Ήταν το 1841 όταν στην καρδιά της νεαρής πρωτεύουσας των λίγων κατοίκων και των μόνιππων άνοιξε το κατάστημα που έμελε να κάνει πιο γλυκές τις συνήθειες των κατοίκων
της πόλης. Στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής αστικοποίησης που επιθυμούσε η υψηλή κοινωνία της εποχής, ο ιδρυτής ενός από τα παλαιότερα ονόματα ελληνικών προϊόντων, άρχισε να γράφει μια γλυκιά ιστορία που μετρά περισσότερα από 150 χρόνια.
της πόλης. Στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής αστικοποίησης που επιθυμούσε η υψηλή κοινωνία της εποχής, ο ιδρυτής ενός από τα παλαιότερα ονόματα ελληνικών προϊόντων, άρχισε να γράφει μια γλυκιά ιστορία που μετρά περισσότερα από 150 χρόνια.
Εκείνη την χρονιά, στο ισόγειο του κτιρίου των πολυσύχναστων οδών Βύσσης και Αιόλου, άνοιξε τις πόρτες του στο κοινό, το «Γλυκισματοποιείο» του Σπυρίδωνα Παυλίδη. Το ζαχαροπλαστείο αρχικά προσέφερε στο Αθηναϊκό κοινό «βακλαβά», «κομφέτα» και λουκούμια, ενώ εμπορευόταν και μέλι, φιστίκια εισαγόμενα, καθώς και κάποια οινοπνευματώδη ποτά. Το σύγχρονο για την εποχή ζαχαροπλαστείο μετατράπηκε σχεδόν αμέσως σε πνευματικό κέντρο στο οποίο σύχναζαν ακόμα και οι εκλεκτοί προσκεκλημένοι της χώρας.
Δέκα σχεδόν χρόνια αργότερα, στο ισόγειο του επιβλητικού Μεγάρου Παυλίδη, το οποίο κοσμεί μέχρι και σήμερα τη γωνία των πολυσύχναστων οδών, ο Σπυρίδων Παυλίδης εμφάνισε για πρώτη φορά την "τσοκολάτα", εμπλουτίζοντας τη γεύση των Αθηναίων με ένα διαφορετικό έδεσμα που από τότε μένει σταθερά πρώτο στις προτιμήσεις μικρών και μεγάλων.
Ένα ταξίδι στη σοκολάτα
Σε ηλικία 25 χρόνων το ανήσυχο πνεύμα του Σπυρίδωνα Παυλίδη τον έκανε να αφήσει τα στενά γεωγραφικά όρια της χώρας και να περιπλανηθεί στην Ευρώπη για δέκα περίπου χρόνια. Σ’ αυτά τα δέκα χρόνια της περιπλάνησής του, επισκέφτηκε πολλές πόλεις της γηραίας Ηπείρου, ανάμεσα τους το Παρίσι, την Βιέννη, το Λονδίνο και την Νάπολη. Μέσα στις νέες εμπειρίες που γεύτηκε ήταν κι αυτή της σοκολάτας. Έτσι κατά την επιστροφή του στην Ελλάδα, έχοντας προμηθευτεί έναν μύλο καφέ ο οποίος θα συνέβαλε ουσιαστικά στην δημιουργία αυτής της νέας απόλαυσης αποφασίζει να ασχοληθεί με την κατασκευή αυτού του ιδιαίτερου γλυκίσματος.
1852 : Η χρονιά της πρώτης γλυκιάς δημιουργίας
Παρόλο που η Ελλάδα της εποχής εκείνης αγνοεί πλήρως την ύπαρξη του κακάο, ο Σπυρίδων Παυλίδης καταφέρνει να το προμηθευτεί και να κατασκευάσει στο εργαστήριο του "Γλυκισματοποιείου", την πρώτη ελληνική σοκολάτα η οποία είχε τη μορφή ροφήματος. Ο πρωτόγονος μύλος που είχε προμηθευτεί από την Νάπολη κατά την διάρκεια του ταξιδιού του και ένας Πολωνός τεχνίτης που δούλευε στο εργαστήριο του ζαχαροπλαστείου φαίνεται πως συνέβαλαν καθοριστικά στην κατασκευή του πρώτου γλυκού ροφήματος. Η νέα γεύση κατέκτησε αμέσως την πρώτη θέση των προτιμήσεων του κοινού κι έτσι ο Σπυρίδων Παυλίδης προβαίνει σε ένα καθοριστικό επιχειρηματικό βήμα το οποίο θα είχε θεαματικά αποτελέσματα. Αποφασίζει να στείλει έναν από τους υπαλλήλους του Γλυκισματοποιείου στο Παρίσι, με σκοπό να μάθει και να μεταλαμπαδεύσει την τέχνη της σοκολάτας…
Όπως γράφει ο ίδιος σε επιστολή του που περιλαμβάνεται στο βιβλίο της Δήμητρας Πικραμένου Βάρφη – «Ο Σπυρίδων Παυλίδης και το Γλυκισματοποιείο»
«Πρώτος εκ των τεχνιτών του καταστήματός μου ότις μετέβη χάριν της τέχνης εις Παρισίους ήτο ο Γ. Νικήτας».
Με την επιστροφή του Γιώργου Νικήτα, στην Αθήνα το Γλυκισματοποιείο εφαρμόζοντας τις γνώσεις αυτές δημιουργεί την τσοκαλάτα. Στα χρόνια που ακολουθούν ο ιδιοκτήτης αγοράζει τον απαραίτητο εξοπλισμό από το Παρίσι, ένα χειροκίνητο μηχάνημα για την παρασκευή της.
Από εκεί κι έπειτα η σοκολάτα διατίθεται στο κατάστημα της Αιόλου το οποίο συγκεντρώνει όλο και περισσότερο κόσμο… Η πινακίδα του καταστήματος ανακοινώνει γεύσεις και τιμές στην διακεκριμένη πελατεία:
«Με βανίλιαν, η οκά 8 δρχ, Υγείας, η οκά 6 δρχ. Γεμιστή με πραλίνα, με πιστάκι, εις παστίλαις, κρυσταλλυμένους».
Η σοκολάτα έτσι όπως την ξέρουμε σήμερα κερδίζει και πάλι τους θαμώνες του ζαχαροπλαστείου χάρη στην ξεχωριστή γεύση της. Στην Πανελλήνια Έκθεση Γεωργικών και Βιομηχανικών Προϊόντων που θεσμοθέτησε τότε ο Ε. Ζάππας κερδίζει το χάλκινο βραβείο ενώ το 1859 εκτίθεται στα Ολύμπια με αριθμό εγγραφής 1035 : «Τσοκολάταν & άλλα έργα ζαχαροπλαστικής».
Ο δρόμος των διακρίσεων έχει ανοίξει. Η Σοκολάτα του Παυλίδη κερδίζει το πρώτο χρυσό μετάλλιο στην πρώτη παγκόσμια έκθεση σοκολάτας στο Παρίσι, το 1865. Τη διεθνή αυτή επιβράβευση θα ακολουθήσουν ακόμα 18. Τα μετάλλια αυτά από τους μεγαλύτερους διαγωνισμούς της εποχής που έγιναν στις σημαντικότερες πόλεις της Ευρώπης, στο σύνολο 19, κοσμούν μέχρι σήμερα την συσκευασία της αγαπημένης σοκολάτας.
Όταν η ζήτηση αυξάνει, η γραμμή παραγωγής επιβάλλεται να μεταφερθεί σε μεγαλύτερο χώρο. Έτσι το 1871 το Γλυκισματοποιείο ανανεώνεται και εισάγεται στην Ελλάδα από τον Σπυρίδωνα Παυλίδη το πρώτο ατμοκίνητο μηχάνημα παρασκευής σοκολάτας. Ένα τεχνολογικό θαύμα της εποχής, το οποίο θα αλλάξει όλη τη λογική της παρασκευής της και θα καθορίσει μια νέα εποχή στη βιομηχανία της χώρας. Πέντε χρόνια μετά η σοκαλατοποιία Παυλίδη μεταφέρεται στο νέο πλέον εργοστάσιο της οδού Πειραιώς, λίγα τετράγωνα πιο κάτω από το σπίτι που έμενε τότε η Δούκισσα της Πλακεντίας.
Γι' αυτή τη μεταφορά της γραμμής παραγωγής, ο απόγονος του Σπυρίδωνα Παυλίδη, Δημήτρης γράφει:
«Το γεγονός εθεωρήθη ως μέγα και ο αθηναϊκός λαός συνωστιζόταν σε ατέλειωτες ουρές μπροστά στο εργαστήριο για να θαυμάσει ή να... τρομάξει με την ατμομηχανή».
Το κτίριο του Εργοστασίου σοκολάτας ανακαινίζεται την δεκαετία του `20 αλλά κατά την διάρκεια της κατοχής που ακολουθεί επιτάσσεται από τον γερμανικό στρατό και μετατρέπεται σε μονάδα παραγωγής φαρμακευτικού υλικού.
Μετά την Κατοχή, το εργοστάσιο παραμένει κλειστό για ένα μικρό χρονικό διάστημα ενώ ανεγείρεται στη θέση του Γλυκισματοποιείου το σημερινό πολυώροφο μέγαρο της οδού Αιόλου. Από την Αιόλου η βιτρίνα με τα σοκολατάκια, τα μπισκότα τα γλυκά κι από την Βύσσης τα ψηλά σκαμπό με τον μαρμάρινο πάγκο δημιουργούσαν την ιδανική γωνιά για να πιεί κανείς τον καφέ του στο πολύβουο αθηναΐκό κέντρο. Οι ξύλινες βιτρίνες μοσχοβολούσαν βανίλια και σοκολάτα ενώ στο βάθος το μάτι του επσικέπτη χανόταν στην λαμπερή τοιχογραφία του Κλεόβουλου Κλώνη, ενός σπουδαίου ζωγράφου και σκηνογράφου της κρατικής σκηνής.
Τα επόμενα χρόνια οι πωλήσεις της εταιρείας επεκτείνονται , το ίδιο και η παραγωγή νέων προϊόντων πολλά από τα οποία εξάγονται σε διάφορες χώρες του εξωτερικού. Το εργοστάσιο της Πειραιώς μεγαώνει ενώ το Μέγαρο Παυλίδη στεγάζει έκτοτε τα κεντρικά γραφεία της εταιρείας. Στο ισόγειο το γλυκισματοποιείον συνεχίζει να λειτουργεί με την νέα πλέον επωνυμία.
Το 1986 ο Δημήτρης Παυλίδης πεθαίνει και δύο χρόνια αργότερα η γλυκιά βιομηχανία περνά στον ελβετικό όμιλο Jacobs Suchard ενώ το 1991 εξαγοράζεται από την Kraft.
Την επόμενη χρονιά, το Μέγαρο στο ισόγειο του οποίου ξεκίνησε η σοκολατένια ιστορία της Ελλάδος, πωλείται στον σημερινό ιδιοκτήτη του, την χρηματιστηριακή εταιρεία Ν. Χρυσοχοΐδης Α.Ε.Π.Ε.Υ.
«Όταν επισκεφτήκαμε για πρώτη φορά το κτίριο μετά την αγορά, βρήκαμε πολλά ενθύμια της σοκολατοποιΐας. Φόρμες εργατών με την επωνυμία, συσκευασίες και πολλά άλλα» αναφέρει στο newsbeast.gr ο κ. Γιώργος Χρυσοχοΐδης.
Έκτοτε το κτίριο φιλοξένησε τα κεντρικά γραφεία της Εγνατίας Τράπεζας, και στη συνέχεια στέγασε το κέντρο φιλοτελισμού των Ελληνικών Ταχυδρομείων. Σήμερα στέκει εκεί, περιμένοντας τον επόμενο ενοικιαστή του και το μόνο ενθύμιο του παρελθόντος είναι η διακοσμητική χρυσή τοιχογραφία, σφραγισμένη με το γούστο της δεκαετίας του '50. «Η περισυλλογή του κακάο», έργο του Κλεόβουλου Κλώνη, που κοσμεί το ισόγειο του Μεγάρου, αποτυπώνει με τον καλύτερο τρόπο τον δρόμο που ακολούθησε η οικογένεια Παυλίδη στο διάβα του οποίου γεννήθηκε από την μηχανή της Νάπολης η πρώτη ελληνική σοκολάτα.
Η ξεχωριστή τοιχογραφία
Η ιδιαίτερη τοιχογραφία με την χρυσή λάμψη κατασκευάστηκε το 1950 από τον ζωγράφο και σκηνογράφο της κρατικής σκηνής, Κλεόβουλο Κλώνη, ο οποίος διατηρούσε στενή σχέση με την οικογένεια και την εταιρεία Παυλίδη. Πολλές φορές έδινε ιδέες, έκανε μακέτες, έφτιαχνε κουτιά για σοκολατάκια. Δικό του είναι και το γνωστό κουτί με την βικτωριανή άμαξα, δική του και η πασίγνωστη γλυκιά «Τζοκόντα». Η σύνθεσή της έχει έντονη την ανάμνηση της Αρ Ντεκό. Η ιδέα της πυκνής βλάστησης, της ποικιλίας των φυτών και των πολλών πράσινων τόνων, προέρχεται ίσως από τις «βεντίρ», τις περίφημες ταπισερί που είχαν ως θέμα τις φυλλωσιές και σκοπό να μεταφέρουν την δροσιά του πράσινου στους εσωτερικούς χώρους του κτιρίου. Ανάμεσα στις πρασινάδες πρατηρεί κανείς παραδείσια πουλιά, φίδια και 4 ημίγυμνες νέγρες που ασχολούνται με τη συγκομιδή του καρπού του κακάο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου