Το πρόβλημα της στέγασης φαίνεται ότι λαμβάνει ολοένα και μεγαλύτερες διαστάσεις στην Ευρώπη, καθώς η αναζήτηση ενός προσιτού διαμερίσματος καθίσταται δύσκολο εγχείρημα για κάθε Ευρωπαίο. Χαρακτηριστική είναι η κατάσταση στη Λισαβόνα, την πρωτεύουσα της Πορτογαλίας, όπου η μέση τιμή των ενοικίων είναι τριπλάσια του κατώτατου μισθού.
«Η ιδιοκτήτρια με κυνηγάει από το 2018. Λέει ότι χρειάζεται το διαμέρισμα. Τώρα, μου έκανε και έξωση» αφηγείται στο BBC η Τζορτζίνα Σιμόες, η οποία εργάζεται σε οίκο ευγηρίας και αμείβεται με ένα ποσό λίγο υψηλότερο από τον κατώτατο μισθό.
Το ενοίκιο, στα 300 ευρώ τον μήνα, είναι χαμηλό σε σχέση με τον μέσο όρο της πόλης. Αλλά και πάλι, η Σιμόες χρειάζεται δύο δουλειές για να τα φέρει εις πέρας.
«Δεν φεύγω, επειδή ο μισθός μου δεν είναι αρκετός για να βρω ένα νέο σπίτι να νοικιάσω. Τα ενοίκια είναι υψηλότερα από τους μισθούς που έχουμε» τονίζει, μεταξύ άλλων.
Και φυσικά η περίπτωσή της δεν είναι μοναδική. Το μέσο ενοίκιο στη Λισαβόνα ανέρχεται σε τουλάχιστον 2.000 ευρώ, ενώ ο κατώτατος μισθός δεν ξεπερνά τα 760 ευρώ.
Αυτή η συνθήκη δημιουργεί μια ασφυκτική κατάσταση στην πορτογαλική πρωτεύουσα, η οποία αντιμετωπίζει σοβαρό πρόβλημα στέγασης. Κι αυτό προκλήθηκε κυρίως από τη μεγάλη αύξηση των ξένων επενδύσεων στον κλάδο του real estate και την έλλειψη προσιτών σπιτιών.
Όμως, δεν είναι απλώς ζήτημα προσφοράς. Η ερευνήτρια και ακτιβίστρια Ρίτα Σίλβα, η οποία ίδρυσε την πρωτοβουλία «Habita», υποστηρίζει ότι «υπάρχουν περισσότερα σπίτια απ’ ό,τι άνθρωποι, αλλά οι τιμές δεν κατεβαίνουν». Σύμφωνα με την ίδια, η τρέχουσα κρίση έχει εξαπλωθεί σ’ όλη τη χώρα κατά τη διάρκεια των ετών που ακολούθησαν την κρίση του 2008.
Η περίπτωση της Σιμόες βρίσκεται στα δικαστήρια και η ίδια ευελπιστεί ότι θα καταφέρει να κρατήσει το σπίτι για ακόμη έξι μήνες. Τι θα συμβεί αν η απόφαση του δικαστηρίου είναι αρνητική; «Θα μείνω στον δρόμο» απαντά η Σιμόες. «Χρειάζομαι μια στέγη για να κοιμηθώ. Όλη μου τη ζωή δουλεύω».
Η Τζόλεσι Πατσέκο έχει δύο δουλειές και εργάζεται 16 ώρες την ημέρα. «Το μεγαλύτερο μέρος των μισθών μου πηγαίνει στο ενοίκιο. Για να μην αναφέρω τους λογαριασμούς, τα τρόφιμα και τις μεταφορές. Με μία δουλειά, όλα αυτά θα ήταν ανέφικτα».
Το συμβόλαιό της λήγει στα τέλη του 2023 και η ίδια ανησυχεί μήπως η ιδιοκτήτρια σπεύσει να ανεβάσει το ενοίκιο. «Τι θα συμβεί τότε; Θα χρειαστεί να γυρίσω στο σπίτι της μητέρας μου».
Ο κωμικός και ακτιβιστής Ντιόγκο Φάρο έχει καταστεί ένα από τα βασικότερα «πρόσωπα» του κινήματος για προσιτή στέγη. «Υπάρχουν χωρισμένα ζευγάρια, τα οποία δεν μπορούν να ζήσουν χωριστά επειδή δεν έχουν την οικονομική δυνατότητα. Ηλικιωμένοι άνθρωποι καλούνται να διαλέξουν μεταξύ του ενοικίου και των φαρμάκων τους» εξηγεί στο BBC.
Ο Φάρο μαζί με ορισμένους φίλους του, έχει ιδρύσει την πρωτοβουλία «Το Σπίτι είναι Δικαίωμα». Τις προηγούμενες ημέρες πραγματοποίησε μια συγκέντρωση διαμαρτυρίας στη Λισαβόνα, στην οποία συμμετείχαν περισσότεροι από 30.000 άνθρωποι. Αντίστοιχες διαδηλώσεις έλαβαν χώρα και σε άλλες πόλεις, όπως το Πόρτο και η Μπράγκα.
Ο δήμαρχος της Λισαβόνας, Κάρλος Μοέντας, περιέγραψε το πρόβλημα ως τη «μεγαλύτερη κρίση της γενιάς μας».
Σύμφωνα με τον ερευνητή Λούις Μέντες, το 1/3 του ιστορικού κέντρο της πόλης αφορά ακατοίκητα σπίτια. «Μιλάμε για τα ενοίκια, τα οποία σε ορισμένες περιπτώσεις είναι υψηλότερα κι από τις πιο ακριβές περιοχές του Βερολίνου. Χωρίς να υπολογίζουμε τη διαφορά στους μισθούς».
Όπως εξηγεί, στη Λισαβόνα υπάρχουν περιοχές, όπου ένα σπίτι 80 τετραγωνικών μέτρων κοστίζει 1.200 ευρώ ανά μήνα. Ένας από τους λόγους αυτών των δυσθεώρητων ενοικίων, είναι -κατά τον ίδιο- η τουριστικοποίηση της πόλης, καθώς τα σπίτια από μόνιμες κατοικίες πολιτών μετατρέπονται σε προσωρινές κατοικίες τουριστών.
Το 60% των σπιτιών στη γειτονιά Αλφάμα, για παράδειγμα, διατίθεται σε βραχυχρόνιες μισθώσεις. «Τι βλέπουν οι τουρίστες εκεί; Ο ένας τον άλλο» λέει αστειευόμενος Φάρο.
Η κυβέρνηση της Πορτογαλίας, τα τελευταία χρόνια, εφαρμόζει το μέτρο της λεγόμενης Χρυσής Βίζας, με το οποίο οι μη-Ευρωπαίοι έχουν τη δυνατότητα απόκτησης πορτογαλικού διαβατηρίου (άρα και ευρωπαϊκού), εφόσον επενδύσουν ένα συγκεκριμένο ποσό στη χώρα.
«Συχνά ανακαινίζουν ένα σπίτι, αλλά το αφήνουν άδειο. Πολλές φορές τα εν λόγω ακίνητα πωλούνταν ξανά και ξανά κι αυτό δημιουργεί μια στρέβλωση στην αγορά κατοικίας» τονίζει ο Μέντες.
Σε μια προσπάθεια αντιμετώπισης του φλέγοντος προβλήματος, η κυβέρνηση έβαλε «φρένο» στις Χρυσές Βίζες ενώ περιόρισε τις βραχυχρόνιες μισθώσεις. Επίσης, έθεσε όριο 2% στις αυξήσεις των ενοικίων.
Για τους περισσότερους, όμως, τα εν λόγω μέτρα είναι και ανεπαρκή και καθυστερημένα.
«Η ιδιοκτήτρια με κυνηγάει από το 2018. Λέει ότι χρειάζεται το διαμέρισμα. Τώρα, μου έκανε και έξωση» αφηγείται στο BBC η Τζορτζίνα Σιμόες, η οποία εργάζεται σε οίκο ευγηρίας και αμείβεται με ένα ποσό λίγο υψηλότερο από τον κατώτατο μισθό.
Το ενοίκιο, στα 300 ευρώ τον μήνα, είναι χαμηλό σε σχέση με τον μέσο όρο της πόλης. Αλλά και πάλι, η Σιμόες χρειάζεται δύο δουλειές για να τα φέρει εις πέρας.
«Δεν φεύγω, επειδή ο μισθός μου δεν είναι αρκετός για να βρω ένα νέο σπίτι να νοικιάσω. Τα ενοίκια είναι υψηλότερα από τους μισθούς που έχουμε» τονίζει, μεταξύ άλλων.
Και φυσικά η περίπτωσή της δεν είναι μοναδική. Το μέσο ενοίκιο στη Λισαβόνα ανέρχεται σε τουλάχιστον 2.000 ευρώ, ενώ ο κατώτατος μισθός δεν ξεπερνά τα 760 ευρώ.
Αυτή η συνθήκη δημιουργεί μια ασφυκτική κατάσταση στην πορτογαλική πρωτεύουσα, η οποία αντιμετωπίζει σοβαρό πρόβλημα στέγασης. Κι αυτό προκλήθηκε κυρίως από τη μεγάλη αύξηση των ξένων επενδύσεων στον κλάδο του real estate και την έλλειψη προσιτών σπιτιών.
Όμως, δεν είναι απλώς ζήτημα προσφοράς. Η ερευνήτρια και ακτιβίστρια Ρίτα Σίλβα, η οποία ίδρυσε την πρωτοβουλία «Habita», υποστηρίζει ότι «υπάρχουν περισσότερα σπίτια απ’ ό,τι άνθρωποι, αλλά οι τιμές δεν κατεβαίνουν». Σύμφωνα με την ίδια, η τρέχουσα κρίση έχει εξαπλωθεί σ’ όλη τη χώρα κατά τη διάρκεια των ετών που ακολούθησαν την κρίση του 2008.
Η περίπτωση της Σιμόες βρίσκεται στα δικαστήρια και η ίδια ευελπιστεί ότι θα καταφέρει να κρατήσει το σπίτι για ακόμη έξι μήνες. Τι θα συμβεί αν η απόφαση του δικαστηρίου είναι αρνητική; «Θα μείνω στον δρόμο» απαντά η Σιμόες. «Χρειάζομαι μια στέγη για να κοιμηθώ. Όλη μου τη ζωή δουλεύω».
Η Τζόλεσι Πατσέκο έχει δύο δουλειές και εργάζεται 16 ώρες την ημέρα. «Το μεγαλύτερο μέρος των μισθών μου πηγαίνει στο ενοίκιο. Για να μην αναφέρω τους λογαριασμούς, τα τρόφιμα και τις μεταφορές. Με μία δουλειά, όλα αυτά θα ήταν ανέφικτα».
Το συμβόλαιό της λήγει στα τέλη του 2023 και η ίδια ανησυχεί μήπως η ιδιοκτήτρια σπεύσει να ανεβάσει το ενοίκιο. «Τι θα συμβεί τότε; Θα χρειαστεί να γυρίσω στο σπίτι της μητέρας μου».
Ο κωμικός και ακτιβιστής Ντιόγκο Φάρο έχει καταστεί ένα από τα βασικότερα «πρόσωπα» του κινήματος για προσιτή στέγη. «Υπάρχουν χωρισμένα ζευγάρια, τα οποία δεν μπορούν να ζήσουν χωριστά επειδή δεν έχουν την οικονομική δυνατότητα. Ηλικιωμένοι άνθρωποι καλούνται να διαλέξουν μεταξύ του ενοικίου και των φαρμάκων τους» εξηγεί στο BBC.
Ο Φάρο μαζί με ορισμένους φίλους του, έχει ιδρύσει την πρωτοβουλία «Το Σπίτι είναι Δικαίωμα». Τις προηγούμενες ημέρες πραγματοποίησε μια συγκέντρωση διαμαρτυρίας στη Λισαβόνα, στην οποία συμμετείχαν περισσότεροι από 30.000 άνθρωποι. Αντίστοιχες διαδηλώσεις έλαβαν χώρα και σε άλλες πόλεις, όπως το Πόρτο και η Μπράγκα.
Ο δήμαρχος της Λισαβόνας, Κάρλος Μοέντας, περιέγραψε το πρόβλημα ως τη «μεγαλύτερη κρίση της γενιάς μας».
Σύμφωνα με τον ερευνητή Λούις Μέντες, το 1/3 του ιστορικού κέντρο της πόλης αφορά ακατοίκητα σπίτια. «Μιλάμε για τα ενοίκια, τα οποία σε ορισμένες περιπτώσεις είναι υψηλότερα κι από τις πιο ακριβές περιοχές του Βερολίνου. Χωρίς να υπολογίζουμε τη διαφορά στους μισθούς».
Όπως εξηγεί, στη Λισαβόνα υπάρχουν περιοχές, όπου ένα σπίτι 80 τετραγωνικών μέτρων κοστίζει 1.200 ευρώ ανά μήνα. Ένας από τους λόγους αυτών των δυσθεώρητων ενοικίων, είναι -κατά τον ίδιο- η τουριστικοποίηση της πόλης, καθώς τα σπίτια από μόνιμες κατοικίες πολιτών μετατρέπονται σε προσωρινές κατοικίες τουριστών.
Το 60% των σπιτιών στη γειτονιά Αλφάμα, για παράδειγμα, διατίθεται σε βραχυχρόνιες μισθώσεις. «Τι βλέπουν οι τουρίστες εκεί; Ο ένας τον άλλο» λέει αστειευόμενος Φάρο.
Η κυβέρνηση της Πορτογαλίας, τα τελευταία χρόνια, εφαρμόζει το μέτρο της λεγόμενης Χρυσής Βίζας, με το οποίο οι μη-Ευρωπαίοι έχουν τη δυνατότητα απόκτησης πορτογαλικού διαβατηρίου (άρα και ευρωπαϊκού), εφόσον επενδύσουν ένα συγκεκριμένο ποσό στη χώρα.
«Συχνά ανακαινίζουν ένα σπίτι, αλλά το αφήνουν άδειο. Πολλές φορές τα εν λόγω ακίνητα πωλούνταν ξανά και ξανά κι αυτό δημιουργεί μια στρέβλωση στην αγορά κατοικίας» τονίζει ο Μέντες.
Σε μια προσπάθεια αντιμετώπισης του φλέγοντος προβλήματος, η κυβέρνηση έβαλε «φρένο» στις Χρυσές Βίζες ενώ περιόρισε τις βραχυχρόνιες μισθώσεις. Επίσης, έθεσε όριο 2% στις αυξήσεις των ενοικίων.
Για τους περισσότερους, όμως, τα εν λόγω μέτρα είναι και ανεπαρκή και καθυστερημένα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου