Εργοδοτικές πρακτικές ενίσχυσης της ανασφάλειας των εργαζομένων, ως επακόλουθο των σύγχρονων οικονομικών και κοινωνικών εξελίξεων ….
Της
Μαρίας Ν. Φράγκου, Δικηγόρου – Εργατολόγου
*
Μειώσεις μισθών, μετατροπή συμβάσεων πλήρους απασχόλησης σε μερικής απασχόλησης (ή εκ περιτροπής εργασία) με αντίστοιχη μείωση των αποδοχών, καθυστέρηση ή ακόμη και μη καταβολή δεδουλευμένων είναι οι πιο συνηθισμένες πρακτικές τις οποίες υιοθετούν πλέον αρκετοί εργοδότες ενόψει της οικονομικής κρίσης, σε μια
προσπάθεια να μειώσουν το κόστος εργασίας και να αποφύγουν ενδεχομένως το επικείμενο «λουκέτο». Απέναντι στις εργοδοτικές αυτές πρακτικές, οι εργαζόμενοι καλούνται με τα όπλα προστασίας που τους παρέχει η εργατική νομοθεσία, να διασφαλίσουν τα κεκτημένα δικαιώματά τους που τίθενται όσο ποτέ άλλοτε σήμερα υπό έντονη αμφισβήτηση. Με την ανάλυση των πρακτικών αυτών, που κερδίζουν ολοένα και περισσότερο έδαφος καθημερινά, θα ασχοληθούμε στο παρόν άρθρο.- Μειώσεις μισθών: Αρχικά πρέπει να επισημανθεί ότι οι μειώσεις που αφορούν τα κατώτατα όρια μισθών και ημερομισθίων των εργαζομένων που αμείβονται με την ΕΓΣΣΕ της 15ης.07.2010 έχουν άμεση, αλλά όχι υποχρεωτική εφαρμογή για τον εργοδότη. Δηλαδή, ο εργοδότης δύναται να προβεί μονομερώς στις εν λόγω μειώσεις αποδοχών, οποτεδήποτε μετά την 14η.02.2012 χωρίς την σύμφωνη γνώμη των εργαζομένων. Κάθε άλλη μείωση στις αποδοχές των εργαζομένων, την οποία επιχειρεί μονομερώς ο εργοδότης χωρίς να έχει σχετικό δικαίωμα προβλεπόμενο από τον νόμο, την συλλογική σύμβαση εργασίας (ΣΣΕ), τον κανονισμό εργασίας ή την ατομική σύμβαση εργασίας και χωρίς την συναίνεση του εργαζόμενου είναι παράνομη και συνιστά μονομερή βλαπτική μεταβολή. Μονομερής θεωρείται η μεταβολή η οποία λαμβάνει χώρα κατ’ αθέτηση της σύμβασης, χωρίς ο εργοδότης να έχει σχετικό δικαίωμα και βλαπτική εφόσον προκαλεί στον εργαζόμενο υλική ή/και ηθική βλάβη. Στην περίπτωση αυτή, ο εργαζόμενος δύναται α) είτε να αποδεχθεί τη μεταβολή, οπότε συνάπτεται νέα σύμβαση τροποποιητική της αρχικής, η οποία είναι έγκυρη, εφόσον δεν αντίκειται σε απαγορευτική διάταξη του νόμου ή στα χρηστά ήθη, β) είτε να θεωρήσει την πράξη αυτή του εργοδότη καταγγελία, εκ μέρους του, της σύμβασης εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου και να απαιτήσει την καταβολή της αποζημίωσης, που προβλέπεται από τον ν. 2112/1920, γ) είτε να εμμείνει στην τήρηση των συμβατικών όρων, προσφέροντας τις υπηρεσίες του σύμφωνα με τους προ της μεταβολής όρους, οπότε εάν ο εργοδότης δεν αποδεχθεί αυτήν καθίσταται υπερήμερος περί την αποδοχή της εργασίας και οφείλει μισθούς υπερημερίας, δ) είτε να συνεχίσει να εργάζεται προσωρινά με τους νέους όρους εργασίας, επιφυλασσόμενος ρητώς για τα δικαιώματά του από την σύμβαση - τα οποία οφείλει να ασκήσει σε εύλογο χρονικό διάστημα προσφεύγοντας στην δικαιοσύνη -.
Συνεχίζεται
(σε επόμενο άρθρο) ….
*Στοιχεία
επικοινωνίας:
Δικηγορικό
γραφείο επί της
Λ. Μαραθώνος, 13
153
51 Παλλήνη,
Τηλ.
210.60.32.870 Κιν. 693 74 31 775
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου