Πέμπτη 28 Σεπτεμβρίου 2023

Από τον Τσουδερό στο Γκράτσι: Το διαμέρισμα στο Κολωνάκι που βρέθηκε οπλισμός του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου

 Τρία πρόσωπα που συνδέονται με σημαντικά γεγονότα της νεότερης ελληνικής ιστορίας, διέμεναν στο διαμέρισμα πολυκατοικίας στο Κολωνάκι, στην αποθήκη του οποίου βρέθηκαν όπλα της εποχής του Β’ Π.Π.Ο μοιραίος Γκράτσι
Την περίοδο 1939-1940 διέμενε στο διαμέρισμα ο Ιταλός Πρέσβης στην Αθήνα, Εμμανουέλε Γκράτσι (1891-1961). Ο πρέσβης που επέδωσε στον Ιωάννη Μεταξά, τα ξημερώματα της 28ης Οκτωβρίου 1940, το τελεσίγραφο του Μουσολίνι, για να εισπράξει το «Alors c' est la guerre» («Λοιπόν έχουμε πόλεμο») που μετουσιώθηκε στο περήφανο «ΟΧΙ».

Ο Γκράτσιε διορίστηκε πρέσβης στην Αθήνα, σε μια εποχή που οι σχέσεις των δύο χωρών ήταν ήδη τεταμένες. Ο ίδιος επεδίωκε την διμερή εξομάλυνση, ωστόσο η φασιστική κυβέρνηση της Ρώμης είχε στοχοποιήσει την Αθήνα και εργαζόταν για μια επιχείρηση – αστραπή, που όμως αποδείχτηκε εφιάλτης για την Ιταλία σε Ήπειρο και Αλβανία. Ακόμη και όταν πλησίαζε η θύελλα του πολέμου ο Γκράτσι, διαβεβαίωνε τους πάντες περί των άριστων διαθέσεων του Ιταλού δικτάτορα προς την Ελλάδα, φθάνοντας στο σημείο, την παραμονή της κήρυξης του ελληνοϊταλικού πολέμου, να παραθέτει μεγάλη δεξίωση στην Ιταλική Πρεσβεία.
Στη διάρκεια εκείνης της δεξίωσης μάλιστα, ολοκληρώθηκε η αποκρυπτογράφηση του τελεσιγράφου προς την Ελλάδα, το οποίο ο Γκράτσι έσπευσε να το επιδώσει τις πρώτες πρωινές ώρες της 28ης Οκτωβρίου 1940, στον Έλληνα Πρωθυπουργό Ιωάννη Μεταξά στην οικία του στη Κηφισιά.



Με την έναρξη των πολεμικών επιχειρήσεων που ξεκίνησαν από το πρώτο φως της ημέρας, ο Γκράτσι, ακολουθούμενος από το προσωπικό της πρεσβείας του και από τα μέλη της ιταλικής παροικίας στην Ελλάδα, αναχώρησε για την Ιταλία, αφήνοντας πίσω του το διαμέρισμα στο Κολωνάκι.

Ο πρωθυπουργός της εξόριστης ελληνικής κυβέρνησης

Επόμενος ένοικος του διαμερίσματος ήταν ο νομικός, οικονομολόγος και πολιτικός Εμμανουήλ Τσουδερός (1882-1956), ο οποίος διετέλεσε πρωθυπουργός της πρώτης εξόριστης ελληνικής κυβέρνησης, μετά την κατάληψη της χώρας από την Γερμανία.



Ήταν γιος του Ιωάννη Τσουδερού, ιατρού, πολιτικού και γόνου επιφανούς κρητικής οικογένειας με μεγάλη παρουσία στη σύγχρονη ιστορία του νησιού και της Ελλάδας γενικότερα. Σπούδασε νομικά στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και οικονομικές επιστήμες στο Παρίσι και το Λονδίνο. Αρχικά διετέλεσε βουλευτής Ρεθύμνου στην Κρητική Βουλή την περίοδο 1906-1912 και αντιπρόεδρος της Συνέλευσης των Κρητών και αντιπρόσωπός της στην Αθήνα, την περίοδο 1911-1912.

Μετά το 1913 και την ενσωμάτωση της Κρήτης στην Ελλάδα, εξελέγη πολλές φορές βουλευτής Ρεθύμνου, με το Κόμμα Φιλελευθέρων. Το 1924 ανέλαβε τα υπουργείο Συγκοινωνιών, στην κυβέρνηση Βενιζέλου, και Οικονομικών στην κυβέρνηση Παπαναστασίου και Σοφούλη που ακολούθησαν. Το 1931, σε μια δύσκολη στιγμή για την ελληνική οικονομία, ο Τσουδερός ανέλαβε τη διοίκηση της Τραπέζης της Ελλάδος, θέση που διατήρησε μέχρι το 1939, όταν παύτηκε από το καθεστώς του Ιωάννη Μεταξά για πολιτικούς λόγους.



Στις 21 Απριλίου 1941, και ενώ οι Γερμανοί είχαν καταλάβει τη μισή Ελλάδα, ο Τσουδερός αποδέχθηκε την πρόταση του βασιλιά Γεωργίου να αναλάβει την πρωθυπουργία της χώρας σε αντικατάσταση του Αλεξάνδρου Κορυζή, ο οποίος είχε αυτοκτονήσει τρεις ημέρες νωρίτερα. Στις 23 Απριλίου 1941, η κυβέρνηση Τσουδερού, με τη βασιλική οικογένεια μετακινήθηκε στην Κρήτη και από εκεί, έναν μήνα αργότερα, κατέφυγε στο Κάϊρο της Αιγύπτου.

Παρέμεινε στη θέση του πρωθυπουργού της εξόριστης κυβέρνησης έως τα μέσα του 1944, οπότε και παραιτήθηκε μετά τα γεγονότα του κινήματος των εξόριστων Ελλήνων στρατιωτών (Απρίλιος 1944) που πρόσκειντο φιλικά προς το ΕΑΜ. Τον Τσουδερό, διαδέχτηκε στην προεδρία της εξόριστης ελληνικής κυβέρνησης, ο Θεμιστοκλής Σοφούλης.

Με την απελευθέρωση (1944) επέστρεψε στην Αθήνα, όπου φαίνεται πως εγκαθίσταται και στο διαμέρισμα στο Κολωνάκι αναλαμβάνοντας αντιπρόεδρος και υπουργός Συντονισμού στην κυβέρνηση Σοφούλη έως το 1946. Τα χρόνια που ακολούθησαν συνέχισε να έχει ενεργό ρόλο στην κεντρική πολιτική σκηνή ως πρόεδρος του Δημοκρατικού Προοδευτικού Κόμματος και βουλευτής Πειραιώς και Αθηνών στη συνέχεια. Το 1952 ανέλαβε υπουργός άνευ χαρτοφυλακίου στην κυβέρνηση Παπάγου. Απεβίωσε το 1956 στην πόλη Νέρβι της Ιταλίας, όπου είχε μεταβεί για ανάπαυση.

Ο καθηγητής, πολιτικός και ήρωας του Β΄ Π.Π.

Στο διαμέρισμα του Κολωνακίου διέμενε και ο γιός του Ιωάννης (1923-1997) που ανέπτυξε ιδιαίτερη αντιστασιακή δράση, την περίοδο του Β΄ Π.Π. Σπούδασε οικονομικά και κοινωνιολογία στις ΗΠΑ και συμμετείχε ως αλεξιπτωτιστής σε πολεμικές επιχειρήσεις με τον αμερικανικό στρατό. Κατά τη διάρκεια αυτών τραυματίστηκε ενώ για την συνολική του δράση τιμήθηκε επανειλημμένα.

Αρχικά εργάστηκε ως καθηγητής σε πανεπιστήμια των ΗΠΑ και το 1959 εγκαταστάθηκε οριστικά στην Ελλάδα, για να ακολουθήσει πολιτική σταδιοδρομία, αρχικά ως βουλευτής Ρεθύμνου με την Ένωση Κέντρου. Το 1965 αποχώρησε από την Ένωση Κέντρου στηρίζοντας τις λεγόμενες κυβερνήσεις αποστατών. Είχε διατελέσει αναπληρωτής υπουργός συντονισμού στην κυβέρνηση Στέφανου Στεφανόπουλου και το 1974 συμμετείχε στο ψηφοδέλτιο επικρατείας της Νέας Δημοκρατίας.

Εικάζεται πως τα όπλα που βρέθηκαν στην αποθήκη του διαμερίσματος, ανήκαν στον Ιωάννη Τσουδερό ο οποίος τα είχε αποκρύψει για συλλεκτικούς λόγους, βετεράνος ο ίδιος του Β΄ Π.Π.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Αρχειοθήκη ιστολογίου