Τρίτη 31 Αυγούστου 2021

Άκης Τσοχατζόπουλος: Ο άνθρωπος που «στοίχειωσε» το ΠΑΣΟΚ


Σε ηλικία 82 ετών έφυγε από τη ζωή το άλλοτε ηγετικό στέλεχος του Κινήματος - Από «πιο στενός» του Ανδρέα και 20 χρόνια πανίσχυρος υπουργός, στον μυθικό γάμο στο «Four Seasons», στη φυλακή και τον απόλυτο εξευτελισμό - Πώς ο Τσοχατζόπουλος μετά την ήττα του από τον Σημίτη αποστασιοποιήθηκε και μετατράπηκε σε «σοσιαλιστή της σαμπάνιας» Στην τελευταία στροφή του ζεϊμπέκικου η καρδιά του πρώην ηγετικού στελέχους και πανίσχυρου υπουργού των κυβερνήσεων του ΠΑΣΟΚ δεν ακολούθησε μέχρι τέλους τα εννέα όγδοα. Ο Ακης Τσοχατζόπουλος έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 82 ετών από ανακοπή, αφήνοντας πίσω τις σελίδες μιας πολυκύμαντης ζωής που τέλειωσε άδοξα για τον «πρίγκιπα» του Κινήματος.

Πιο ευφάνταστη και από κινηματογραφικό σενάριο, η πολιτική διαδρομή του άλλοτε κραταιού υπουργού του ΠΑΣΟΚ μοιάζει περισσότερο με σύγχρονο παραμύθι, στο οποίο ο λαϊκός ήρωας, παιδί μικροαστικής οικογένειας από τη Θεσσαλονίκη, μεταμορφώνεται μέσα στον πολιτικό του χώρο, κατακτώντας τον «τίτλο του μικρού ονόματος». Γίνεται γνωστός δηλαδή στο πανελλήνιο ως Ακης και μόνο, δίπλα στον Ανδρέα και τη Μελίνα. Οι τρεις τους άλλωστε συναντήθηκαν πολύ νωρίς και εκτός Ελλάδος για να αποτελέσουν τον ιδρυτικό πυρήνα του ΠΑΚ (Πανελλήνιο Απελευθερωτικό Κίνημα) Εξωτερικού στα χρόνια της χούντας, το οποίο εξελίχθηκε αργότερα στην πολιτική μήτρα του ΠΑΣΟΚ.

Με αέρα κοσμοπολίτη και γεννημένος στην Αθήνα, ο Ακης Τσοχατζόπουλος κατάφερε να εκφράσει από τα πρώτα χρόνια της δράσης του το «ελληνικό όνειρο» και κοντά σε αυτό -με περισσή άνεση- τον μέσο Θεσσαλονικιό, καθώς η οικογένειά του μετακόμισε στη συμπρωτεύουσα το 1940, όταν ο πρώην υπουργός ήταν μόλις ενός έτους. Με καταγωγή από την Κωνσταντινούπολη, ο πατέρας του Ακη αναγνώρισε στη «συμβασιλεύουσα» την ατμόσφαιρα της Πόλης, και έτσι μετέφερε τη βάση της οικογένειάς του στον ελληνικό Βορρά, ανοίγοντας ένα μικρό κατάστημα κοντά στην Αγορά Μοδιάνο. Αυτό υπήρξε και το ορμητήριο για τον πρώην υπουργό του ΠΑΣΟΚ, διαγράφοντας έκτοτε μια φρενήρη πορεία προς την κορυφή, η οποία ξεκίνησε λίγο μετά τα χρόνια της εφηβείας, στην οποία ο Ακης Τσοχατζόπουλος περνούσε ανέμελα τις μέρες του παίζοντας μπάσκετ στον ΠΑΟΚ. Γι’ αυτό και η αθλητική του παρουσία είναι ακόμη ζωντανή ως ανάμνηση ανάμεσα στα μέλη των συνδέσμων της ιστορικής ομάδας της Θεσσαλονίκης, καθώς ως βουλευτής πια της πόλης αργότερα αγόραζε ντουζίνες τα εισιτήρια και τα μοίραζε σε φίλους και γνωστούς για να δουν όλοι μαζί τον αγώνα.





«Ο Ανδρέας τον αγαπούσε και τον τιμούσε πάντα με τη φιλία του. Ο Ακης ήταν ο άνθρωπός του σε πολλές περιπτώσεις», λένε παλιά στελέχη του ΠΑΣΟΚ



Στα επόμενα χρόνια, φοιτητής όντας, ο Ακης Τσοχατζόπουλος ξεκινά έναν άλλο αγώνα, αυτή τη φορά εναντίον της χούντας. Εγκατεστημένος στο Μόναχο, όπου σπουδάζει στο Πολυτεχνείο πολιτικός μηχανικός και Μηχανικός Οικονομίας και Διοίκησης, συναντά το 1968 για πρώτη φορά τον Ανδρέα Παπανδρέου (ο οποίος κινείται τότε μεταξύ Σουηδίας και Ιταλίας) στη Φρανκφούρτη και έκτοτε εξελίσσεται μια σχεδόν καρμική σχέση μεταξύ των δύο ανδρών. «Ο Ανδρέας Παπανδρέου λάτρευε την ομάδα του ΠΑΚ Εξωτερικού. Υπήρχε με αξιώσεις σε κάθε του κυβέρνηση, παρότι δεν έλειπαν οι συγκρούσεις με το ΠΑΚ Εσωτερικού», θυμούνται ιστορικά στελέχη του ΠΑΣΟΚ, αφού την ομάδα συγκροτούσε η αφρόκρεμα της πρώτης περιόδου του Κινήματος: η Μελίνα Μερκούρη, η Βάσω Παπανδρέου, η Αμαλία Φλέμινγκ και ανάμεσα σε άλλους ο Ακης Τσοχατζόπουλος, ο οποίος κουβαλούσε στις πλάτες του το ΠΑΚ Γερμανίας από το 1970 και εξής.

Προοδευτικά οικοδομείται μια ισχυρή πολιτική σχέση ανάμεσα στον πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ και τον Ακη, ο οποίος ήταν ανάμεσα στα «πρωτοπαλίκαρά» του. «Ο Ανδρέας Παπανδρέου του είχε τυφλή εμπιστοσύνη. Εμπιστοσύνη, ωστόσο, που ο ίδιος ο Ακης δεν εκμεταλλεύτηκε ποτέ βάναυσα. Δεν τον ενδιέφερε», σημειώνουν τα ίδια στελέχη, σε μια σχέση που ήταν καθ' όλα αμφίδρομη. «Ο Ανδρέας τον αγαπούσε και τον τιμούσε πάντα με τη φιλία του. Ο Ακης ήταν ο άνθρωπός του σε πολλές περιπτώσεις - ιδίως όταν τις ημέρες του “Πεντελικού” υπήρξε σοβαρή αμφισβήτηση του Εκτελεστικού Γραφείου ως προς την ικανότητα του Ανδρέα να αντεπεξέλθει, ο Ακης και ο Αντώνης Λιβάνης τον υποστήριξαν σταθερά». Αλλά και με τον Αντώνη Λιβάνη «είχαν πολύ καλές σχέσεις, και δεν χάλασε ποτέ η φιλία τους, ακόμη και όταν διαφωνούσαν, ενώ υπήρχε αμοιβαία εκτίμηση ως την εποχή του 1996», σημειώνουν οι ίδιοι. Για όλο τον κύκλο των «ανδρεοπαπανδρεϊκών» άλλωστε «ο Ακης στάθηκε στο πλευρό του Ανδρέα σε όλες τις συγκρούσεις του με το Εκτελεστικό Γραφείο την εποχή εκείνη, το οποίο ο Ανδρέας μετρούσε πολύ», συμπληρώνουν.



Ο Ακης Τσοχατζόπουλος «μιλούσε για τον Ανδρέα με λατρεία. Δεν έβγαζε το παραμικρό παράπονο ποτέ. Δεν ένιωθε εύκολα την ανάγκη να παραπονεθεί, αφού έδινε πάντα την αίσθηση ενός κιμπάρη τύπου, large στους τρόπους και τα γούστα, με μια ατόφια λαϊκή λεβεντιά», θυμούνται παλιοί του συνεργάτες. Τέτοια λεβεντιά που δεν άφηνε ποτέ την πίστα άδεια όταν έπαιζαν τα βαριά ζεϊμπέκικα, άφηνε όμως να ξεροσταλιάζουν ώρες ολόκληρες δημοσιογράφους και τεχνικούς για μια του μόνο δήλωση.


Ποτέ δεν άφηνε την πίστα άδεια όταν έπαιζαν τα βαριά ζεϊμπέκικα Σκεφτόταν στα γερμανικά

Την πρώτη, σχεδόν ρομαντική, περίοδό του ως βουλευτής Επικρατείας το 1974 και βουλευτής Α’ Θεσσαλονίκης από το 1985 και εξής η δυσκολία στις δηλώσεις του στα ΜΜΕ, αλλά και στους λόγους στη Βουλή, ήταν προφανής καθώς σκεφτόταν στα γερμανικά, αφού είχε μόλις έρθει στην Ελλάδα μετά από πολυετή απουσία και μετέφραζε ταυτόχρονα στα ελληνικά, με αποτέλεσμα να ηχεί σχεδόν εξωτικά στους συνομιλητές του. Παρά την ανάγκη προσαρμογής, ωστόσο, ήταν υπερδραστήριος και παθιασμένος σε τέτοιο βαθμό που να κινείται μεταξύ κόμματος, Βουλής και υπουργείου με λίγες μόνο ώρες ύπνου. Ζούσε τη μέθη της εξουσίας, οδεύοντας με ταχύτητα προς τα πάνω, σε ένα σπριντ εσωκομματικής ισχύος που εκδηλωνόταν στις σταυροδοσίες της Θεσσαλονίκης, στη μία πίσω από την άλλη, ανοίγοντας σιγά-σιγά ηγετική περπατησιά.

Παλιοί του φίλοι θυμούνται με κάθε λεπτομέρεια τον εντυπωσιακό προεκλογικό του αγώνα την περίοδο 1989-1990, όταν ο Ακης Τσοχατζόπουλος ήταν πανίσχυρος εσωκομματικός παίκτης πια στη Θεσσαλονίκη. Εργάζεται όμως ασταμάτητα για να διατηρήσει την πρωτιά, δείχνοντας τα δόντια του στα υπόλοιπα μεγαθήρια του Κινήματος στην πόλη. Στη σκληρή μάχη του σταυρού, συνεργάτες του οργανώνουν 4-5 συγκεντρώσεις το λιγότερο την ημέρα, που εναλλάσσονταν στα ίδια δύο σπίτια, αλλάζοντας κάθε φορά το εκλογικό ακροατήριο. «Κόσμος έμπαινε και έβγαινε από την ίδια πόρτα, αλλά ο Ακης αεικίνητος», λένε. Κάποια στιγμή, κουρασμένος από την εξαντλητική προεκλογική μάχη, ο πρώην υπουργός του ΠΑΣΟΚ γυρίζει και τους λέει εμφανώς αφηρημένος, αλλά αφοσιωμένος πλήρως στον στόχο του, τη σαγήνη του πλήθους: «Μα έχω ξαναμιλήσει σε αυτό το σπίτι». Εξίσου παροιμιώδης με την αφηρημάδα του υπήρξε και η ανθρωπιά του. «Βοηθούσε τους πάντες που είχαν ανάγκη. Οσες φορές του ζητήσαμε βοήθεια για κάποιον δεν την αρνήθηκε ποτέ, με έναν όρο: να μη μάθει ποτέ αυτός ότι τη βοήθεια προσέφερε ο Ακης Τσοχατζόπουλος», εξομολογείται μέλος της «ομάδας της Θεσσαλονίκης», η οποία του στάθηκε εσωκομματικά από το 1985 μέχρι το 1996, όταν ο «Ακης έγινε άλλος άνθρωπος».


Στο «Four Seasons» το ζεύγος Τσοχατζόπουλου - Σταμάτη κατέφτασε με μια μπλε τζάγκουαρ

«Δεν άντεξε το 1996»

Με ικανή απόσταση χρόνου, «και οι ίδιοι προσπαθήσαμε να ερμηνεύσουμε το πώς ξέφυγε», αναφέρουν συνεργάτες του της πρώτης περιόδου, αν και κοινό μυστικό στις «πράσινες» τάξεις είναι το ασήκωτο βάρος της ήττας του 1996. «Προετοιμαζόταν χρόνια γι’ αυτό, άγγιξε τον Ολυμπο του προέδρου του ΠΑΣΟΚ και του πρωθυπουργού το 1995 και όταν το έχασε, κατέρρευσε», εξηγούν. Για τους πλέον οικείους του, «το 1996 δεν το ξεπέρασε ποτέ», ενώ από τις εισηγήσεις που δέχτηκε δεν ακολούθησε καμιά: «ούτε αποσύρθηκε, ούτε επέμενε, παρά επέλεξε να αλλάξει σελίδα», επιλέγοντας τελικά την πιο μελανή.

Στην πραγματικότητα, η «Αλλαγή» του 1981 για τον Ακη Τσοχατζόπουλο εξανεμίζεται από τις πρώτες ημέρες της θητείας του στο υπουργείο Εθνικής Αμυνας το 1996, αφού αλλάζει άρδην συμπεριφορά και συνεργάτες. Εκτοτε πολώνεται εσωκομματικά και -ιδίως στις εκλογές του 2000- χρηματοδοτεί κομματικούς στρατούς και κυνηγάει ψήφο την ψήφο, όποιον μπορεί να τον βοηθήσει, με κάθε αντάλλαγμα. Η «εικόνα ενός Ακη πιο αμοράλ μας τρόμαζε», σχολιάζουν κομματικοί του φίλοι, οι οποίοι τέθηκαν σε δεύτερη μοίρα.

Παρ’ όλα αυτά, μέχρι τότε «είναι ο πιο επιτυχημένος υπουργός του ΠΑΣΟΚ», επισημαίνει στο «ΘΕΜΑ» πρώην συνάδελφός του ως προς το νομοπαρασκευαστικό του έργο, αφού αρχή του ήταν η εφαρμοστικότητα των νομοσχεδίων του. Εψαχνε την απλοποίηση της νομοθεσίας, «να μη χρειάζονται 100 Προεδρικά Διατάγματα για να εφαρμοστεί ο νόμος» έλεγε και απέφευγε τις μεγάλες μεταρρυθμίσεις. Ηταν αναφανδόν υπέρ των «ώριμων αλλαγών», όπως έπραξε στις θητείες του στο υπουργείο Εσωτερικών με το νομοσχέδιο για την Αυτοδιοίκηση και στον νόμο για τα μεγάλα έργα, στο πέρασμά του από το υπουργείο Δημοσίων Εργων. Στις αρχές της δεκαετίας του ’80 ο Ακης Τσοχατζόπουλος ήθελε πάση θυσία «να αλλάξουν οι παίκτες και να ανοίξει το παιχνίδι» στα δημόσια έργα, δημιουργώντας συνθήκες απελευθέρωσης.


Ακης και Βίκυ προσέρχονται στο ξενοδοχείο για τη χλιδάτη δεξίωση

«Μας ήταν ξένος»

Η πλήρης μεταστροφή, ωστόσο, του πλέον λαοπρόβλητου υπουργού του ΠΑΣΟΚ έρχεται μετά την ήττα του στην κούρσα για την ηγεσία του Κινήματος το 1996 από τον Κώστα Σημίτη. Στις αρχές του 2000 «ο Ακης άλλαξε κατηγορία», ο πλουτισμός ήταν διάχυτος στην ατμόσφαιρα, τα παλιά κοντινά του κομματικά στελέχη βαθιά προβληματισμένα για τη νέα του στάση και εκείνος σε μια διαρκή αγωνία να δημιουργήσει ολοδικό του κομματικό στρατό. Εχοντας αραιώσει τις επαφές του με τη Θεσσαλονίκη και όντας φειδωλός στα τηλέφωνα σε φίλους και ψηφοφόρους, είχε επιλέξει ως βάση του τις περισσότερες ημέρες την Αθήνα και όταν ακόμη και στενοί του συνεργάτες του ζητούσαν τον λόγο, ο Ακης τους απαντούσε ότι λείπει γιατί έχει πολιτικούς φίλους στο εξωτερικό και προσπαθεί να τους πείσει να τον χρηματοδοτήσουν.

Χρήμα για κόμμα

Οταν «εμείς τον ρωτούσαμε μερικές φορές γιατί χρειάζονται αυτοί οι κομματικοί στρατοί», λένε τα τότε στελέχη του, εκείνος τους απαντούσε πως «με στηρίζουν άνθρωποι για να κάνω κόμμα», επικαλούμενος μάλιστα ζυμώσεις στη Σοσιαλιστική Διεθνή. Με αφορμή δηλαδή το ότι ο Ανδρέας Παπανδρέου τον έχρισε αντικαταστάτη του λόγω της κατάστασης της υγείας του, ο πρώην υπουργός του ΠΑΣΟΚ ισχυριζόταν ότι βρισκόταν σε ανοιχτή γραμμή με την αριστερή πτέρυγα του SPD απέναντι στον Γκέρχαρντ Σρέντερ, ώστε να δημιουργηθεί μια σοσιαλιστική τάση στο εσωτερικό του ΠΑΣΟΚ, απέναντι στην κυρίαρχη τότε τάση του εκσυγχρονισμού, η οποία να μετεξελιχθεί τον επόμενο καιρό σε ανεξάρτητο κόμμα. Με αυτά τα δεδομένα, δεν ήταν λίγοι από τους παλιούς του συνεργάτες, κυρίως η «ομάδα της Θεσσαλονίκης», που είχαν εξαγριωθεί με τη νέα κατάσταση, αρχίζοντας ένας-ένας να αποστασιοποιούνται από τα νέα ήθη.

Η πτώση, όμως, του Ακη ήταν κατακόρυφη. Η παρακμή δεν άργησε να αρχίσει όταν έχασε την πρωτιά στη σταυροδοσία της Α’ Θεσσαλονίκης το 2004, από την οποία έκανε μέρες να συνέλθει παραμένοντας αμίλητος. Το τελειωτικό χτύπημα δε ήρθε στις εκλογές του 2007, όταν πλέον έμεινε και εκτός Βουλής μετά από 33 συνεχόμενα χρόνια.

Η «έξωσή» του από τα βουλευτικά έδρανα ήταν σχεδόν αβάσταχτη για τον πρώην υπουργό, καθώς «ο Ακης ένιωθε ότι ήταν ο πολιτικός κληρονόμος του Ανδρέα Παπανδρέου και νόμιζε ότι θα του έβγαινε». Η εσωκομματική ήττα όμως στο Συνέδριο του 1996 του άφησε τελικά περισσότερες πληγές - αρχικά πρώιμα σημάδια κατάθλιψης και μετά κρίσεις μεγαλείου. Προετοιμαζόταν χρόνια για την κάλπη της ηγεσίας, έφτιαχνε νωρίτερα ψηφοδέλτια τοποθετώντας «δικό του κόσμο στις εκλογικές λίστες σε όσους νομούς μπορούσε, για να τους έχει την κρίσιμη ώρα στην τελική αναμέτρηση». Τελικά όμως πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ αναδεικνύεται στον δεύτερο γύρο ο Κώστας Σημίτης, με 86 ψήφους έναντι 75 του Ακη Τσοχατζόπουλου, σηματοδοτώντας μια νέα εποχή για το ΠΑΣΟΚ. Στα αίτια της ήττας, πρωταγωνιστές εκείνης της περιόδου τοποθετούν το γεγονός ότι «ο Ακης στηριζόταν στην κομματική γραφειοκρατία και σε μια μεγάλη μερίδα δημοσίων υπαλλήλων». Είχε χάσει δηλαδή τον ζωτικό χώρο των παραγωγικών δυνάμεων, σε μια εποχή που η κοινωνική επιταγή της «Αλλαγής» εξελισσόταν σε αίτημα για ανάπτυξη, χάνοντας ιδεολογικά και πολιτικά το «πράσινο» τρένο.


Οι τελευταίες περιποιήσεις στη Βίκυ Σταμάτη λίγο πριν την εκκλησία

Με θέα τον πύργο του Αϊφελ

Το σοκ της ήττας το θεραπεύει στρεφόμενος κυρίως στην προσωπική του ζωή, όπου κάνει το μεγάλο άλμα προς ένα δεύτερο γάμο, αλλάζοντας σπίτι και lifestyle. Παντρεμένος από το 1964 με τη Γερμανίδα, Γκούντρουν Μολντενχάουερ, με την οποία απέκτησε μία κόρη και έναν γιο, ο πρώην υπουργός Εθνικής Αμυνας δέχεται ένα πρωί στο γραφείο του στο Πεντάγωνο τη Βίκυ Σταμάτη. Αυτό το ραντεβού θα άλλαζε εντελώς τη ζωή του και θα τον έκανε να διαγράψει γρήγορα τον πρώτο του γάμο.

Επιστρέφοντας στη βάση του, τη Θεσσαλονίκη, παντρεύεται τη Βίκυ Σταμάτη αρχικά με πολιτικό γάμο και λίγους μήνες μετά αποκτά το προσωνύμιο του «Σοσιαλιστή της σαμπάνιας», όταν προχωρά σε θρησκευτικό πια γάμο, με το μυστήριο να τελείται στις 11 Ιουλίου στο ορθόδοξο εκκλησάκι του Αγίου Στεφάνου στο Παρίσι, για να ακολουθήσει μια δεξίωση χλιδής στο ξενοδοχείο «Four Seasons», στο οποίο το ζεύγος κατέφτασε με μια μπλε τζάγκουαρ, σε μια γκλάμουρους τελετή, εφάμιλλη των γάμων των γαλαζοαίματων της Ευρώπης.

Μηδενίζοντας την απόσταση Αθήνα - Παρίσι, φωτογραφικά καρέ του γάμου έκαναν τον γύρο του ελληνικού Τύπου, ενώ τα σχόλια των ψηφοφόρων του ΠΑΣΟΚ για τη «σκανδαλώδη επίδειξη πολυτέλειας» συνέθεταν τα πρώτα μέτρα της μελωδίας της παρακμής του υπερυπουργού του ΠΑΣΟΚ, που μόλις είχε αρχίσει να αντηχεί στους κεντρικούς δρόμους της Αθήνας. Σε αυτούς που η νέα του σύζυγος κυκλοφορούσε φορώντας κομμάτια υψηλής ραπτικής, αλλά και αξεσουάρ διάσημων οίκων μόδας (όπως ο Oscar de La Renta), ενώ παράλληλα επιμελούνταν τη διακόσμηση της νέας κατοικίας του ζεύγους στην οδό Διονυσίου Αρεοπαγίτου, με τη θέα του Ιερού Βράχου να κόβει την ανάσα του επισκέπτη της κατοικίας.


Το σπίτι στη Διονυσίου Αρεοπαγίτου που αγοράστηκε αντί περίπου 1 εκατ. ευρώ

Στη νέα οικογένεια του Ακη Τσοχατζόπουλου προστίθεται γρήγορα και νέο μέλος, καθώς αποκτά έναν γιο με τη Βίκυ Σταμάτη, ενώ ο πρώην υπουργός ζει τις τελευταίες ημέρες της Πομπηίας, πριν την καταιγίδα σκανδάλων που ακολουθεί.

Λίγα χρόνια μετά και ενώ έχει χάσει τη βουλευτική του ιδιότητα από το 2007 (οπότε δεν κατάφερε να εκλεγεί), το 2010 αποκαλύπτεται ότι τρεις ημέρες πριν την ψήφιση νόμου που περιείχε διάταξη που πενταπλασίαζε τη φορολογία ακινήτων που ανήκουν σε υπεράκτιες εταιρείες, ο Ακης Τσοχατζόπουλος αγόρασε αντί περίπου ενός εκατ. ευρώ το σπίτι στη Διονυσίου Αρεοπαγίτου, συμφερόντων της υπεράκτιας εταιρείας Τορκάσο. Το ΠΑΣΟΚ συγκλονίζεται και στις 7 Ιουνίου του 2010 αναστέλλει την κομματική του ιδιότητα λόγω των στοιχείων που προέκυψαν εις βάρος του. Την ατμόσφαιρα στο «πράσινο» στρατόπεδο βαραίνει ακόμη πιο πολύ η παρουσία του Γιώργου Παπανδρέου στο τιμόνι του κόμματος, καθώς ο Ακης Τσοχατζόπουλος υπάρχει στο φωτογραφικό άλμπουμ της οικογένειας Παπανδρέου - και μάλιστα σε περίοπτη θέση. Οι χειρισμοί από μέρους των τότε ενοίκων του Μεγάρου Μαξίμου απέναντι στην υπόθεση είναι εκ των πραγμάτων «λεπτοί», ενώ σε όλη τη διάρκεια της διακυβέρνησης Παπανδρέου τηρούνται διακριτικές αποστάσεις από τα πεπραγμένα του ιστορικού στελέχους του ΠΑΣΟΚ.

Ημέρες αποκαθήλωσης

Σε κάθε περίπτωση, το τραύμα της διαγραφής στην υστεροφημία του Ακη Τσοχατζόπουλου είναι βαθύ, αλλά όχι «θανατηφόρο» εκείνη την περίοδο - ο ίδιος υπεραμύνεται της αθωότητάς του και το Κίνημα παραμένει αμήχανο. Αλλά όχι για πολύ ακόμη. Παρά την οργή του, «ο Ακης δεν χρησιμοποίησε ποτέ την εξουσία του για να εκδικηθεί τους πολιτικούς του αντιπάλους. Αμυνόταν, ναι, αλλά δεν επέτρεπε την αντεκδίκηση ακόμη και σε εποχές πολύ άγριες πολιτικά και εσωκομματικά», σχολιάζουν παλιοί του συνεργάτες, οι οποίοι ωστόσο παρακολουθούσαν εμφανώς εμβρόντητοι τις αποκαλύψεις για τα έργα και τις ημέρες του πρώην υπουργού να διαδέχονται η μία την άλλη υπό μορφή χιονοστιβάδας.

Η αντίστροφη μέτρηση όμως για την πλήρη πτώση του Ακη Τσοχατζόπουλου ξεκινά στις 28 Απριλίου του 2011, όταν παραπέμφθηκε σε προανακριτική επιτροπή της Βουλής (με ψήφους 226 υπέρ και 9 κατά, ενώ απείχαν οι 15 βουλευτές του ΛΑΟΣ και 5 της Δημοκρατικής Συμμαχίας) ύστερα από πρόταση που είχαν καταθέσει 112 βουλευτές του ΠΑΣΟΚ, η οποία ανέλαβε να διερευνήσει τυχόν ευθύνες του στην υπόθεση των προβληματικών υποβρυχίων. Οι στιγμές για την Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΠΑΣΟΚ, καθώς στα μάτια πολλών εκ των μελών ο Ακης Τσοχατζόπουλος φάνταζε ως τότε «η ψυχή του ΠΑΣΟΚ», είναι σχεδόν δραματικές, ωστόσο την 1η Ιουλίου του 2011 και κατόπιν μυστικής ψηφοφορίας από την Ολομέλεια της Βουλής ασκήθηκε ποινική δίωξη εναντίον του πρώην υπουργού με ευρεία πλειοψηφία, ενώ ο ίδιος παραπέμφθηκε στο Δικαστικό Συμβούλιο για τα αδικήματα της παθητικής δωροδοκίας και της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομη δραστηριότητα.


Ο Ακης Τσοχατζόπουλος με χειροπέδες σε μία από τις προσαγωγές του στις δικαστικές αρχές

Ο δικαστικός Γολγοθάς του Ακη Τσοχατζόπουλου κορυφώνεται λίγα λεπτά πριν τις 11 το πρωί της Μεγάλης Τετάρτης 11 Απριλίου του 2012, οπότε συλλαμβάνεται για τα ίδια αδικήματα, αλλά και φορολογικές παραβάσεις, έξω από το σπίτι του στη Διονυσίου Αρεοπαγίτου. «Στον ανακριτή πάμε, θα τα πούμε εκεί πέρα...» δήλωνε ο πρώην υπουργός στην είσοδο της Γενικής Αστυνομικής Διεύθυνσης Αττικής όπου μεταφέρθηκε προτού οδηγηθεί στα Δικαστήρια, για να καταλήξει στις 17 του ίδιου μήνα στις Φυλακές Κορυδαλλού.

Η πρώτη δίκη με κατηγορούμενο τον πάλαι ποτέ υπερυπουργό δεν αργεί, αφού λαμβάνει χώρα στις 16 Μαΐου ενώπιον του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων με την κατηγορία της ανακριβούς δήλωσης «πόθεν έσχες» για το έτος 2010, που αφορά τη χρήση του 2009. Εναν χρόνο μετά, στις 8 Μαρτίου του 2013, ο Ακης Τσοχατζόπουλος καταδικάστηκε σε κάθειρξη οκτώ ετών, χρηματικό πρόστιμο 520.0000 ευρώ και δήμευση του ακινήτου της οδού Διονυσίου Αρεοπαγίτου με την κατηγορία των ελλιπών και ανακριβών δηλώσεων «πόθεν έσχες». Για την ίδια υπόθεση δικάστηκε και σε δεύτερο βαθμό τον Απρίλιο του 2014 από το Πενταμελές Εφετείο Κακουργημένων και η ποινή του μειώθηκε σε φυλάκιση πεντέμισι ετών και χρηματικό πρόστιμο 210.000 ευρώ, ενώ επικυρώθηκε η δήμευση του επίμαχου ακινήτου.

Αλλά ο πολιτικός διασυρμός του τρέχει με ιλιγγιώδη ταχύτητα, παράλληλα με τις καταδίκες του, που αυτή τη φορά εκτυλίσσονται με φόντο τα Εξοπλιστικά. Γυρίζοντας πίσω στις ημέρες της θητείας του στο υπουργείο Εθνικής Αμυνας, στις 7 Οκτωβρίου 2013 καταδικάστηκε από Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων σε ποινή κάθειρξης 20 ετών χωρίς ελαφρυντικά για την υπόθεση παράνομων αμοιβών από εξοπλιστικά προγράμματα. Το δικαστήριο τον έκρινε ένοχο για ξέπλυμα βρόμικου χρήματος κατ' επάγγελμα και παθητική δωροδοκία.


Τις πρώτες μέρες μετά τη φυλάκισή του στον Κορυδαλλό

Στο ενδιάμεσο η υγεία του έχει επιβαρυνθεί σημαντικά, σε σημείο που τον Απρίλιο του 2017 η εισαγγελέας του Πενταμελούς Εφετείου Κακουργημάτων που δίκαζε την υπόθεση των «χρυσών μιζών» εισηγήθηκε να αφεθεί ελεύθερος με περιοριστικούς όρους επικαλούμενη «ανεπανόρθωτη βλάβη» της υγείας του. Λίγους μήνες μετά, στις 30 Οκτωβρίου 2017, το Πενταμελές Εφετείο Κακουργημάτων μείωσε κατά ένα χρόνο την ποινή του (κάθειρξη 19 ετών) χωρίς να του αναγνωρίσει και πάλι κανένα ελαφρυντικό, ενώ διέταξε τη δέσμευση της περιουσίας του και επιδίκασε αποζημίωση του Δημοσίου με ποσό 1 εκατ. ευρώ.

Μετά από μια εξαετή δικαστική περιπέτεια, ο Ακης Τσοχατζόπουλος αποφυλακίζεται τελικά τον Ιούλιο του 2018 επικαλούμενους προβλήματα υγείας. Ορατά καταβεβλημένος, σε μία από τις τελευταίες τηλεοπτικές συνεντεύξεις του το 2017 στον Αντώνη Σρόιτερ ερμήνευσε τις καταδίκες του με όρους... γεωπολιτικής, λέγοντας πως «πλήρωσα το γεγονός ότι αγόρασα όπλα από τους Ρώσους και αυτό οι Αμερικανοί δεν μου το συγχωρούν». Απαντώντας στις αιτιάσεις περί τρυφηλού τρόπου ζωής είπε: «Η δική μου ζωή και της οικογένειάς μου είναι πάρα πολύ απλή και φυσιολογική. Ούτε πολυδάπανη, ούτε πολλά σπίτια», ενώ απέδωσε «στον μύθο» όλα όσα λέχθηκαν για τον πολυτελή γάμο του στο Παρίσι.

Πολιτικές προφητείες

Αποφεύγοντας κάθε μορφής ενασχόληση με την ενεργό πολιτική -αφού για τη μεγάλη πλειοψηφία των συναδέλφων του στο ΠΑΣΟΚ λογίζεται ως «τοξικός»-, απαντά καταφατικά στο ενδεχόμενο να ψηφίσει ΣΥΡΙΖΑ διερωτώμενος δημόσια στην ίδια συνέντευξη: «Ναι, τι να ψήφιζα; Δεν υπάρχει κάτι άλλο». Σχεδόν ειρωνικά, άλλωστε, ο τίτλος του μοναδικού του βιβλίου, «Τετράδιο Πολιτικής Σκέψης. Στη νέα εποχή θα μπούμε όλοι μαζί. Δεν θα αφήσουμε κανέναν πίσω», επανέρχεται ως σύνθημα στις ομιλίες αρκετών στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ, ως αντιπροσωπευτική έκφραση συλλογικότητας και αλληλεγγύης. Ο Ακης μάλιστα διεκδίκησε την αριστερόστροφη πορεία του ΠΑΣΟΚ προγραμματικά, ακόμη και αν οι καιροί της «Αλλαγής» απαιτούσαν νέες προτάσεις.


Η Βίκυ Σταμάτη στο Δρομοκαΐτειο, τον Φεβρουάριο του 2015

Σχεδόν προφητικά, όμως, το 2001 στο βιβλίο του αναφέρει: «Στην αφετηρία του 21ου αιώνα ζούμε μια περίοδο σημαντικών αλλαγών που σφραγίζουν το τέλος μιας ολόκληρης εποχής και θεμελιώνουν την είσοδο σε μια νέα. Οι αλλαγές αυτές -που καλύπτονται απλουστευτικά από τον όρο παγκοσμιοποίηση- δεν περιορίζονται μόνο στην ελεύθερη κίνηση κεφαλαίου και αγαθών, την τεχνολογική πρόοδο και τη διαμόρφωση παγκόσμιων δικτύων επικοινωνίας. Επεκτείνονται στην κοινωνία, στην εργασία, στην παραγωγή, στις διακρατικές σχέσεις, συνθέτοντας το νέο περιβάλλον. Ταυτόχρονα, διαμορφώνουν μια νέα παγκόσμια γεωγραφία για τα έθνη και τους λαούς, καθορίζοντας από τη μια πλευρά τις περιοχές του πλούτου και της ανάπτυξης και από την άλλη τις παγκόσμιες ζώνες του αποκλεισμού, της κοινωνικής περιθωριοποίησης και της φτώχειας».

«Οι αντιφάσεις αυτές προκαλούν άμεσα ερωτήματα τόσο για τους όρους ειρήνης και ασφάλειας και τον τρόπο εξέλιξης της παγκόσμιας οικονομίας και της αγοράς όσο και για το μοντέλο ανάπτυξης και οργάνωσης των σύγχρονων κοινωνιών, τον ρόλο της πολιτικής δημοκρατίας και τα δικαιώματα του κάθε πολίτη», σημείωνε ο Ακης Τσοχατζόπουλος, και κατέληγε: «Σ’ αυτά τα κρίσιμα ερωτήματα καλούμαστε να απαντήσουμε με σαφήνεια και ολοκληρωμένες πολιτικές προτάσεις όχι μόνο ως Ελληνες πολίτες, αλλά και ως σοσιαλιστές που επιδιώκουν ασυμβίβαστα την κοινωνική δικαιοσύνη, την πρόοδο και την ενίσχυση του ρόλου της πατρίδας μας, την επικράτηση των αξιών και των οραμάτων που συνοδεύουν και δεσμεύουν το ΠΑΣΟΚ από την ίδρυσή του μέχρι σήμερα...».

Με κλονισμένη την υγεία του και σχεδόν απόκληρος πολιτικά, τα τελευταία χρόνια της ζωής του εκτός φυλακής διέμενε σε ένα μικρό διαμέρισμα στο Χαλάνδρι με τη σύζυγο και τον γιο του, ενώ το τελευταίο εξάμηνο τα προβλήματα υγείας του είχαν ενταθεί, μαζί με την αγωνία των λιγοστών πιστών του φίλων. Στο πλευρό του Ακη Τσοχατζόπουλου ως θεράπων ιατρός στάθηκε μέχρι το τέλος ο πρώην υπουργός του ΠΑΣΟΚ και βουλευτής, Λεωνίδας Γρηγοράκος. Τουλάχιστον η τύχη τού επεφύλαξε να φύγει σε αυθεντικά «πράσινα» χέρια, πριν δύσει ο ήλιος του ΠΑΣΟΚ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Αρχειοθήκη ιστολογίου