Σάββατο 29 Οκτωβρίου 2022

Έπος του '40: Γιατί η Ελλάδα γιορτάζει την 28η Οκτωβρίου και όχι την επέτειο λήξης του πολέμου στην Ευρώπη στις 5 Μαΐου;

Η Ελλάδα είναι η μοναδική ευρωπαϊκή χώρα που γιορτάζει ανελλιπώς εδώ και 80 και πλέον χρόνια την 28η Οκτωβρίου την επέτειο του «ΟΧΙ» και την είσοδό της στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και όχι το τέλος του (8 Μαΐου 1945). Όλα αυτά τα χρόνια έγιναν προσπάθειες να καθιερωθούν και άλλες εορτασμοί για τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, όμως η προσπάθεια αυτή απέτυχε.




Οι εορτασμοί στα χρόνια της Κατοχής

Η πρώτη επέτειος του «Όχι» εορτάστηκε στις 28 Οκτωβρίου 1941, εν μέσω γερμανικής Κατοχής. Στο Πανεπιστήμιο Αθηνών φοιτητές εκφώνησαν πατριωτικούς λόγους και διένειμαν προκηρύξεις. Ο, τότε, καθηγητής Κωνσταντίνος Τσάτσος αρνήθηκε να κάνει μάθημα και εκφώνησε με τη σειρά του λόγο. Αυτές τις ενέργειές του, τις πλήρωσε με την απόλυσή του. Μετά από κάλεσμα των αντιστασιακών οργανώσεων εκατοντάδες πολίτες συγκεντρώθηκαν στο Σύνταγμα. Ακολούθησαν συγκρούσεις με τις δυνάμεις Κατοχής. Τελικά κάποιοι κατέθεσαν στεφάνι στο Μνημείο του Αγνώστου Στρατιώτη, αφού πρώτα κατέστρεψαν αυτό που είχε καταθέσει ο πρωθυπουργός της πρώτης δωσίλογης κυβέρνησης Γεώργιος Τσολάκογλου.
Η ενέργεια αυτή σηματοδοτούσε, κατά κάποιον τρόπο, την έναρξη του αντιστασιακού αγώνα. Χαρακτηριστικό είναι το διάγγελμα της Κεντρικής Επιτροπής του πρωτοεμφανιζόμενου Εθνικού Απελευθερωτικού Μετώπου (ΕΑΜ) στις 10 Οκτωβρίου 1941 προς τον ελληνικό λαό, στο οποίο οριζόταν η 28η Οκτωβρίου 1941 ως έναρξη του απελευθερωτικού αγώνα.

Στις 28 Οκτωβρίου 1942 η επέτειος του «ΟΧΙ» εορτάστηκε ξανά στην Αθήνα αλλά και σε άλλες πόλεις με πιο μαζικές και μαχητικές εκδηλώσεις, οι οποίες καθοδηγούνταν σε μεγάλο βαθμό από το ΕΑΜ. Όπως ανέφερε η παράνομη εφημερίδα «Δόξα» (αριθμός φύλλου 12, Νοέμβριος 1942), όργανο της αντιστασιακής οργάνωσης «Πανελλήνια Ένωση Αγωνιζόμενων Νέων»: «Κι οι χιλιάδες των Ελλήνων… ξαναζωντάνεψαν στη μνήμη μας την υπέροχη εικόνα που παρουσίαζε η Αθήνα στις 28 Οκτωβρίου 1940».









Στις 28 Οκτωβρίου 1943 υπάρχει αναφορά του Ηλία Βενέζη για εορτασμό στο κτίριο της Εθνικής Τράπεζας στην Πλατεία Κοτζιά. Πολλοί από τους συμμετέχοντες, ανάμεσά τους και ο Βενέζης, συνελήφθησαν από τους Γερμανούς. Άλλες εκδηλώσεις στο κέντρο της Αθήνας δεν έγιναν, καθώς μεγάλη διαδήλωση στις 22 Ιουλίου 1943, με αφορμή την επέκταση της βουλγαρικής ζώνης κατοχής στη Μακεδονία είχε πνιγεί στο αίμα. Έτσι το ΕΑΜ Αθήνας δεν έκανε καμία διαδήλωση στο κέντρο της πρωτεύουσας.

Η τέταρτη επέτειος στις 28 Οκτωβρίου 1944 εορτάστηκε με επίσημες τελετές στην Αθήνα, που μόλις είχε απελευθερωθεί (12/10/1994) από τους Γερμανούς, από την κυβέρνηση Γεωργίου Παπανδρέου. Ο πρωθυπουργός σε διάγγελμά του στις 28 Οκτωβρίου 1944 αναγόρευσε την συγκεκριμένη ημέρα «Εθνικήν Εορτήν, ομότιμον προς την 25η Μαρτίου 1821» διευκρινίζοντας ότι τα δεινά, οι θυσίες και η δόξα του έθνους ήταν ανάλογα.


Δεν ήταν ανάλογη όμως η συνέχεια της ιστορίας της χώρας μας… Τα Δεκεμβριανά του 1944 κι ο διαφαινόμενος εμφύλιος πόλεμος έκαναν το τέλος του Β’ Παγκοσμίου (8 Μαΐου 1945) να περάσει απαρατήρητο στη χώρα μας.

Οι προσπάθειες καθιέρωσης άλλων επετείων- Η νάρκη στον Γοργοπόταμο το 1964.

Το κομμουνιστικό και το αντικομμουνιστικό στρατόπεδο βρίσκονταν σε σφοδρή αντιπαράθεση πλέον στη χώρα μας.
Και οι δύο στράφηκαν στους ισχυρούς συμβολισμούς της 28ης Οκτωβρίου. Χαρακτηριστική είναι η επιλογή της 28ης Οκτωβρίου 1946 για την ίδρυση του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας (ΔΣΕ). «Την 28η Οκτώβρη τιμάμε, εκτός από την αντίσταση στην ιταλική φασιστική εισβολή και τον αγώνα της ΕΑΜικής αντίστασης της περιόδου της Κατοχής και την απόφαση ίδρυσης του Γενικού Αρχηγείου Ανταρτών στις 28 Οκτώβρη 1946, που θεωρείται και μέρα ίδρυσης του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας (ΔΣΕ)» (Ριζοσπάστης, 28/10/2014).

Για το κλίμα της μετεμφυλιακής εποχής χαρακτηριστικό είναι το δημοσίευμα της εφημερίδας «Ακρόπολις» στις 28 Οκτωβρίου 1950: «Όχι δεν θα με νικήσεις… δεν θα με παραδώσεις εις τον Σλαύον… θα νικήσω την Πείναν, δια να τελειώσω με τον θρίαμβον μιας Αναγεννήσεως, εκείνον που ήρχισα την 28η Οκτωβρίου…».







Τόσο η Αριστερά, όσο και η Δεξιά ταυτίζονταν με την 28η Οκτωβρίου, στην οποία απέδιδαν διαφορετικό νόημα. Η πρώτη θεωρούσε την επέτειο ως έναρξη ενός συνεχούς αγώνα κατά των ξένων κατακτητών και των Ελλήνων συνεργατών τους. Η δεύτερη τη θεωρούσε αρχή μιας σειράς αγώνων που έδωσαν οι Έλληνες για να επιβιώσουν. Στις αρχές της δεκαετίας του 1960 η κυβέρνηση Γεωργίου Παπανδρέου προσπάθησε να προσεταιριστεί την περιθωριοποιημένη Αριστερά. Το 1964 καθιέρωσε ως επίσημη επέτειο την ημέρα απελευθέρωσης της Αθήνας από τους Γερμανούς. Η επέτειος εορτάστηκε στις 18 Οκτωβρίου εκείνης της χρονιάς, δεν επαναλήφθηκε όμως.

Ένα μήνα αργότερα η κυβέρνηση ανέλαβε τη διοργάνωση της επετείου της ανατίναξης της γέφυρας του Γοργοπόταμου, που είχε εορταστεί τα δύο προηγούμενα χρόνια με πρωτοβουλία της Ενιαίας Δημοκρατικής Αριστεράς (Ε.Δ.Α.). Η επέτειος εορτάστηκε την Κυριακή 29 Νοεμβρίου 1964.
Η Αριστερά οργάνωσε μεγάλη κινητοποίηση. 20.000 άτομα περίπου είχαν συγκεντρωθεί, όχι μόνο κοντά στη γέφυρα του Γοργοπόταμου και κάτω από αυτή, αλλά και στις γύρω πλαγιές. Η τελετή ξεκίνησε με καθυστέρηση μιάμιση ώρας. Όταν κατέθεσε στεφάνι ο Αντιστράτηγος Γουλγουντζής ξεκίνησαν έντονες αποδοκιμασίες και γιουχαΐσματα που κορυφώθηκαν κατά την κατάθεση στεφάνου από τον Διοικητή Χωροφυλακής και τον βουλευτή της Ε.Ρ.Ε. Ευ. Καλατζή, πρώην Υφυπουργό Δημοσίας Τάξεως και, κατά την Αριστερά, γνωστό «Κομμουνιστοφάγο»!

Ένα οργισμένο πλήθος κινήθηκε προς την πλευρά των επισήμων και ο επικεφαλής της κυβερνητικής αντιπροσωπείας Μιχάλης Παπακωνσταντίνου, Υφυπουργός Εθνικής Άμυνας τότε, ζήτησε να σταματήσει η κατάθεση στεφάνων και να λήξει η τελετή. Μάλιστα αποχώρησε εσπευσμένα ακολουθούμενος και από άλλους επισήμους. Η αποχώρηση μεταβλήθηκε σε άτακτη φυγή, γιατί το πλήθος κινήθηκε απειλητικά εναντίον τους. Πολιτικοί και στρατιωτικοί έτρεχαν προς τα αυτοκίνητά τους και μόλις που κατάφεραν να διαφύγουν. Από τους συγκεντρωμένους ακούγονταν διαμαρτυρίες. Ξαφνικά ακούστηκε ένας εκκωφαντικός θόρυβος από ισχυρή έκρηξη. Κάποιοι πίστεψαν ότι επρόκειτο για μέρος του προγράμματος, κάποια αναπαράσταση της ανατίναξης της γέφυρας του Γοργοπόταμου. Ωστόσο, δυστυχώς, δεν συνέβαινε κάτι τέτοιο.


Ένας γκρίζος καπνός υψώθηκε σ’ ένα σημείο ,γύρω από το οποίο υπήρχαν ματωμένα ανθρώπινα κορμιά. Γοερές κραυγές πόνου και φωνές για βοήθεια ακούγονταν. Οι περισσότεροι συγκεντρωμένοι άρχισαν να απομακρύνονται, όμως κάποιοι θεώρησαν ότι ο Στρατός ή η Χωροφυλακή χτύπησαν όσους συμμετείχαν στην εκδήλωση. Καθώς επίσημοι και Στρατός είχαν αποχωρήσει, οργισμένοι κάποιοι, επιτέθηκαν εναντίον των λιγοστών ανδρών της Χωροφυλακής οι οποίοι δεν μπορούσαν να προβάλουν καμία αντίσταση. Μάλιστα ένας αξιωματικός έπεσε στο ποτάμι για να γλιτώσει. Αστραπιαία ανάμεσα στους Αριστερούς διαδόθηκε η φήμη ότι η έκρηξη οφειλόταν σε δεξιούς και Αμερικανούς που ήθελαν «τρομοκρατήσουν τον λαό και να μην ξανακάνει συγκεντρώσεις».

Εφτά άτομα έχασαν επί τόπου τη ζωή τους και άλλα έξι υπέκυψαν αργότερα στα τραύματά τους (συνολικά 13 νεκροί), ενώ 45 τραυματίστηκαν. Τελικά, διαπιστώθηκε ότι η έκρηξη οφειλόταν σε μία θαμμένη νάρκη κοντά στο βάθρο της γέφυρας, την οποία πάτησε ένας από τους συγκεντρωμένους, τινάχτηκε ενάμιση μέτρο ψηλά και έσκασε. Τα θραύσματά της τα οποία σκορπίστηκαν κυκλικά σε μεγάλη έκταση προκάλεσαν τους θανάτους και τους τραυματισμούς. Επρόκειτο για νάρκη αμερικανικού τύπου Μ1Α3 «θραυσματοβόλα κατά προσωπικού» που είχε τοποθετηθεί στην περιοχή το 1947 στη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου. Αν και το 1951, το 1953 και το 1957 έγινε εκκαθάριση του ναρκοπεδίου του Γοργοπόταμου από 270 νάρκες και 20 φωτοπαγίδες, όμως φαίνεται ότι η νάρκη που εξερράγη δεν είχε εξουδετερωθεί. Μάλιστα μετά την τραγωδία στον Γοργοπόταμο βρέθηκε και άλλη νάρκη εκεί. Πάντως και σε άλλες περιπτώσεις, παρά την εκκαθάριση ναρκοπεδίων κάποιες νάρκες δεν είχαν εξουδετερωθεί, πιθανότατα γιατί δεν είχαν καταχωρηθεί.




Το τραγικό αυτό γεγονός είχε σαν αποτέλεσμα να «χτυπηθούν» η Δεξιά (Ε.Ρ.Ε.) και η Αριστερά (Ε.Δ.Α.). Η κυβέρνηση Παπανδρέου παρακολούθησε αμήχανη και προχώρησε στην απαγόρευση ανάλογων εκδηλώσεων για λόγους δημόσιας ασφάλειας. Πάντως εκείνη την εποχή υπήρχε έντονος διχασμός στην ελληνική κοινωνία που δημιουργούσε ένα εκρηκτικό κλίμα.

Χαρακτηριστικό είναι το δημοσίευμα της «Καθημερινής» την 1η Δεκεμβρίου 1964 όπου τονίζεται ότι «χιλιάδες οπαδών της Άκρας Αριστεράς επροπηλάκισαν, εχλεύασαν και απεδοκίμασαν (ενν. στον Γοργοπόταμο)τους Έλληνας αξιωματικούς».

Οι εκδηλώσεις για το «Όχι» μετά το 1974

Το τέλος της δικτατορίας και η νομιμοποίηση του Κ.Κ.Ε. οδήγησαν στη σταδιακή αποκατάσταση του ΕΑΜικού κινήματος. Τον Αύγουστο του 1982 η κυβέρνηση του Ανδρέα Παπανδρέου ψήφισε τον νόμο 1285 με τον οποίο αναγνωριζόταν η Εθνική Αντίσταση. Με το άρθρο 10 καθιερωνόταν ως πανελλαδικός εορτασμός της Εθνικής Αντίστασης η επέτειος ανατίναξης της γέφυρας του Γοργοπόταμου (ΦΕΚ 1285-1982). Οι επέτειοι το 1982, το 1983 και το 1984 εορτάστηκαν με λαμπρότητα.


Το 1985 και το 1987 το Κ.Κ.Ε. απείχε, καταγγέλλοντας την «αποχρωματισμένη» και «χωρίς ιδεολογία» επέτειο. Το 1989 η άρση των συνεπειών του εμφυλίου είχε σαν αποτέλεσμα τη συμμετοχή στις εκδηλώσεις του Συνασπισμού της Αριστεράς και της Προόδου. Το 1991 η κυβέρνηση Μητσοτάκη κατάργησε τις συντάξεις των αγωνιστών της Εθνικής Αντίστασης. Η επέτειος του Γοργοπόταμου μετατράπηκε σε αντικυβερνητική διαδήλωση. Από το 1992 η επέτειος του Γοργοπόταμου μετατράπηκε σταδιακά σε «μονοκομματική», καθώς τα υπόλοιπα κόμματα, πλην του Κ.Κ.Ε., σταμάτησαν να συμμετέχουν στις σχετικές εκδηλώσεις.

Σταδιακά η επέτειος της 28ης Οκτωβρίου άρχισε να συνδέεται με την Εθνική Αντίσταση, προβαλλόμενη ως αρχή τετραετούς αγώνα εναντίον του φασισμού των Ιταλών και του ναζισμού των Γερμανών. Παρά τις κομματικές ή άλλες διαφορές, εντυπωσιακή είναι η εθνική ομοψυχία με την οποία εορτάζεται κάθε χρόνο η εθνική επέτειος της 28ης Οκτωβρίου.



Θλιβερή εξαίρεση αποτελούν όσα έγιναν στην στρατιωτική παρέλαση για το «Όχι» στη Θεσσαλονίκη το 2011, με τους «αγανακτισμένους» που αποκαλούσαν «προδότη» τον αείμνηστο Κάρολο Παπούλια, τότε Πρόεδρο της Δημοκρατίας και οδήγησαν με την εισβολή τους στον χώρο όπου θα γινόταν η παρέλαση, τον Πρόεδρο σε αποχώρηση και στη ματαίωσή της. Τώρα πώς αυτά τα επεισόδια ήταν «αντάξια της ιστορίας του λαού μας», όπως δήλωνε τότε ο κύριος Πάνος Σκουρλέτης, αυτό δεν το έχουμε καταλάβει ακόμα…


Γιατί «αντέχει» η επέτειος της 28ης Οκτωβρίου;

Το «Όχι» του Ιωάννη Μεταξά («Alors, c’ est la guerre» για την ακρίβεια) στον Γκράτσι, τα ξημερώματα της 28ης Οκτωβρίου ήταν πάνδημο. Ο Μεταξάς «είχε ευτυχήσει να διαγνώσει και να εκφράσει τη θέληση του έθνους», γράφει ο Άγγελος Τερζάκης. Ακόμα και ο φυλακισμένος Νίκος Ζαχαριάδης έγραψε στις 31 Οκτωβρίου 1940 επιστολή (την πρώτη από τις τρεις) στην οποία ανέφερε: «Ο φασισμός του Μουσολίνι χτύπησε την Ελλάδα πισώπλατα, δολοφονικά και ξετσίπωτα με σκοπό να την υποδουλώσει και εξανδραποδίσει… Κάθε πράκτορας του φασισμού πρέπει να εξοντωθεί αλύπητα. Στον πόλεμο αυτό που τον διευθύνει η κυβέρνηση Μεταξά όλοι μας πρέπει να δώσουμε όλες μας τις δυνάμεις, δίχως επιφύλαξη…».

Οι Έλληνες πέτυχαν μια αναπάντεχη, για πολλούς, νίκη επί των Ιταλών, την πρώτη σε βάρος δυνάμεων του, αήττητου ως τότε, Άξονα. Επίσης αντιστάθηκαν σθεναρά στη γερμανική εισβολή με αποτέλεσμα να καθυστερήσει η επιχείρηση «Μπαρμπαρόσα» των ναζί σε βάρος της Σοβιετικής Ένωσης. Σελίδες δόξας γράφτηκαν και σε άλλα πεδία, εκτός από τα βουνά της Ηπείρου και της Αλβανίας. Τα οχυρά του Ρούπελ και η μάχη της Κρήτης είναι μόνο μερικές από αυτές. Δυστυχώς, η αρχαία πληγή-κατάρα της ελληνικής φυλής , η διχόνοια, «χτύπησε» στη συνέχεια.


Τα στασιαστικά κινήματα στη Βόρεια Αφρική αμαύρωσαν τη φήμη και τους αγώνες των Ελλήνων. Η συμμετοχή των Ελλήνων στη μάχη του Ελ Αλαμέιν και η δράση της θρυλικής Ταξιαρχίας του Ρίμινι, περιθωριοποιήθηκαν. Και ακολούθησε μετά την απελευθέρωση ο ολέθριος εμφύλιος πόλεμος.
Οι προσπάθειες που έγιναν τις δεκαετίες του 1960 και του 1980 για μία «εναλλακτική» επέτειο σχετικά με τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο απέτυχαν, καθώς υπαγορεύτηκαν από πολιτικά κίνητρα. Η Ένωση Κέντρου και το ΠΑΣΟΚ προσπάθησαν μέσω της καθιέρωσης αυτών των επετείων να παρατάξουν ένα ακόμα «όπλο» στην ιδεολογική τους αντιπαράθεση με τη Δεξιά, η οποία ανέδειξε ως αντίβαρο τον Ελληνοϊταλικό πόλεμο.

Το «Όχι» από την άλλη τέθηκε υπό την «αιγίδα» του κράτους και της Ελληνικής Εκκλησίας, η οποία μάλιστα μετέφερε την εορτή της Αγίας Σκέπης από την 1η Οκτωβρίου στις 28 Οκτωβρίου, αποδίδοντας την ελληνική νίκη (και) στη συνδρομή της Θεοτόκου. Μεταπολεμικά μάλιστα, η επέτειος της 28ης Οκτωβρίου συνδυάστηκε και με τον εορτασμό απελευθέρωσης της Θεσσαλονίκης στις 26 Οκτωβρίου 1912. Και όπως εύστοχα γράφει για την 28η Οκτωβρίου ο Νίκος Γιαννόπουλος: «Η πραγματική της δυναμική ωστόσο κρύβεται στις διαφορετικές νοηματοδοτήσεις που λαμβάνει από ολόκληρο το πολιτικό φάσμα. Το ΟΧΙ επιδέχεται πολλαπλές ερμηνείες γι’ αυτό και δεν αμφισβητείται ουσιαστικά από κανέναν. Άλλωστε κάθε 28η Οκτωβρίου η διαμάχη εξαντλείται στο ποιος είπε, ουσιαστικά το ΟΧΙ, ο Μεταξάς ή ο λαός. Ίσως τελικά αυτή η «ευρυχωρία» της 28ης Οκτωβρίου να ρίχνει βαριά τη σκιά της σε κάθε άλλη επέτειο».


Πηγές: Νίκος Γιαννόπουλος, «28 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ ΜΙΑ ΑΝΘΕΚΤΙΚΗ ΕΠΕΤΕΙΟΣ», περ. ΙΣΤΟΡΙΑ ΕΙΚΟΟΓΡΑΦΗΜΕΝΗ ΤΕΥΧΟΣ, 640, ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ 2021
ΜΙΧΑΗΛ ΗΛ. ΝΤΑΣΚΑΓΙΑΝΝΗΣ, «ΓΟΡΓΟΠΟΤΑΜΟΣ 1964: Η ΜΑΤΩΜΕΝΗ ΕΠΕΤΕΙΟΣ», 27 Νοεμβρίου 2018 στο hellenic.defence.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Αρχειοθήκη ιστολογίου