Αν υπήρχε μια κάμερα μέσα στο Οβάλ Γραφείο του Λευκού Οίκου, η οποία θα κατέγραφε τις αντιδράσεις του Ντόναλντ Τραμπ όταν είδε το εξώφυλλο των New York Times με το αποκλειστικό ρεπορτάζ για τις φορολογικές του δηλώσεις, μάλλον θα είχαμε το βίντεο της δεκαετίας!
Ο θόρυβος από την αποκάλυψη της εφημερίδας που έχει έρθει πολλές φορές σε αντιπαράθεση με προέδρους των ΗΠΑ ήταν ένα ακόμη κερασάκι στην τούρτα με τα ρεπορτάζ που στρίμωξαν προέδρους.
Ο Ρίτσαρντ Νίξον δεν ξέχασε ποτέ τους New York Times και την The Washington Post που δημοσίευσαν τα περίφημα Pentagon Papers για τον πόλεμο του Βιετνάμ.
Η Post τον «περιποιήθηκε» κατάλληλα με την αποκάλυψη του σκανδάλου Watergate, αφού τα συγκλονιστικά ρεπορτάζ των Μπομπ Γούντγορντ και Καρλ Μπέρνστιν για την εμπλοκή του προέδρου και την συγκάλυψη του σκανδάλου προκάλεσαν σεισμό.
Στα χρόνια που ακολούθησαν τα σκάνδαλα δεν έπαψαν να υπάρχουν, όπως και οι αποκαλύψεις από μικρότερης εμβέλειας ΜΜΕ σαν το Λιβανέζικο περιοδικό Ash Shiraa είχε την αποκλειστική είδηση γι' αυτό που έγινε γνωστό ως το σκάνδαλο Iran Gate.
Τίποτε όμως δεν συγκρίνεται με την φρενίτιδα που επικράτησε για ένα εντελώς διαφορετικό σκάνδαλο, αυτό που αφορούσε την ερωτική σχέση ανάμεσα στον Μπιλ Κλίντον και την Μόνικα Λιουίνσκι.
Η ερωτική σχέση ανάμεσα στον Μπιλ Κλίντον και τη Μόνικα Λεβίνσκι συγκλόνισε.
Εκεί όπου μια μικρή ιστοσελίδα -η The Drudge Report- αποκάλυψε όχι μόνο ότι ο πρόεδρος είχε παράνομο δεσμό αλλά ότι το Newsweek είχε την είδηση αλλά δεν την δημοσιοποιούσε.
Το βραβείο Πούλιτζερ, το κέρδισαν αμφότεροι Times και Post στις αρχές της δεκαετίας του 70 όταν ήρθαν σε ευθεία αντιπαράθεση με τον Νίξον.
Προσπάθησε να κάνει τα πάντα για να τους σταματήσει, απειλώντας ακόμη και με φυλάκιση τους εκδότες, σε μια αντιπαράθεση που συγκλόνισε την Αμερική εκείνο το μακρύ καυτό καλοκαίρι του 1971.
Από τα Pentagon Papers στο Watergate
Ο Μπεν Μπράντλι δεν ήταν σε καλή διάθεση εκείνο το καλοκαιρινό πρωινό του Ιούνη, στα γραφεία της The Washington Post, της οποίας ήταν διευθυντής.
Μόλις είχε μάθει από έναν ρεπόρτερ του ότι ο Νιλ Σίαν των New York Times δεν είχε πάει για πολλοστή φορά σε μια συνέντευξη τύπου κι΄αυτό μόνο ένα πράγμα σήμαινε.
«Κάτι ετοιμάζει αυτός» είπε και έτσι αποφάσισε να στείλει ένα δόκιμο στα γραφεία των Times στην Νέα Υόρκη για μάθει ότι μπορούσε για τον «αντίπαλο».
Ο δόκιμος μπήκε στο εμβληματικό κτήριο της ιστορικής εφημερίδας παίρνοντας έναν φάκελο από μια στίβα δεμάτων που είχε ως παραλήπτη τον Σίαν.
Ήταν τυχερός γιατί στο ασανσέρ που μπήκε εισήλθαν και κάποια επιτελικά στελέχη της εφημερίδας, ένας εκ των οποίων κράταγε ένα προσχέδιο της πρώτης σελίδας.
Στη μέση μέσα σε ένα τεράστιο λευκό τετράγωνο έγραφε μόνο το όνομα Νιλ Σίαν και αυτό ήταν αρκετό για τον δόκιμο που όταν επέστρεψε στην Ουάσιγκτον ενημέρωσε τον Μπράντλι.
Την επομένη όλοι οι ρεπόρτερ στο γραφείο σύνταξης της Post διάβαζαν τους Times και ο Μπράντλι ούρλιαζε για τα Pentagon Papers που είχαν διαρεύσει στους ανταγωνιστές.
Ο αρχισυντάκτης του Μπεν Μπαγκντίκιαν ήταν αυτός που κατάφερε να τον ηρεμήσει λέγοντάς του ότι μπορεί να έχει μια πηγή, η οποία ήταν ο Ντάνιελ Έλπμπεργκ, ο αναλυτής που είχε δώσει τις 4.000 σελίδες στον Σίαν.
Όταν τα πήρε η Post μπήκε για τα καλά στον χορό των αποκαλύψεων και η κυβέρνηση προσπάθησε να μπλοκάρει με δικαστική εντολή τις επόμενες αποκαλύψεις.
Οι δήο εφημερίδες έφτασαν μέχρι το Ανώτατο δικαστήριο των ΗΠΑ που τις δικαίωσε δίνοντάς τους το δικαίωμα να συνεχίσουν την δημοσιοποίηση των Pentagon Papers.
Εκείνο το βράδυ ο Νίξον διέταξε οργισμένος να μην γίνουν ξανά δεκτοί στον Λευκό Οίκο, οι διαπσστευμένοι ρεπόρτερ των Times και της Post, η οποία τον επόμενο χρόνο χτύπησε λαβράκι.
Το σκάνδαλο Watergate και συγκάληψή του από τον Λευκό Οίκο, το FBI και την CIA αποδείχθηκε ο καταλύτης για την θητεία του Νίξον.
Οι Μπομπ Γούντγουορντ και Καρλ Μπέρνστιν έχοντας ως πηγή το περιώνυμο πλέον «Βαθύ Λαρύγγι» δημοσίευσαν μια σειρά από ρεπορτάζ που ανάγκασαν τον Ρίτσαρντ Νίξον να παραιτηθεί.
Η ταυτότητα της πηγής τους, έγινε γνωστή δεκαετίες μετά την αποκάλυψη του σκανδάλου και ήταν ο υποδιευθυντής του FBI Μαρκ Φελτ.
Τα όπλα στο Ιράν και το «πιστόλι» του Κλίντον
Όταν ένα μικρό Λιβανέζικο περιοδικό κυκλοφόρησε στις αρχές Νοεμβρίου του 1985 ένα εντυπωσιακό ρεπορτάζ για το πως η Αμερική πουλούσε κρυφά όπλα στον Νο1 εχθρό της, το Ιράν, χρειάστηκαν αρκετές ημέρες για να αρχίσουν τα αποκαλυπτήρια από τα μεγάλα αμερικάνικα ΜΜΕ που αυτή ην φορά είχαν χάσει την είδηση της χρονιάς.
Ο συνατγματάρχης Όλιβερ Νορθ, σύμβουλος Εθνικής Ασφαλείας του προέδρου Ρόναλντ Ρίγκαν, αποδείχθηκε ο άνθρωπος που φρόντιζε ώστε τα χρήματα από τις πωλήσεις των όπλων να καταλήγουν στους Κόντρας, τους αντικουμουνιστές που πολεμούσαν εναντίον των ανταρτών Σαντινίστα.
Το θέμα πήρε τεράστιες διαστάσεις, αναγκάζοντας τον Ρόναλντ Ρίγκαν να παραδεχθεί την κρυφή πώληση όπλων στο Ιράν με αντάλλαγμα την απελευθέρωση Αμερικανών ομήρων από το καθεστώς Χομεϊνί.
Αρνήθηκε ωστόσο ότι γνώριζε που πάνε τα χρήματα, αφήνοντας το μπαλάκι στον Νορθ που συνελήφθη, καταδικάστηκε αλλά τελικά δεν μπήκε ούτε μια μέρα φυλακή.
Δέκα χρόνια μετά η μετάθεση μιας 21χρονης τότε νεαρής στο γραφείο του πλανητάρχη Μπιλ Κλίντον ήταν η αρχή για ένα ερωτικό σκάνδαλο που ταρακούνησε την Αμερική.
Η Μόνικα Λιουίνσκι δεν έπειθε σίγουρα ως μια γυναίκα-πειρασμός που θα αναστάτωνε τον γοητευτικό πρόεδρο που ήταν παντρεμένος με την άχρωμη Χίλαρι.
Κι ίσως αυτό να ήταν που γέννησε μια ανάρμοστη σχέση ανάμεσα στον πιο ισχυρό άνθρωπο του πλανήτη και μια νεαρή εργαζόμενη στον Λευκό Οίκο.
Το λεκιασμένο φόρεμα, η κατάθεση του Κλίντον που στην αρχή αρνιόταν ότι είχε σχέσεις με την Λιουίσνκι, οι πιπεράτες λεπτομέρειες για τις συνευρέσεις τους, όλα εν πολλοίς, δημιούργησαν το ιδανικό σκηνικό.
Στις 17 Ιανουαρίου του 1998 το Drudge Report αποκαλύπτει το σκάνδαλο σε μαι ανάρτηση, τονίζοντας ότι το Newsweek είχε την είδηση αλλά δεν την δημοσίευε.
Μετά άρχισε η φρενίτιδα που διέσυρε τον Κλίντον, η εμμονή του εισαγγελέα Κένεθ Σταρ με την υπόθεση και η στάση της Μόνικα, που βρέθηκε στο μάτι του κυκλώνα, σε ένα σκάνδαλο που συζητιέται ακόμη και σήμερα που έχουν περάσει είκοσι δύο χρόνια από τότε που όλοι ήθελαν να δουν τον πιο διάσημο λεκέ όλων των εποχών.
Ο θόρυβος από την αποκάλυψη της εφημερίδας που έχει έρθει πολλές φορές σε αντιπαράθεση με προέδρους των ΗΠΑ ήταν ένα ακόμη κερασάκι στην τούρτα με τα ρεπορτάζ που στρίμωξαν προέδρους.
Ο Ρίτσαρντ Νίξον δεν ξέχασε ποτέ τους New York Times και την The Washington Post που δημοσίευσαν τα περίφημα Pentagon Papers για τον πόλεμο του Βιετνάμ.
Η Post τον «περιποιήθηκε» κατάλληλα με την αποκάλυψη του σκανδάλου Watergate, αφού τα συγκλονιστικά ρεπορτάζ των Μπομπ Γούντγορντ και Καρλ Μπέρνστιν για την εμπλοκή του προέδρου και την συγκάλυψη του σκανδάλου προκάλεσαν σεισμό.
Στα χρόνια που ακολούθησαν τα σκάνδαλα δεν έπαψαν να υπάρχουν, όπως και οι αποκαλύψεις από μικρότερης εμβέλειας ΜΜΕ σαν το Λιβανέζικο περιοδικό Ash Shiraa είχε την αποκλειστική είδηση γι' αυτό που έγινε γνωστό ως το σκάνδαλο Iran Gate.
Τίποτε όμως δεν συγκρίνεται με την φρενίτιδα που επικράτησε για ένα εντελώς διαφορετικό σκάνδαλο, αυτό που αφορούσε την ερωτική σχέση ανάμεσα στον Μπιλ Κλίντον και την Μόνικα Λιουίνσκι.
Η ερωτική σχέση ανάμεσα στον Μπιλ Κλίντον και τη Μόνικα Λεβίνσκι συγκλόνισε.
Εκεί όπου μια μικρή ιστοσελίδα -η The Drudge Report- αποκάλυψε όχι μόνο ότι ο πρόεδρος είχε παράνομο δεσμό αλλά ότι το Newsweek είχε την είδηση αλλά δεν την δημοσιοποιούσε.
Το βραβείο Πούλιτζερ, το κέρδισαν αμφότεροι Times και Post στις αρχές της δεκαετίας του 70 όταν ήρθαν σε ευθεία αντιπαράθεση με τον Νίξον.
Προσπάθησε να κάνει τα πάντα για να τους σταματήσει, απειλώντας ακόμη και με φυλάκιση τους εκδότες, σε μια αντιπαράθεση που συγκλόνισε την Αμερική εκείνο το μακρύ καυτό καλοκαίρι του 1971.
Από τα Pentagon Papers στο Watergate
Ο Μπεν Μπράντλι δεν ήταν σε καλή διάθεση εκείνο το καλοκαιρινό πρωινό του Ιούνη, στα γραφεία της The Washington Post, της οποίας ήταν διευθυντής.
Μόλις είχε μάθει από έναν ρεπόρτερ του ότι ο Νιλ Σίαν των New York Times δεν είχε πάει για πολλοστή φορά σε μια συνέντευξη τύπου κι΄αυτό μόνο ένα πράγμα σήμαινε.
«Κάτι ετοιμάζει αυτός» είπε και έτσι αποφάσισε να στείλει ένα δόκιμο στα γραφεία των Times στην Νέα Υόρκη για μάθει ότι μπορούσε για τον «αντίπαλο».
Ο δόκιμος μπήκε στο εμβληματικό κτήριο της ιστορικής εφημερίδας παίρνοντας έναν φάκελο από μια στίβα δεμάτων που είχε ως παραλήπτη τον Σίαν.
Ήταν τυχερός γιατί στο ασανσέρ που μπήκε εισήλθαν και κάποια επιτελικά στελέχη της εφημερίδας, ένας εκ των οποίων κράταγε ένα προσχέδιο της πρώτης σελίδας.
Στη μέση μέσα σε ένα τεράστιο λευκό τετράγωνο έγραφε μόνο το όνομα Νιλ Σίαν και αυτό ήταν αρκετό για τον δόκιμο που όταν επέστρεψε στην Ουάσιγκτον ενημέρωσε τον Μπράντλι.
Την επομένη όλοι οι ρεπόρτερ στο γραφείο σύνταξης της Post διάβαζαν τους Times και ο Μπράντλι ούρλιαζε για τα Pentagon Papers που είχαν διαρεύσει στους ανταγωνιστές.
Ο αρχισυντάκτης του Μπεν Μπαγκντίκιαν ήταν αυτός που κατάφερε να τον ηρεμήσει λέγοντάς του ότι μπορεί να έχει μια πηγή, η οποία ήταν ο Ντάνιελ Έλπμπεργκ, ο αναλυτής που είχε δώσει τις 4.000 σελίδες στον Σίαν.
Όταν τα πήρε η Post μπήκε για τα καλά στον χορό των αποκαλύψεων και η κυβέρνηση προσπάθησε να μπλοκάρει με δικαστική εντολή τις επόμενες αποκαλύψεις.
Οι δήο εφημερίδες έφτασαν μέχρι το Ανώτατο δικαστήριο των ΗΠΑ που τις δικαίωσε δίνοντάς τους το δικαίωμα να συνεχίσουν την δημοσιοποίηση των Pentagon Papers.
Εκείνο το βράδυ ο Νίξον διέταξε οργισμένος να μην γίνουν ξανά δεκτοί στον Λευκό Οίκο, οι διαπσστευμένοι ρεπόρτερ των Times και της Post, η οποία τον επόμενο χρόνο χτύπησε λαβράκι.
Το σκάνδαλο Watergate και συγκάληψή του από τον Λευκό Οίκο, το FBI και την CIA αποδείχθηκε ο καταλύτης για την θητεία του Νίξον.
Οι Μπομπ Γούντγουορντ και Καρλ Μπέρνστιν έχοντας ως πηγή το περιώνυμο πλέον «Βαθύ Λαρύγγι» δημοσίευσαν μια σειρά από ρεπορτάζ που ανάγκασαν τον Ρίτσαρντ Νίξον να παραιτηθεί.
Η ταυτότητα της πηγής τους, έγινε γνωστή δεκαετίες μετά την αποκάλυψη του σκανδάλου και ήταν ο υποδιευθυντής του FBI Μαρκ Φελτ.
Τα όπλα στο Ιράν και το «πιστόλι» του Κλίντον
Όταν ένα μικρό Λιβανέζικο περιοδικό κυκλοφόρησε στις αρχές Νοεμβρίου του 1985 ένα εντυπωσιακό ρεπορτάζ για το πως η Αμερική πουλούσε κρυφά όπλα στον Νο1 εχθρό της, το Ιράν, χρειάστηκαν αρκετές ημέρες για να αρχίσουν τα αποκαλυπτήρια από τα μεγάλα αμερικάνικα ΜΜΕ που αυτή ην φορά είχαν χάσει την είδηση της χρονιάς.
Ο συνατγματάρχης Όλιβερ Νορθ, σύμβουλος Εθνικής Ασφαλείας του προέδρου Ρόναλντ Ρίγκαν, αποδείχθηκε ο άνθρωπος που φρόντιζε ώστε τα χρήματα από τις πωλήσεις των όπλων να καταλήγουν στους Κόντρας, τους αντικουμουνιστές που πολεμούσαν εναντίον των ανταρτών Σαντινίστα.
Το θέμα πήρε τεράστιες διαστάσεις, αναγκάζοντας τον Ρόναλντ Ρίγκαν να παραδεχθεί την κρυφή πώληση όπλων στο Ιράν με αντάλλαγμα την απελευθέρωση Αμερικανών ομήρων από το καθεστώς Χομεϊνί.
Αρνήθηκε ωστόσο ότι γνώριζε που πάνε τα χρήματα, αφήνοντας το μπαλάκι στον Νορθ που συνελήφθη, καταδικάστηκε αλλά τελικά δεν μπήκε ούτε μια μέρα φυλακή.
Δέκα χρόνια μετά η μετάθεση μιας 21χρονης τότε νεαρής στο γραφείο του πλανητάρχη Μπιλ Κλίντον ήταν η αρχή για ένα ερωτικό σκάνδαλο που ταρακούνησε την Αμερική.
Η Μόνικα Λιουίνσκι δεν έπειθε σίγουρα ως μια γυναίκα-πειρασμός που θα αναστάτωνε τον γοητευτικό πρόεδρο που ήταν παντρεμένος με την άχρωμη Χίλαρι.
Κι ίσως αυτό να ήταν που γέννησε μια ανάρμοστη σχέση ανάμεσα στον πιο ισχυρό άνθρωπο του πλανήτη και μια νεαρή εργαζόμενη στον Λευκό Οίκο.
Το λεκιασμένο φόρεμα, η κατάθεση του Κλίντον που στην αρχή αρνιόταν ότι είχε σχέσεις με την Λιουίσνκι, οι πιπεράτες λεπτομέρειες για τις συνευρέσεις τους, όλα εν πολλοίς, δημιούργησαν το ιδανικό σκηνικό.
Στις 17 Ιανουαρίου του 1998 το Drudge Report αποκαλύπτει το σκάνδαλο σε μαι ανάρτηση, τονίζοντας ότι το Newsweek είχε την είδηση αλλά δεν την δημοσίευε.
Μετά άρχισε η φρενίτιδα που διέσυρε τον Κλίντον, η εμμονή του εισαγγελέα Κένεθ Σταρ με την υπόθεση και η στάση της Μόνικα, που βρέθηκε στο μάτι του κυκλώνα, σε ένα σκάνδαλο που συζητιέται ακόμη και σήμερα που έχουν περάσει είκοσι δύο χρόνια από τότε που όλοι ήθελαν να δουν τον πιο διάσημο λεκέ όλων των εποχών.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου