Τρίτη 9 Δεκεμβρίου 2014

Βραζιλία: Αρνείται η Ρούσεφ να οδηγήσει στα δικαστήρια εγκληματίες της δικτατορίας

Η στάση της προκαλεί βαθιά απογοήτευση σε ακτιβιστές που πίστευαν ότι βρίσκονται πιο κοντά από ποτέ στην επίτευξη του στόχου να δικαστούν οι ηγέτες της στρατιωτικής
δικτατορίας.Όταν ήταν ακόμη μια νεαρή μαρξίστρια, στις αρχές της δεκαετίας του 1970, η Ντίλμα Ρουσέφ είχε συλληφθεί, οι δεσμώτες της την είχαν κρεμάσει ανάποδα και την είχαν βασανίσει κάνοντάς της ηλεκτροσόκ στα πόδια, στο κεφάλι, στα στήθη. Ήταν οι πιο σκοτεινές ημέρες της στρατιωτικής δικτατορίας στη Βραζιλία.
Σήμερα η Ντίλμα Ρουσέφ, η πρόεδρος της Βραζιλίας, αρνείται να προωθήσει μέτρα για να οδηγηθούν ενώπιον της δικαιοσύνης αξιωματικοί και στελέχη των ενόπλων δυνάμεων που προέβησαν σε παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων και να λογοδοτήσουν, καθώς, όπως δηλώνει, πιστεύει πως η σταθερότητα του δημοκρατικού πολιτεύματος, που χρειάστηκε χρόνια για να κατακτηθεί, έχει μεγαλύτερη σημασία από το παρελθόν της και τις προσωπικές της απόψεις.
Η στάση της Ρουσέφ προκαλεί βαθιά απογοήτευση σε ακτιβιστές που πίστευαν ότι βρίσκονται πιο κοντά από ποτέ στην επίτευξη του στόχου να δικαστούν οι ηγέτες της στρατιωτικής δικτατορίας (1964-1985) κι όσοι συνέργησαν μαζί τους.
Αντίθετα με ό,τι έχει συμβεί σε άλλες χώρες της Λατινικής Αμερικής, όπως η Αργεντινή ή η Χιλή, οι άνθρωποι που επέβαλαν τις στρατιωτικές χούντες της εποχής του ψυχρού πολέμου ουδέποτε υπήρξε καν προσπάθεια να λογοδοτήσουν στη δικαιοσύνη για τα εγκλήματά τους.
Οι ακρότητες των χουντικών έχουν έλθει ξανά στο επίκεντρο της δημοσιότητας ωστόσο, εν μέρει λόγω των ενεργειών της ίδιας της Ρουσέφ. Μια «επιτροπή αλήθειας» που είχε διορίσει το 2012 για να χυθεί φως στα εγκλήματα της στρατιωτικής δικτατορίας πρόκειται να παρουσιάσει τα ευρήματά της στην πρόεδρο μεθαύριο Τετάρτη στη Μπραζίλια.
Η έκθεση θα περιέχει νέες πληροφορίες για τους εκατοντάδες —τουλάχιστον 300 κατά επίσημα στοιχεία— ανθρώπους που δολοφονήθηκαν επί δικτατορίας, καθώς και υποθέσεις στις οποίες ιδιωτικές επιχειρήσεις βοήθησαν το στρατό να εντοπίσει αριστερούς αντιφρονούντες, σύμφωνα με τη Ρόζα Καρντόζου, ένα από τα στελέχη της επιτροπής αλήθειας.
Η επιτροπή αναμένεται να προτείνει ο νόμος του 1979 ο οποίος χορηγούσε στους στρατιωτικούς αμνηστία για τα περισσότερα από τα εγκλήματα που διαπράχθηκαν στο παρελθόν να ανακληθεί, ή να παρακαμφθεί, ώστε να προχωρήσει η διεξαγωγή δικών.
«Η αλήθεια δεν φτάνει», είπε η Καρντόζου. «Θέλουμε δικαιοσύνη».
Ο στρατός είχε εγκρίνει το νόμο περί αμνηστίας, που κάλυπτε επίσης εγκλήματα που επιρρίπτονταν σε μέλη και οργανώσεις της αριστεράς, στο πλαίσιο μιας μακράς διαδικασίας, για την οποία χρειάστηκαν προσεκτικές διαπραγματεύσεις, ώστε η χώρα να επιστρέψει σε δημοκρατική διακυβέρνηση.
Το να παρακαμφθεί ή να αρθεί ο νόμος αυτός απαιτεί είτε μια απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου, ή την έγκριση νέου νόμου, τονίζουν η Καρντόζου και νομικοί.
Αλλά ένα τέτοιο νομοσχέδιο θεωρείται πολύ δύσκολο να εγκριθεί από το Κογκρέσο, λόγω της έλλειψης επαρκούς πολιτικής υποστήριξης.
Η Ρουσέφ αντιστάθηκε στις πιέσεις που της είχε ασκήσει η αριστερή πτέρυγα του κόμματός της, του Κόμματος Εργαζομένων (PT), να άρει το νόμο περί αμνηστίας ή να εντάξει το ζήτημα αυτό στην προεκλογική της εκστρατεία νωρίτερα φέτος. Ακόμη και τώρα, που κέρδισε τις εκλογές, με τη νέα θητεία της να ξεκινά από 1ης Ιανουαρίου, η πρόεδρος Ρουσέφ δεν τάσσεται υπέρ αυτού του σκοπού. «Θεωρεί ότι πρόκειται για μια υπόθεση που αφορά τη δικαιοσύνη και μόνο», σχολίασε στενός συνεργάτης της. Ερωτηθείς ποια είναι η προσωπική άποψη της προέδρου για το ενδεχόμενο αποστρατευμένοι αξιωματικοί να λογοδοτήσουν, με δεδομένο το παρελθόν της, ο ίδιος συνεργάτης της πρόσθεσε: «δεν θα έκανε ποτέ κανένα σχόλιο για αυτό. Τα δικά της συναισθήματα δεν (κρίνει ότι) έχουν σημασία».
Εν μέρει αυτό οφείλεται στα άμεσα προβλήματα της χώρας, ιδίως τα οικονομικά, αλλά εν μέρει η Ρουσέφ έχει επίσης πολιτικούς λόγους για αυτό. Οι στρατηγοί της Βραζιλίας μπορεί να έχουν μικρή επιρροή στην πολιτική ζωή της χώρας σήμερα. Αλλά πολλές δημοσκοπήσεις υποδηλώνουν ότι οι Βραζιλιάνοι ουδέποτε στράφηκαν τόσο μαζικά εναντίον του στρατού όσο οι Αργεντινοί, για παράδειγμα. Ένας από τους λόγους που αναφέρονται συχνά είναι ότι η στρατιωτική δικτατορία σκότωσε πολύ λιγότερους από άλλες χούντες στη Λατινική Αμερική.
Αν και η Ρούσεφ, 66 ετών σήμερα, έγινε κεντρώα τα τελευταία χρόνια, το παρελθόν της χαρακτηριζόταν ακόμη και στο πρόσφατο παρελθόν της ένα μειονέκτημα για εκείνη στην προσπάθειά της να επιτύχει πολιτικά. Σπανίως μιλάει για τις ημέρες που πέρασε στη φυλακή, για να μην προκαλέσει τους αντιαριστερούς ψηφοφόρους —μια ομάδα κάθε άλλο παρά ευκαταφρόνητου μεγέθους—, που συχνά την αποκαλούν «τρομοκράτισσα» στους ιστότοπους κοινωνικής δικτύωσης.
Ακόμη και σε κατ' ιδίαν συζητήσεις με την επιτροπή αλήθειας, η Ρουσέφ δεν έχει αναφερθεί ποτέ στο παρελθόν της.
«Δεν χρειάζεται», είχε σχολιάσει πέρυσι ο Ζουζέ Κάρλους Ντίας, ένας από τους επικεφαλής της επιτροπής. «Όλοι γνωρίζουμε τα πέρασε».
Ο προκάτοχος της Ρουσέφ, ο Λουίς Ινάσιου Λούλα ντα Σίλβα, ήταν επίσης ένας αριστερός που αντιμετώπισε την καταστολή της στρατιωτικής χούντας, αλλά έδωσε την έμφαση στην εμπέδωση της δημοκρατίας και όχι στην απονομή δικαιοσύνης.
Σε μια ομιλία της τον Μάρτιο η Ρουσέφ είχε επισημάνει ότι «αναγνωρίζει, και θεωρεί πολύτιμες» τις πολιτικές συμφωνίες που κατέστησαν εφικτή την επάνοδο της Βραζιλίας στη δημοκρατία, κάνοντας μια τοποθέτηση που συνεργάτες της χαρακτήρισαν μια δήλωση υποστήριξης στο νόμο περί αμνηστίας.
Η Καρντόζου υποστηρίζει πως ο νόμος αυτός δεν ήταν συμφωνία, αλλά μια «αμνηστία που έδωσαν οι στρατιωτικοί στους εαυτούς τους» και κρίθηκε παράνομη από το Διαμερικανικό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Παρ' όλ' αυτά, δηλώνει πως καταλαβαίνει τη στάση της προέδρου.
«Το πρόβλημα που έχει η Ντίλμα είναι πως συμμετέχει σε ένα πολιτικό παιγνίδι. Πρέπει λοιπόν να εξασφαλίζει ότι θα μπορεί να κυβερνήσει», εξήγησε η ίδια.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Αρχειοθήκη ιστολογίου