Κυριακή 27 Ιανουαρίου 2019

Οι Ιωαννίτες ιππότες στη Ρόδο και η πειρατική τους δράση σε Αιγαίο και Ιόνιο

Το Τάγμα των Ιωαννιτών ιπποτών – Η κατάληψη της Ρόδου και άλλων νησιών– Οι Ιωαννίτες πειρατές στις ελληνικές θάλασσες (14ος-18ος αι.)Ένα από τα πολλά ιπποτικά
τάγματα που ιδρύθηκαν κατά τον Μεσαίωνα, ήταν το Τάγμα των Ιωαννιτών. Οι Ιωαννίτες, ήταν επίσης γνωστοί ως Οσπιτάλιοι ή Ιππότες της Μάλτας ή Ιππότες της Ρόδου.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον, παρουσιάζει το γεγονός ότι οι Ιωαννίτες είχαν στην κατοχή τους τη Ρόδο και πολλά ακόμα από τα Δωδεκάνησα, για περισσότερα από 200 χρόνια ενώ οι Ιωαννίτες, όχι μόνο ήταν οι πρώτοι Χριστιανοί πειρατές στις ελληνικές θάλασσες, αλλά η δράση τους σε αυτές κράτησε γα εκατοντάδες χρόνια!




Οι Ιωαννίτες ιππότες





Οι Ιωαννίτες ήταν ένα θρησκευτικό-στρατιωτικό (ιπποτικό) τάγμα, το οποίο ιδρύθηκε από Λατίνους σταυροφόρους στην Ιερουσαλήμ το 1022.




Μερικοί έμποροι από το Αμάλφι της Ιταλίας, ίδρυσαν στην Ιερουσαλήμ ξενώνες και νοσοκομεία για την περίθαλψη Χριστιανών προσκυνητών που επισκέπτονταν τους Αγίους Τόπους, τα οποία διηύθυναν Βενεδικτίνοι μοναχοί.


Το 1099, ο επικεφαλής τους Γεράρδος, αποφάσισε μετά από συνεννοήσεις και επιχορήγηση του Γοδεφρείδου της Μπουγιόν, την αναδιοργάνωση τους και την αντικατάσταση των Βενεδικτίνων μοναχών από άλλα μέλη.






Το ανανεωμένο τάγμα ονομάστηκε «Οσπιτάλιοι (ξενοδόχοι) του Αγίου Ιωάννου» (από τον προστάτη τους Άγιο Ιωάννη τον Βαπτιστή) και λειτουργούσαν με βάση το καταστατικό που εγκρίθηκε και επικυρώθηκε από τον πάπα Πασχάλη Β’. Η αρχική μορφή του τάγματος, εξελίχθηκε σταδιακά με βάση τα πρότυπα των άλλων ιπποτικών ταγμάτων.




Ο διάδοχος του Γεράρδου στη διοίκηση του τάγματος, ο Ραϊμόνδος, οργάνωσε στρατιωτικό σώμα για την προστασία των προσκυνητών στους δρόμους της Παλαιστίνης.


Οι Ιωαννίτες, πρόσφεραν επίσης τις υπηρεσίες τους για την υπεράσπιση της λατινικής ηγεμονίας της Ιερουσαλήμ.




Μετά την εισβολή του Σαλαντίν στην Παλαιστίνη και την πτώση της Ιερουσαλήμ (1187), το τάγμα εγκαταστάθηκε στον Άγιο Ιωάννη της Άκρας, στη συνέχεια στην Κύπρο (1291) και τελικά στη Ρόδο (1309) την οποία αγόρασαν από τον Γενουάτη ναύαρχο Βινιόλο.




Μέσα σε ελάχιστα χρόνια, οι Ιωαννίτες κατέλαβαν την Κω, την Κάλυμνο, τη Λέρο, τη Σύμη, την Τήλο, τη Χάλκη και τη Νίσυρο, ενώ λίγο αργότερα κατέλαβαν το Καστελόριζο και το φρούριο του Αγίου Πέτρου, στην απέναντι μικρασιατική ακτή, κοντά στην αρχαία Αλικαρνασσό.








Οι Ιωαννίτες ιππότες στη Ρόδο




Το «νησί των Ιπποτών, όπως είναι γνωστή η Ρόδος λόγω της παρουσίας των Ιωαννιτών, στα 210 και πλέον χρόνια που έμεινε υπό την κατοχή τους, γνώρισε αξιόλογη εμπορική δραστηριότητα και οικονομική ακμή.




Η κίνηση στο λιμάνι της πολλαπλασιάστηκε, στην πόλη της Ρόδου χτίστηκαν μεγαλοπρεπή οικοδομήματα (Ανάκτορο του Μεγάλου Μαγίστρου, κτίριο Γερουσίας, κτίρια της Οδού των Ιπποτών κ.ά.). Για την αντιμετώπιση της διαρκώς εντεινόμενης τουρκικής απειλής, οι Ιωαννίτες έφεραν στη Ρώμη τους καλύτερους τεχνικούς της εποχής (τον Βενετό Μπαζίλιο ντάλα Σκουόλα, τον Σικελό Ματέο Τζοένι και τους Φλωρεντίνους Τζερόλαμο Μπαρτολούτσι και Ταντίνο Μαρτινέγκο) για να βελτιώσουν τα οχυρωματικά έργα.





Αρχικά, υπήρχαν αντιδράσεις από τους Ροδίτες στην κυριαρχία των Ιωαννιτών στο νησί, για θρησκευτικούς κυρίως λόγους. Οι Ιωαννίτες επέβαλαν Λατίνο αρχιεπίσκοπο στο νησί, ενώ ο Λατίνος αρχιεπίσκοπος Ρόδου Ανδρέας Χρυσοβέργης πήρε μέρος στη Σύνοδο Φεράρας – Φλωρεντίας (1438-1439).




Στην ίδια Σύνοδο, παραβρέθηκε και ο Ορθόδοξος μητροπολίτης του νησιού Ναθαναήλ, ο οποίος και υπέγραψε τα πρακτικά της. Σύμφωνα μ’ αυτά, οι Έλληνες της Ρόδου και των άλλων νησιών, είχαν το δικαίωμα να ακολουθούν τις δικές τους θρησκευτικές παραδόσεις και να εκλέγουν τον θρησκευτικό τους ηγέτη, ο οποίος όμως ορκιζόταν πίστη στον πάπα και τον μέγα μάγιστρο του τάγματος.




Μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης (1453), η τουρκική απειλή άρχισε να γίνεται εντονότερη. Το 1480 ο Μωάμεθ Β’ (ο επονομαζόμενος Πορθητής), με 100.000 άνδρες και 160 πλοία, που είχαν επικεφαλής τον εξωμότη Μεσίχ πασά Παλαιολόγο, πολιόρκησε τη Ρόδο για δύο περίπου μήνες (23 Μαΐου-17 Αυγούστου). Το νησί, υπεράσπιζαν 8.500 άνδρες: 600 ιππότες, 1.500 μισθοφόροι και οι υπόλοιποι, απλοί πολίτες που δεν ήθελαν η Ρόδος να υποδουλωθεί στους Οθωμανούς.





Χάρη στην εμπνευσμένη τακτική του μέγα μάγιστρου Πιέρ ντ’ Ομπισόν, οι Τούρκοι έπαθαν πανωλεθρία, έχοντας περίπου 9.000 νεκρούς και 15.000 τραυματίες, ενώ από την άλλη πλευρά οι Ιωαννίτες έχασαν περίπου 300 άνδρες. Ο Ταγίπ Ερντογάν, αναφέρεται συχνά στον Μωάμεθ Β’ και την άλωση της Κων/πολης, δεν κάνει όμως, το ίδιο και με το βατερλό του στη Ρόδο 27 χρόνια αργότερα.




Το 1481, ισχυρότατη σεισμική δόνηση, 7,2 Ρίχτερ κατά τον Βασίλειο Παπαζάχο, προκάλεσε τεράστιες καταστροφές και ερήμωση στην πόλη της Ρόδου, ενώ το 1498-1499, ο λοιμός που «χτύπησε» το νησί και περιγράφεται στο «Θανατικόν της Ρόδου» του Εμμανουήλ Γεωργηλά (ή Λιμενίτη), στοίχισε τη ζωή σε χιλιάδες κατοίκους του.




Από τα γεγονότα αυτά, υπήρχε πληθυσμιακή συρρίκνωση και γενικότερη αποδυνάμωση της άμυνας του νησιού, ενώ κατά το ίδιο χρονικό διάστημα, ο οθωμανικός στρατός επί Σουλεϊμάν Α’, είχε ισχυροποιηθεί σημαντικά.




Ο σουλτάνος με πανίσχυρο στρατό πολιόρκησε το νησί αλλά και πάλι αντιμετώπισε σθεναρή άμυνα από τους Ιωαννίτες και τους κατοίκους του νησιού (Ιούλιος 1522). Ο Σουλεϊμάν (ο Μεγαλοπρεπής), είχε στη διάθεσή του τουλάχιστον 100.000 άνδρες, ενώ οι δυνάμεις των πολιορκημένων ήταν 600 ιππότες και 4.500 στρατιώτες.




Στις 22 Δεκεμβρίου 1522, ο μέγας μάγιστρος του νησιού Φιλίπ Βιλιέ ντε λ’ – Ιλ Αντάμ, υπέγραψε συνθήκη με τους Οθωμανούς, με ευνοϊκούς για τους Ιωαννίτες και τους κατοίκους όρους. Την 1η Ιανουαρίου 1523, οι Ιωαννίτες ιππότες και 4.000 κάτοικοι της Ρόδου, εγκατέλειψαν ελεύθερα και με τιμές το νησί.




Κάποιες παλαιότερες απόψεις ότι η Ρόδος έπεσε μετά από προδοσία ενός ιππότη, δεν φαίνεται ότι ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα. Ο στόλος των ιπποτών, έπλευσε αρχικά προς τη Μεσσήνη της Σικελίας και στους Ιωαννίτες δόθηκε ως προσωρινή κατοικία το Βιτέρμπο (επαρχία και πόλη της σημερινής Ιταλίας στην περιφέρεια του Λατίου).




Τελικά, μετά από πολλές διαπραγματεύσεις, παραχωρήθηκαν στους Ιωαννίτες από τον Πάπα και τον βασιλιά της Ισπανίας Κάρολο Κουίντο (που ήταν και βασιλιάς της Σικελίας), η Μάλτα και το λιμάνι της Τρίπολης, στη Β. Αφρική. Εκεί εγκαταστάθηκαν οι ιππότες το 1530.








Η πειρατική δράση των Ιωαννιτών στις ελληνικές θάλασσες




Μπορεί να φαίνεται παράδοξο, αλλά οι Ιωαννίτες ιππότες ήταν οι πρώτοι Δυτικοί που άσκησαν πειρατεία στις ελληνικές θάλασσες και μάλιστα αμέσως μετά την εγκατάστασή τους στη Ρόδο.

Μόνο αυτοί και τα μέλη του Τάγματος του Αγίου Στεφάνου, απ’ όλους τους δυτικούς πειρατές, είχαν πλαισιώσει τη δράση τους με ιδεολογικό υπόβαθρο, αφού διακήρυτταν και αποτελούσαν, τουλάχιστον αντίβαρο στη μουσουλμανική πειρατεία και την οθωμανική επεκτατικότητα.




Κύριος στόχος τους ήταν οι μουσουλμάνοι. Σπάνια στρέφονταν εναντίον των Ελλήνων και σχεδόν ποτέ κατά των Δυτικών και ιδιαίτερα των Βενετών. Μετά το 1530 όμως, η στάση τους άλλαξε και στρέφονταν πλέον τόσο εναντίον των Ελλήνων όσο και κατά των Δυτικών ομοθρήσκων τους (τα μέλη του Τάγματος των Ιωαννιτών ήταν κυρίως Ισπανοί και Γάλλοι).




Μετά τις αρχές του 17ου αιώνα, τα μέλη του Τάγματος, εκμεταλλευόμενα ένα διάταγμα το οποίο τους επέτρεπε να αποστρατευθούν μετά από πενταετή θητεία σ’ αυτό, εγκατέλειπαν τους Ιωαννίτες και προσέφεραν τις υπηρεσίες τους ως κουρσάροι στους ηγεμόνες της Δ. Ευρώπης.





Τα λάφυρα από τα ρεσάλτα τους όμως, δεν τα κρατούσαν για εκείνους αλλά τα έδιναν στο Τάγμα. Και παρόλο ότι τα μεγάλα πλοία τους σπάνια ξεπερνούσαν τα δέκα, έχοντας πολλά μικρά και ευέλικτα σκάφη και διατηρώντας εξαιρετικές σχέσεις με τους ηγεμόνες της Δυτικής Ευρώπης, η πειρατική τους δράση στις ελληνικές θάλασσες διήρκεσε τέσσερις αιώνες.




Ήδη από το 1329, οι Ιωαννίτες έκαναν πειρατικές επιδρομές στα μικρασιατικά παράλια και παρενοχλούσαν τα μουσουλμανικά πλοία που έπλεαν στο Αιγαίο.




Η πρώτη φορά που εκφράστηκαν ανοιχτά υπόνοιες (από τον M. Sanudo της Νάξου), ότι το Τάγμα συνεργαζόταν με δυτικούς πειρατές, ήταν όταν ο Καταλανός Nicolas Sampier που υπήρξε φόβος και τρόμος για το Αιγαίο τη δεκαετία του 1410, συνεργαζόταν με τους Ιωαννίτες.




Από το 1454 ως το 1469 ο στόλος του Τάγματος επικεντρώθηκε σε πειρατικές επιδρομές στα μικρασιατικά παράλια και στην πρόκληση προβλημάτων στη διεξαγωγή του εμπορίου των Οθωμανών. Το 1468, εκφράστηκαν υπόνοιες ότι ο Μαλτέζος πειρατής Michele, συνεργαζόταν με τους Ιωαννίτες.




Το 1472, ο στόλος των Ιωαννιτών συνεργάστηκε με τον στόλο της Βενετίας και του Βασιλιά της Νεάπολης. Καταλήφθηκαν προσωρινά και λεηλατήθηκαν η Αττάλεια και η Σμύρνη. Ως αντίποινα στις επιθέσεις αυτές, ο Μωάμεθ εκστράτευσε, όπως είδαμε, εναντίον της Ρόδου το 1480 χωρίς όμως επιτυχία.




Ο Γενουάτης P. Mego, ήταν ο πρώτος πειρατής που συνεργάστηκε επίσημα με τους Ιωαννίτες (1482).

Το 1499, το Τάγμα συνεργάστηκε με τους πειρατές Piero Corso και Afran, ενώ το 1500 πλοία των Ιωαννιτών επιτέθηκαν στα Παλάτια της Μικράς Ασίας, ορμητήριο Οθωμανών πειρατών και αιχμαλώτισαν δύο φούστες (μακρόστενα πλοία με πανιά και κουπιά) και μια τουρκική παλαντάρια, ένα μεταγωγικό πλοίο, φορτωμένη με καρπούς.





Το φθινόπωρο του 1506, ο στόλος των ιπποτών περικύκλωσε εφτά φούστες των μαμελούκων που ήθελαν να λεηλατήσουν την Κω. Κατέλαβαν και τα επτά πλοιάρια, ενώ πούλησαν τα πληρώματά τους για σκλάβους και απελευθέρωσαν τους Χριστιανούς αιχμαλώτους.




Το σημαντικότερο κατόρθωμα των ιπποτών, ήταν η κατάληψη το 1507 ανατολικά της Κρήτης, της Mogarbina. Επρόκειτο για μια καράκα των μαμελούκων. Είχε εφτά πατώματα και εκατό κανόνια. Μετέφερε εμπορεύματα αμύθητης αξίας και πολλούς εμπόρους που αιχμαλωτίστηκαν.




O Soudan της Αιγύπτου για να τους απελευθερώσει πρόσφερε μεγάλα ανταλλάγματα στους Ιωαννίτες.

Το 1509, ο Βάσκος Joan Rois έκανε πειρατικές επιδρομές από την Αμμόχωστο για λογαριασμό των Ιωαννιτών. Φαίνεται ότι η συνεργασία τους προυπήρχε, καθώς ήταν εγκατεστημένος στη Ρόδο, τουλάχιστον 30 χρόνια.




Το 1510, αναφέρονται και οι πρώτοι Έλληνες πειρατές που δρούσαν για λογαριασμό των Ιωαννιτών. Ήταν ο Τρωιλός, ο Νικολός Σαντορίνης ή Σαντοριναίος και ο Νικολός από τη Μήλο (Nicolo da Milo).

Ο Τρωιλός, είχε αξιοσημείωτη δράση και τα επόμενα χρόνια, καθώς αναφέρεται ότι πουλούσε τα λάφυρα από τα ρεσάλτα του στις Βόρειες Σποράδες (1517). Μεταξύ 1510 και 1520, η δράση των Ιωαννιτών και των συνεργατών τους πειρατών, ήταν εντονότατη. Αναφέρουμε μόνο ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα.




Τον Νοέμβριο του 1518, τέσσερα τουρκικά πλοία κινούνταν στην Κρήτη. Είχαν ξεκινήσει από την Αλεξάνδρεια και κατευθύνονταν προς την Κωνσταντινούπολη. Μετέφεραν τον γραμματέα του σουλτάνου, που συνόδευε δώρα προς τον σουλτάνο, αμύθητους θησαυρούς και εφτά πολύ πλούσιους Μαυριτανούς εμπόρους που πήγαιναν στην Κωνσταντινούπολη. Όλοι τους, ανάμεσά τους και ο περίφημος Ναδρακάς, μετέφεραν μεγάλο μέρος της περιουσίας τους. Τα πλοία είχαν συνολικά 800 επιβάτες, Τούρκους, Μαυριτανούς και άλλους Αφρικανούς και πολλά εμπορεύματα.




Τα πλοία δέχτηκαν επίθεση τριών πειρατικών, δύο γαλλικών κι ενός των Ιωαννιτών. Η μάχη κράτησε μια μέρα. Οι πειρατές βούλιαξαν το μεγαλύτερο πλοίο. Διακόσιοι επιβάτες πνίγηκαν και πολλά εμπορεύματα χάθηκαν. Τα άλλα τρία κατέφυγαν στο λιμάνι του Παλαιοκάστρου. Το ένα κάηκε και οι επιβάτες των άλλων δύο, διέφυγαν στην ξηρά με τη βοήθεια των Βενετών (που κατείχαν τότε την Κρήτη). Στη Σητεία, οι ναυαγοί πούλησαν σκλάβους και δανείστηκαν χρήματα από τοκογλύφους.




Ήταν ξανά άτυχοι όμως, καθώς η κρητική νάβα (τρίστηλο ιστιοφόρο πλοίο) που μετέφερε τους Μαυριτανούς και τους Τούρκους ναυαγούς στην Πελοπόννησο, δέχτηκε επίθεση από δύο πειρατικά γαλιόνια των ιπποτών κοντά στη Μήλο. Η νάβα βυθίστηκε και 120 επιβάτες της οδηγήθηκαν στη Ρόδο όπου πουλήθηκαν σαν σκλάβοι. Τον Ιανουάριο του 1519, τρεις φούστες των Ιωαννιτών, επιτέθηκαν στην ακολουθία του σουλτάνου που είχε μεταβεί στην Καβάλα για κυνήγι. Ο σουλτάνος τελικά, ανασύνταξε τις δυνάμεις του και συνέλαβε τους πειρατές.




Μετά τη φυγή τους από τη Ρόδο και την εγκατάστασή τους στη Μάλτα, οι Ιωαννίτες επιδόθηκαν με ακόμα μεγαλύτερη ζέση στην πειρατεία. Παράλληλα, έχουμε τις πρώτες αναφορές για δραστηριότητα (επώνυμων) μελών του Τάγματος. Πρώτος Ιωαννίτης ιππότης που ασκούσε, επίσημα, πειρατεία, ήταν ο H. Di Mendoza, που με ένα μπριγκαντίνι αρματωμένο, ενέδρευε στον Κάβο-Μαλιά.




Τον Ιούλιο του 1531, οι καλόγεροι στις Στροφάδες, ανέφεραν ότι συναντήθηκαν εκεί τρεις φούστες των Ιωαννιτών. Σύντομα κατέφθασαν στα νησιά αυτά (νότια της Ζακύνθου), έξι πλοία Ελλήνων πειρατών κι ένα κάποιου δυτικού, άγνωστης εθνικότητας πειρατή.





Τα πλοία αυτά, κατευθύνθηκαν προς τη Μεθώνη, με σκοπό να την καταλάβουν. Ένα γαλιόνι του στολίσκου στις 3 Σεπτεμβρίου μπήκε στο λιμάνι της Μεθώνης. Οι εκατό ένοπλοι που βρίσκονταν σ’ αυτό αποβιβάστηκαν στην ξηρά και κατέλαβαν το καστέλι του μόλου, ενώ ειδοποίησαν τους υπόλοιπους να επιτεθούν. Αν και κατέλαβαν τη γύρω περιοχή δεν μπόρεσαν να κυριεύσουν το κυρίως φρούριο. Αφού λεηλάτησαν κι έκαψαν τα πάντα γύρω από το φρούριο και άρπαξαν 1.500 αιχμαλώτους, κατευθύνθηκαν προς τη Σαπιέντζα κι έπειτα προς την Πύλο.




Αρχηγός της όλης επιχείρησης, ήταν ο Ιωαννίτης ιππότης Fra Bernardo Salviati, ανιψιός του Πάπα.

Τον επόμενο χρόνο, Ιωαννίτες ιππότες βοήθησαν τον συνασπισμένο στόλο που διοικούσε ο Andrea Doria vα καταλάβει την Κορώνη.




Το 1544, μικρός στολίσκος με επικεφαλής έναν Ιωαννίτη ιππότη και τον Έλληνα πειρατή Ιωάννη Σταφιαλίζη, έφτασε στη, βενετοκρατούμενη τότε, Τήνο και προκάλεσαν μεγάλες καταστροφές στο νησί, αρπάζοντας δεκάδες γυναικόπαιδα και πολλά εμπορεύματα.




Η συνάντησή τους όμως στην Τένεδο με έξι σκάφη του Τούρκου Μπιλί Ρεΐς ήταν μοιραία. Ο Ιωαννίτης και ο Σταφιαλίζης, πιάστηκαν αιχμάλωτοι και οδηγήθηκαν στην Κων/πολη όπου αποκεφαλίστηκαν.

Το 1560, αναφέρεται για πρώτη φορά η πειρατική δραστηριότητα δύο ακόμα Ιωαννιτών. Των Saint Aubin και Mathurin d’ Aulx de Lescont Romegas.




Ο Romegas, ήταν πραγματικός… θρύλος των Ιωαννιτών. Είχε προξενήσει πολλές ζημιές στους πειρατές της Μπαρμπαριάς, ενώ δραστηριοποιήθηκε και στον Νείλο.




Ως την πολιορκία της Μάλτας από τους Τούρκους (1565), δρούσε κυρίως στις ελληνικές θάλασσες, μαζί με τον ιππότη Pietro Giou.




Μετά το 1565, οι Ιωαννίτες άρχισαν να στρέφονται συστηματικότερα εναντίον των Ελλήνων. Πήραν μέρος στη ναυμαχία της Ναυπάκτου (1571), ενώ αναφέρονται οι ιππότες Bertancourt και Semur, ο ισπανικής καταγωγής Brochiero de Anaya, ο Bandino και ο Γάλλος D’ Anmale, που δρούσαν από το 1573 ως το 1585 σε διάφορα νησιά του Αιγαίου και του Ιονίου.




Το 1588, ο Οθωμανός Χασάν αγάς επιχείρησε συγκροτώντας στόλο από 45 γαλέρες, να τερματίσει τη δράση των Ιωαννιτών πειρατών. Το μόνο που κατάφερε ήταν να… συλλάβει ένα (1) γαλιόνι του Τάγματος κοντά στη Χίο! Η αποτυχία των Τούρκων, οφειλόταν στο ότι το Αιγαίο ήταν γεμάτο εκείνη την εποχή από πλοία των ιπποτών. Ακόμα και ο Μέγας Μάγιστρος Loubeux de Verdala, είχε εξοπλίσει μια ιδιόκτητη γαλέρα την οποία είχε στείλει να κάνει πειρατικές επιδρομές στην ανατολική Μεσόγειο!




Το 1589, αναφέρεται ότι ο Κερκυραίος Ιωάννης Βρελής, μέλος του Τάγματος, είχε αναλάβει τον ρόλο του συντονιστή-οργανωτή των πειρατικών επιδρομών των Ιωαννιτών, στις θαλάσσιες περιοχές που ελέγχονταν από τους Βενετούς.




Το 1603, άρχισε η… συνεργασία του Τάγματος με τον περίφημο Ισπανό πειρατή Alonzo de Contreras, ο οποίος με δύο πλοία των Ιωαννιτών, στην κυριολεξία ρήμαξε τις ελληνικές θάλασσες. Έφτασε μάλιστα ως την Αλεξανδρέτα, πραγματοποιώντας επιδρομές και λεηλασίες σε ξηρά και θάλασσα.




Από τις αρχές του 17ου αιώνα, πολλοί Ιωαννίτες ιππότες ή πρώην ιππότες, είχαν αρχίσει να προσφέρουν με το αζημίωτο τις υπηρεσίες τους σε διάφορους Ευρωπαίους ηγεμόνες ή να δρουν εντελώς ανεξάρτητα αν και εξακολουθούσαν να υψώνουν στα πλοία τους τη σημαία των Ιωαννιτών. Αυτοί που έδρασαν στις ελληνικές θάλασσες, τον 17ο αιώνα, είναι πάρα πολλοί.

Αναφέρουμε μόνο τον Gabriel d’ Abos de Temerincourt. Τον Μάιο του 1668, μαζί με τον ιππότη de Verrue, βρισκόταν στο λιμάνι της Ίου. Είχαν μεταφέρει δύο από τα τέσσερα πλοία τους στη στεριά για επισκευές, ενώ από τα άλλα δύο είχαν αφαιρέσει τον μισό εξοπλισμό για συντήρηση. Ο Καπουδάν πασάς (αρχιναύαρχος) Μουσταφά (ή Καπλάν), τους αντιλήφθηκε κι έσπευσε με τα 52 πλοία του στην Ίο για να τους συλλάβει.




Δεν κατάφερε όμως ούτε να πλησιάσει το λιμάνι, αφού ο Temerincourt, με τα δύο μισο-οπλισμένα πλοία του, άρχισε να κανονιοβολεί τον οθωμανικό στόλο. Οι Τούρκοι όμως, αποβίβασαν σώμα από 3.000 γενίτσαρους κοντά στην ακτή και άρχισαν την επίθεση. Αποκρούστηκαν όμως από τον De Verrue. Τελικά, ταπεινωμένος ο Καπουδάν πασάς, έχοντας χάσει 500 άνδρες και τρία πλοία, έφυγε για την Κίμωλο. Όμως ο Temerincourt, η «Μάστιγα των Θαλασσών», έπεσε το 1672, στα χέρια Μπαρμπαρέζων πειρατών. Στάλθηκε στην Κωνσταντινούπολη και τελικά στην Αδριανούπολη όπου και αποκεφαλίστηκε το 1673.




Αναφέρουμε τέλος, τον ιππότη Δανιήλ που εμφανίστηκε στο Αιγαίο το 1672. Είχε άριστες σχέσεις με τους καθολικούς ιερείς των νησιών των Κυκλάδων. Το 1675, συγκρούστηκε με πειρατές της Μπαρμπαριάς, έξω από τη νησίδα Δεσποτικό, κοντά στην Τήλο. Έπεσε τελικά στα χέρια των Μπαρμπαρέζων πειρατών, στους οποίους τον παρέδωσαν οι κάτοικοι της Τήλου. Οι ιππότες Honorat, Orange κι ο πειρατής Crevilliers, για να πάρουν εκδίκηση, ερήμωσαν το Δεσποτικό και λεηλάτησαν την Τήλο.




Για λόγους εκδίκησης, ήρθε το 1676 στην Ελλάδα και ο ιππότης Μικρός Δανιήλ, γιος του Δανιήλ. Επιτέθηκε με τους άνδρες του στην Νάξο. Οι ντόπιοι όμως τους συνέλαβαν. Τελικά, μετά από παρέμβαση του Crevilliers τους απελευθέρωσαν. Όμως, ο Μικρός Δανιήλ, με τη βοήθεια του Έλληνα πειρατή Μιχελή Μανιάτη και του Crevilliers λεηλάτησαν τα παράλια του νησιού και κατέστρεψαν το χωριό Σαγκρί.




Η τελευταία αναφορά για Ιωαννίτη ιππότη, που ασκούσε πειρατεία σε ελληνικά νερά, ανάγεται στα 1706 και αφορά τον ιππότη Saint Pierre. Κάπου εκεί κλείνει, ο «επίσημος» κατάλογος των Ιωαννιτών πειρατών, που αποτέλεσαν, ειδικά μετά το 1530 μάστιγα για τα ελληνικά νησιά. Το Τάγμα υπάρχει έως σήμερα, έχει περίπου 8.000 μέλη και περιορίζεται σε φιλανθρωπική δράση.




Πηγές: ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ ΚΡΑΝΤΟΝΕΛΛΗ, «ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΠΕΙΡΑΤΕΙΑΣ», «ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΟΝ ΤΗΣ ΕΣΤΙΑΣ ΝΙΚΟΣ ΚΑΝΑΚΑΡΗΣ,

«ΠΕΙΡΑΤΕΣ ΣΤΙΣ ΕΛΛΗΝΙΚΕΣ ΘΑΛΑΣΣΕΣ», Εκδόσεις ΑΓΝΩΣΤΟ, ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 2005.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Αρχειοθήκη ιστολογίου