Κυριακή 31 Μαρτίου 2019

O βασιλιάς Αλέξανδρος (1893- 1920) και το μοιραίο δάγκωμα ενός πιθήκου

- Ο μπον βιβέρ που έγινε βασιλιάς- Οι σχέσεις του με τον Ελευθέριο Βενιζέλο
- Τα πολιτικά και στρατιωτικά γεγονότα κατά τη βασιλεία του
- Η σχέση του και ο γάμος του με την Ασπασία Μάνου
- Το δάγκωμα του πιθήκου στο Τατόι, ο θάνατος του Αλέξανδρου και οι τραγικές εξελίξεις.
Μία από τις πιο ενδιαφέρουσες περιόδους της νεότερης ελληνικής ιστορίας είναι τα χρόνια της βασιλείας του Αλέξανδρου Α’ (1917- 1920). Πρόκειται για τρία χρόνια γεμάτα από σημαντικά γεγονότα, ανακατατάξεις, πολεμικές επιτυχίες του ελληνικού στρατού, την υπογραφή της Συνθήκης των Σεβρών κ.α. Η βασιλεία του Αλέξανδρου, συνδεδεμένη άρρηκτα με την πρωθυπουργία του Ελευθέριου Βενιζέλου, ξεκίνησε με επιφυλακτική έως εχθρική διάθεση του νεαρού μονάρχη για τον Κρητικό πολιτικό, που μετατράπηκε σταδιακά σε θαυμασμό και αρμονική συνεργασία.

Το μοιραίο δάγκωμα ενός πιθήκου στο Τατόι οδήγησε τελικά στον θάνατο του Αλέξανδρου (Οκτώβριος 1920). Ακολούθησαν οι εκλογές του Νοεμβρίου 1920, που οδήγησαν στην πανωλεθρία της βενιζελικής παράταξης, η επάνοδος του Κωνσταντίνου μετά από δημοψήφισμα και τελικά η μικρασιατική καταστροφή. Με τα χρόνια της βασιλείας του Αλέξανδρου θα ασχοληθούμε στο σημερινό μας άρθρο. Τα γεγονότα στα χρόνια αυτά βέβαια είναι αδύνατο να τα περιγράψουμε με λεπτομέρειες, καθώς θα χρειαζόταν μια σειρά από άρθρα.
Ποιος ήταν ο Αλέξανδρος;
Ο Αλέξανδρος ήταν δευτερότοκος γιος του βασιλιά Κωνσταντίνου Α’ και της βασίλισσας Σοφίας. Σπούδασε στη Σχολή Ευελπίδων και στη διάρκεια του Β’ Βαλκανικού Πολέμου (1913) υπηρέτησε με τον βαθμό του Ανθυπολοχαγού ως διαγγελέας του πατέρα του.

Ο Αλέξανδρος δεν ήταν φτιαγμένος για στρατιωτική ζωή. Λάτρης των αυτοκινήτων και της ταχύτητας, των διασκεδάσεων και των γυναικών, στις οποίες άλλωστε και λόγω της εμφάνισης αλλά και φυσικά της βασιλικής καταγωγής του είχε μεγάλες επιτυχίες. Πολύ δε περισσότερο, δεν είχε σκεφθεί ότι κάποια μέρα θα γινόταν βασιλιάς της Ελλάδας, καθώς μετά τον πατέρα του, που βρισκόταν τότε στον θρόνο, είχε σειρά ως διάδοχος ο πρωτότοκος αδελφός του Γεώργιος.

Σε μία από τις δεξιώσεις στις οποίες παρευρέθηκε ο Αλέξανδρος συνάντησε την Ασπασία Μάνου, μια γοητευτική νεαρή κοπέλα. Η Ασπασία είχε γεννηθεί το 1896. Ήταν κόρη του στρατιωτικού Πέτρου Μάνου, ο οποίος είχε διακριθεί και στον μακεδονικό αγώνα με το ψευδώνυμο καπετάν Βέργος και της Μαρίας Αργυροπούλου. Δεν ήταν όμως γαλαζοαίματη και αυτό ήταν ένα πρόβλημα για τη σχέση των δύο νέων. Για να θολώσει τα νερά ο Αλέξανδρος στις εκδρομές του με την Ασπασία έπαιρνε μαζί του και την αδελφή του Ελένη.

Ασπασία Μάνου
Πώς όμως αυτός ο νεαρός, μάλλον ανέμελος, μπον βιβέρ έγινε ξαφνικά βασιλιάς της Ελλάδας;

Τα γεγονότα από το 1915 ως το 1917

Ήδη από το 1915 είχε ξεκινήσει ο εθνικός διχασμός. Ο ελληνικός λαός χωρίστηκε σε βενιζελικούς και αντιβενιζελικούς και η Ελλάδα σε δύο επικράτειες.

Ο Βενιζέλος, καθώς δεν έγινε δεκτή η πρότασή του για την αποστολή ελληνικών δυνάμεων στα Δαρδανέλια στο πλευρό της Αντάντ, παραιτήθηκε (Ιανουάριος 1915). Η κυβέρνηση μειοψηφίας υπό τον Δ. Γούναρη δεν έμεινε για πολύ καιρό στην εξουσία.

Στις 31 Μαΐου 1915 έγιναν εκλογές, στις οποίες ο Βενιζέλος πέτυχε θριαμβευτική νίκη. Ο Κωνσταντίνος καθυστέρησε να τον ορκίσει. Η κυβέρνηση αποφάσισε την έξοδο της χώρας μας στον πόλεμο στο πλευρό της Αντάντ αλλά και πάλι ο βασιλιάς διαφώνησε. Όμως η επιστράτευση στη Βουλγαρία, που αποφάσισε να εισέλθει στον πόλεμο στο πλευρό των Κεντρικών Αυτοκρατοριών, υποχρέωσε τον Κωνσταντίνο να συμφωνήσει σε επιστράτευση χωρίς όμως να λάβει και απόφαση συμμετοχής στον πόλεμο. Τον Κωνσταντίνο επηρέαζε η σύζυγός του Σοφία, που ήταν αδελφή του αυτοκράτορα της Γερμανίας Γουλιέλμου και βέβαιη για τη νίκη των Κεντρικών Αυτοκρατοριών (Αυστροουγγαρία και Γερμανία).

Τον Οκτώβριο του 1915 αγγλικά και γαλλικά στρατεύματα έκαναν απόβαση στη Θεσσαλονίκη θέλοντας να εξασφαλίσουν την ενίσχυση και τον ανεφοδιασμό της Σερβίας, ενώ βουλγαρικά και γερμανικά στρατεύματα κατέλαβαν την Καβάλα. Εκεί ένα ολόκληρο σώμα στρατού υπό τον Συνταγματάρχη Χατζόπουλο παραδόθηκε και μεταφέρθηκε στη Γερμανία, στην πόλη Gorlitz ,ως το τέλος του πολέμου. Αυτό το γεγονός σε συνδυασμό με τις συνθήκες που είχαν δημιουργηθεί ,ώθησαν τον Βενιζέλο σε δραστικές ενέργειες την ώρα που ο Κωνσταντίνος προσανατολιζόταν σε συνταγματική εκτροπή για να ανατρέψει τον Κρητικό πολιτικό.

Η οριστική ρήξη επήλθε στις 21 Σεπτεμβρίου 1915 όταν ο Βενιζέλος ζήτησε ανοιχτά τη συμμετοχή της χώρας μας στον πόλεμο στο πλευρό της Αντάντ. Ο βασιλιάς όμως δεν το δέχτηκε αναγκάζοντάς τον σε παραίτηση. Τότε σχηματίστηκε κυβέρνηση συνασπισμού υπό τον Αλέξανδρο Ζαΐμη, που ήταν όμως βραχύβια.

Η νέα κυβέρνηση που σχηματίστηκε, είχε πρωθυπουργό τον Στέφανο Σκουλούδη που λειτουργούσε ως εντολοδόχος του βασιλιά.

Προκηρύχθηκαν νέες εκλογές, στις οποίες αρνήθηκε να συμμετάσχει ο Βενιζέλος .Πρωθυπουργός ανέλαβε ο Σπυρίδων Λάμπρος, στη διάρκεια της κυβέρνησης του οποίου ο εθνικός διχασμός οξύνθηκε ακόμα περισσότερο.

Ο Βενιζέλος σχημάτισε προσωρινή κυβέρνηση στη Θεσσαλονίκη με την υποστήριξη των Συμμάχων και στις 23 Νοεμβρίου 1916 κήρυξε τον πόλεμο κατά των Κεντρικών Αυτοκρατοριών. Στις 24 Μαΐου 1917, η κυβέρνηση Λάμπρου παραιτήθηκε και ανέλαβε νέα, υπό την προεδρία του Αλέξανδρου Ζαΐμη που διατήρησε και το Υπουργείο Εξωτερικών.

Παράλληλα, έφτασε στην Αθήνα ο ύπατος αρμοστής των Συμμάχων Jonnart, που προχώρησε στην κατάληψη του Ισθμού της Κορίνθου το πρωί της 29ης Μαΐου. Την ίδια μέρα, επέδωσε τελεσίγραφο στον Ζαΐμη με το οποίο ζητούσε την άμεση παραίτηση του Κωνσταντίνου. Ταυτόχρονα συμμαχικό άγημα αποβιβάστηκε στον Πειραιά χωρίς επεισόδια. Ο Ζαΐμης συνειδητοποίησε την σοβαρότητα της κατάστασης και πρότεινε στον Κωνσταντίνο να παραιτηθεί υπέρ του δευτερότοκου γιου του Αλέξανδρου, καθώς ούτε ο πρωτότοκος γιος του Γεώργιος, είχε την έγκριση των Συμμάχων. Μετά από τη συμβουλή του Ζαΐμη, ο Κωνσταντίνος αποφάσισε να αποσυρθεί από τον θρόνο, χωρίς να παραιτηθεί τυπικά, ορίζοντας τον Αλέξανδρο διάδοχό του. Η βασιλική οικογένεια αναχώρησε για την Ιταλία και από εκεί για την Ελβετία, όπου έφτασε στις 2 Ιουνίου 1917.

Ο Αλέξανδρος στον θρόνο

Ο βασιλιάς, πλέον, Αλέξανδρος ορκίστηκε την επόμενη της αναχώρησης του πατέρα του, στις 30 Μαΐου 1917.

Στο διάγγελμα που απηύθυνε προς τον ελληνικό λαό, εκφραζόταν με μεγάλο σεβασμό για τον πατέρα του, εμφανιζόταν ως τοποτηρητής του θρόνου και δεν έκανε καμία νύξη για συμμετοχή στον πόλεμο στο πλευρό της Entente.

Αυτή η παράλειψη θορύβησε τους Συμμάχους και έτσι ο Αλέξανδρος απέστειλε διευκρινιστική επιστολή στον Α. Ζαΐμη που δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως στις 7 Ιουνίου, όπου μεταξύ των άλλων, ανέφερε:

«… πεποιθώς επί τας αγαθάς προθέσεις των Δυνάμεων θα συνεργαθώ ειλικρινώς μετ΄ αυτών προς κατευνασμόν των πνευμάτων και επίτευξιν της συμφιλιώσεως του Έθνους».

Στις 4 Ιουνίου, καταρτίστηκαν δύο κατάλογοι από 30 πρόσωπα ο καθένας, που χαρακτηρίζονταν ως γερμανόφιλοι. Οι 30 του πρώτου καταλόγου (Δ. Γούναρης, Β. Δούσμανης, Ι. Μεταξάς, Κ. Έσλιν, Σ. Μερκούρης, Ι. Δραγούμης, Γ. Μερκούρης κ.ά.), εξορίστηκαν στην Κορσική ενώ όσοι περιλαμβάνονταν στον δεύτερο κατάλογο (Σ. Λάμπρος, Σ. Σκουλούδης, πρώην υπουργοί κλπ.), τέθηκαν υπό επιτήρηση. Στις 11 Ιουνίου παραιτήθηκε η κυβέρνηση Ζαΐμη και η εντολή σχηματισμού νέας, δόθηκε στον Βενιζέλο. Η νέα κυβέρνηση, ανέλαβε καθήκοντα στις 13 Ιουνίου 1917. Πρωθυπουργός και Υπουργός Στρατιωτικών, ήταν ο Ε. Βενιζέλος, ενώ υπουργεία ανέλαβαν οι Ε. Ρέπουλης (ίσως ο κορυφαίος ρήτορας που έχει μιλήσει ποτέ από το Βήμα της Βουλής), Ν. Πολίτης, Π. Κουντουριώτης, Α. Μιχαλακόπουλος, Ι. Τσιριμώκος κ.ά.

Στις 15 Ιουνίου 1917, κηρύχθηκε ο πόλεμος στις Κεντρικές δυνάμεις.

Οι σχέσεις του Αλέξανδρου με τον Βενιζέλο, ήταν αρχικά, τουλάχιστον, προβληματικές.

Η πρώτη τους κατ’ ίδιαν συνάντηση, έγινε στις 19 Ιουνίου.

Αναφέρει χαρακτηριστικά ο Αλέξανδρος:

«Ήρθε κρύος, τυπικός. Καθώς δεν του’ δωσα κατά την ορκωμοσία το χέρι, φάνηκε σαν (να) μην το περίμενε ούτε σήμερα. Χαιρετηθήκαμε με το κεφάλι. Όταν του είπα ότι είμαι έτοιμος να τον ακούσω, άρχισε να μιλάει με κακία: «Θα κάμετε τούτο, θα κάμετε το άλλο ή δε θα κάμετε αυτό, δε θα κάμετε εκείνο». Δοκίμασα να συζητήσω μερικές απόψεις του, μα με διέκοψε: «Εγώ θα κανονίζω τα πάντα Μεγαλειότατε Σεις είσθε ανεύθυνος». Και στη συνέχεια:

«Ύστερα ο Βενιζέλος πλησίασε το κάθισμα του κοντύτερα και μου έδωσε μάθημα για τον αγγλικό κοινοβουλευτισμό και την συνταγματική βασιλεία. Με μεταχειρίσθηκε σαν μαθητούδι. Πίσω από τα γυαλιά, τα μάτια του έδειχναν έχθρητα: Τι να κάμω; Αυτός έχει την δύναμη, εγώ δεν έχω τίποτα».

Οι σχέσεις των δύο ανδρών, συνέχισαν να είναι τεταμένες. Σε μία από τις επόμενες συναντήσεις τους, ο Αλέξανδρος διαμαρτυρήθηκε για τις διώξεις των πολιτικών αντιπάλων του Βενιζέλου ο οποίος απάντησε:

- «Αυτοί δεν είναι πολιτικοί, είναι εγκληματίες».

- «Κι αν (ακόμη) ήταν, δεν πρέπει να κατεβαίνετε στο επίπεδό τους γιατί έτσι δεν θα τελειώσουμε ποτέ», απάντησε ο Αλέξανδρος.

Ο Βενιζέλος εντυπωσιάστηκε από αυτή την απάντηση και έγινε ηπιότερος:

- «Μικροπολιτεύομαι κι εγώ, Μεγαλειότατε, γιατί στην Ελλάδα είναι αδύνατον να μην καταντήσει κανείς μικροπολιτικός.Οι αντίπαλοί μου με αναγκάζουν να χαμηλώνομαι… Εγώ δημιουργώ θα κάμω την Ελλάδα μεγάλη. Θυσίες ατομικές και αίματα δεν παίζουν ρόλο μπροστά σε μία εθνική ανάγκη… Σεις που είσθε νέος, Μεγαλειότατε, πρέπει να με βοηθήσετε. Αν δω ότι κάνετε το καθήκον σας, θα σας υποστηρίξει σε ότι θελήσετε. Ειδ’ άλλως…».

Ο προσωπικός φίλος και βιογραφικός του Αλεξάνδρου Χ. Ζαλοκώστας, προσθέτει: «Δεν τελείωσε την φράση του, μα ήταν φανερό πως εννοούσε ότι θα τον στείλει κι αυτόν (τον Αλέξανδρο) στην Ελβετία. Είναι έτοιμος να το κάμει. Δεν αμφιβάλλει καθόλου γι’ αυτό ο Αλέξανδρος».

Τα γεγονότα κατά τη βασιλεία του Αλέξανδρου

Στα τρία και πλέον χρόνια που έμεινε στον θρόνο ο Αλέξανδρος, συνέβησαν πολλά και σημαντικά γεγονότα.

Είναι αδύνατο, όπως αναφέραμε, να γράψουμε διεξοδικά γι’ αυτά. Π.χ. η εκστρατεία στην Ουκρανία, θα μας απασχολήσει σε μελλοντικό άρθρο.

Ας δούμε τώρα με συντομία τα σπουδαιότερα γεγονότα στο διάστημα 1917-1920.

Η συμμετοχή της Ελλάδας στο πλευρό των Συμμάχων, ενίσχυσε σημαντικά την Αντάντ στα Βαλκάνια. Οι πρώτες αντεπιθέσεις με τη συμμετοχή Ελλήνων, Αγγλογάλλων και Σέρβων, που είχαν ανασυγκροτηθεί στο ελληνικό έδαφος, σημειώθηκαν το φθινόπωρο του 1917. Τον Μάιο του 1918, ο ελληνικός Στρατός νίκησε της Βούλγαρους στη μάχη του Σκρα, επιφέροντας σημαντικό πλήγμα και στο ηθικό τους.

Στις 15 Σεπτεμβρίου 1918, ξεκίνησε η μεγάλη συμμαχική επίθεση στο μακεδονικό μέτωπο και οι επιτυχίες διαδέχονταν η μία την άλλη.

Τα σερβικά στρατεύματα, με τη βοήθεια των Συμμάχων άρχισαν να ανακαταλαμβάνουν τα εδάφη τους, ενώ στις 18 Σεπτεμβρίου η επίθεση ελληνικών και αγγλικών δυνάμεων διέσπασε το ανατολικό γερμανοβουλγαρικό μέτωπο προς τον Στρυμόνα. Η Βουλγαρία για να αποφύγει κατάληψη δικών της εδαφών, συνθηκολόγησε στις 29 Σεπτεμβρίου. Οι επιτυχίες των δυνάμεων της Αντάντ, με την πολύτιμη ελληνική συνδρομή, ήταν η αρχή του τέλος για τις Κεντρικές Αυτοκρατορίες. Η Οθωμανική Αυτοκρατορία ακολούθησε τη Βουλγαρία και συνθηκολόγησε.

Στις αρχές του 1919, η ελληνική κυβέρνηση για να αποσπάσει μεγαλύτερα οφέλη από τις μεταπολεμικές ρυθμίσεις, κήρυξε τον πόλεμο στην επαναστατημένη Ρωσία και έστειλε, στα πλαίσια της εκστρατείας της Ουκρανίας, εκστρατευτικό σώμα κατά των μπολσεβίκων.

Το Α’ Σώμα Στρατού, υπό τον Υποστράτηγο Κωνσταντίνο Νίδερ, ενώθηκε με συμμαχικές δυνάμεις και προωθήθηκε στο ουκρανικό μέτωπο. Τα αποτελέσματα, είναι γνωστά. Οι Σύμμαχοι, ηττήθηκαν και η νεοσύστατη Σοβιετική Ρωσία, υπέγραψε συνθήκη φιλίας με την Τουρκία, τήρησε αρνητική στάση απέναντι στις ελληνικές διεκδικήσεις στη Μικρά Ασία, συνεργάστηκε και βοήθησε τον Κεμάλ, ενώ οι Σύμμαχοι στην προσπάθειά τους να αποσπάσουν τον Κεμάλ από την επιρροή της Ρωσίας, άλλαξαν στάση απέναντί του.

Η Γερμανία ηττήθηκε και ο ελληνικός Στρατός κατέλαβε τη Δυτική και την Ανατολική Θράκη (1920) καθώς και τη Σμύρνη στη Μικρά Ασία, που της είχε εκχωρηθεί από το 1919. Με τη Συνθήκη των Σεβρών (28 Ιουλίου 1920), η Θράκη ενσωματωνόταν στην Ελλάδα ενώ η Σμύρνη θα βρισκόταν υπό ελληνική κατοχή για πέντε χρόνια: Στη συνέχεια, με δημοψήφισμα θα καθοριζόταν οριστικά το μέλλον της.

Ο Βενιζέλος με τη Συνθήκη των Σεβρών πέτυχε τους εθνικούς στόχους και υλοποίησε τα όνειρα εκατοντάδων ετών. Η Ελλάδα, ήταν πλέον η χώρα «των πέντε θαλασσών και των δύο ηπείρων».

Δυστυχώς και πάλι το σαράκι του εθνικού διχασμού, άρχισε να κατατρώει το οικοδόμημα της «Μεγάλης Ελλάδας».

Ο Βενιζέλος, δύο μέρες μετά την υπογραφή της Συνθήκης των Σεβρών, έπεσε θύμα δολοφονικής επίθεσης στον σιδηροδρομικό σταθμό της Λιόν, από δύο απότακτους βασιλόφρονες αξιωματικούς: τον Υποπλοίαρχο Απόστολο Τσερέπη και τον Υπολοχαγό Γεώργιο Κυριάκη που πυροβόλησαν εννιά φορές εναντίον του.


Ο Βενιζέλος τραυματίστηκε, ευτυχώς ελαφρά στο χέρι και τον ώμο. Οι δύο δράστες συνελήφθησαν, δικάστηκαν από γαλλικό δικαστήριο, όμως μετά από εισήγηση του Βενιζέλου, αθωώθηκαν.

Η είδηση όμως της απόπειρας δολοφονίας του Βενιζέλου, προκάλεσε βίαια επεισόδια στην Αθήνα. Ξυλοκοπήθηκαν πολίτες, καταστράφηκαν γραφεία αντιπολιτευόμενων εφημερίδων και λεηλατήθηκαν σπίτια. Παρακρατικοί με επικεφαλής τον Παύλο Γύπαρη, δολοφόνησαν εν ψυχρώ στους Αμπελόκηπους στις 31 Ιουλίου 1920, τον Ίωνα Δραγούμη, αντίπαλο του Βενιζέλου.

Ο νοσηλευόμενος, ακόμα στο Παρίσι Βενιζέλος, καταδίκασε το γεγονός και έστειλε συλλυπητήριο τηλεγράφημα στον πατέρα του Ίωνα, Στέφανο Δραγούμη, επίσης πολιτικό του αντίπαλο. Η κατάσταση όμως άρχισε να γίνεται ανεξέλεγκτη και η χώρα βυθίστηκε στην εσωτερική και πολιτική κρίση. Ο Βενιζέλος προκήρυξε εκλογές για τις 25 Οκτωβρίου 1920, όντας βέβαιος ότι θα τις κερδίσει μετά, ιδιαίτερα, τις πολεμικές επιτυχίες και τη Συνθήκη των Σεβρών.

Αλέξανδρος και Ασπασία – Το μοιραίο δάγκωμα του πιθήκου

Σταδιακά, οι σχέσεις Αλέξανδρου και Βενιζέλου άρχισαν να βελτιώνονται καθώς ο νεαρός βασιλιάς άρχισε να θαυμάζει τον Βενιζέλο. Τον Νοέμβριο του 1919, ο Αλέξανδρος τέλεσε μυστικό μοργανατικό γάμο με την αγαπημένη του Ασπασία. Μοργανατικός ονομάζεται ο γάμος ανάμεσα σε άνδρα μέλος βασιλικής οικογένειας με γυναίκα που ανήκει σε χαμηλότερη τάξη ευγενών ή κατώτερη κοινωνικά τάξη. Καρπός του γάμου αυτού ήταν η πριγκίπισσα Αλεξάνδρα.

Ο γάμος παρέμεινε μυστικός παρέμεινε μυστικός ως τον Μάιο του 1920, οπότε τον ανακοίνωσε ο ίδιος ο βασιλιάς. Όμως τα πράγματα έλαβαν απροσδόκητη τροπή.

Στις 17 Σεπτεμβρίου 1920, στη διάρκεια ενός περιπάτου του στο Τατόι, ο Αλέξανδρος επισκέφθηκε τον αγρονόμο-οινοποιό του κτήματος, του Βαυαρό Στουρμ. Μαζί του είχε και το λυκόσκυλό του Φριτς, που «αρπάχτηκε» με ένα πίθηκο που ήταν δεμένος στο σπίτι του Στουρμ.

Ο αρσενικός «σύντροφος» του πιθήκου, ο Μόρις, επιτέθηκε στον Αλέξανδρο που προσπάθησε να χωρίσει τα ζώα και τον δάγκωσε στη γάμπα και το χέρι.

Αρχικά, θεωρήθηκε ότι το τραύμα ήταν επιπόλαιο.

Σύντομα ο Αλέξανδρος παρουσίασε υψηλό πυρετό. Κλήθηκαν οι καλύτεροι Έλληνες γιατροί στο Τατόι αλλά και ο παγκοσμίου φήμης Γάλλος γιατρός Βιντάλ, από τον ίδιο του Βενιζέλο. Ο Αλέξανδρος είχε υποστεί σηψαιμία εξαιτίας της μόλυνσης και κατέληξε στις 12 Οκτωβρίου 1920, προκαλώντας θλίψη στο πανελλήνιο, όπου είχε αρχίσει να γίνεται να ιδιαίτερα αγαπητός.

Φυσικά, ακούστηκαν και γράφτηκαν πολλά.

Ο γιατρός Κορύλλος κατηγόρησε τους συναδέλφους του για εσφαλμένη θεραπευτική αγωγή. Μια μερίδα του αντιπολιτευόμενου Τύπου κατηγόρησε ευθέως του Βενιζέλο για δολοφονία του Αλέξανδρου!

Η «Νέα Ημέρα» της 11ης Οκτωβρίου 1920, έγραφε:

«Δολοφονική απόπειρα εκ προμελέτης εναντίον του Βασιλέως Αλεξάνδρου. Κατηγορηματική δήλωσις του Βιντάλ προς τον εν Ρώμη ανταποκριτήν μας. Η νόσος προήλθε εκ πιθήκου εμβολιασθέντος δια λύσσης».

Η βαριά αυτή κατηγορία δεν αποδείχθηκε ποτέ.

Λίγα λεπτά μετά τον θάνατο του Αλέξανδρου ο οδηγός του Μήτσος (όπως τον αποκαλούσε και ο ίδιος) Φουγάλας αυτοκτόνησε… Ο οινοποιός Στουρμ που θεώρησε τον εαυτό του υπεύθυνο για το δάγκωμα του πιθήκου έπεσε σε κατάθλιψη και πέθανε μετά από λίγες μέρες. Η κυβέρνηση έδωσε άδεια μόνο στη γιαγιά του Αλέξανδρου, Όλγα να έρθει στην Ελλάδα.

Αυτή καθυστέρηση όμως στο Μπρίντιζι λόγω κακοκαιρίας και δεν τον πρόλαβε ζωντανό.
Η συνέχεια είναι γνωστή. Ο Βενιζέλος ηττήθηκε στις εκλογές που ακολούθησαν, ο Κωνσταντίνος επανήλθε στον θρόνο και η μικρασιατική καταστροφή ολοκλήρωσε τη δραματική αυτή περίοδο. Με τα «αν», δεν γράφεται ιστορία. Ίσως όμως, αν ο πίθηκος δεν δάγκωνε τον Αλέξανδρο, η μοίρα της Ελλάδας θα ήταν διαφορετική. ..

Πηγές: ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΕΘΝΟΥΣ, τ. ΙΕ, ΕΚΔΟΤΙΚΗ ΑΘΗΝΩΝ
Δρ Ι. Σ. Παπαφλωράτος, «Η Ιστορία του Ελληνικού Στρατού (1833-1949)», ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΣΑΚΚΟΥΛΑ 2014.

Ευχαριστούμε θερμά του Δρα Ι. Παπαφλωράτο, που μας έδωσε την άδεια να χρησιμοποιήσουμε στοιχεία από το έργο του.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Αρχειοθήκη ιστολογίου