Ήθελε και θερινή άδεια, όπως και επίδομα αδείας προσαυξημένο 100% - Το Εφετείο Αθηνών του επιδίκασε 48.724 ευρώ, αλλά ο Άρειος Πάγος του τα πήρε πίσω
Εργατοπατέρας ο οποίος είχε συνδικαλιστική άδεια επί 8 συνεχόμενα έτη με πλήρης αποδοχές και ασφαλιστική κάλυψη, ζήτησε από τα δικαστήρια να λάβει, όχι μόνο θερινή άδεια, αλλά και να υποχρεωθεί ο εργοδότης του να του καταβάλει αναδρομικά το επίδομα αδείας με προσαύξηση 100%, όμως οι αρεοπαγίτες δεν του έκαναν το χατίρι.
Αναλυτής προγραμματιστής το Φεβρουάριο του 1985 προσλήφθηκε σε ασφαλιστική εταιρεία με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας ιδιωτικού δικαίου αόριστου χρόνου ως υπάλληλος.
Δεκαοκτώ χρόνια μετά την πρόσληψή του άρχισε να ασχολείται με τον συνδικαλισμό. Από το 2004 και μετά και επί 8 συνεχόμενα έτη, χωρίς καμία διακοπή, ήταν εκλεγμένο μέλος του γενικού συμβουλίου της Ομοσπονδίας Ασφαλιστικών Συλλόγων Ελλάδος (Ο.Α.Σ.Ε.).
Λόγω της συνδικαλιστικής του ιδιότητας είχε απαλλαγεί από την υποχρέωση παροχής εξαρτημένης εργασίας στην εργοδότρια εταιρεία και είχε αποσπασθεί στην Ο.Α.Σ.Ε.
Σύμφωνα με την ειδική συλλογική σύμβαση εργασίας του χώρου των ασφαλιστικών εταιρειών, οι εργαζόμενοι οι οποίοι βρίσκονται σε συνδικαλιστική άδεια-απόσπαση (δηλαδή απαλλάσσονται από την εργασία τους) και είναι μέλη του εκτελεστικού ή γενικού συμβουλίου της Ο.Α.Σ.Ε. διατηρούν κατά τη διάρκεια της συνδικαλιστικής τους άδεια ακέραια όλα τα δικαιώματά τους τα οποία αφορούν στην επαγγελματική τους σταδιοδρομία και εξέλιξη στην επιχείρηση από την οποία έχουν αποσπασθεί.
Οι συνδικαλιστές αυτοί διατηρούν το σύνολο των αποδοχών (βασικός μισθός, επιδόματα, κ.λπ.) που ελάμβαναν πριν την συνδικαλιστική απόσπαση. Δεν λαμβάνουν τα «έξοδα περιποίησης πελατείας».
Η απόσπαση αυτή συνιστά παραχώρηση (δανεισμό) των υπηρεσιών του υπαλλήλου από την πλευρά της ασφαλιστικής εταιρείας προς την Ο.Α.Σ.Ε.
Μετά την απόκτηση της συνδικαλιστικής του ιδιότητας η ασφαλιστική εταιρεία συνέχισε να του καταβάλλει κανονικά το μισθό του, κ.λπ. Αντίθετα, δεν του χορήγησε όλο το χρονικό διάστημα που είχε την συνδικαλιστική ιδιότητα την ετήσια άδεια αναψυχής (θερινή άδεια) και το προβλεπόμενο επίδομα.
Έτσι, ο υπάλληλος με επίσημα πρωτοκολλημένες αιτήσεις του είχε ζητήσει να του γνωστοποιήσει εγγράφως η εργοδότρια εταιρεία, «πότε θα του χορηγήσει την ετήσια άδεια αναψυχής», για την τριετία 2009- 2011 και σε αντίθετη περίπτωση, ζητούσε «να του καταβάλει τη νόμιμη αποζημίωση μη χορήγησης της θερινής άδειας».
Η ασφαλιστική εταιρεία δεν ανταποκρίθηκε στο αίτημα του συνδικαλιστή και ο τελευταίος προσέφυγε στα δικαστήρια.
Να επισημανθεί στο σημείο αυτό ότι σύμφωνα με την εργατική νομοθεσία στους μισθωτούς οι οποίοι παρέχουν εξαρτημένη εργασία, τόσο στον ιδιωτικό όσο και στο δημόσιο τομέα, είτε με έγκυρη σύμβαση είτε με απλή σχέση εργασίας, πρέπει να χορηγείται μέσα σε κάθε ημερολογιακό έτος άδεια αναψυχής με αποδοχές. Ο εργοδότης πρέπει σε κάθε περίπτωση να χορηγήσει την άδεια μέσα στο ημερολογιακό έτος απασχόλησης.
Το δικαίωμα στην θερινή άδεια αναψυχής, σύμφωνα με την αρεοπαγιτική απόφαση, «απορρέει ευθέως εκ του νόμου και δεν εξαρτάται από την ουσιώδη ή μη ανάλωση των παραγωγικών δυνάμεων του εργαζόμενου και υφίσταται ανεξάρτητα προς το αν ο τελευταίος ζήτησε ή όχι τη χορήγηση της άδειας από τον εργοδότη».
Η αίτηση, την οποία ενδεχομένως θα υποβάλει ο μισθωτός για την χορήγηση της θερινής άδειας, έχει σημασία μόνο για τον προσδιορισμό της χρονικής περιόδου κατά την οποία αυτός επιθυμεί να λάβει την άδεια, σύμφωνα με την αρεοπαγιτική απόφαση. Εάν για οποιονδήποτε λόγο δεν καταστεί εφικτή η χορήγηση της άδειας μέσα στο ημερολογιακό έτος, η αξίωση για την άδεια μετατρέπεται σε χρηματική.
Τότε, ο εργοδότης οφείλει να καταβάλει στον εργαζόμενο τις αποδοχές τις οποίες θα κατέβαλλε εάν ο τελευταίος είχε λάβει την άδεια (και αποδοχές αδείας). Εάν, η μη χορήγηση της άδειας οφείλεται σε αμέλεια του εργοδότη, τότε πρέπει (ως αστική ποινή) να χορηγηθούν με προσαύξηση 100% οι αποδοχές αδείας.
Αρχικά το Εφετείο Αθηνών δικαίωσε τον εν λόγω συνδικαλιστή, δεχόμενο ότι η εργοδότρια εταιρεία που κατέβαλε τις αποδοχές του επί 8 συνεχόμενα χρόνια, όφειλε να δώσει και το επιδόματα θερινής άδειας των ετών 2009- 2011 με προσαύξηση 100%, λόγω υπαιτιότητάς της. Έτσι, το Εφετείο επιδίκασε στον συνδικαλιστή το ποσό των 48.724 ευρώ.
Η ασφαλιστική εταιρεία άσκησε αναίρεση στον Άρειο Πάγο επί της εφετειακής απόφασης, αλλά κρίθηκε ότι η εφετειακή απόφαση έχει αντιφατική και ασαφή αιτιολογία και απέρριψε ως αβάσιμη την αίτηση αναίρεσης του συνδικαλιστή.
Οι αρεοπαγίτες αποφάνθηκαν ότι η εργοδότρια επιχείρηση δεν οφείλει να καταβάλει ούτε τις αποδοχές αδείας ούτε και την προσαύξηση του 100%. Και αυτό γιατί η εταιρεία εξ αντικειμένου και ανεξάρτητα από την θέλησή της, δεν είχε την δυνατότητα να του χορηγήσει άδεια αναψυχής για τον λόγο ότι τελούσε διαρκώς, επί σειρά 8 ετών, σε συνδικαλιστική άδεια χωρίς διακοπή, μη παρέχων την εργασία του στην εταιρεία που είχε προσληφθεί.
Εργατοπατέρας ο οποίος είχε συνδικαλιστική άδεια επί 8 συνεχόμενα έτη με πλήρης αποδοχές και ασφαλιστική κάλυψη, ζήτησε από τα δικαστήρια να λάβει, όχι μόνο θερινή άδεια, αλλά και να υποχρεωθεί ο εργοδότης του να του καταβάλει αναδρομικά το επίδομα αδείας με προσαύξηση 100%, όμως οι αρεοπαγίτες δεν του έκαναν το χατίρι.
Αναλυτής προγραμματιστής το Φεβρουάριο του 1985 προσλήφθηκε σε ασφαλιστική εταιρεία με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας ιδιωτικού δικαίου αόριστου χρόνου ως υπάλληλος.
Δεκαοκτώ χρόνια μετά την πρόσληψή του άρχισε να ασχολείται με τον συνδικαλισμό. Από το 2004 και μετά και επί 8 συνεχόμενα έτη, χωρίς καμία διακοπή, ήταν εκλεγμένο μέλος του γενικού συμβουλίου της Ομοσπονδίας Ασφαλιστικών Συλλόγων Ελλάδος (Ο.Α.Σ.Ε.).
Λόγω της συνδικαλιστικής του ιδιότητας είχε απαλλαγεί από την υποχρέωση παροχής εξαρτημένης εργασίας στην εργοδότρια εταιρεία και είχε αποσπασθεί στην Ο.Α.Σ.Ε.
Σύμφωνα με την ειδική συλλογική σύμβαση εργασίας του χώρου των ασφαλιστικών εταιρειών, οι εργαζόμενοι οι οποίοι βρίσκονται σε συνδικαλιστική άδεια-απόσπαση (δηλαδή απαλλάσσονται από την εργασία τους) και είναι μέλη του εκτελεστικού ή γενικού συμβουλίου της Ο.Α.Σ.Ε. διατηρούν κατά τη διάρκεια της συνδικαλιστικής τους άδεια ακέραια όλα τα δικαιώματά τους τα οποία αφορούν στην επαγγελματική τους σταδιοδρομία και εξέλιξη στην επιχείρηση από την οποία έχουν αποσπασθεί.
Οι συνδικαλιστές αυτοί διατηρούν το σύνολο των αποδοχών (βασικός μισθός, επιδόματα, κ.λπ.) που ελάμβαναν πριν την συνδικαλιστική απόσπαση. Δεν λαμβάνουν τα «έξοδα περιποίησης πελατείας».
Η απόσπαση αυτή συνιστά παραχώρηση (δανεισμό) των υπηρεσιών του υπαλλήλου από την πλευρά της ασφαλιστικής εταιρείας προς την Ο.Α.Σ.Ε.
Μετά την απόκτηση της συνδικαλιστικής του ιδιότητας η ασφαλιστική εταιρεία συνέχισε να του καταβάλλει κανονικά το μισθό του, κ.λπ. Αντίθετα, δεν του χορήγησε όλο το χρονικό διάστημα που είχε την συνδικαλιστική ιδιότητα την ετήσια άδεια αναψυχής (θερινή άδεια) και το προβλεπόμενο επίδομα.
Έτσι, ο υπάλληλος με επίσημα πρωτοκολλημένες αιτήσεις του είχε ζητήσει να του γνωστοποιήσει εγγράφως η εργοδότρια εταιρεία, «πότε θα του χορηγήσει την ετήσια άδεια αναψυχής», για την τριετία 2009- 2011 και σε αντίθετη περίπτωση, ζητούσε «να του καταβάλει τη νόμιμη αποζημίωση μη χορήγησης της θερινής άδειας».
Η ασφαλιστική εταιρεία δεν ανταποκρίθηκε στο αίτημα του συνδικαλιστή και ο τελευταίος προσέφυγε στα δικαστήρια.
Να επισημανθεί στο σημείο αυτό ότι σύμφωνα με την εργατική νομοθεσία στους μισθωτούς οι οποίοι παρέχουν εξαρτημένη εργασία, τόσο στον ιδιωτικό όσο και στο δημόσιο τομέα, είτε με έγκυρη σύμβαση είτε με απλή σχέση εργασίας, πρέπει να χορηγείται μέσα σε κάθε ημερολογιακό έτος άδεια αναψυχής με αποδοχές. Ο εργοδότης πρέπει σε κάθε περίπτωση να χορηγήσει την άδεια μέσα στο ημερολογιακό έτος απασχόλησης.
Το δικαίωμα στην θερινή άδεια αναψυχής, σύμφωνα με την αρεοπαγιτική απόφαση, «απορρέει ευθέως εκ του νόμου και δεν εξαρτάται από την ουσιώδη ή μη ανάλωση των παραγωγικών δυνάμεων του εργαζόμενου και υφίσταται ανεξάρτητα προς το αν ο τελευταίος ζήτησε ή όχι τη χορήγηση της άδειας από τον εργοδότη».
Η αίτηση, την οποία ενδεχομένως θα υποβάλει ο μισθωτός για την χορήγηση της θερινής άδειας, έχει σημασία μόνο για τον προσδιορισμό της χρονικής περιόδου κατά την οποία αυτός επιθυμεί να λάβει την άδεια, σύμφωνα με την αρεοπαγιτική απόφαση. Εάν για οποιονδήποτε λόγο δεν καταστεί εφικτή η χορήγηση της άδειας μέσα στο ημερολογιακό έτος, η αξίωση για την άδεια μετατρέπεται σε χρηματική.
Τότε, ο εργοδότης οφείλει να καταβάλει στον εργαζόμενο τις αποδοχές τις οποίες θα κατέβαλλε εάν ο τελευταίος είχε λάβει την άδεια (και αποδοχές αδείας). Εάν, η μη χορήγηση της άδειας οφείλεται σε αμέλεια του εργοδότη, τότε πρέπει (ως αστική ποινή) να χορηγηθούν με προσαύξηση 100% οι αποδοχές αδείας.
Αρχικά το Εφετείο Αθηνών δικαίωσε τον εν λόγω συνδικαλιστή, δεχόμενο ότι η εργοδότρια εταιρεία που κατέβαλε τις αποδοχές του επί 8 συνεχόμενα χρόνια, όφειλε να δώσει και το επιδόματα θερινής άδειας των ετών 2009- 2011 με προσαύξηση 100%, λόγω υπαιτιότητάς της. Έτσι, το Εφετείο επιδίκασε στον συνδικαλιστή το ποσό των 48.724 ευρώ.
Η ασφαλιστική εταιρεία άσκησε αναίρεση στον Άρειο Πάγο επί της εφετειακής απόφασης, αλλά κρίθηκε ότι η εφετειακή απόφαση έχει αντιφατική και ασαφή αιτιολογία και απέρριψε ως αβάσιμη την αίτηση αναίρεσης του συνδικαλιστή.
Οι αρεοπαγίτες αποφάνθηκαν ότι η εργοδότρια επιχείρηση δεν οφείλει να καταβάλει ούτε τις αποδοχές αδείας ούτε και την προσαύξηση του 100%. Και αυτό γιατί η εταιρεία εξ αντικειμένου και ανεξάρτητα από την θέλησή της, δεν είχε την δυνατότητα να του χορηγήσει άδεια αναψυχής για τον λόγο ότι τελούσε διαρκώς, επί σειρά 8 ετών, σε συνδικαλιστική άδεια χωρίς διακοπή, μη παρέχων την εργασία του στην εταιρεία που είχε προσληφθεί.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου