Πότε ήρθαν οι Αρβανίτες στην Ελλάδα;-Άγνωστα στοιχεία τη γλώσσα τους που φθίνει με την πάροδο του χρόνου-Αρβανίτες και Αλβανοί-Οι Αρβανίτες της Σικελίας
Ένα από τα θέματα που μας έχει απασχολήσει αρκετές φορές στο παρελθόν είναι η προέλευση και η ιστορία των Αρβανιτών. Έχουν διατυπωθεί διάφορες απόψεις, τις περισσότερες από τις οποίες έχουμε παρουσιάσει. Σχεδόν πάντα στα άρθρα αυτά υπάρχουν δεκάδες ή και εκατοντάδες σχόλια. Ορισμένα από αυτά έχουν επιστημονική βάση και προσφέρουν ενδιαφέροντα στοιχεία. ‘Αλλα είναι ατεκμηρίωτα και συχνά υβριστικά. Να σημειώσω εδώ ότι ΔΕΝ έχω και ΔΕΝ μπορώ να κάνω κάποια παρέμβαση στα σχόλια και ΔΕΝ έχω ζητήσει ποτέ να μην δημοσιεύονται σχολή υβριστικά ή απαξιωτικά για εμένα. Αυτό για ορισμένους αναγνώστες που με κατηγορούν για λογοκρισία.
Στο σημερινό μας άρθρο θα ασχοληθούμε με τους Αρβανίτες και την αρβανίτικη γλώσσα, τα αρβανίτικα. Βασικές πηγές μας αποτελούν το κλασικό βιβλίο του Κ.Η.Μπίρη «ΑΡΒΑΝΙΤΕΣ –ΟΙ ΔΩΡΙΕΙΣ ΤΟΥ ΝΕΩΤΕΡΟΥ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ» και το βιβλίο της καθηγήτριας του ΕΚΠΑ κυρίας Ελένης Σελλά-Μάζη ‘’Διγλωσσία, εθνική ταυτότητα και μειονοτικές γλώσσες’’. Στο βιβλίο υπάρχουν πολλές παραπομπές σε άλλα συγγράμματα, τις οποίες φυσικά και θα αναφέρουμε.
Τι είναι τα αρβανίτικα;
Με την ονομασία αρβανίτικη γλώσσα ή αρβανίτικα είναι γνωστές οι ποικιλίες της νότιας διαλέκτου της αλβανικής γλώσσας, της τοσκικής (στον βορρά της γειτονικής χώρας ζουν κυρίως οι γκέγκηδες) έτσι όπως αυτή η διάλεκτος χρησιμοποιείται στην Ελλάδα από τις αρβανίτικες-ελληνικές κοινότητες (Λ. Τσιτσιπής). Σύμφωνα με τον Κώστα Μπίρη στο μνημειώδες βιβλίο του ‘’ΑΡΒΑΝΙΤΕΣ: ΟΙ ΔΩΡΙΕΙΣ ΤΟΥ ΝΕΩΤΕΡΟΥ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ’’ (Α’ έκδοση 1960), «οι Αρβανίτες εμφανίζονται στην ιστορία του Βυζαντίου κατά τον 11οαιώνα συμπτωματικά ως μέτοχοι επαναστατικών κινημάτων. Κατά την ίδια περίοδο όμως όταν το Δυρράχιον κλονιζόταν από την πίεση της Νορμανδικής επιδρομής, Αρβανίτες μετείχαν στον αγώνα του Αλεξίου Α’ και στον αρχηγό τους ενεπιστεύθη ο αυτοκράτωρ την άμυνα της πόλεως. Αφότου δε κατέβηκαν Αρβανίτες στην Ήπειρο και στην νοτιότερη Ελλάδα έδειξαν την ανέκαθεν ελληνική συνείδησή τους όχι απλώς υπό την παθητικήν έννοια του όρου, αλλά υπό την πιο εύρωστη και ενεργόν εκδήλωσήν της. Εξεσηκώθηκαν το 1358 στην Αιτωλία και Ακαρνανία κατά του Νικηφόρου Β’ όταν εκείνος άφησε την γυναίκα του, Καντακουζηνήν αρχόντισσα, αδελφή του δεσπότου του Μορέως Μανουήλ, για να παντρευθεί συγγενή του Σέρβου ηγεμόνος Συμεών Ούρεση.Εμίσησαν δε ακόμα περισσότερο τον Νικηφόρο όταν εκείνος θέλοντας να τους κτυπήσει συνεμάχησε με Τούρκους επιδρομείς που είχαν εισβάλει στη Θεσσαλία και τον εξόντωσαν στη μάχη του Αχελώου. Το 1427 ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος με την βοήθεια των Αρβανιτών στρατιωτών, που ήταν εγκατεστημένοι στο δεσποτάτο του Μορέως και στην φλωρεντινή τότε ηγεμονία της Αχαΐας, κατόρθωσε να ελευθερώσει ολόκληρη σχεδόν την Πελοπόννησο από τους Φράγκους. Αυτοί δε οι Αρβανίτες για τον θρίαμβό του εκείνον τον ονόμασαν στη γλώσσα τους Δράγκαση, που εσήμαινε δράκος, μυθικό θεριό. Γι’ αυτό και ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος αναφέρεται και με το προσωνύμιο Δραγά(τ)σης».
Σε άλλα σημεία του ίδιου βιβλίου ο Κ. Μπίρης γράφει: «Οι Τούρκοι δεν τους εξεχώριζαν (ενν. τους Αρβανίτες) από τους άλλους Έλληνας». Οι Βενετοί επίσης τους έβλεπαν ως Έλληνας:‘’Οι Αρβανίτες και οι Έλληνες αποτελούν ένα μόνο έθνος’’ εξηγούσε στην γερουσία το 1481 ο προβλεπτής Μάρκος Βαρβαρίγος. Παύουν δε στα έγγραφά τους από τον 16ο αιώνα και πέρα να χρησιμοποιούν τον όρο Αρβανίτες. Από τις μελέτες και τα έργα των Σ. Λάμπρου, Κ. Σάθα και Ουίλιαμ Μίλερ, όπως γράφει ο Μπίρης, ‘’Προέκυπτε δε από αυτά (ενν. τα στοιχεία των βιβλίων) μαζί με πολλές άλλες πληροφορίες ότι η κάθοδοςΑρβανιτών στην Θεσσαλία γινόταν με χρυσόβουλα και με γράμματα βασιλικά των αυτοκρατόρων του Βυζαντίου και απέβλεπε σε στρατηγικούς λόγους’’.
Όσο για το εθνικό όνομα Σκιπετάρ(ης) των Αλβανών, όπως έχουμε ξαναγράψει, προέρχεται πιθανότατα από την ιταλική (βενετική για να είμαστε πιο ακριβείς) λέξη schioppettiere(και όχι schiopetier όπως γράφουν κάποιοι στο διαδίκτυο, το οποίο θα ήταν, αν υπήρχε, πιθανότατα γαλλικό). Στο κορυφαίο ιταλικό λεξικό ‘’lo Zingarelli’’ εκδ. 2019 (με 140.000 λήμματα και τη χρονολογία που εμφανίζεται για πρώτη φορά η κάθε λέξη) διαβάζουμε ότι schioppettiere είναι ο στρατιώτης που είναι αρματωμένος με schioppo. Το schioppo,διαβάζουμε στο ίδιο λεξικό, ήταν ένα φορητό πυροβόλο όπλο, ντουφέκι, κυρίως για κυνήγι. Η λέξη schioppo πρωτοεμφανίστηκε το 1519 και η λέξη schioppettiere,περίπου το 1524. Στα τέλη του 15ου αιώνα και στις αρχές του 16ου αιώνα οι Βενετοί έστειλαν στην πατρίδα τους Αρβανίτες, ξακουστούς πολεμιστές που ως και στην εκκλησία πήγαιναν ένοπλοι, για να υπερασπιστούν τη Γαληνοτάτη Δημοκρατία(Βενετία). Συνεπώς η λέξη σκιπετάρ(ης) εμφανίζεται σίγουρα μετά το 1524. Όσο για τη λέξη Albanese(αλβανικός), εμφανίζεται στα ιταλικά το 1464.
Οι σημερινοί Αρβανίτες στη χώρα μας, Χριστιανοί Ορθόδοξοι στο θρήσκευμα, είναι απόγονοι των Αρβανιτών που αναφέραμε παραπάνω. Ένας από τους λόγους της καθόδου των προς το νότο, ήταν και η πίεση που δέχονταν από τους Σέρβους. Καθώς ήταν άριστοι γνώστες της πολεμικής τέχνης αξιοποιήθηκαν τόσο από τους Βυζαντινούς Δεσπότες του Μορέως όσο και από Φράγκους ηγεμόνες ως στρατιώτες πεζικού, ιππείς και τοξότες.
Βασική ενασχόληση των Αρβανιτών σήμερα είναι η γεωργία. Τους συναντάμε κυρίως σε Αττική, Βοιωτία, βόρεια Πελοπόννησο, στη νότιο Εύβοια, στα μικρότερα νησιά γύρω από τις ακτές της Αττικής, της ΒΑ Πελοποννήσου και την Κέρκυρα. Ήδη από τη δεκαετία του 1940 τα αρβανίτικα αρχίζουν να χρησιμοποιούνται ως δευτερεύουσα γλώσσα εκτοπιζόμενα από τα ελληνικά. Η άφιξη πολλών αρβανιτόφωνων σε μεγάλα αστικά κέντρα τα τελευταία χρόνια έχει σαν αποτέλεσμα την σχεδόν κατ’ αποκλειστικότητα χρήση της ελληνικής γλώσσης απ’ αυτούς. Σύμφωνα με τον P.Trudgill(2006) οι αρβανιτόφωνοι υπολογίζονται σήμερα μεταξύ 30.000 και 50.000.
Γραπτή λογοτεχνική παράδοση δεν έχει η αρβανίτικη γλώσσα εκτός από την αρβανιτόφωνη δημοτική ποίηση που έχει συμβολικό χαρακτήρα.
Μελέτες για τους Αρβανίτες μετά το 1830
Σχεδόν αμέσως μετά την ανακήρυξη του νέου ελληνικού κράτους από τις αρχές της δεκαετίας του 1830, γράφτηκαν μελέτες για την καταγωγή των Αρβανιτών, τη συγγένειά τους και τις σχέσεις με τους Έλληνες, καθώς και για τη συνεισφορά τους στην Επανάσταση του 1821. Ο ήρωας της Επανάστασης Μάρκος Μπότσαρης σε πολύ νεαρή ηλικία έγραψε το «Ελληνο-αλβανικό λεξικό». Το1822 τυπώθηκε στην Κωνσταντινούπολη η «Γραμματική της Τοσκικής Διαλέκτου στα Ελληνικά» του Κ.Χριστοφορίδη και το 1866 τυπώνεται επίσης στην Πόλη η «Γραμματική της Ελληνικής στα Αλβανικά» του Σ. Οικονόμου. Η γκεκική, διάλεκτος της Βόρειας Αλβανίας, ήταν η πρώτη που μελετήθηκε στα μέσα του 17ου αιώνα με τη μορφή ενός λατινοαλβανικού λεξικού. Η γραμματική της αλβανικής γλώσσας της νότιας Αλβανίας ,μελετήθηκε για πρώτη φορά από τον λόγιο και γιατρό του Βελή, γιου του Αλή πασά, Ιωάννη Βηλαρά(1771-1823) στα έργα του: «Στοιχεία Ελληνο-Αλβανικής Γραμματικής» και «Ελληνο-αλβανικοί διάλογοι» με βάση την τοσκική διάλεκτο. Μελέτες για την αρβανίτικη γλώσσα έγραψαν οι Π.Φουρίκης(1932, 1933),E. Hamp(1961),W. Elmendorf (1981), Κ.Καζάζης («Greek and Arvanitika in Corinthia»)(1976), Τίτος Γιοχάλας, («Στοιχεία ελληνοαλβανικής γραμματικής»), PeterTrudgill και G. Tzavaras(«Why Albanian Greeks are not Albanians .Language Shift in Attica and Biotia») (1977). Με τον όρο Albanian Greeks, προφανώς ο συγγραφέας εννοεί τους Αρβανίτες, συνεπώς ο τίτλος του βιβλίου στα ελληνικά είναι « Γιατί οι Αρβανίτες δεν είναι Αλβανοί; Αλλαγή γλώσσας στην Αττική και Βοιωτία». Η λ. shift σημαίνει μετακίνηση, μετατόπιση, αλλά ο όρος language shift ή language replacement ή language transfer δηλώνει την αλλαγή γλώσσας. Η αρβανίτικη γλώσσα ακολούθησε διαφορετική πορεία εξέλιξης σε σχέση με την αλβανική, αλλά τείνει να εξαφανιστεί καθώς δανείζεται πολλά στοιχεία ποιοτικά και ποσοτικά από την ελληνική, υφίσταται δομικές αλλαγές, απλοποιήσεις και συρρίκνωση των δομών της, ενώ οι ομιλητές της δείχνουν μια ιδιαίτερη ιδεολογική και γλωσσική κριτική στάση απέναντί της.
Η σχέση των αρβανιτόφωνων με την αλβανική γλώσσα είναι ασαφής και απομακρυσμένη. Όπως επισημαίνει ο Λ. Τσιτσιπής, γνωρίζουν ότι η μητρική γλώσσα τους συγγενεύει με την επίσημη γλώσσα της Αλβανίας, καθώς θεωρούν ότι η γραπτή αυτή η γλώσσα είναι «βαριά» αποκαλώντας την καθαρεύουσα. Ο Λ. Τσιτσιπής που αναφέρει τα παραπάνω τονίζει επίσης ότι οι αρβανιτόφωνοι μιας περιοχής ισχυρίζονται ότι σχεδόν δεν καταλαβαίνουν τους ομιλητές άλλων αρβανιτόφωνων περιοχών ,χαρακτηρίζοντας οποιαδήποτε άλλη μορφή βαριά, πυκνά, βαθιά αρβανίτικα.
Σχέσεις ελληνικής και αρβανίτικης γλώσσας
Τα ελληνικά και τα αρβανίτικα συνυπήρχαν για αιώνες σε αρκετές περιοχές της χώρας. Σταδιακά όμως η αρβανίτικη γλώσσα ωθήθηκε σε λειτουργικό περιορισμό από την ελληνική. Τα δε δάνεια, οι λέξεις δηλαδή που πήρε από τα ελληνικά η αρβανίτικη γλώσσα, καλύπτουν ή αντικαθιστούν κυρίως αρβανίτικα αφηρημένα ουσιαστικά( Λ. Τσιτσιπής). Ο εκσυγχρονισμός της κοινωνίας, η βασική σχολική εκπαίδευση, η ανάπτυξη των συγκοινωνιών, η αστυφιλία και ο ρόλος της νεοελληνικής γλώσσας του σχολείου και της διοίκησης κατά τον Λ. Τσιτσιπή συντέλεσαν στη γένεση μιας έντονα αρνητικής ιδεολογικής στάσης μέσα στις ίδιες τις αρβανιτόφωνες κοινότητες απέναντι στα αρβανίτικα. Για τους νεότερους σε ηλικία Αρβανίτες και τα παιδιά τους δεν υπάρχει καν ζήτημα επιλογής γλώσσας. Οι γονείς μεγάλωσαν με τα ελληνικά ως μητρική γλώσσα και είναι αυτονόητο γι’ αυτούς ότι αυτή τη γλώσσα θα μεταδώσουν και στα παιδιά τους.
Ο Κώστας Μπίρης (1899-1980), για το ίδιο θέμα, γράφει:
«Εγνωρίσαμε οι μεταγενέστεροι τα τελευταία απομεινάρια αλβανογλώσσων στα χωριά της Βοιωτίας και της Αττικής κατά τις δύο πρώτες δεκαετίες του αιώνος μας (ενν. του 20ου αιώνα). Μιλούσαν μεταξύ τους ακόμη τα μισοαρβανίτικα και οι τρόποι τους διατηρούσαν ακόμη την επιρροή της αρβανίτικης επιμειξίας».
Επιβεβαιώνοντας όσα γράφει η Ελένη Σελλά – Μάζη, αν και το βιβλίο του γράφτηκε 56 χρόνια πριν το δικό της, συνεχίζει:
«Η υποχρεωτική εκπαίδευσις, που εν τω μεταξύ είχε απλωθεί σε όλην την Ελλάδα, διέκοψε απότομα την παράδοση της αρβανίτικης γλώσσας, καθιέρωσε ως μοναδικήν γλώσσα την ελληνική, σε όλη την εντέλεια της μορφής της, και έδωσε στα παιδιά προοδευτικό πνεύμα και κοινωνικήν αγωγή. Η περίοδος των πολέμων που ακολούθησε από το 1912, έφερε τα νιάτα του ελληνικού λαού σε μακροχρόνια συντροφική ζωή στον στρατό και έκοψε την άμεση επαφή με την ζωή του σπιτιού».
Παρακάτω, ο Κ. Μπίρης γράφει:
«Αλλά και στα αρβανιτοχώρια απευθείας, όσα τουλάχιστον τα ευνοούσε η ευχέρεια της συγκοινωνίας, έγινε κατά τις τελευταίες δεκαετίες (ενν. πριν και μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο) γοργή η εξέλιξης του πολιτισμού, η υποχώρησις της αρβανίτικης γλώσσας και το στρώσιμο της ελληνικής. Σήμερα, μόνο σε απομονωμένα τέτοια χωριά μπορεί κανείς ν’ ακούσει από ηλικιωμένους αρβανίτικα ή παραμορφωμένα ελληνικά και να διακρίνει σημεία χαρακτηριστικά αρβανίτικης νοοτροπίας… Όσοι από τους νέους έζησαν πολύ στο χωριό, ξέρουν μερικές λέξεις και εκφράσεις (ενν. αρβανίτικες), μα λίγοι είναι σε θέση να τα μιλήσουν με τους γεροντότερους. Αντιθέτως, η ελληνική γλώσσα που μιλιέται στα άλλοτε αρβανιτοχώρια είναι πια ολοκάθαρη.
Αλβανοί μετανάστες στην Ελλάδα και Αρβανίτες
Η μαζική μετανάστευση Αλβανών στη χώρα μας, από τις αρχές της δεκαετίας του 1990, πίστευαν πολλοί ότι θα εμπλούτιζε την αρβανίτικη γλώσσα και τη χρήση της και θα ενίσχυε τη στάση των αρβανιτόφωνων απέναντι στη γλώσσα τους. Κάτι τέτοιο όμως δεν έγινε (P. Sintes,( « La Raison de mouvement. Territoires et resaux de migrants albanais en Grece », 2010).
Λόγοι κοινωνικοί, αλλά κυρίως λόγοι εθνικής συνείδησης, συντέλεσαν με πρωτοβουλία των Ελλήνων αρβανιτοφώνων στη μη σύγκλιση των δύο γλωσσικών ομάδων.
Σύμφωνα με μαρτυρίες στο βιβλίο του P. Sintes που αναφέραμε παραπάνω, οι αλβανόφωνοι μετανάστες, μετά από κάποιο χρονικό διάστημα αρχικής εγκατάστασης κοντά σε αρβανιτόφωνες περιοχές, προτιμούν να μιλούν ελληνικά με τους (Έλληνες) Αρβανίτες, πριν εγκατασταθούν μόνιμα σε αστικά κέντρα. Οι Αρβανίτες, ποτέ δεν ενδιαφέρθηκαν για την ένταξη της γλώσσας τους στο εκπαιδευτικό σύστημα. Μάλιστα η αρβανιτόφωνη διμηνιαία εφημερίδα «Besa» που εκδόθηκε για πρώτη φορά το 1982, σταμάτησε την κυκλοφορία της το 1994.
Η θρησκεία των Αρβανιτών
Όπως αναφέρει ο Κ. Μπίρης, ως τις αρχές της φραγκοκρατίας, όλοι οι Αλβανοί ήταν Ορθόδοξοι. Από τα μέσα όμως του 13ου αιώνα, όταν η καθολική Εκκλησία άρχισε τη δράση της στη Βόρεια Αλβανία, ξεκίνησε η προσχώρηση των Γκέγκηδων σ’ αυτή. Το ρεύμα του καθολικισμού εντάθηκε στις αρχές του 14ου αιώνα, οπότε οι Μιρδίτες, στην περιφέρεια της Σκόδρας, από αντίδραση προς τους Σέρβους εισβολείς που ήταν Ορθόδοξοι, έγιναν Καθολικοί.
Οι Έλληνες Αρβανίτες, είναι Χριστιανοί Ορθόδοξοι. Αυτό βοηθά στο να γίνονται γάμοι μεταξύ δίγλωσσων Αρβανιτών και μονόγλωσσων ελληνόφωνων, κάτι που συντελεί στην ενσωμάτωση των πρώτων στην ελληνική κοινωνία.
Οι Αρβανίτες στη Σικελία και την Κάτω Ιταλία
Δεν είναι ευρέως γνωστό, ότι πολλοί Αρβανίτες εγκαταστάθηκαν στην Κάτω Ιταλία και τη Σικελία, κυρίως μετά το 1534 και την εγκατάλειψη της Κορώνης. Μεμονωμένα περιστατικά εγκατάστασης Αρβανιτών στις περιοχές αυτές νωρίτερα, σίγουρα υπάρχουν. Οι Αρβανίτες εγκαταστάθηκαν σε δικούς τους οικισμούς με στρατιωτική τιμαριωτική μίσθωση και προνόμια φορολογικά αλλά και πολιτικά, που τους εξασφάλιζαν την εθνική και εκκλησιαστική τους παράδοση. Στα χρόνια της τουρκοκρατίας, υπήρξαν μετακινήσεις μεμονωμένων οικογενειών από την Ήπειρο και την Αλβανία, που λόγω των διωγμών των Τούρκων εγκαταστάθηκαν στην Ιταλία. Σταδιακά, οι Αλβανοί που ήταν Καθολικοί, έγιναν Ιταλοί. Αντίθετα, οι Έλληνες Αρβανίτες της Κάτω Ιταλίας και της Σικελίας διατήρησαν τη γλώσσα, το ντύσιμο και τα έθιμα της πατρίδας τους. Τις πρώτες δεκαετίες του 19ου αιώνα, ήταν περίπου 85.500 και ζούσαν σε 63 χωριά.
Οι περισσότεροι ήταν εκπατρισμένοι από την Πελοπόννησο. Τα τέσσερα ελληνοαρβανίτικα χωριά της Σικελίας, Κοντέσα, Μετζογιούσο, Παλάτσο Αντριάνο και Πιάνα ντέι Γκρέτσι, εποικίστηκαν κατά καιρούς, με τη σειρά που τα αναφέραμε, αποκλειστικά από Πελοποννήσιους πρόσφυγες. Από τα χωριά αυτά, η Πιάνα είναι σήμερα μια κωμόπολη 7.000 κατοίκων που οι κάτοικοί της μιλούν την ιταλική αρβανίτικη (Arbresh) και διακρίνονται από θετική στάση και αφοσίωση στη γλώσσα τους. Τα υπόλοιπα χωριά της Σικελίας, έχουν γίνει ιταλόφωνα.
Επίλογος
Οι Έλληνες Αρβανίτες, με παρουσία αιώνων στη χώρα μας, συμμετείχαν και πρωταγωνίστησαν στους εθνικούς αγώνες, δεν επιτρέπουν την αμφισβήτηση της ελληνικότητάς τους και, όπως αναφέραμε, αν και συμβίωσαν για αρκετά χρόνια με τους Αλβανούς μετανάστες στην Ελλάδα, ποτέ δεν ταυτίστηκαν εθνικά με αυτούς
Πηγές: ΕΛΕΝΗ ΣΕΛΛΑ – ΜΑΖΗ, «Διγλωσσία, εθνική ταυτότητα και μειονοτικές γλώσσες, εκδόσεις λειμών 2016.
ΚΩΣΤΑΣ Η. ΜΠΙΡΗΣ, «ΑΡΒΑΝΙΤΕΣ-ΟΙ ΔΩΡΙΕΙΣ ΤΟΥ ΝΕΩΤΕΡΟΥ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ», ΕΚΔΟΤΙΚΟΣ ΟΙΚΟΣ ΜΕΛΙΣΣΑ, Ε’ ΕΚΔΟΣΗ 2005.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου