Παρασκευή 1 Μαΐου 2020

Ο καλός, ο κακός και ο... διερµηνέας: Από τον Ναπολέοντα Σουκατζίδη στο σήµερα

Γιατί η Ελλάδα είναι υποχρεωμένη νομικά και όχι μόνο ηθικά να µεριµνήσει για την αναβάθμιση του επαγγέλματος του δικαστικού διερμηνέα
«Θανάση µην ξεχνάς ποτέ πως είσαι Έλληνας κρατούμενος. Έλληνες αγωνιστές εξυπηρετείς. Να είσαι πάντα καλός, να κατανοείς τα προβλήματά τους. Να είσαι µαλακός μαζί τους». Μ’ αυτά τα λόγια ο Ναπολέων Σουκατζίδης μεταβιβάζει τη δεοντολογία του στον επίσης γερμανομαθή συγκρατούμενό του, στο Χαϊδάρι, ο οποίος θα αναλάβει χρέη διερμηνέα μετά την εκτέλεση του Ναπολέοντα στο Σκοπευτήριο της Καισαριανής, σαν σήμερα, την Πρωτομαγιά του 1944, όπως µας τα µεταφέρει ο Σπύρος Τζόκας στο βιβλίο «Ο κύκλος των µάταιων πράξεων».
Στον Ναπολέοντα Σουκατζίδη και το έργο του ως διερμηνέα και ως πατριώτη, εστίασε η ταινία του Παντελή Βούλγαρη, «Το τελευταίο σημείωμα». Η κοινή γνώμη, έχει ως επί το πλείστον συγκεχυμένη ή και λανθασμένη άποψη για τον ρόλο των διερμηνέων κατά τη σκοτεινή εκείνη περίοδο. Και η αλήθεια μπορεί να είναι εξίσου σκοτεινή.
Νωρίτερα από τον Σουκατζίδη, στην κατεχόμενη Αίγινα, ο Αργύρης Φορτούνας αποδέχεται το αίτημα των τοπικών αρχών και αρχίζει να εργάζεται ως διερμηνέας στο φρουραρχείο καθώς και στο φρούριο του Τούρλου. Στα απομνημονεύματά του ο Φορτούνας ιστορεί πώς πασχίζει να διευκολύνει την επικοινωνία ανάµεσα στον ντόπιο πληθυσμό και τις γερμανικές υπηρεσίες, λειτουργώντας ως διαμεσολαβητής σε καθημερινά και έκτακτα ζητήματα.

Στη Θεσσαλονίκη του 1941, ο γερμανομαθής Κωνσταντίνος Προέδρου πιάνει δουλειά σε κάποια διοικητική υπηρεσία κι έπειτα στη Μυστική Αστυνομία των Γερμανών. Υπάρχουν μαρτυρίες ότι ως διερμηνέας συμμετέχει σε συλλήψεις και ανακρίσεις, φέρει ακόμη και όπλο για να αποσπάσει πληροφορίες. Τα στοιχεία για τη δράση του -και άλλων Ελλήνων που μιλούσαν τη «γλώσσα του εχθρού»- προέρχονται από την υπό εξέλιξη διπλωματική εργασία της Παναγιώτας Γκάτσιου, υπό την εποπτεία του Καθηγητή Στράτου ∆ορδανά στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας.

Γεννάται λοιπόν, η εύλογη απορία: ποια είναι η ορθή δεοντολογία της διερμηνείας; Και πώς διαφέρει ο επαγγελματίας διερμηνέας, σήμερα, από τον γλωσσομαθή του 1941; Εμάς, μας αφορά; Σαφώς μας αφορά, ξένους και Έλληνες πολίτες, είτε λόγω άγνοιας της γλώσσας είτε λόγω της χρήσης ξενόγλωσσων τεκμηρίων. Στις αστυνομικές ανακρίσεις και τις αίθουσες των δικαστηρίων η συµβολή των διερμηνέων είναι απαραίτητη.Ωστόσο, αν και κρίσιμος για την απονομή δικαιοσύνης, ο ρόλος του διερμηνέα υπονομεύεται από το σαθρό σύστημα μεταφραστικών υπηρεσιών των ελληνικών δικαστηρίων.

Η διερμηνεία ως θεμέλιο δικαιοσύνης

Το άτομο που ανακρίνεται ή δικάζεται βρίσκεται σε σχέση ανισότητας ως προς τις αρχές. Η διερμηνεία έρχεται να εξαλείψει αυτή την ανισότητα και να προστατέψει τα δικαιώματα του υπόπτου ή κατηγορουμένου
Η Ευρωπαϊκή Σύμβαση Ανθρωπίνων ∆ικαιωμάτων (ΕΣ∆Α) συγκαταλέγει τη διερμηνεία στις απαραίτητες θεσμικές εγγυήσεις για μια δίκαιη δίκη. Για να επιτελέσει όμως τον ρόλο της η διερμηνεία, απαιτείται επαγγελματισμός, έλεγχος επάρκειας και ανεπτυγμένη δεοντολογική συνείδηση.

Η δεοντολογία

Ο Β' Παγκόσμιος Πόλεµος και οι δίκες που τον ακολούθησαν οδήγησαν με αλματώδη βήματα στην ωρίμανση των τεχνικών και της δεοντολογίας της διερμηνείας. Έτσι, επαρκώς ποιοτική θεωρείται μόνο η διερμηνεία που, πέρα από τις τεχνικές, γλωσσικές και ορολογικές δεξιότητες, χαρακτηρίζεται επίσης από τα εξής:

Αμεροληψία: Ο διερμηνέας παραμένει ουδέτερος και ανεξάρτητος. ∆εν παίρνει το µέρος καμίας πλευράς, ούτε εκφράζει προσωπικές του γνώμες.

Ακρίβεια: Ο διερμηνέας µεταφέρει πιστά τα νοήματα χωρίς να προσθέτει, να αφαιρεί ή να αλλάζει τα λόγια των εµπλεκοµένων και διατηρώντας το ύφος οµιλίας, διότι τα συναισθήματα επηρεάζουν την επιμέτρηση της ποινής. Τυχόν έντονη ψυχολογική πίεση ή, αντίθετα, αισθήματα μίσους που εκφράζει ο κατηγορούμενος είναι βασικό να αποτυπώνονται από τον διερμηνέα για να μπορούν να τα αξιολογήσουν οι δικαστές.

Εχεμύθεια: Ο διερμηνέας τηρεί το επαγγελματικό απόρρητο και δεν δηµοσιεύει ούτε γνωστοποιεί σε τρίτους όσα ειπώθηκαν σε μια συνεδρίαση.

Στα ελληνικά δικαστήρια

Είναι ξεκάθαρο πως όλα τα παραπάνω προϋποθέτουν µακρόχρονη εκπαίδευση και εμπειρία, εξειδικευμένη κατάρτιση και υψηλό επίπεδο επαγγελματισμού. ∆υστυχώς, οι συνθήκες που επικρατούν σήμερα στα ελληνικά δικαστήρια έχουν αποθαρρύνει τους περισσότερους επαγγελματίες.

Τα κατά τόπους μητρώα δικαστικών διερμηνέων στελεχώνονται από απλούς γλωσσομαθείς αποφοίτους δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, χωρίς εκπαίδευση και διά βίου κατάρτιση. Οι αµοιβές είναι πενιχρές και συχνά παρατηρούνται τεράστιες καθυστερήσεις στις πληρωμές. Όσοι δε διάδικοι επιστρατεύουν επαγγελματίες διερμηνείς, αναγκάζονται να καλύψουν ιδιωτικά την αντίστοιχη δαπάνη, σε αντίθεση µε τις διατάξεις της ΕΣ∆Α και της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2010/64 που προβλέπουν ρητά ότι το δηµόσιο παρέχει την υπηρεσία δωρεάν σε όλους τους υπόπτους και κατηγορουμένους.

Η Ελλάδα είναι υποχρεωμένη νομικά και όχι μόνο ηθικά να μεριμνήσει για την αναβάθμιση του επαγγέλματος του δικαστικού διερμηνέα. Η χώρα πρέπει να εστιάσει στα δίκαια αιτήματα των επαγγελματικών ενώσεων των μεταφραστών και διερμηνέων, που ζητούν συνολική νομοθετική ρύθμιση για την ορκωτή (δικαστική) διερμηνεία στη χώρα , υποχρεωτική επαγγελματική κατάρτιση διά βίου και εξάλειψη των αποκλίσεων του ελληνικού Κώδικα Ποινικής ∆ικονομίας ο οποίος εφαρμόζει στρεβλά τις Ευρωπαϊκές Οδηγίες για την αναμόρφωση της ποινικής δίκης.

Φώτης Φωτόπουλος, μεταφραστής, Πρόεδρος Πανελλήνιας Ένωσης Μεταφραστών
Μαρία Ξανθοπούλου, μεταφράστρια-διερμηνέας, μέλος Πανελλήνιας Ένωσης Μεταφραστών

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Αρχειοθήκη ιστολογίου