Τρίτη 26 Μαρτίου 2024

Αγορά εργασίας: Μας λείπουν 200.000 εργαζόμενοι


Στα όρια της απόγνωσης βρίσκονται οι επιχειρηματίες του τουρισμού, αντιμετωπίζοντας στην εκκίνηση της τουριστικής σεζόν ως εφιάλτη και πάλι το πρόβλημα των ελλείψεων προσωπικού.«Δεν υπάρχουν σεφ, μάγειρες, ρεσεψιονίστ, καμαριέρες, κηπουροί. Οι Bόρειοι και οι Nότιοι έχουν ήδη ξεκινήσει κρυφό πόλεμο», αποκαλύπτει στέλεχος του τουρισμού, εξηγώντας τον παραλληλισμό με τον αμερικανικό εμφύλιο. «Οι ξενοδόχοι του Νότου, στην Κρήτη και τη Ρόδο, κλέβουν στην κυριολεξία υπαλλήλους από τα ξενοδοχεία της Χαλκιδικής, με δέλεαρ υψηλότερο μισθό κατά 200-300 ευρώ. Εχουμε αυξήσει τους μισθούς προκειμένου να προσελκύσουμε ή να κρατήσουμε το περσινό προσωπικό. Ομως οι ελλείψεις είναι πολλές και δεν μπορούν να καλυφθούν από τα εργατικά χέρια που θα έρθουν, αν έρθουν, από τρίτες χώρες. Οι ξένοι εργάτες προορίζονται για λαντζέρηδες και για άλλες θέσεις χαμηλών προσόντων».

Σύμφωνα με τα στοιχεία της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Ξενοδόχων, οι ελλείψεις ανέρχονται σε 53.000 και μαζί με τις κενές θέσεις στην εστίαση φτάνουν συνολικά τις 80.000.

Oι ανάγκες είναι παντού, λένε οι επιχειρηματίες, στα χωράφια, στον τουρισμό, στην εστίαση, στη βιομηχανία, στις κατασκευές, στα τεχνικά επαγγέλματα, σε νοσηλευτικό προσωπικό και φυσικά στην πληροφορική, όπου οι εταιρείες κυνηγούν με κάθε τρόπο προγραμματιστές για να τους πείσουν να εγκαταλείψουν τους ανταγωνιστές τους.

Στον πρωτογενή τομέα, η έλλειψη 70.000 εργατών γης αποτελεί «νάρκη» για την ελληνική γεωργία. Ελιές, θερμοκήπια, ροδάκινα, φράουλες, όλοι ζητούν κόσμο. Ενδεικτικό είναι ότι στο πλαίσιο του προγράμματος μεταφοράς ανέργων από τη Δυτική Μακεδονία στην Κρήτη για τη συγκομιδή ελιάς υπέβαλαν αίτηση μόλις 30 άτομα και τελικά δέχτηκαν να πάνε οι τρεις!



Αν προστεθούν και οι ελλείψεις εργαζομένων στις κατασκευές, σε έναν τομέα που οι ανάγκες θα πολλαπλασιάζονται λόγω των έργων και των επενδύσεων, οι συνολικές κενές θέσεις ανέρχονται σε 200.000.



Από την άλλη πλευρά, οι άνεργοι, σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ, ανέρχονται σε 495.000. Η ανεργία μειώθηκε στο 10,4% τον Ιανουάριο 2024, αλλά εξακολουθεί να κυμαίνεται σε υψηλά επίπεδα στους νέους και τις γυναίκες.

Εύλογο είναι ότι όσο μειώνεται η ανεργία τόσο αυξάνονται οι κενές θέσεις εργασίας. Τα έτη 2013-2015, όπου η ανεργία είχε εκτοξευτεί στο 25%, οι κενές θέσεις εργασίας ήταν μόλις 15.000.



Το γράφημα δείχνει ότι οι κενές θέσεις εργασίας το 2023 βρίσκονται στο υψηλότερο επίπεδο μετά το 2009 και σημείωσαν από πέρυσι αύξηση κατά 82%





O Αλέξης Πατέλης

Το πρόβλημα των κενών θέσεων έφερε στο προσκήνιο ο σύμβουλος του πρωθυπουργού Αλέξης Πατέλης, ο οποίος σε ανάρτησή του στο Twitter, κάνοντας αναφορά στα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, διαπιστώνει: «Οι κενές θέσεις εργασίας έφτασαν τις 38.000 στο τέταρτο τρίμηνο του 2023, αυξημένες κατά 82% και στο υψηλότερο επίπεδο από το 2009».

Στο ίδιο μήκος κύματος, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Παύλος Μαρινάκης, αναφερόμενος στις 38.000 κενές θέσεις, τόνισε: «Η μεταβολή αυτού του δείκτη αποδεικνύει ότι υπάρχει αυξημένη ζήτηση για εργαζομένους και ότι δημιουργούνται καθημερινά περισσότερες νέες θέσεις εργασίας. Ηδη, τα τέσσερα τελευταία χρόνια έχουν δημιουργηθεί πάνω από 400.000 νέες θέσεις και η ανεργία έχει μειωθεί κατά περίπου 7% και μάλιστα παρουσιάζεται σημαντική μείωση της ανεργίας στις γυναίκες και τους νέους».



Ωστόσο, η ίδια η ΕΛΣΤΑΤ ορίζει ότι ο εν λόγω δείκτης που καταγράφει 38.000 κενές θέσεις δεν αναφέρεται σε απόλυτους αριθμούς, αλλά αποτυπώνει την τάση για αύξηση των κενών θέσεων όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά σε όλη την Ευρώπη. Επιπλέον, δεν περιλαμβάνει τον πρωτογενή τομέα και τις κατασκευές, όπου το πρόβλημα είναι τεράστιο. Ετσι λοιπόν εξηγείται η διαφορά μεταξύ των στοιχείων της ΕΛΣΤΑΤ και του πραγματικού αριθμού των κενών θέσεων (περίπου 200.000) που προκύπτει από τις αναφορές των φορέων (οικονομικοί παράγοντες αλλά και το υπουργείο Εργασίας τις θεωρούν υπερτιμημένες) αλλά και τις ανάγκες για κάλυψη θέσεων εργασίας από τρίτες χώρες που καταγράφουν οι περιφέρειες.

Σχολιάζοντας τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, ο διδάκτωρ του Παντείου Βασίλης Μπέτσης αναφέρει: «Οι ελλείψεις σε προσωπικό και εργατικά χέρια είναι πολύ περισσότερες. Μια κενή θέση εργασίας, σύμφωνα με τον ορισμό της ΕΛΣΤΑΤ, θεωρείται μια νεοδημιουργηθείσα θέση, μια ήδη κενή θέση ή μια θέση που πρόκειται να κενωθεί (δηλαδή έχει δηλώσει ο εργαζόμενος ότι θα αποχωρήσει) σύντομα. Ετσι, ίσως ένα κρυφό συμπέρασμα που μπορούμε να εξάγουμε είναι ότι κενές θέσεις εργασίας δεν σημαίνουν αυτόματα αύξηση της επιχειρηματικής δραστηριότητας, αλλά ίσως δείχνουν ότι οι εργαζόμενοι έχουν δηλώσει ότι θα φύγουν μέσα στο επόμενο τρίμηνο.


Πιθανώς δεν τους άρεσε η εργασία, οι συνθήκες ή δεν είναι ικανοποιημένοι από την αμοιβή και αναζητούν νέα δουλειά, ίσως και στο εξωτερικό. Η φυγή στο εξωτερικό είναι μια σημαντική αιτία για την έλλειψη προσωπικού, αν το συνδέσουμε με τη μείωση του εργατικού δυναμικού κατά 130.000 άτομα τα τελευταία 5 έτη».

«Η πολυετής αυξητική τάση των ελλείψεων δείχνει ότι δεν είναι φαινόμενο συγκυριακό», επισημαίνει ο Χρήστος Ιωάννου, σύμβουλος διοίκησης του ΣΕΒ. «Αντιθέτως. Οι ελλείψεις συνδέονται με διαρθρωτικούς παράγοντες: α) τη γήρανση του πληθυσμού που οδηγεί στη μείωση του εργατικού δυναμικού, β) τη χαμηλότερη συμμετοχή ορισμένων πληθυσμιακών ομάδων (γυναικών, νέων, μεταναστών από τρίτες χώρες) στην αγορά εργασίας, γ) τις ελλείψεις δεξιοτήτων που αναφέρονται αυξανόμενες από επιχειρήσεις σε όλα τα μεγέθη και τους τομείς της οικονομίας της Ε.Ε., δ) τις ελλείψεις σε χειρωνακτικά και χαμηλότερης εκπαίδευσης επαγγέλματα, πιο επίπονων συνθηκών εργασίας και χαμηλότερων μισθών».

Οι κακές αμοιβές

«Οι όχι τόσο καλές αμοιβές είναι μία από τις βασικές αιτίες του προβλήματος», τονίζει με τη σειρά του ο γενικός διευθυντής του ΙΝΕ/ΓΣΕΕ Χρήστος Γούλας. «Ο μέσος μισθός αυξήθηκε καθώς συμπαρασύρθηκε ανοδικά από την αύξηση με νόμο του κατώτατου. Τα στοιχεία δε δείχνουν ότι οι επιχειρηματίες έβαλαν το χέρι στην τσέπη να αυξήσουν τους μισθούς, ακολουθώντας τον νόμο της προσφοράς και της ζήτησης.

Οντως πρέπει να προετοιμάσουμε το εργατικό δυναμικό της επόμενης δεκαετίας με στόχο την αλλαγή του παραγωγικού μοντέλου με κατεύθυνση τη μεταποίηση και την πληροφορική, ώστε να μη στηριζόμαστε μόνο στον τουρισμό και τη ναυτιλία. Επιπλέον, πρέπει να αλλάξει η κουλτούρα των επιχειρήσεων ώστε να καταρτίσουν και να επιμορφώσουν τους εργαζομένους τους. Η Ελλάδα είναι η πρώτη χώρα σε ώρες εργασίας στον ιδιωτικό τομέα, με χαμηλές αμοιβές και έλλειψη κινήτρων για τη συμμετοχή των εργαζομένων σε προγράμματα κατάρτισης».

Ας δούμε όμως κατά κλάδο της οικονομίας πώς διαμορφώνεται το πρόβλημα των κενών θέσεων.

Το 2023, μία από τις καλύτερες χρονιές για τον τουρισμό, έκλεισε με 1 στις 5 θέσεις εργασίας να παραμένει κενή και ειδικότερα σε ξενοδοχεία και επιχειρήσεις του κέντρου που κατακλύζεται καθημερινά από τουρίστες.

«Στον τουρισμό», αναφέρει ο πρόεδρος της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Εργαζομένων στον Τουρισμό και τον Επισιτισμό Γιώργος Χότζογλου, «οι εποχικοί δουλεύουν για λίγο και παραιτούνται λόγω των σκληρών συνθηκών εργασίας. Προτιμούν να εργαστούν στην Ισπανία, την Κροατία και την Κύπρο. Οι αιτήσεις για επαναπρόσληψη είναι 34% λιγότερες από πέρυσι. Φανταστείτε με πόσο αντίξοες συνθήκες θα ξεκινήσει η σεζόν. Δυσεύρετες οι καμαριέρες, οι οποίες φεύγουν νύχτα γιατί ο ξενοδόχος τις υποχρεώνει μέσα στο ωράριό τους να καθαρίσουν 25 δωμάτια. Το αφήγημα για κάλυψη των κενών από εργάτες από τρίτες χώρες δεν έχει εφαρμογή στην πράξη.


Πέρυσι εγκρίθηκαν 9.000 μετακλήσεις και τελικά κατάφεραν να εργαστούν μόνο 300 άτομα, λόγω των γραφειοκρατικών εμποδίων. Οι αυξήσεις στους μισθούς του κλάδου 5,5%+5% είναι όντως σημαντικές και ετοιμαζόμαστε για νέα κλαδική σύμβαση με τους εργοδότες πολύ πριν εκπνεύσει η προηγούμενη. Πρέπει όμως να τηρούνται πιστά οι συμβάσεις και να δοθούν κίνητρα στους εποχικούς».

Πρόσφατα, ο αντιπρόεδρος του ΣΕΒ Σπύρος Θεοδωρόπουλος επεσήμανε: «Λείπουν 90.000 θέσεις εργασίας στη βιομηχανία και ειδικά σε τεχνικές ειδικότητες. Κάθε χρόνο θα δημιουργούνται 10.000 θέσεις στον κλάδο της τεχνολογίας και της πληροφορικής. Ωστόσο, δεν υπάρχουν κατάλληλοι εργαζόμενοι. Είτε γιατί πολλοί έχουν φύγει στο εξωτερικό είτε γιατί πρέπει να καλλιεργήσουμε τις απαραίτητες δεξιότητες». Αλλά και στις κατασκευές, που βρίσκονται σε άνθηση, οι εργάτες είναι άφαντοι (υπολογίζεται ότι λείπουν 12.000 χέρια). Οι περισσότεροι εργάτες από την Αλβανία, που στήριζαν τα προηγούμενα χρόνια την οικοδομή, τώρα έχουν γίνει εργολάβοι, ενώ οι υπόλοιποι έχουν εγκαταλείψει τη χώρα μας.

Οι μετακλήσεις από το εξωτερικό

Το θέμα των μετακλήσεων από τρίτες χώρες χειρίζεται κατά κύριο λόγο ο υπουργός Μετανάστευσης και Ασύλου Δημήτρης Καιρίδης, ο οποίος αναγνωρίζει το πρόβλημα των ελλείψεων σε πολλούς τομείς και τονίζει: «Η Ελλάδα χρειάζεται να προσελκύσει εργαζόμενους όχι μόνο στη χαμηλή ειδίκευση, όπως είναι οι εργάτες γης, αλλά και στην υψηλή, καθώς είναι γεγονός ότι οι κοινωνίες που πετυχαίνουν είναι αυτές που καταφέρνουν να προσελκύουν ταλέντα από όλο τον κόσμο. Το πρόβλημα της έλλειψης εργαζομένων έχει κυρίως να κάνει με τους γρήγορους ρυθμούς ανάπτυξης που ευτυχώς βιώνει σήμερα η ελληνική οικονομία, έπειτα από χρόνια ύφεσης και στασιμότητας. Υπό αυτήν την έννοια είναι ένα “ευχάριστο’’ πρόβλημα, που χρήζει ωστόσο άμεσης αντιμετώπισης προκειμένου να διαφυλαχθεί ο δυναμισμός της ελληνικής οικονομίας. Το επόμενο βήμα μας για τη μετάκληση εργατών από τρίτες χώρες είναι η υπογραφή έξι διμερών συμφωνιών εργασιακής κινητικότητας με φίλες χώρες όπως η Αρμενία, η Γεωργία, η Μολδαβία, το Βιετνάμ, οι Φιλιππίνες και η Ινδία, στην οποία και βρέθηκε πρόσφατα ο πρωθυπουργός».

Για τους επιχειρηματίες που... στενάζουν από τις ελλείψεις, ο αριθμός των μετακλήσεων που εγκρίνονται μοιάζει σταγόνα στον ωκεανό. Ειδικότερα τα αιτήματα για μετακλήσεις εργαζομένων από το εξωτερικό που υποβλήθηκαν στις περιφέρειες της χώρας έφτασαν τις 340.000. Από αυτά εγκρίθηκαν, έπειτα από έρευνα και διαβούλευση των συναρμόδιων αρχών, 167.000 και πρόσφατα επιπλέον 32.000. Οι θέσεις αφορούν ανειδίκευτους εργάτες γης, γεωργίας, κτηνοτροφίας, δασοκομίας και αλιείας έως σφαγείς και εργάτες σε παραγωγή γαλακτοκομικών προϊόντων αλλά και εργάτες αεροδρομίων.

Στις κατασκευές και τη βιομηχανία μεγαλύτερη ζήτηση καταγράφηκε σε ειδικές θέσεις (π.χ. χειριστές κλαρκ), ενώ στον τουρισμό, κυρίως στην Αττική, το Νότιο Αιγαίο, την Κρήτη και τα Δωδεκάνησα, υπάρχει ανάγκη να καλυφθούν θέσεις για καμαριέρες, μάγειρες, λαντζέρηδες και μπουφετζήδες. Επιπλέον, έχουν ζητηθεί ξένοι εργαζόμενοι για φροντιστές ηλικιωμένων και ΑμεΑ. Σχολιάζοντας το πρόβλημα της ελλείψεως προσωπικού, ο διοικητής της Δημόσιας Υπηρεσίας Απασχόλησης Σπύρος Πρωτοψάλτης αναφέρει: «Δεν έχουμε οδηγούς, μάγειρες, χειριστές ανυψωτικών μηχανημάτων και εκσκαφέων, ηλεκτροσυγκολλητές, ηλεκτρολόγους, υδραυλικούς γενικά συντηρητές αλλά και πωλητές. Σε επίπεδο εξειδικευμένων ειδικοτήτων, σοβαρές ελλείψεις καταγράφονται σε λογιστές-φοροτεχνικούς, πολύ δύσκολη είναι η εύρεση προγραμματιστών, ενώ ανάγκη καταγράφεται και για εξειδικευμένα στελέχη πληροφορικής.

Δεν παράγουμε αποφοίτους στις ειδικότητες τις οποίες ζητάει η οικονομία. Σε άλλες χώρες το να πας στην επαγγελματική εκπαίδευση δεν θεωρείται δευτεροκλασάτο, για να το πω απλά, αλλά είναι μια συνειδητή επιλογή με επαγγελματική ανέλιξη, καλό εισόδημα και μηδενική ανεργία. Το επόμενο διάστημα έρχονται νέες δράσεις κατάρτισης της ΔΥΠΑ για συνολικά 130.000 πολίτες, με αιχμή τις ψηφιακές και πράσινες δεξιότητες. Στόχος είναι έως το 2025 να έχουν πιστοποιηθεί 500.000 άνεργοι και εργαζόμενοι -εκ των οποίων το 68% γυναίκες- σε ψηφιακές και πράσινες δεξιότητες, ώστε να βελτιωθεί η χαμηλή θέση που κατέχει η Ελλάδα στους ευρωπαϊκούς πίνακες που καταγράφουν τις εθνικές επιδόσεις στους τομείς της ανάπτυξης, της ενεργοποίησης και της αντιστοίχισης δεξιοτήτων».

Γιατί δεν πάνε για δουλειά

Στο φλέγον ερώτημα γιατί δεν καλύπτονται οι κενές θέσεις, οι ειδικοί απαντούν ότι οι βασικές αιτίες είναι οι εξής:

1/ Οι χαμηλοί μισθοί, οι ευέλικτες μορφές απασχόλησης, οι κακές συνθήκες εργασίας, οι όχι τόσο καλές θέσεις εργασίας.

2/Η φυγή στο εξωτερικό προς αναζήτηση καλύτερης και υψηλότερα αμειβόμενης δουλειάς.

3/Η άρνηση των νέων να ασχοληθούν με τα χωράφια και τις χειρωνακτικές εργασίες.

4/Το προβληματικό skills matching. Δηλαδή, οι δεξιότητες που αναζητούν οι εργοδότες δεν «κουμπώνουν» με τα προσόντα των ανέργων.

5/Η ελλιπής διασύνδεση της αγοράς εργασίας με την εκπαίδευση.

6/Οι διακρίσεις στις πρακτικές προσλήψεων, όπως η διάκριση λόγω ηλικίας ή φύλου ή όσον αφορά τα Ατομα με Αναπηρία, που δυστυχώς δεν έχουν εκλείψει. Πλην των μεγάλων εταιρειών, οι εργοδότες δεν είναι ανοιχτοί στις προσλήψεις χάνοντας έτσι ταλέντα δυσεύρετα στην αγορά.

7/Η αναντιστοιχία μεταξύ των περιοχών όπου βρίσκονται οι δουλειές κι αυτών όπου κατοικούν οι άνεργοι (spatial mismatch). Οι Ελληνες δύσκολα φεύγουν από τον τόπο διαμονής τους για να πάνε κάπου αλλού εκτός των μεγάλων αστικών κέντρων.

Η ουσία, πάντως, είναι ότι σε κάθε κενή θέση αντιστοιχούν 2-3 άνεργοι. Δηλαδή, αν καλύπτονταν οι κενές θέσεις, το ποσοστό της ανεργίας θα υποχωρούσε εν μία νυκτί στο 7,2%, δηλαδή σε χαμηλότερο επίπεδο και από το 2008, που ήταν στο 8%!

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Αρχειοθήκη ιστολογίου