
ριάντα εκατομμύρια δολάρια την ημέρα. Τόσα έβγαζε στο… ρελαντί, σύμφωνα με τις αμερικανικές και τις βρετανικές αρχές, η Prince Group του Κινεζοκαμποτζιανού μεγιστάνα Τσεν Ζι. Ο Ζι, μόλις στα 37 του χρόνια, έχει αλλάξει μια… χούφτα υπηκοότητες, κρατώντας την κυπριακή, έχει γίνει ένας από τους ισχυρότερους επιχειρηματίες του πλανήτη και, σήμερα, είναι ο πρωταγωνιστής της μεγαλύτερης κατάσχεσης κρυπτονομισμάτων (127.271 bitcoin, αξίας άνω των 90.000 δολαρίων έκαστο) στην ιστορία. Δεκατέσσερα δισεκατομμύρια δολάρια είναι η αξία των κατασχεθέντων με την κατηγορία ότι διευθύνει εγκληματικό δίκτυο, κατηγορία για την οποία αν καταδικαστεί, θα φυλακιστεί για 40 χρόνια.
Παρά το νεαρό της ηλικίας του, ο Ζι, που σήμερα τον αποκαλούν «Το φάντασμα», δεν είναι ο τυπικός cryptobillionaire, με τον «φωνακλάδικο» τρόπο ζωής, τα T-shirt και τις λαχανί Lamborghini. Αντίθετα, το προφίλ του μοιάζει περισσότερο με ενός σοβαρού, old money επιχειρηματία: αναζητούσε πάντα φιλίες και σχέσεις με ισχυρούς -κυρίως της πολιτικής- και προτιμούσε να επενδύει σε παραδοσιακά μέσα διατήρησης πλούτου: ακίνητα στις καλύτερες περιοχές του Λονδίνου, ένας πίνακας του Πικάσο, σπάνια, πανάκριβα ρολόγια, lear jets και megayachts ήταν μερικές μόνο από τις «επενδύσεις» του. Ήταν όμως αληθινά επενδύσεις ή μήπως ξέπλυμα των τεράστιων κερδών από την απάτη και την εκμετάλλευση του ανθρώπινου πόνου για τα οποία τον κατηγορούν οι αμερικανικές αρχές;
Όπως και να χει, ο Τσεν Ζι είναι από το 2018 κάτοχος και του κυπριακού διαβατηρίου, παίρνοντας την υπηκοότητα μετά από επένδυση ύψους 2,5 εκατομμυρίων ευρώ (άγνωστο σε τι, πιθανότατα σε αγορά ακινήτου, καθώς δεν προκύπτει να λειτουργεί εταιρεία στο νησί) στην Κυπριακή Δημοκρατία. Κατά τους αναλυτές, αυτή ήταν η «πόρτα» που έψαχνε ο Τσεν για να απλώσει τα «πλοκάμια» του και στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ή για να ξεπλύνει, ως πρόσωπο πια, τα κέρδη από τις εγκληματικές του δραστηριότητες με αγορές ακινήτων, έργων τέχνης, γιοτ κλπ.
«Είναι δουλέμπορος»
Για τον μυστηριώδη κύριο Ζι (μυστηριώδης, καθώς υπάρχουν ελάχιστα ως μηδενικά στοιχεία σχετικά με την τάξη από την οποία προέρχεται και τον τρόπο με τον οποίο αναρριχήθηκε μέχρι να φτάσει να κατέχει την ισχύ που κατέχει σήμερα) οι αμερικανικές και βρετανικές αρχές έχουν βαρύτατες κατηγορίες. Όχι μόνο για την απάτη με τα scam call centers, αλλά και κυρίως με το σύγχρονο δουλεμπόριο.

Ο Ζι κατηγορείται ότι είναι ένας από τους λίγους δουλεμπόρους που κρατούν με τη βία, βασανίζουν και εκμεταλλεύονται περισσότερους από 100.000 ανθρώπους σε Καμπότζη, Μυανμάρ και Λάος, αναγκάζοντάς τους να δουλεύουν σε αυτά τα call centers απατών και να αποκομίζουν τεράστια κέρδη που καρπώνονται μόνο τα «αφεντικά».
Σύμφωνα με το βρετανικό Φορέιν Όφις, ο Ζι διατηρούσε scam centers στις παραπάνω χώρες και σε εγκαταλελειμμένα καζίνο, εμπορικά κέντρα και άλλους χώρους. Σε αυτά, προσέλκυε κυρίως μετανάστες με ψεύτικες αγγελίες για εργασία. Όταν τα θύματα πήγαιναν για συνέντευξη απαγάγονταν και με χρήση βίας και απειλές, πείθονταν να «εργαστούν» διαπράττοντας τηλεφωνικές και διαδικτυακές απάτες σε όλο τον κόσμο.
Οι τόποι αυτοί, λένε οι εισαγγελείς, λειτουργούσαν ως στρατόπεδα καταναγκαστικής εργασίας, με κοιτώνες που περικυκλώνονταν από ψηλούς τοίχους και συρματοπλέγματα, και ορόφους τηλεφωνικών κέντρων με ράφια τηλεφώνων που έλεγχαν δεκάδες χιλιάδες ψεύτικα προφίλ.
Ένα συγκρότημα συνδεόταν με το ξενοδοχείο Jinbei Casino Hotel του Prince, ένα άλλο ήταν γνωστό ως Golden Fortune. Αξιωματούχοι του Υπουργείου Οικονομικών των ΗΠΑ λένε ότι οι εργαζόμενοι κρατούνταν αιχμάλωτοι, απομονώνονταν, απειλούνταν και μερικές φορές ξυλοκοπούνταν ή βασανίζονταν.
Σύμφωνα με τα έγγραφα του κατηγορητηρίου των Αμερικανών εισαγγελέων, ο Τσεν «εμπλέκεται απευθείας στη χρήση βίας εναντίον των ατόμων εντός των στρατοπέδων καταναγκαστικής εργασίας και κατείχε εικόνες των βίαιων μεθόδων της Prince Group, συμπεριλαμβανομένων φωτογραφιών που απεικόνιζαν ξυλοδαρμούς και άλλες μεθόδους βασανιστηρίων», ισχυρίστηκαν οι Αμερικανοί εισαγγελείς. «Ο κατηγορούμενος επικοινωνούσε άμεσα με τους υφισταμένους του σχετικά με τον ξυλοδαρμό ατόμων που προκαλούσαν προβλήματα» – σε μία περίπτωση διευκρινίζοντας ότι τα θύματα δεν έπρεπε να «ξυλοκοπούνται μέχρι θανάτου».
Ο Τσεν και οι συνεργάτες του, από τις «φάρμες» με τους δούλους και τα χιλιάδες τηλέφωνα, στόχευαν άτομα σε όλο τον κόσμο. Έκαναν απάτες όπως «επενδυτικές» και “romance” με συχνότερη την «σφαγή του γουρουνιού». Η “pig butchering” απάτη (συχνά λέγεται και “Sha Zhu Pan”) είναι ένα σύνθετο, μακράς διάρκειας σχήμα κοινωνικής μηχανικής όπου οι δράστες «παχαίνουν το γουρούνι πριν το σφάξουν»: επενδύουν χρόνο για να κερδίσουν την εμπιστοσύνη του θύματος, του δείχνουν μικρά «κέρδη» και στο τέλος το οδηγούν να καταθέσει μεγάλα ποσά σε ψεύτικες πλατφόρμες, συνήθως γύρω από κρυπτονομίσματα, πριν εξαφανιστούν. Επίσης φέρονται να ξέπλεναν -με κρυπτονομίσματα- χρήματα για συμμορίες εμπορίου ναρκωτικών και όπλων κ.α.
Τα κέρδη, λένε οι Αμερικανοί και Βρετανοί εισαγγελείς, από την εγκληματική δραστηριότητα μόνο για τον Τσεν Ζι, χρησιμοποιήθηκαν για τη δημιουργία μιας περιουσίας ύψους άνω των 14 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Στο χαρτοφυλάκιο αυτής της περιουσίας, περιλαμβάνονται μεταξύ άλλων ένα συγκρότημα αξίας 100 εκατ. δολαρίων στο Σίτι του Λονδίνου, μια έπαυλη αξίας 12 εκατομμυρίων στο βόρειο Λονδίνο, διαμερίσματα στην New Oxford Street, ακίνητα στις ΗΠΑ, την Κύπρο και άλλες ευρωπαϊκές χώρες, ρολόγια συλλεκτικής αξίας, αλλά και ένας πίνακας του Picasso, άγνωστης αξίας, που αποκτήθηκε σε δημοπρασία. Επίσης, αγοράστηκαν «αρκετά» ιδιωτικά αεροσκάφη και γιοτ διαφόρων μεγεθών και επιπέδων πολυτελείας. Προσέξτε τώρα: σύμφωνα με τους εισαγγελείς, κάποια από τα διαμερίσματα στο Λονδίνο, αγοράστηκαν από τον Τσεν με σκοπό να χρησιμοποιηθούν ως «αποθήκες» όπου φυλάσσονταν τα χρήματα που έβγαζε κάθε μέρα η εγκληματική οργάνωση!
Prince Group Σύμφωνα με το κατηγορητήριο, η Prince κατασκεύασε τουλάχιστον 10 ενώσεις στην Καμπότζη, όπου οι εργαζόμενοι- δούλοι, οι περισσότεροι από τους οποίους ήταν μετανάστες που προσελκύονταν με ψεύτικες αγγελίες εργασίας και στη συνέχεια κρατούνταν παρά τη θέλησή τους, αναγκάζονταν να «βομβαρδίζουν» με μηνύματα τα άτομα- στόχους στα social media και στις εφαρμογές ανταλλαγής μηνυμάτων.
Όταν εισέρρεαν χρήματα, φέρεται να ξεπλένονταν μέσω άλλων επιχειρήσεων του ομίλου Prince και εταιρειών βιτρίνας, τα οποία μερικές φορές ξοδεύονταν σε πολυτελή ταξίδια, ακίνητα, ρολόγια και έργα τέχνης. Ένα θύμα έχασε περισσότερα από 400.000 δολάρια (343.700 ευρώ) σε κρυπτονομίσματα. Πιθανότατα θα είναι ένας από τους πολλούς που θα αναμένουν στη σειρά τους για να αποζημιωθούν με τα κατασχεθέντα από τον Τσεν, 14 δισεκατομμύρια δολάρια.
Είχε αγοράσει… κυβερνήσεις
Σύμφωνα με το Υπουργείο Οικονομικών των ΗΠΑ, η Prince Holding Group ήταν «κυρίαρχος παράγοντας» σε ένα δίκτυο απάτης που προκάλεσε ζημίες ύψους 10 δισεκατομμυρίων δολαρίων στην Αμερική πέρυσι. Ο Τσεν, γνωστός και ως Βίνσεντ, παραμένει ελεύθερος και αντιμετωπίζει ποινή φυλάκισης έως και 40 ετών σε περίπτωση καταδίκης, ενώ οι αναλυτές αναφέρουν πως υπάρχουν ήδη ισχυρές ενδείξεις ότι χρημάτιζε υψηλόβαθμους και μη αστυνομικούς, εκτός από πολιτικά στελέχη.
Ο Τζέικομπ Ντάνιελ Σίμς, εμπειρογνώμονας σε θέματα διακρατικού εγκλήματος από το Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ, περιέγραψε την Prince Holding Group ως βασικό συστατικό του πλαισίου που επιτρέπει την παγκόσμια ηλεκτρονική απάτη, με τον Τσεν να αποτελεί τον «κεντρικό πυλώνα» μιας εγκληματικής οικονομίας που συνδέεται με την πολιτική ελίτ της Καμπότζης.
Ο γεννημένος στην Κίνα, αλλά υπήκοος Καμπότζης Τσεν, έχει υπηρετήσει ως σύμβουλος του πρωθυπουργού της Καμπότζης, Χουν Μανέτ και του πατέρα του, του πρώην πρωθυπουργού Χουν Σεν και του απονεμήθηκε ο τιμητικός τίτλος “Neak Oknha”.
Ο Neak Oknha είναι ένας τίτλος που απονέμεται από τον βασιλιά της Καμπότζης σε άτομα που θεωρείται ότι έχουν συμβάλει σημαντικά στην χώρα, συνήθως μέσω σημαντικών οικονομικών δωρεών σε κοινωνικά έργα, ανάπτυξη υποδομών ή φιλανθρωπικές δραστηριότητες που υποστηρίζουν την κυβέρνηση. Οι κάτοχοι του τίτλου θεωρούνται μέλη της οικονομικής και πολιτικής ελίτ και συχνά διατηρούν στενούς δεσμούς με την βασιλική οικογένεια ή ανώτερους κυβερνητικούς αξιωματούχους.
Ο Τσεν Ζι είναι επίσης αναγνωρισμένος ως εξέχουσα προσωπικότητα στον επιχειρηματικό κόσμο της Καμπότζης ως ιδρυτής και πρόεδρος του Prince Holding Group (Prince Group), ενός πολυεθνικού ομίλου εταιρειών που δραστηριοποιείται σε τομείς όπως η ανάπτυξη ακινήτων, οι χρηματοοικονομικές υπηρεσίες και οι υπηρεσίες προς τους καταναλωτές, με επιχειρηματικές οντότητες σε πάνω από 30 χώρες.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου