι καλύτεροι σύμβουλοι της καρδιάς.



… Πέρασαν τα μεσάνυχτα: το Νέο Φάληρο λιποψυχεί. Ο δροσερός μπάτης και ο φλοίσβος στην αμμουδιά δεν συγκινεί κανένα. Τα τραπεζάκια αδειάζουν και τα καθίσματα αναποδογυρίζονται… Το ωραίο Προάστειο νεκρώνεται ακριβώς την ίδια στιγμή που το συνώνυμό του στην άλλη άκρη φουντώνει και μας στέλνει με του ανέμου το φύσημα ζωντανό, σπαρταριστό το βόμβο της σφριγηλής ζωής του…
Γιατί δεν λαμβάνεται καμία φροντίδα για το Νέο Φάληρο που σβήνει πάντα μετά τα μεσάνυχτα; Από την ημέρα που έκλεισε το ξενοδοχείο «Ακταίον» και ο μπακαράς επικηρύχτηκε σαν επικίνδυνος ληστοφυγόδικος, έλειψαν και τα φώτα! Μερικά ηλεκτρικά γλομπάκια μόνο που μετρώνται στα δάχτυλα του ενός χεριού. Το «Ακταίον» παντέρημο. Και το θέατρο –το μοναδικό και κομψότατο θερινό θεατράκι του Φαλήρου- βουβό, παραμορφωμένο, λησμονημένο: το ενοικιαστήριο μόνο που του λείπει! Αλήθεια, γιατί μένει ανεκμετάλλευτο; Δεν θα μπορούσε να γίνει κέντρο ζωηρότητας το κομψό θεατράκι; Αλλά έχουμε και συνέχεια: όλα τα άλλα κέντρα θεόκλειστα. Το «Κόρσο» αναποδογύρισε της καρέκλες του! Και το ωραίο βαριετέ του «Τσιν-Τσων» έχει χρεοκοπήσει προ πολλού.



Η μοναδική όαση: το «Μον Μπεγκαίν» είναι η άγκυρα που αγωνίζεται να συγκρατήσει το σκάφος της χαράς, μέσα στον ωκεανό του Φαλήρου που ησυχάζει. Μια απόπειρα μόνο, παρόλο το κέφι της ορχήστρας με τον κλασσικό τζαζμπαντιέρη του, που τινάζει σχιστούς ήχους στον αέρα.

Τα καθίσματα γύρω-γύρω αραδιασμένα έξω από το τετράγωνο πάρκο του χορού πιασμένα από κυρίας και κυρίους. Κυρίες γνωστές και κύριοι άγνωστοι. Τύποι ευγενικοί, τύποι απαίσιοι. Ατθίδες γνωστές και γυναίκες του περιθωρίου. Όλοι ανακατεμένοι, ο ένας πλάι στον άλλο, πότε ευχαριστημένοι, πότε κατσιασμένοι, πότε γελαστοί, που κάποια στιγμή αφήνουν τη καρέκλα τους για να σύρουν τα πόδια τους επάνω στο πάρκο του χορού.

Και να, ξεχύνεται ο καλλιτεχνικός κόσμος για να σκορπίσει λίγη ευθυμία. Ο αμίμητος Ουμπέρτο Τσιαγκόττι με τα αστεία του. Οι δύο Γολτεμάρ με τις ακροβασίες τους. Η Λίγκα με τις ρομάντζες της. Και η υπέροχη Ρενέ πότε ως γκέισα και πότε ως απέριττη Ολλανδέζα, που στροβιλίζει διαρκώς στους γοητευτικούς ήχους του φοξ-τροτ. Κάπου- κάπου επιτυγχάνει η απόπειρα. Και δυο-δυο σέρνονται τα δειλά ζευγάρια στο χορό.

Και η ζωηρότητα κυριαρχεί παντού. Για να σβήσει αμέσως σε λίγο. Τσιγάρο που άναψε και σβήνει! Κουρασμένα τίθενται εκτός μάχης τα ζεύγάρια. Και όταν κινδυνεύει η ατραξιόν τότε γίνεται τούτο το εκπληκτικό:



Η ορχήστρα βγαίνει στο κυνήγι της. Οι μουσικοί τραγουδώντας και χορεύοντας πετιούνται απ’ το καβούκι των και ρίχνονται στον χορό με τα όργανα στα χέρια! Μόνο η γκραν-κάσσα μένει στη θέση της! Τι κρίμα!
Και περίεργο! Το κέντρον αυτό δεν είνε κοπτήριο! Πληρώνει κανείς τον λογαριασμό του χωρίς φόβο συμφόρησης! Να μερικές τιμές: τις αντιγράφουμε από τον τοίχο του καταστήματος. Καφές 1,40. Παγωτά 5, Λεμονάδα 2, Κονιάκ 5, Μπύρα φιάλη 18, Σάντουιτς 15 κλπ.. Περιττή η προσθήκη ότι τα φλιτζανάκια του καφέ… πλειοψηφούν!

Κατά τις τρεις το πρωί και η μουσική μεταβάλλεται σε νανούρισμα. Είναι οι τελευταίοι σπασμοί της χαράς. Σε λίγο, δεν θα υπάρχει τίποτα. Η νύχτα νίκησε! Το άκρο δεξιό της παράταξης κατατροπώθηκε. Ένα κόκκινο όμνιμπους συλλέγει τους… τραυματίες για να τους μεταφέρει στην Αθήνα! Και καθώς στρίβουμε τη λεωφόρο Συγγρού αφήνουμε πίσω μας τον άλλον τομέα του Παλαιού Φαλήρου να κυριαρχεί θριαμβευτικά εναντίον της νύχτας και της νύστας.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Αρχειοθήκη ιστολογίου