Κυριακή 1 Μαΐου 2022

Η μυστική αποστολή των Μπολσεβίκων στην Αθήνα την άνοιξη του 1922 και οι στόχοι της


Ποιος ήταν ο Καρλ Ράντεκ; - Οι συναντήσεις του με τον Γιάνη Κορδάτο - Τι πρόσφερε και τι ζήτησε; - Γιατί δεν έγιναν δεκτές οι προτάσεις του; Με έναν ακόμα, μάλλον άγνωστο, περιστατικό το οποίο σχετίζεται με τη μικρασιατική εκστρατεία θα ασχοληθούμε στο σημερινό μας άρθρο. Πρόκειται για την αποστολή του υψηλόβαθμου στελέχους των Μπολσεβίκων Καρλ Ράντεκ την άνοιξη του 1922 στην Αθήνα
Ποιος ήταν ο σκοπός της επίσκεψης του όμως; Πέτυχε η αποστολή του ή η ελληνική πλευρά δεν δέχτηκε τις προτάσεις του; Ποιος ήταν ο ρόλος του Γιάνη (πάντα με ένα νι...) Κορδάτου;




Οι λόγοι της μεταστροφής των Μπολσεβίκων

Σε δύο τουλάχιστον άρθρα μας (9/4/2017 και 17/4/2022) αναφερθήκαμε στη βοήθεια που προσέφεραν οι Μπολσεβίκοι στον Κεμάλ. Ωστόσο, στις αρχές του 1922 τα πράγματα άλλαξαν. Πολλοί υπάλληλοι της πρεσβείας των κεμαλικών στη Μόσχα είχαν συλληφθεί με την κατηγορία της κατασκοπίας υπέρ των Βρετανών!

Μάλιστα οι διμερείς σχέσεις Μπολσεβίκων-κεμαλικών διακόπηκαν. Οι πρεσβευτές των δύο μερών ανακλήθηκαν, ενώ και η πρεσβεία των κεμαλικών στη Μόσχα έκλεισε!



Εξοργισμένη η πολιτική ηγεσία των Μπολσεβίκων αποφάσισε να κάνει άνοιγμα προς την Αθήνα, στέλνοντας στην ελληνική πρωτεύουσα ένα υψηλόβαθμο στέλεχός τους, τον Καρλ Ράντεκ (Karl Bernhardovich Radek), Γραμματέα στο Προεδρείο της Κομμουνιστικής Διεθνούς.


Ποιος ήταν ο Καρλ Ράντεκ;

Ο Καρλ Ράντεκ γεννήθηκε στο Λβιβ της Ουκρανίας το 1885 και ήταν εβραϊκής καταγωγής. Το πραγματικό του ονοματεπώνυμο ήταν Karol Sobelsohn. Πήρε μέρος στην Επανάσταση του 1905 στην Πολωνία. Το 1907 εγκατέλειψε την Πολωνία, καθώς απέδρασε μετά τη σύλληψή του και εγκαταστάθηκε στη Γερμανία, όπου έγινε μέλος του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος, ωστόσο και εκεί αντιμετώπισε προβλήματα. Έχοντας ήδη γνωριστεί με τον Λένιν, με το ξέσπασμα του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου ο Ράντεκ μετακόμισε στη Ελβετία. Μετά την Οκτωβριανή Επανάσταση και το ξέσπασμα του ρωσικού εμφυλίου, έφτασε στην Πετρούπολη και έγινε αναπληρωτής επίτροπος εξωτερικών υποθέσεων.

Συμμετείχε στις διαπραγματεύσεις για τη Συνθήκη Μπρεστ-Λιτόφσκ. Ακολούθως έγινε Γραμματέας της Κομμουνιστικής Διεθνούς (Κομιντέρν) και με αυτή την ιδιότητα ήρθε στην Αθήνα το 1922. Η «ακύρωση» της εξέγερσης του Αμβούργου (Οκτώβριος 1923), οδήγησε στην αποπομπή του Ράντεκ από την Κομιντέρν και την Κεντρική Επιτροπή του Ρωσικού Κομμουνιστικού Κόμματος. Από το 1925 ως το 1927 ήταν προϊστάμενος του νεοσύστατου Πανεπιστημίου Sun Yatsen της Μόσχας. Ωστόσο, η σφοδρή κριτική του προς τον Στάλιν οδήγησε στην εκδίωξή του από το πανεπιστήμιο αλλά και το Ρωσικό Κομμουνιστικό Κόμμα. Το 1929 μαζί με άλλους αντιπολιτευόμενους υπέγραψε έγγραφο συνθηκολόγησης με τον Στάλιν και το 1930 επανήλθε στο Κομμουνιστικό Κόμμα.

Μάλιστα ήταν ένας από τους ελάχιστους πρώην αντιπολιτευόμενους, που κατέλαβαν εξέχουσα θέση σε αυτό, καθώς έγινε επικεφαλής του Διεθνούς Γραφείου Πληροφοριών της Κεντρικής Επιτροπής του κόμματος. Αν και συμμετείχε στη συγγραφή του Σοβιετικού Συντάγματος το 1936, στη διάρκεια των σταλινικών εκκαθαρίσεων της δεκαετίας του 1930, κατηγορήθηκε για προδοσία και ομολόγησε μετά από δυόμιση μήνες ανάκρισης στη Δίκη των Δεκαεπτά (1937), τη λεγόμενη Δίκη της Μόσχας. Καταδικάστηκε σε δεκαετή σωφρονιστική εργασία. Αν και δεν είναι απολύτως εξακριβωμένες οι συνθήκες θανάτου του φαίνεται ότι έχασε τη ζωή του μετά από καβγά με ένα άλλο στέλεχος, της αριστερής αντιπολίτευσης, που ονομαζόταν Varezhnikov στις 19 Μαΐου 1939. Έρευνα που έγινε μετά την αποσταλινοποίηση της ΕΣΣΔ επί Χρουστσόφ, από το ΚΚΣΕ και την KGB, έδειξε ότι ο Ράντεκ δολοφονήθηκε, μετά από σχέδιο του ανώτερου στελέχους του περιβόητου NKVD (Λαϊκού Προλεταριάτου των Εσωτερικών Υποθέσεων) Pyotr Kubatkin. Ο Καρλ Ράντεκ αποκαταστάθηκε μετά θάνατον το 1988, επί Μιχαήλ Γκορμπατσόφ (Τα στοιχεία για τον Καρλ Ράντεκ προέρχονται από τη WIKIPEDIA).


Η επίσκεψη Ράντεκ στην Αθήνα – Οι συναντήσεις του με τον Γιάνη Κορδάτο

Οι Μπολσεβίκοι όπως αναφέραμε, έστειλαν την άνοιξη του 1922 τον Καρλ Ράντεκ στην Αθήνα. Είχε ρητή εντολή να συναντήσει μόνο τον Γραμματέα του Σοσιελεργατικού (Κομμουνιστικού) Κόμματος Δημητράτο. Όμως αυτός «είχε παραιτηθεί ή πιο σωστά παραμεριστεί». (Γ. Κορδάτος)
Έτσι συνάντησε τον Γιάνη Κορδάτο που εκτελούσε χρέη Γραμματέα. Ο Κορδάτος αναφέρθηκε για πρώτη φορά στη συνάντησή του με τον Ράντεκ σε ομιλία του στον Ελληνοσοβιετικό Σύνδεσμο το 1945 χωρίς όμως να αναφέρει το όνομά του. Την «ιστοριούλα» αυτή, όπως γράφει, την συμπεριέλαβε και στην «Μεγάλη Ιστορία της Ελλάδας», όπου και πάλι αναφέρεται απλά σε «απεσταλμένο της Τρίτης Διεθνούς και του Υπουργείου Εξωτερικών και Στρατιωτικών» που ήρθε από τη Μόσχα έχοντας σουηδικό διαβατήριο.

Ας δούμε τι γράφει ο Γ. Κορδάτος για τις συναντήσεις του με τον Ράντεκ, τον οποίο δεν κατονομάζει.

Η πρώτη συνάντηση τους έγινε στους «Αέρηδες», η δεύτερη στην Ακρόπολη και η τρίτη στην Κηφησιά. Ο Ράντεκ έδειξε τα διαπιστευτήριά του που είχαν υπογραφή των Ζινόβιεφ, Τρότσκι και Τσιτσέριν και του είπε τα εξής:

«Η ΕΣΣΔ είναι πρόθυμη να βοηθήσει την Ελλάδα να βγει από το αδιέξοδο της μικρασιατικής εκστρατείας. Πρώτα θα παύσει να ενισχύει υλικώς και ηθικώς τον Κεμάλ και δεύτερο θα ασκήσει όλη την επιρροή της να αυτονομηθεί μια παραλιακή ζώνη της Μικρασίας όπου κατοικούν πολλοί Χριστιανοί. Για να εξασφαλιστεί η αυτονομία της περιοχής αυτής θα σταλθεί διεθνής στρατός από Ελβετούς, Σουηδούς και Νορβηγούς, από χώρες δηλαδή που δεν πήραν μέρος στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Για να υποστηρίξει την άποψη αυτή η ΕΣΣΔ ζητεί σαν αντάλλαγμα την αναγνώρισή της έστω και de facto».


Ο Κορδάτος ομολογεί ότι πρόταση αυτή του προκάλεσε κατάπληξη και ρώτησε τον Ράντεκ να μάθει ποια ήταν η αιτία αυτής της μεταστροφής. Η απάντηση που έλαβε ήταν, σε γενικές γραμμές, η ακόλουθη:

Οι Μπολσεβίκοι υποστήριξαν τον Κεμάλ καθώς θεωρούσαν το κίνημά του ως απελευθερωτικό. Όμως δεν είχαν καμία εγγύηση ότι οι παλιές αντιδραστικές δυνάμεις στην Τουρκία δεν θα αναλάμβαναν και πάλι την εξουσία. Έφερε μάλιστα ως παράδειγμα την επανάσταση των Νεότουρκων το 1908, οι ηγέτες της οποίας «αλλιώς ξεκίνησαν και αλλιώτικα πολιτεύτηκαν και κατάντησαν λακέδες του γερμανικού ιμπεριαλισμού και μιλιταρισμού». Ο Ράντεκ είπε στον Κορδάτο ότι οι περισσότεροι από τους στρατηγούς και πολιτικούς που υποστήριζαν τον Κεμάλ είναι αντιδραστικοί. «Ήδη έχουμε όχι ενδείξεις, αλλά αποδείξεις, ότι έχουν μυστικές επαφές με τους Γάλλους κεφαλαιοκράτες και ιμπεριαλιστές και αύριο μεθαύριο, αν νικήσουν και διώξουν τους Έλληνες από τη Μικρασία και τη Θράκη, η Τουρκία με τον Κεμάλ ή χωρίς τον Κεμάλ θα προσανατολιστεί προς τη Δύση».

Συνεχίζοντας ο Ράντεκ είπε ότι η Τουρκία θα αναγκαστεί να πάρει δάνεια από την Αγγλία ή τη Γαλλία για να σταθεί στα πόδια της, όμως τα δάνεια
υποδουλώνουν τις χώρες που τα παίρνουν. Και κατέληξε:


«Γι’ αυτό θέλουμε να μείνουνε οι Έλληνες στη Μικρασία, όχι από κούφιο αισθηματισμό, αλλά από ρεαλιστική αντίληψη για το αύριο και το μεθαύριο. Οι μειονότητες στην Τουρκία στάθηκαν από τη μια μεριά η τροχοπέδη στον ολοκληρωτικό εξισλαμισμό της Βαλκανικής και της Ανατολής και από την άλλη έγιναν η πηγή που τροφοδότησε τα εθνικά απελευθερωτικά κινήματα των λαών της Βαλκανικής από τα 1770 ως τα χτες».

Ο Κορδάτος είπε στον Ράντεκ ότι το Σοσιαλεργατικό (Κομμουνιστικό) Κόμμα είναι μικρό και δεν παίζει ενεργό ρόλο στην πολιτική ζωή της χώρας. Συνεπώς ο Γραμματέας του δεν έχει το ανάλογο κύρος για να διαπραγματευτεί ένα τόσο λεπτό και σπουδαίο ζήτημα.

Ο Ράντεκ όμως επέμεινε και δέχτηκε να ξεκινήσει ο Κορδάτος τις επαφές με τον αρχηγό της αντιπολίτευσης Νικόλαο Στράτο. Ο Κορδάτος ζήτησε ακρόαση από τον Στράτο που έμενε τότε στο μέγαρο Πεσματζόγλου, στην οδό Βασιλίσσης Σοφίας. Τον δέχτηκε μάλιστα «πολύ καλά» (κατά τον Κορδάτο) και μετά από κάποια αρχική διστακτικότητα ο Κορδάτος του μίλησε για τον σκοπό της επίσκεψής του. Ο Στράτος αφού τον άκουσε με μεγάλη προσοχή, του είπε:

«Είμαι σύμφωνος. Αυτές τις μέρες θα έχουμε κυβερνητική μεταβολή και αν πετύχει ο αρχιστράτηγος Παπούλας, τότε όλα θα πάνε καλά. Αν σχηματίσω κυβέρνηση θα σας ειδοποιήσω, αφού μελετήσω τους φακέλους του Υπουργείου των Εξωτερικών και ιδώ ότι δεν υπάρχει ανυπέρβλητον εμπόδιον από τους Άγγλους και Γάλλους, θα σας ειδοποιήσω να με φέρετε εις επαφήν με τον Ρώσον απεσταλμένον. Κρίνω όμως καλόν, αν σας είναι εύκολο να κάνετε βολιδοσκόπησιν εις τον κ. Αντώνιον Καρτάλην, τον συμπολίτην σας. Ίσως εκμαιεύσετε τας διαθέσεις της κυβερνήσεως».


Καθώς αποχαιρετούσε τον Κορδάτο, σφίγγοντάς του το χέρι και κοιτάζοντάς τον κατάματα, ο Στράτος του είπε:

«Έχω εμπιστοσύνη ότι τα όσα σας είπα για τον Παπούλα και τον Γούναρη, θα μείνουν αναμεταξύ μας. Προσέξατε όμως κατά την έξοδο, οι γουναρικοί σπιούνοι παρακολουθούν την οικία μου και τας κινήσεις μου. Προσοχή και στο καλό».

Όπως γράφει ο Κορδάτος, ο Νικόλαος Στράτος «κοντά ένα τέταρτο της ώρας έψαλλε τον αναβαλλόμενο (επέκρινε σφοδρά) του Γούναρη». Φαινόταν αγανακτισμένος με την εσωτερική και εξωτερική πολιτική του τότε πρωθυπουργού,συμπληρώνει.

Βέβαια ο Στράτος ο οποίος σχημάτισε λίγο αργότερα κυβέρνηση, είχε το ίδιο τέλος με τον Γούναρη, καθώς και οι δύο εκτελέστηκαν (μαζί με τους Πρωτοπαπαδάκη, Θεοτόκη Μπαλτατζή και Χατζανέστη) στου Γουδή τον Νοέμβριο του 1922…

Την επόμενη μέρα ο Κορδάτος επισκέφθηκε τον Καρτάλη στο ξενοδοχείο «Αγγλία» όπου έμενε. Ήταν υπουργός της κυβέρνησης Γούναρη και από τους παράγοντες του «γουναρισμού». Όταν ο Κορδάτος του έκανε νύξη για μεσολάβηση της Σοβιετικής Ρωσίας, χωρίς μάλιστα να του πει ότι βρισκόταν στην Αθήνα απεσταλμένος των Σοβιέτ, ο Καρτάλης τον έβρισε και τον έδιωξε!


Γράφει μάλιστα ο Γ. Κορδάτος όσα του είπε ο Καρτόλης

«Παλιόπαιδο από πότε έγινες πολιτικός και αρχηγός ώστε να τολμάς να συζητάς για τόσο σπουδαία ζητήματα; Άιντε να χαθείς! Αν δεν ήσουν παιδί του Κωστή (έτσι λεγόταν ο πατέρας του Κορδάτου), που τον ξέρω πολύ καλά και έχω κοιμηθεί το 1900 στο σπίτι σας στη Ζαγορά, θα σε παρέδιδα στον Γάσπαρη (τον αρχηγό της Αστυνομίας) να σου βάλει με τον βούρδουλα μυαλό. Ακούς εκεί, να τολμάς να λες πως οι Μπολσεβίκοι, οι άθεοι, οι καταδρομείς και λυμεώνες της Μεγάλης Ρωσίας, μπορούν να μεσολαβήσουν και να μας βγάλουν από το αδιέξοδο της μικρασιατικής εκστρατείας. Αυτοί βρε, είναι νηστικοί και πεινούν. Ήρθεν η ώρα τους, σε 5-6 μήνες θα τους λιντσάρει ο ρωσικός λαός...!»

Πάντως σύμφωνα με τον αείμνηστο λογοτέχνη και ακαδημαϊκό Τάσο Αθανασιάδη, ο Στράτος έθεσε το ζήτημα στο υπουργικό συμβούλιο, όπου προκάλεσε θύελλα διαμαρτυριών, όπως ήταν απολύτως αναμενόμενο (Δρ. Ιωάννης Σ. Παπαφλωράτος, «Η Ιστορία του Ελληνικού Στρατού, 1833-1949»).
Κάπως έτσι, άδοξα θα λέγαμε, τελείωσε πριν καλά καλά αρχίσει, η προσπάθεια μεσολάβησης των Μπολσεβίκων μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας το 1922.
Για την ιστορία, σύμφωνα με τον Δρα Ι.Σ. Παπαφλωράτο η Αθήνα αναγνώρισε επίσημα το νέο καθεστώς στη Ρωσία στις 8 Μαρτίου 1524. Είχε προηγηθεί, τον Φεβρουάριο του 1924, παρόμοια κίνηση του Λονδίνου.


Σύμφωνα πάντως με τον Γ. Κορδάτο, η Μ. Βρετανία είχε αναγνωρίσει de facto τη Σοβιετική Σοσιαλιστική Ένωση (Ρωσία) όταν ο Ράντεκ ήρθε στην Αθήνα και ο πρώτος διπλωματικός αντιπρόσωπος της ΕΣΣΔ Κράσιν είχε μεταβεί στο Λονδίνο.



Πηγές: Γ. ΚΟΡΔΑΤΟΥ, «ΜΕΓΑΛΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ», Τ.Ε2, ΕΚΔΟΣΕΙΣ 20ος ΑΙΩΝΑΣ
Δρ. Ιωάννης Σ. Παπαφλωράτος, «Η Ιστορία του Ελληνικού Στρατού (1833-1949)», ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΣΑΚΚΟΥΛΑ, 2014.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Αρχειοθήκη ιστολογίου