Όλες οι εκδηλώσεις θα μεταδοθούν διαδικτυακά.Το Ευρωπαϊκό Κέντρο Πυρηνικών Ερευνών (CERN) γιορτάζει τα 60 χρόνια από την ίδρυσή του, με μια σειρά από εκδηλώσεις που περιλαμβάνουν συμπόσια, θεατρικά έργα, κινηματογραφικές προβολές, συναυλίες κ.α., τόσο στις εγκαταστάσεις του, όσο και στις χώρες-μέλη του. Όλες οι εκδηλώσεις θα μεταδίδονται διαδικτυακά και θα μπορεί ο καθένας να τις παρακολουθήσει από τον υπολογιστή του.
Ως επίσημη ημερομηνία γέννησης του CERN θεωρείται η 29η Σεπτεμβρίου 1954, όταν η συνθήκη σύστασής του υπογράφηκε από τα 12 πρώτα ιδρυτικά μέλη του, μεταξύ των οποίων βρισκόταν και η Ελλάδα.
Το CERN δημιουργήθηκε λίγα χρόνια μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο και αποτέλεσε μία πρωτοβουλία για να αποκατασταθεί το ρήγμα που είχε διχάσει την Ευρώπη. Μεταξύ των επιστημόνων και από τις δύο πλευρές του Ατλαντικού που είχαν την φιλόδοξη ιδέα στο τέλος της δεκαετίας του ’40, βρίσκονταν κορυφαίοι φυσικοί και νομπελίστες όπως ο Νιλς Μπορ και ο Λουί ντε Μπρολί. Η αρχή είχε ήδη γίνει τον Ιούλιο 1946, όταν -μετά από πρόσκληση της Φυσικής Εταιρείας του Λονδίνου- φυσικοί από πολλές χώρες (αλλά από καμία σοσιαλιστική) συναντήθηκαν στο ιστορικό επιστημονικό εργαστήριο Κάβεντις του Πανεπιστημίου Κέμπριτζ για τη «Διεθνή Συνδιάσκεψη για τα Θεμελιώδη Σωματίδια και τις Χαμηλές Θερμοκρασίες».
Εξ αρχής το CERN θεωρήθηκε η ιδανική ευκαιρία για να δημιουργηθεί ένα διεθνές επιστημονικό εργαστήριο θεμελιώδους έρευνας στη φυσική, το οποίο θα έφερνε ξανά κοντά μέσω της επιστημονικής συνεργασίας τις χώρες που πριν λίγα μόλις χρόνια ήταν εμπόλεμες μεταξύ τους. Το Βέλγιο, η Γαλλία, η Δανία, η δυτική Γερμανία, η Ιταλία, η Βρετανία, η Ολλανδία, η Νορβηγία, η Σουηδία, η Ελβετία, η Γιουγκοσλαβία και η Ελλάδα αποτέλεσαν τον αρχικό πυρήνα.
Σήμερα πια το CERN έχει 21 χώρες - μέλη και περίπου άλλες 40 που συμμετέχουν ως παρατηρητές ή συνεργαζόμενες στο ερευνητικό πρόγραμμά του (ΗΠΑ, Ιαπωνία, Ινδία κ.α.). Πάνω από 10.000 άνθρωποι από όλο τον κόσμο, προερχόμενοι από σχεδόν 100 χώρες, εργάζονται ή επισκέπτονται τακτικά το CERN, το οποίο αποτελεί πλέον ένα από τα πιο διεθνιστικά περιβάλλοντα εργασίας στη Γη.
Μεταξύ των κατά καιρούς ανακαλύψεων στο CERN, μπορούν να αναφερθούν η ανακάλυψη των μποζονίων W και Ζ το 1983, η δημιουργία του Παγκόσμιου Ιστού (Worldwide Web) από τον ερευνητή του Τιμ Μπέρνερς Λι το 1989, η επιβεβαίωση του Καθιερωμένου Προτύπου της Σωματιδιακής Φυσικής χάρη στις έρευνες στον προηγούμενο μικρότερο επιταχυντή (LEP) και, το 2012, η ανακάλυψη του μποζονίου του Χιγκς από τον νέο πολύ μεγαλύτερο επιταχυντή αδρονίων (LHC), που έχει μήκος 27 χιλιομέτρων και βρίσκεται κάτω από τα γαλλοελβετικά σύνορα, κοντά στη Γενεύη.
Τον Φεβρουάριο του 2013 ο επιταχυντής έκλεισε για προγραμματισμένη και εκτεταμένη τεχνική συντήρηση και αναβάθμιση, κόστους 124 εκατ. ευρώ. Οι επιστήμονες και μηχανικοί του CERN έχουν αρχίσει σιγά - σιγά, από φέτος το καλοκαίρι, να δοκιμάζουν ξανά το τεράστιο μηχάνημα, το οποίο θα τεθεί σε πλήρη λειτουργία εντός του 2015, φθάνοντας πλέον στο μέγιστο δυνατό επίπεδο ενέργειας κατά τις συγκρούσεις υποατομικών σωματιδίων μεταξύ τους (στα 13 Tev από 7 Tev προτού κλείσει).
Ως επίσημη ημερομηνία γέννησης του CERN θεωρείται η 29η Σεπτεμβρίου 1954, όταν η συνθήκη σύστασής του υπογράφηκε από τα 12 πρώτα ιδρυτικά μέλη του, μεταξύ των οποίων βρισκόταν και η Ελλάδα.
Το CERN δημιουργήθηκε λίγα χρόνια μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο και αποτέλεσε μία πρωτοβουλία για να αποκατασταθεί το ρήγμα που είχε διχάσει την Ευρώπη. Μεταξύ των επιστημόνων και από τις δύο πλευρές του Ατλαντικού που είχαν την φιλόδοξη ιδέα στο τέλος της δεκαετίας του ’40, βρίσκονταν κορυφαίοι φυσικοί και νομπελίστες όπως ο Νιλς Μπορ και ο Λουί ντε Μπρολί. Η αρχή είχε ήδη γίνει τον Ιούλιο 1946, όταν -μετά από πρόσκληση της Φυσικής Εταιρείας του Λονδίνου- φυσικοί από πολλές χώρες (αλλά από καμία σοσιαλιστική) συναντήθηκαν στο ιστορικό επιστημονικό εργαστήριο Κάβεντις του Πανεπιστημίου Κέμπριτζ για τη «Διεθνή Συνδιάσκεψη για τα Θεμελιώδη Σωματίδια και τις Χαμηλές Θερμοκρασίες».
Εξ αρχής το CERN θεωρήθηκε η ιδανική ευκαιρία για να δημιουργηθεί ένα διεθνές επιστημονικό εργαστήριο θεμελιώδους έρευνας στη φυσική, το οποίο θα έφερνε ξανά κοντά μέσω της επιστημονικής συνεργασίας τις χώρες που πριν λίγα μόλις χρόνια ήταν εμπόλεμες μεταξύ τους. Το Βέλγιο, η Γαλλία, η Δανία, η δυτική Γερμανία, η Ιταλία, η Βρετανία, η Ολλανδία, η Νορβηγία, η Σουηδία, η Ελβετία, η Γιουγκοσλαβία και η Ελλάδα αποτέλεσαν τον αρχικό πυρήνα.
Σήμερα πια το CERN έχει 21 χώρες - μέλη και περίπου άλλες 40 που συμμετέχουν ως παρατηρητές ή συνεργαζόμενες στο ερευνητικό πρόγραμμά του (ΗΠΑ, Ιαπωνία, Ινδία κ.α.). Πάνω από 10.000 άνθρωποι από όλο τον κόσμο, προερχόμενοι από σχεδόν 100 χώρες, εργάζονται ή επισκέπτονται τακτικά το CERN, το οποίο αποτελεί πλέον ένα από τα πιο διεθνιστικά περιβάλλοντα εργασίας στη Γη.
Μεταξύ των κατά καιρούς ανακαλύψεων στο CERN, μπορούν να αναφερθούν η ανακάλυψη των μποζονίων W και Ζ το 1983, η δημιουργία του Παγκόσμιου Ιστού (Worldwide Web) από τον ερευνητή του Τιμ Μπέρνερς Λι το 1989, η επιβεβαίωση του Καθιερωμένου Προτύπου της Σωματιδιακής Φυσικής χάρη στις έρευνες στον προηγούμενο μικρότερο επιταχυντή (LEP) και, το 2012, η ανακάλυψη του μποζονίου του Χιγκς από τον νέο πολύ μεγαλύτερο επιταχυντή αδρονίων (LHC), που έχει μήκος 27 χιλιομέτρων και βρίσκεται κάτω από τα γαλλοελβετικά σύνορα, κοντά στη Γενεύη.
Τον Φεβρουάριο του 2013 ο επιταχυντής έκλεισε για προγραμματισμένη και εκτεταμένη τεχνική συντήρηση και αναβάθμιση, κόστους 124 εκατ. ευρώ. Οι επιστήμονες και μηχανικοί του CERN έχουν αρχίσει σιγά - σιγά, από φέτος το καλοκαίρι, να δοκιμάζουν ξανά το τεράστιο μηχάνημα, το οποίο θα τεθεί σε πλήρη λειτουργία εντός του 2015, φθάνοντας πλέον στο μέγιστο δυνατό επίπεδο ενέργειας κατά τις συγκρούσεις υποατομικών σωματιδίων μεταξύ τους (στα 13 Tev από 7 Tev προτού κλείσει).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου