«Δεν έχω πάρει ούτε ένα ευρώ από το ελληνικό δημόσιο. Ούτε μια φορά. Αυτό είναι το παράσημό μου».
Στο «Τετάρτη 04:45» –το εξαιρετικό νέο-νουάρ του Αλέξη Αλεξίου που κάνει πρεμιέρα στις 12 Μαρτίου– υποδύεται το Στέλιο Δημητρακόπουλο. Τον οραματιστή ιδιοκτήτη ενός
«επίμονου» τζαζ κλαμπ της (μονίμως βροχερής) Αθήνας, που μπλέκει χοντρά με βαλκάνιους τοκογλύφους και τον εν γένει υπόκοσμο, εξωθείται στα όρια της αντοχής του και τελικά ξεσπάει μαξιμαλιστικά (και αιματηρά) σε μια υπέροχα φιλμαρισμένη σκηνή σε μια βροχερή ταράτσα…
Ο Στέλιος Μάινας, ως προσωπικότητα, απέχει παρασάγγας από τον συνονόματό του. Ανεξίκακος, εξωστρεφής, ομιλητικότατος και πλήρως υποψιασμένος για όλο αυτό το πανηγύρι σαθρής ευζωίας, που οιστρηλάτησε τον Δημητρακόπουλο αλλά και τόσους άλλους συν-Έλληνες.
Κι όμως. Ο Μάινας τον κατανοεί, τον πονάει κι, ώς ένα βαθμό, τον δικαιολογεί τον μεγαλοπιανόμενο ήρωα που υποδύεται. Ίσως, επειδή το όραμα του δημοφιλούς ηθοποιού σχετίζεται ντουγρού με τον άνθρωπο. Σωστότερα, με τον Άνθρωπο.
Πώς προέκυψε η συνεργασία με τον Αλεξίου;
Τον είχα πάρει μυρωδιά. Οι εμμονικοί σκηνοθέτες –όπως και οι εμμονικοί άνθρωποι– αν δεν πουλάνε μούρη, κάτι έχουν να πουν. Και ο Αλεξίου είναι εμμονικός. Κλωθογυρίζει εσωστρεφώς γύρω από ένα θέμα, το οποίο το αναλύει μέχρι σκασμού. Αυτό, αν και δεν έχω δει την ταινία, μόνο καλά πράματα μπορεί να δώσει.
Αλήθεια δεν την έχετε δει; Γιατί;
Γιατί έχω την αίσθηση, ότι ο ηθοποιός, όταν βλέπει το υλικό στο οποίο συμμετέχει, επηρεάζεται κατά κάποιο τρόπο, πριν ολοκληρωθεί η ταινία. Καλύτερα να είσαι καθαρός κι ανεπηρέαστος – ακόμη και σ’ αυτήν την κουβέντα. Μια ταινία, άλλωστε, δεν είναι δημιούργημα ενός ηθοποιού, είναι δημιούργημα του σκηνοθέτη – αποκλειστικά.
Η ταινία ουσιαστικά θίγει κάποιες κοινωνικές αξίες, που, μεταξύ άλλων, μας ξέβρασαν στην περιβόητη κρίση. Τελειώσαμε μ’ αυτές, θεωρείτε;
Όοοχι! Δεν τελειώσαμε για έναν πολύ απλό, όσο και σημαντικό λόγο: τα ενδεχόμενα λάθη που κάνουμε, λειτουργούν σωρευτικά. Ο ήρωας –και όχι μόνο, κι εμείς, πάνω-κάτω– κάνει ένα λάθος, το οποίο οδηγεί μαθηματικά σε άλλο λάθος, που μακροπρόθεσμα οδηγεί σε πολλά άλλα λάθη κι έτσι δημιουργούμε ένα σύνολο λαθών.
Είναι μύθος ότι παλιότερα, είχαμε ως λαός το μέτρο να πατήσουμε φρένο στο δεύτερο, στο τρίτο λάθος και να μη φύγουμε τόσο στην κατηφόρα;
Όχι, είναι μυθολογία. Και πολλές φορές τα λάθη μας κρύβονται από τα… επινίκεια.
Από τις Ολυμπιάδες μας;
Ακριβώς! Τα λάθη μας κρύβονται πίσω από τις Ολυμπιάδες μας. Κι έτσι την πατάμε χωρίς να πάρουμε χαμπάρι…
Όμως ο Στέλιος, ο συνονόματος, εναγκαλίζεται όλη αυτήν τη σήψη στο όνομα ενός υψηλού πολιτισμικού προϊόντος σαν την τζαζ.
Έτσι δεν γίνεται πάντα;
Όχι, υπάρχουν άνθρωποι που είναι ποταποί και στις επιδιώξεις τους…
Αν έχεις ένα μίνιμουμ αισθητικής, πάντα θες ελατήρια αγνά και ψηλά ιδεώδη για να φτιάξεις τη ζωή σου. Για να επιβιώσεις, πάντα πιστεύεις ότι έχεις κάνει το καλύτερο. Η αυτογνωσία, όμως, δεν είναι κάτι εύκολο. Ούτε κάτι που είναι πάντα σωστό. Πολλές φορές η παρορμητικότητα δεν είναι απλώς χρήσιμη, είναι και αναγκαία. Ας πούμε, οι επαναστάσεις δεν είναι συνήθως μαθηματικά προσχεδιασμένες.
Ας γυρίσουμε στα πολιτισμικά ιδεώδη. Πώς σας φάνηκαν οι εξαγγελίες του νέου υπουργού Πολιτισμού;
Κατ’ αρχάς, πέρα από τις εξαγγελίες… Εγώ, ξέρετε, δεν μετράω μόνο την αποτελεσματικότητα στον άνθρωπο, μετράω και την πρόθεση. Μπορεί να είσαι αναποτελεσματικός, αλλά δεν θα σου πάρω το κεφάλι.
Καλό αυτό που λέτε, γιατί στην πολιτική συνήθως γίνεται το αντίθετο.
Για μένα δεν μετράει έτσι. Γιατί αγαπάω τους ανθρώπους με τα λάθη τους. Πολλές φορές, αγαπάω και τα λάθη των ανθρώπων. Και την ανικανότητά τους. Δεν είμαι οπαδός των δυνατών ανθρώπων. Αγαπάω τους ανθρώπους που είναι δειλοί, τους ανθρώπους που φοβούνται να περάσουν το δρόμο. Ή αυτούς που μετανιώνουν. Ή εκείνους που έχουν ανασφάλειες για το αν κάτι έγινε σωστά ή όχι. Μ’ αρέσουν, γιατί είναι κομμάτι και του δικού μου «εγώ» οι άνθρωποι που δεν έχουν ακόμα αποφασίσει για τη ζωή τους. Αυτά ως προς την πρόθεση…
Συνεπώς, αυτά που εξήγγειλε ο κ. Ξυδάκης;
Με βρίσκουν απολύτως σύμφωνο. Οι εξαγγελίες και το ύφος του υπουργού Παιδείας και του υπουργού Πολιτισμού –αυτών των δυο εντελώς αλληλένδετων αξόνων, που αν με κάνατε υπουργό, θα ‘λεγα, «Αυτά τα δυο υπουργεία θα τα κάνω ένα», γιατί πολιτισμός ίσον παιδεία– με βρίσκουν σύμφωνο. Η ποιοτική διαφορά [με προκατόχους] είναι ασύλληπτη, χαώδης –θετικά, μιλάω, έτσι; Και πιστεύω ότι τα πρώτα δείγματα γραφής θα είναι πολύ σοβαρά. Και το λέω αυτό… εκ του μακρόθεν, αφού υπερηφανεύομαι ότι δεν έχω πάρει ούτε ένα ευρώ από το ελληνικό δημόσιο. Ούτε μια φορά – αυτό είναι το παράσημό μου…
Παρεμπιπτόντως, εξήγγειλε ο κ. Ξυδάκης το πάγωμα των επιχορηγήσεων.
Α, αυτό το ακούω από σας.
Ναι, στην ελεύθερη σκηνή. Πώς το βλέπετε αυτό;
Δεν μπορώ να συμφωνήσω 100%. Σε μια χώρα όπου ο πολιτισμός ευδοκιμεί, το κράτος δεν έχει να κάνει τίποτα –αφήνει την ιδιωτική πρωτοβουλία να ανθίζει. Σε ένα περιβάλλον, όμως, όπου ο πραγματικός πολιτισμός και η παιδεία βρίσκονται μονίμως υπό αίρεση και υπό κρίση, χρειάζεται όχι η κρατική ενίσχυση, η κρατική παρουσία. Για να υπάρχουν αυτό που λέμε «πυλώνες». Για να ορίζεται η γενικότερη αισθητική πολιτική.
Είπατε πριν, «αν με κάνατε υπουργό». Θα έπαιζε ποτέ αυτό;
Ωωωω, ποτέ των ποτών. Εμένα άλλη είναι η δουλειά μου. Όμως για να συμπληρώσω κάτι, μια ιδέα, σα να πούμε: το πρώτο που θα έκανα είναι ένα σοβαρό, εις βάθος, και απόλυτα «επαγγελματικό» εργαστήριο αρχαίου δράματος. Που να δουλεύει όλο το χρόνο.
Και παραστατικά, δηλαδή;
Ναι, και παραστατικά στο εσωτερικό και το εξωτερικό. Αλλά κατ’ αρχάς ερευνητικά, με νέες φόρμες, νέες ιδέες, νέους ανθρώπους. Για να «αναμοχλευτεί» ένα είδος το οποίο είναι ανεξάντλητο. Και μπορεί να λειτουργήσει και ως εξαγώγιμο προϊόν – θα έλεγα, αν ήμουν αφελής. Αλλά επειδή δεν είμαι, θα πω ως ελληνική παρουσία σοβαρότητας. Και ως μέσο παιδείας.
Κάποιο σύγχρονο τέτοιο προϊόν βλέπετε; Το σινεμά, λόγου χάρη;
Βέβαια, σαφέστατα. Έχει τις δυνατότητες το ελληνικό σινεμά να είναι εξαγώγιμο προϊόν, παρά το ότι είμαστε μια ανάδελφος γλώσσα. Θέλω να πω, δεν μπορούμε να είμαστε ανταγωνιστικοί απέναντι, ας πούμε, στον εγγλέζικο κινηματογράφο, ή το γαλλικό. Παρ’ όλα αυτά, μπορούμε να δημιουργήσουμε ταινίες που εξάγονται. Εξάλλου, ο Λάνθιμος, η Τσαγκάρη, ο Τζουμέρκας, ο Κούτρας, ο Οικονομίδης δεν πούλησαν; Κι αυτά είναι μόνο τελευταία παραδείγματα. Έχει γίνει ένα άνοιγμα.
Επιστρέφοντας στην ταινία, πόσο εύκολα φτάνει κάποιος στην… ταράτσα, όπως έφτασε ο Στέλιος;
Δυστυχώς, έχει φτάσει πολύς κόσμος στην ταράτσα τελευταία. Σε επίπεδο και αυτοκαταστροφής και ετεροκαταστροφής… Γιατί, όταν σε στριμώχνουν στη γωνία, οι διέξοδοί σου είναι ελάχιστες. Πρέπει να δίνεις στον εαυτό σου τη δυνατότητα να ξεφύγει, πριν σε βάλουν στη γωνία.
Μήπως, όμως, απλώσαμε κι εμείς τα πόδια μας πέρα από κει που έφτανε το πάπλωμά μας;
Καλά! Αυτό είναι το πλέον βέβαιο. Θα σας πω ένα πάρα πολύ απτό παράδειγμα: όταν κυκλοφορούσα πριν από 15 χρόνια μ’ ένα παλιό Renault 9, με σταματάγανε στο δρόμο –ήμουν γνωστός και τότε– και μού ‘λεγαν απαξιωτικά, «Ρε Μάινα, δεν ντρέπεσαι να κυκλοφορείς μ’ αυτό το κωλάμαξο;». Λοιπόν… Εκεί είναι που την πατήσαμε. Την πατήσαμε στο φαίνεσθαι. Πατήσαμε την μπανανόφλουδα που μας στήσανε για να μας διαλύσουνε.
Την πατήσαμε πολύ πρόθυμα, όμως…
Ναι, αλλά δεν είναι μόνο δική μας η ευθύνη. Πήγαμε πάρα πολύ πρόθυμα, αλλά δεν είναι όλοι έτοιμοι να σώσουν τη ζωή τους. Είναι κι άλλοι έτοιμοι να τη διακινδυνεύσουν. Κι έτσι, βρεθήκαμε στην ταράτσα για πλάκα… Υπάρχει, όμως, και μια μερίδα κόσμου, που βρέθηκε στην ταράτσα, γιατί την πήγαν τραβώντας την από το αυτί. Κι όχι γιατί μεγαλοπιάστηκε η ίδια.
Όπως;
Οι φτωχοί άνθρωποι, που δεν έκαναν τίποτα το εξωφρενικό, δεν πήγαν να κερδίσουν τίποτα, απλώς ήταν η πούλπα. Τους συμπεριφέρθηκε η κοινωνία ως ρετάλια. Αυτοί οι άνθρωποι, που δεν φταίξαν σε τίποτα, τώρα απαξιώθηκαν ακόμη πιο πολύ.
Πιστεύετε ότι τα πράματα κρύβουν μολαταύτα κάποια ελπίδα;
Είμαι αισιόδοξος από μόνος μου. Η αισιοδοξία είναι μονόδρομος. Είμαι υπέρ της ελπίδας. Πρέπει να δίνεις στους ανθρώπους τη δυνατότητα να έχουν ένα μερίδιο ανάσας. Αλλιώς, δεν έχει νόημα να ζεις.
Τατιάνα Καποδίστρια
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου