Προεκλογικές ιστορίες από την Παλιά Αθήνα
Σε λίγες ώρες ολοκληρώνονται οι ψηφοφορίες για την ανάδειξη Περιφερειαρχών και
Δημάρχων. Η σημερινή μας ανάρτηση, στη νέα μας στήλη «Καλό Βόλι», είναι εξαιρετικά αφιερωμένη στους νέους μας Δημάρχους με την ευχή να μη μας απογοητεύσουν. Τους καλούμε, όπως και εσάς φίλοι αναγνώστες, να μας ακολουθήσουν στο γραφείο του Σπύρου Μερκούρη (1931) μια συνηθισμένη μέρα υποδοχής του κοινού...
«Καλό Βόλι» Είναι μια φράση που αρχικά χρησιμοποιούσαν ως ευχή οι αγωνιστές στην επανάσταση του 1821 για εύστοχη βολή κατά του τυράννου. Μετά το 1864 χρησιμοποιείται μεταφορικά ως ευχή για εύστοχη πολιτική επιλογή μπροστά στις εκλογικές κάλπες.
ΚΑΛΟ ΒΟΛΙ είναι τέλος και ο τίτλος του νέου επίκαιρου βιβλίου του Αθηναιογράφου και συνεργάτου μας Θωμά Σιταρά, που πρόσφατα κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις ΜΙΝΩΑΣ, και ο οποίος βεβαίως θα επιμελείται του υλικού.
«-Ο κύριος τι θέλει;
-Τον κ. Δήμαρχο
-Και ο κύριος;
-Τον κ. Δήμαρχο.
-Και σείς; Τον κ. Δήμαρχο; Όλοι τον κ. Δήμαρχο!... Έ, λοιπόν, κι’ εγώ θέλω τον κ. Δήμαρχο!
-Ναί, αλλά υπάρχει και ο κ. Γενικός...
-Δεν θέλουμε τον κ. Γενικό.
-Μήπως θέλετε τον κ. Ιδιαίτερο;
-Όχι δεν τον γνωρίζουμε τον κ. Ιδιαίτερο, ούτε τον κ. Παραιδιαίτερο! Θέλουμε τον ίδιο τον Κυρ Σπύρο!
Εδώ είνε λοιπόν το περίφημο ζήτημα. Όλοι θέλουνε τον ίδιο τον Κυρ Σπύρο, τον κουμπάρο, τον κ. Δήμαρχο!
Ποιοί είνε όμως αυτοί οι «όλοι» που επιμένουν με τόση... διακριτικότητα να ιδούν τον Κυρ Σπύρο; Ή καλλίτερα και ποιοί δεν είνε...
Την πρώτη θέσι, εν πάση περιπτώσει κατέχουν οι άνεργοι! Εκατοντάδες άνεργοι όλων των ηλικιών, όλων των επαγγελμάτων, όλων των παρελθόντων και ιδίως όλων των απαιτήσεων, θέλουν να ιδούν –και επιμένουν να ιδούν- τον κ. Δήμαρχο.
Οι άνθρωποι αυτοί, εφωδιασμένοι, για να μη πούμε οπλισμένοι, με σκαπάνες, βούρτσες, πινέλα, μυστριά, πριόνια και τσαπιά παρατάσσονται τις περισσότερες φορές έξω από το Δημαρχιακό μέγαρο, στην οδό Αθηνάς, κατά μήκος των πεζοδρομίων, εις μία ατελείωτη γραμμή, που επιβάλλει τον όγκο της και στην κυκλοφορία ακόμη.
Οι πιο θαρραλέοι περιμένουν στα προπύλαια του Δημαρχείου, και οι πιο θρασείς, ή οι πιο απελπισμένοι, φθάνουν μέχρι των δημαρχιακών διαδρόμων, μέχρι του προθαλάμου του δημοτικού άρχοντος, από τον οποίον απαιτούν να αρθή υπέρ το ύψος του δημοτικού προϋπολογισμού, για να τους δώση εργασίαν.
Δεν είνε όμως μόνον οι άνεργοι που θέλουν να δουν τον κ. Δήμαρχο. Εάν ρίψη κανείς μια ματιά εις τους διαδρόμους του δημαρχιακού μεγάρου, θα δή το πιο αλλοπρόσαλλο πλήθος με το πιο διαφορετικό σύνολο επιθυμιών και απαιτήσεων, που πολλές φορές φθάνουν, χωρίς να το θέλουν ίσως, το βαθμό του εξωφρενικού. Ίσως στον εξωφρενισμό αυτόν να οδηγή η ανάγκη. Δεν παύει όμως για τούτο να είνε ένας εξωφρενισμός.
Υπάρχουν εκεί άνθρωποι που ζητούν χρηματικές βοήθειες, υπάρχουν άλλοι απαιτούντες υψηλές θέσεις, που απέχουν πολύ από την κοινή δουλειά που ζητούν οι άνεργοι λεγεωνάριοι, αν μπορούμε να ονομάσουμε έτσι την συμπαθή μάζα των ανέργων. Οι τελευταίοι αυτοί ζητούν από τον Δήμαρχο μια κοινή εργασία, δεν αποκλείουν και το σκάψιμο των δρόμων, φθάνουν ακόμη και μέχρι της εκκενώσεως βόθρων για να κερδίσουν ένα κομμάτι ψωμί, που τους εστέρησε η κρίσις της σημερινής οικονομικής καταστάσεως. Οι άλλοι όμως θέλουν θέσεις τιμητικές, αξιοπρεπείς, μεγαλοπρεπείς ίσως, με δικαιοδοσίαν, με γραφείο ιδιαίτερο, με φαρδύτατους μισθούς, πολλοί δε και με... αυτοκίνητο!
Και αυτοί, δυστυχώς για τον κ. Δήμαρχο, είνε οι πιο απαιτητικοί. Με αυτούς πρέπει ο κ. Δήμαρχος να μεταχειρισθή μεγάλη διπλωματική δεινότητα για να τους ευχαριστήση και να τους ικανοποιήση... ανικανοποίητα, όπως επιβάλλει η ανάγκη της περιφρουρήσεως των δημοτικών συμφερόντων και ο περιωρισμένος δημοτικός προϋπολογισμός.
Έχουμε όμως και μεγαλείτερους. Είνε οι άνθρωποι-επιχειρηματίες που κατακλύζουν τον Δήμαρχο με αιτήσεις παραλόγων προμηθειών! Ακολουθούν οι τεχνίτες που εννοούν καλά και σώνει να επισκευάσουν το δημαρχιακό μέγαρο «για να το βλέπουν οι ξένοι»... Εις αυτούς δίδεται η ίδια απάντησις. Ο αιώνιος προϋπολογισμός! Γι’ αυτούς όμως αυτό δεν έχει καμμιά σημασία. Αυτοί ενδιαφέρονται για την... καλή εμφάνισι του δημαρχιακού μεγάρου! Αυτό είνε όλο. Και αυτό το «όλο» εναπόκειται στη διάθεσι του κ. Δημάρχου.
Να, λοιπόν, γιατί θέλουν να ιδούν το Δήμαρχο! Το Δήμαρχο όμως θέλουν να τον ιδούν και λαϊκές επιτροπές, που η συνοικία την οποίαν αντιπροσωπεύουν πρέπει να μπή στο σχέδιο της πόλεως. Είνε και οι άνεργοι μουσικοί που θέλουν να μπούν στη μουσική του Δήμου, είνε οι φθισικοί που θέλουν εισιτήριο για τη «Σωτηρία», είνε οι ανθοκόμοι που εποφθαλμιούν τη διεύθυνσι ενός δημοτικού κήπου, είνε η γρηούλες που θέλουν μια ισόβια σύνταξι, είνε οι άνθρωποι που θέλουν έξω από το σπιτι τους μια βρύση, και άλλοι που ζητούν την άμεσο κατασκευή λεωφόρων στην απόκεντρη συνοικία τους!
Και εκτός των «άλλων και άλλων» είνε και οι δημοσιογράφοι που ζητούν δηλώσεις ή μια συνέντευξι. Λείπουν ίσως εκείνοι που θα ζητούσαν άδεια για να κολυμπούν ελεύθερα εις τους παιδικούς κήπους!
***
Υπάρχει όμως και άλλη τάξις... μονίμων φίλων του κ. Δημάρχου. Και αυτοί είνε οι «κουμπάροι». Και μπορεί να πή κανείς χωρίς φόβο και χωρίς πάθος ότι η τάξις αυτή, μολονότι ολιγώτερον απαιτητική από απόψεως ρουσφετολογίας, είνε η οχληρότερη εις τον κ. Μερκούρην...
Ο κουμπάρος ζητεί και δεν ζητεί ρουσφέτια. Επιμένει όμως να φιλήση τον κουμπάρο του, το Δήμαρχο! Και ο κουμπάρος-Δήμαρχος είνε υποχρεωμένος να ακούση για τις προόδους που κάνει ο γυιός του στο σχολείο του χωριού, για τις αγελάδες, για τη γυναίκα του και για το κτήμα.
Πως θα θυμηθή όλα αυτά ο κ. Δήμαρχος; Όσο όμως και αν έχη ανεπτυγμένη τη μνήμη, δεν μπορεί να φθάση μέχρι του βαθμού, να θυμάται ονομαστικώς όλα τα παιδιά των κουμπάρων του, από Μενιδίου μέχρι Κρανιδίου και Κορωπί...
Έτσι πολλές φορές ο κ. Μερκούρης συγχέει τα πρόσωπα.
-Γειά σου κουμπάρε Αγησίλαε... Τι κάνεις μάτια μου;
-...Αριστείδης διορθώνει ο κουμπάρος δίνοντας το χέρι του στον κ. Δήμαρχο.
-Λοιπόν Αριστειδάκη μου τι γίνεται ο γυιός σου ο Δημήτρης, τελείωσε το γυμνάσιο;
-Μα δεν έχω παιδιά, κουμπάρε, θα λες για τον ξάδελφό μου τον Κωνσταντή...
-Ά... ναι... η γυναίκα σου καλά βέβαια, πότε είνε που την είδα...
-Αλλά... έχει πεθάνει κουμπάρε εδώ και τρία χρόνια τώρα η κακομοίρα η Αργυρώ...
-Ναι... κουμπάρε... ζωή σε λόγου σου!
Τέτοιες συζητήσεις είνε πολύ της μόδας εις το γραφείον του κ. Δημάρχου. Επαναλαμβάνονται πολλές φορές, και το περίεργο είνε ότι οι κουμπάροι μένουν ενθουσιασμένοι από τη... μνήμη του κ. Δημάρχου. Πολλές φορές μάλιστα φθάνει ο ενθουσιασμός τους μέχρι τέτοιου βαθμού, ώστε να ξεχνούν και την υπόθεσιν για την οποίαν ήλθαν!
Και ο Δήμαρχος αυτός είνε υποχρεωμένος να ακούη όλες τις ιστορίες των υποθέσεων των κουμπάρων, των φίλων, του κόμματος, και των ανέργων και να δίνη τις αρμόζουσες λύσεις... Και όλο αυτό πρέπει να γίνη σε διάστημα τριών ωρών, από την 11-2 κάθε μέρα, διότι αυτές τις ώρες διαθέτει για το λαό...».
(Από ρεπορτάζ της «Βραδυνής», 1931, υπογράφει ο Α. Καλλονάς)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου