
«Τα εν οίκω μη εν δήμω», έλεγαν οι μεγαλύτεροι για να μεταδώσουν στους νεότερους την αρχή ότι οι οικογενειακές υποθέσεις δεν πρέπει να κοινολογούνται στο ευρύτερο κοινωνικό περιβάλλον. Μια εξαίρεση σε αυτόν τον κανόνα ήταν ο αρραβώνας· υπόθεση οικογενειακή, που όμως λάμβανε διαστάσεις κοινωνικού γεγονότος σε πόλεις και χωριά του Ελληνισμού από τα τέλη του 19ου αιώνα και έως πρόσφατα. Η παράδοση αυτή έχει αντιστραφεί στην ελληνική κοινωνία του 21ου αιώνα, καθώς οι νεότεροι επιλέγουν η επισημοποίηση της σχέσης τους να είναι ιδιωτική υπόθεση, αποσυνδέοντας τη γιορτή και τη χαρά από την τυπικότητα των «εγκρίσεων» από γονείς, συγγενείς και σόγια. Και μπορεί ο ίδιος ο όρος «αρραβώνας» να έχει χάσει την αίγλη που είχε στο παρελθόν, ωστόσο η έννοια της επισημοποίησης της σχέσης με πρόθεση γάμου παραμένει αρκούντως επίκαιρη, απλά σε νέο «περιτύλιγμα».
Στρίβειν διά του αρραβώνος Η υπόθεση «αρραβώνας» και το πώς εξελίσσεται μαζί με την ελληνική κοινωνία είχε αποτυπωθεί ήδη στον αγαπημένο ελληνικό κινηματογράφο της χρυσής εποχής του 1960-1970. Η τακτική του «στρίβειν διά του αρραβώνος» αναλύθηκε στην ταινία «Ο Ατσίδας» του 1962 με τον Ντίνο Ηλιόπουλο, τη Ζωή Λάσκαρη, τον Θανάση Βέγγο, σε παραγωγή Φίνος Φιλμς και σενάριο-σκηνοθεσία Γιάννη Δαλιανίδη. Λίγα χρόνια αργότερα, το «στρίβειν διά του αρραβώνος» καταγράφεται και πάλι στο σινεμά, αυτή τη φορά όμως είναι η γυναίκα που αφήνει τον μνηστήρα στα κρύα του λουτρού. Το 1965, στο «Μια τρελλή, τρελλή οικογένεια» (σκηνοθεσία Ντίνου Δημόπουλου σε σενάριο Νίκου Τσιφόρου), η Μίκα -η κόρη της Πάστα Φλώρα- ενώ είναι αρραβωνιασμένη με τον Μίκη, μια ημέρα πριν τον γάμο τους, πηγαίνει στη Βενετία και παντρεύεται τον Ανδρέα... Και μπορεί να χαρακτηρίζονται τρελές οι καταστάσεις που εξελίσσονται στο φιλμ, το βέβαιο είναι ότι αναδεικνύουν μια άλλη εικόνα για τη γυναίκα, πολύ πιο χειραφετημένη, που αντικατοπτρίζεται και στον τρόπο που αντιμετωπίζει τον αρραβώνα και τον γάμο της - ίσως το πιο προσφιλές θέμα του κλασικού ελληνικού κινηματογράφου.
Πλέον, στην ελληνική πραγματικότητα, ο αρραβώνας ως τελετή αντικαθίσταται όλο και περισσότερο από την πρόταση γάμου, ενώ ως έννοια αφορά περισσότερο τη χρονική απόσταση μεταξύ της πρότασης γάμου και της γαμήλιας τελετής καθαυτής.
«Ο αρραβώνας έχει γίνει κάτι πιο προσωπικό, πιο χαλαρό, πιο ρομαντικό. Τα ζευγάρια θέλουν να το ζήσουν λίγο διαφορετικά, παρόλο που οι γονείς πολλές φορές αναζητούν την παραδοσιακή έννοια του αρραβώνα, δηλαδή μια οικογενειακή συγκέντρωση, μια μεγάλη γιορτή, με ανταλλαγή κοσμημάτων, δώρων, ή ό,τι ορίζουν οι παραδόσεις κάθε τόπου», μας λέει η destination wedding planner Ντομινίκ Δέλλα.

Πολλά ζευγάρια προτιμούν να ζήσουν αυτήν την ξεχωριστή στιγμή μόνα τους. «Δίνουν μεγάλη έμφαση στην πρόταση γάμου. Οπότε θέλουν να φτιάξουμε ένα ολόκληρο σκηνικό. Δίνουν έμφαση σε αυτό, στη διακόσμηση, στα φαναράκια, στα fairy lights, στα string lights, στον χώρο ή στο τοπίο, να είναι ρομαντικό και να το ζήσουν οι δυο τους. Μπορεί να φέρουν και βιολιά, μπορεί να φέρουν μουσική, μπορεί να διοργανώσουν δείπνο για δύο. Δηλαδή, θέλουν να ζήσουν τη μαγεία μόνοι τους». Συνήθως πρόκειται για ζευγάρια που ανήκουν στην ηλικιακή ομάδα 30+ και τα οποία σκοπεύουν να καλέσουν κόσμο μετέπειτα, στη δεξίωση γάμου ή γάμου - βάπτισης.
Πάρτυ με φίλους Τα νεότερα σε ηλικία ζευγάρια μπορεί να κάνουν ένα πάρτυ με φίλους για να γιορτάσουν την επισημοποίηση της σχέσης τους. Η δεξίωση είναι κάτι πολύ αυστηρά «χορογραφημένο» γι’ αυτούς, που στο μυαλό τους έχουν περισσότερο κάτι τόσο ανέμελο όσο ένα beach party ή μια γιορτινή παρεΐστικη έξοδο σε ένα bar ή bar-restaurant. «Συνήθως είναι κάτι πιο χαλαρό, ο κόσμος είναι εκεί για να γιορτάσει μαζί με το ζευγάρι και να ευχηθεί. Κάνουν ένα πάρτυ. Κι επειδή οι προτάσεις γάμου είναι εποχιακές, συνηθίζεται πολύ το καλοκαίρι. Εναλλακτικά Πρωτοχρονιά ή του Αγίου Βαλεντίνου».
Η Βασιλική είναι 30 ετών και το περασμένο καλοκαίρι εκείνη και ο σύντροφός της αρραβωνιάστηκαν, ανταλλάσσοντας δαχτυλίδια ενώπιον φίλων. «Είχε πάρα πολλή πλάκα γιατί είχαμε πάει όλοι μαζί στην Ιταλία. Πήραμε τα δαχτυλίδια λίγο πριν κλείσει το κατάστημα και μετά πήγαμε σε ένα πάρκο και κάναμε ένα μικρό ceremony. Είπαμε ότι θα παντρευτούμε του χρόνου. Μετά μας πήρε μια φίλη Ιταλίδα και μας πήγε στο πιο ακριβό εστιατόριο ξενοδοχείου της πόλης. Κι εκεί πήρε μια μπίρα ο καθένας μας. Αυτό ήταν το budget. Και οι άνθρωποι του εστιατορίου μάς έφτιαξαν ένα γλυκό και μας έγραψαν congratulations! Φανταστικά ήταν!».
Υπάρχει όμως και μια μερίδα πληθυσμού που θέλει να το κάνει πιο παραδοσιακά, είτε για τους ίδιους είτε για τους γονείς. Σε αυτήν την περίπτωση αποφασίζουν να κρατήσουν ένα πιο παραδοσιακό ύφος, αλλά σε πιο σύγχρονο πλαίσιο. Δηλαδή, να γνωριστούν οι οικογένειες μεν, αλλά επιλέγονται δείπνα σε εστιατόρια, αντί των συναντήσεων στα σπίτια των μελλοντικών συμπέθερων. «Θέλουν να είναι ελαφρύ και χαρούμενο, όχι το τυπικό και στημένο ή το κάπως αμήχανο του παρελθόντος. Θέλει να περάσει καλά το ζευγάρι, και μαζί του και οι οικογένειες. Να είναι μια ευκαιρία να γνωριστούν, αλλά και να περάσουν ευχάριστα, σε ένα χαλαρό και όμορφο περιβάλλον», μας εξηγεί η κυρία Δέλλα.
Σύμφωνο συμβίωσης Κάποιοι, πάντως, απορρίπτουν τον αρραβώνα ως ξεπερασμένη έννοια συνολικά. Η Αννα είναι 34 ετών, συζεί με τον σύντροφό της τα τελευταία 4 χρόνια και θεωρεί ότι η επισημοποίηση της σχέσης τους θα είναι ο γάμος. «Λέμε ότι κάποια στιγμή θα παντρευτούμε, αλλά δεν έχουμε αποφασίσει ακόμα υπό ποια έννοια, αν δηλαδή θα είναι κανονικός γάμος, αν θα είναι σύμφωνο συμβίωσης. Είμαστε μαζί 13 χρόνια, δεν θεωρούμε ότι θα αλλάξει κάτι συγκλονιστικά. Θα το κάνουμε για να πάρουμε ένα δάνειο για σπίτι ή αν αποφασίσουμε να κάνουμε παιδί. Το κομμάτι του αρραβώνα μού φαίνεται εντελώς ανούσιο. Οι γονείς έχουν γνωριστεί, είχαμε πάει όλοι μαζί για φαγητό. Νομίζω ότι όλη αυτή η εθιμοτυπία του αρραβώνα απορρίπτεται πλέον. Αν θέλουμε να το ορίσουμε κάπως, ας πούμε ότι αρραβώνας είναι το χρονικό διάστημα μεταξύ της πρότασης γάμου και του γάμου καθαυτού».
Αστραφτερό διαμάντι vs vintage μονόπετρο Το δαχτυλίδι έχει επικρατήσει ως το κεντρικό σύμβολο του αρραβώνα, που στις μέρες μας δεν πραγματοποιείται με τελετές παρόμοιας κλίμακας ή σημασίας με εκείνες των αρχών του 20ού αιώνα. Τα ζευγάρια διαλέγουν το μονόπετρο -συνήθως με διαμάντι- και ο γαμπρός καταβάλλει το αντίτιμο, που ισοδυναμεί με τουλάχιστον 3 μισθούς. Αυτό, βέβαια, δεν είναι απαραίτητο.

«Το μονόπετρο είναι ένα πολύ δυνατό σύμβολο, ένα σύμβολο ένωσης, αγάπης και πίστης. Σύμβολο διαχρονικής αξίας και ανθεκτικότητας στον χρόνο. Απλά σήμερα έχουμε πολλές επιλογές σε σχέδια, πέτρες, φινιρίσματα ώστε το κάθε ζευγάρι να κάνει μια ξεχωριστή επιλογή. Κάποιος μπορεί να θέλει ένα μοντέρνο σχέδιο, άλλος πιο κλασικό, κάποιος άλλος μπορεί να θέλει χρυσό ή πλατίνα, ένα διαφορετικό φινίρισμα στο μέταλλο, άλλος θέλει ένα ιδιαίτερο σχήμα διαμαντιού, π.χ. Princess ή Pear shape. Επίσης υπάρχουν ζευγάρια που μπορεί να μη θέλουν το διαμάντι ως κύρια πέτρα, αλλά κάτι διαφορετικό, όπως ρουμπίνι ή ζαφείρι. Είναι πολύ προσωπική επιλογή και αυτό είναι το ωραίο στη δουλειά μας, ότι έχουμε την ευκαιρία να υλοποιήσουμε αυτό που ταιριάζει σε κάθε ζευγάρι ξεχωριστά», μας λέει η Ελένη Μαρνέρη, ιδιοκτήτρια της ομώνυμης Gallery.
Η κυρία Μαρνέρη επιβεβαιώνει ότι ενισχύεται η τάση να επιλέγονται όλο και περισσότερο vintage, πολύτιμα δαχτυλίδια για να δοθούν ως μονόπετρα. Στην curated συλλογή της Gallery υπάρχουν τέτοιου είδους μοναδικά κομμάτια με ιδιαίτερο σχεδιασμό, για εκείνους που θέλουν κάτι ξεχωριστό. «Ενα ζευγάρι πριν από έναν χρόνο ήρθε χωρίς να ξέρει τι θέλει, το μόνο που ήξερε είναι ότι δεν ήθελε το μονόπετρο με διαμάντι που συνηθίζεται.
Ανακαλύψαμε ότι στην κοπέλα άρεσαν τα μαργαριτάρια. Ετσι είχαν τη δυνατότητα μέσα από την προσωπική μας συλλογή να βρουν ένα υπέροχο δαχτυλίδι με μπαρόκ γκρι μαργαριτάρι περιτριγυρισμένο με ρουμπίνια. Αυτό ερωτεύτηκε με την πρώτη ματιά και δεν το έχει βγάλει από πάνω της μέχρι και σήμερα».
Το κίνημα της συγκατοίκησης και η αποζημίωση για διάλυση αρραβώνα
Ανεξαρτήτως αν ο αρραβώνας θεωρείται, ή όχι, ξεπερασμένη έννοια για την ελληνική κοινωνία, για τη Δικαιοσύνη είναι υπαρκτή και σεβαστή. Οπως μας ενημερώνει η δικηγόρος Μαρία Ε. Μακρή: «Στο οικογενειακό δίκαιο, ο αρραβώνας ή σύμβαση μνηστείας, όπως καλείται στο άρθρο 1346 του Αστικού Κώδικα, είναι η αμοιβαία υπόσχεση δύο προσώπων για τη μελλοντική σύναψη του γάμου. Αν κάποιος από τους δύο δεν θελήσει τελικά τη σύναψη του γάμου, δεν μπορεί να εξαναγκαστεί δικαστικά σε γάμο, δεν θα μπορούσε άλλωστε, γιατί κάτι τέτοιο θα ήταν αντίθετο στην προσωπική ελευθερία. Αξίζει να σημειωθεί ότι όλες οι νομικές πρόνοιες που ισχύουν σήμερα για τη μνηστεία προβλέπονται σε νομοθέτημα του 1946 και συνεπώς ορισμένα στοιχεία ίσως φαίνονται κάπως παρωχημένα. Ομως οι διατάξεις για τη μνηστεία έχουν ακόμα και σήμερα κάποια (περιορισμένη) πρακτική χρησιμότητα, αφού δημιουργούνται ανάμεσα στους μνηστευμένους καταστάσεις που πρέπει να ρυθμιστούν, αν η μνηστεία λυθεί».
Ποιος κρατά το δαχτυλίδι; «Ο νόμος ορίζει ότι αυτός που διαλύει χωρίς σπουδαίο λόγο τη μνηστεία έχει υποχρέωση να αποζημιώσει τον άλλο ή τους γονείς του, καθώς και κάθε τρίτο που ενήργησε στη θέση των γονέων για τη ζημιά που έπαθαν εξαιτίας δαπανών ή άλλων μέτρων, που έλαβαν με την προσδοκία του γάμου. Δικαιούται, δηλαδή, όποιος έκανε δαπάνες με την προοπτική της τέλεσης γάμου να αποζημιωθεί για ό,τι ξόδεψε προς αυτόν τον σκοπό, όπως π.χ. τα έξοδα για την προετοιμασία της τελετής του γάμου, της δεξίωσης, ή δαπάνες για την προετοιμασία της κατοικίας του ζευγαριού.
Τα σύμβολα της μνηστείας, συνήθως δαχτυλίδια ή άλλα κοσμήματα, αν ζητηθούν, επιστρέφονται στο πρόσωπο που τα έδωσε, αν δόθηκαν όχι ως απλό δώρο, αλλά με προοπτική την τέλεση του γάμου, γιατί θεωρείται ότι δεν υπάρχει πια νόμιμη αιτία που δικαιολογεί να τα κρατά το πρόσωπο εκείνο που τα έλαβε», σημειώνει η κυρία Μακρή.
Ελεύθερες ενώσεις «Δεν θεωρείται μνηστεία (αρραβώνας) κάθε συμβιωτική σχέση μεταξύ ερωτικών συντρόφων, οι οποίοι έχουν επιλέξει να ζουν μαζί πέρα και έξω από τους κανόνες που απορρέουν από τον θεσμό του γάμου, όμως ακόμη και οι ελεύθερες ενώσεις ή και οι απλές ερωτικές σχέσεις είναι δυνατόν, κάτω από ειδικές περιστάσεις και συνθήκες, να υποδηλώνουν την ύπαρξη μνηστείας και τη βούληση των μερών για την τέλεση μελλοντικού γάμου, είναι δηλαδή ζήτημα που κρίνεται κατά περίπτωση.
Τα δικαστήρια στην πράξη καλούνται με δυσάρεστες αφορμές να κρίνουν αν οι μνηστοί (που δεν περιλαμβάνονται ρητά στην έννοια της οικογένειας, όπως οι σύζυγοι) θεωρούνται μέλη της οικογένειας. Σε περίπτωση, δηλαδή, που ένας από τους δύο χάσει τη ζωή του με τρόπο που να προβλέπεται κάποια αποζημίωση (τροχαία, εργατικά δυστυχήματα κ.λπ.), το δικαστήριο καλείται να κρίνει κατά περίπτωση το αν ο/η μνηστός/ή αποτελεί μέρος της οικογένειας του θύματος ή όχι.
Σημασία εδώ λοιπόν έχει το να αποδειχτεί η πραγματική σχέση και ο δεσμός αγάπης που υπήρχε μεταξύ του θύματος και του ζώντος προσώπου, πάντα υπό την προϋπόθεση ύπαρξης πρόθεσης τέλεσης γάμου. Αντίστοιχη ήταν άλλωστε η νομική συζήτηση που υπήρχε πριν θεσμοθετηθεί ο γάμος μεταξύ ομόφυλων ατόμων».

Τα αρραβωνιάσματα στην παράδοση των Ελλήνων Τα προξενιά, το «αρραβωνοχάρτι» και η απαραίτητη σκάφη για ζύμωμα και πλύσιμο
Τα «Αρραβωνιάσματα των παιδιών» είναι ο πίνακας του Νικολάου Γύζη που φιλοξενείται στη μόνιμη συλλογή της Εθνικής Πινακοθήκης και απεικονίζει το έθιμο από τον καιρό της Τουρκοκρατίας, κατά το οποίο οι γονείς αρραβώνιαζαν τα παιδιά από μικρά για να τα προστατέψουν από το παιδομάζωμα.
Στοιχεία της λαϊκής παράδοσης για τον αρραβώνα διασώζονται στο πολύτιμο σύγγραμμα του 1939 του διευθυντή του Λαογραφικού Αρχείου της Ακαδημίας Αθηνών Γεωργίου Α. Μέγα, «Ζητήματα Ελληνικής Λαογραφίας». Μετά τα προξενιά, ακολουθούσε ο αρραβώνας. Σε κάποιες περιοχές δεν γινόταν Δευτέρα ή Τρίτη για να «μη δευτεριάσει και τριτώσει» ο αρραβώνας και να στεριώσει αυτός που τελούνταν. Αλλού καλούσε η οικογένεια της νύφης τον γαμπρό και το σόι του στο σπίτι τους για την τελετή, ενώ σε άλλες περιοχές η οικογένεια της νύφης την οδηγούσε στο σπίτι του γαμπρού. Η πομπή είχε συγκεκριμένο σχηματισμό: σε κάποιες περιοχές «προηγείτο ο προξενητής με τη γυναίκα του, κρατώντας τα πανέρια, ακολουθούσε ο γαμπρός, οι γονείς του, συγγενείς και άλλοι καλεσμένοι, ώρα βραδινή με τα φανάρια αναμμένα». Στις περιοχές που πήγαινε η νύφη στο σπίτι του γαμπρού, κρατούσε ένα «σταμνάκι πλουμιστό με νερό και λουλούδια και ακολουθούσαν παιδιά συγγενικά, που να έχουν και τους δυο γονείς τους στη ζωή, κρατώντας πιατέλα καλή με γλυκά». Πιο πίσω, οι γονείς και όλο το σόι της νύφης πήγαιναν δώρα για τον γαμπρό και τους συμπέθερους και στην είσοδο του σπιτιού κοντοστέκονταν για να τραγουδήσουν παινέματα, που τους ανταποδίδονταν από το άλλο σόι.

Τα δώρα και τα προικιά του 19ου αιώνα
Στα καλούδια που μετέφερε η πομπή συμπεριλαμβανόταν συνήθως ένα ρόδι που πατούσε η νύφη στην είσοδο του σπιτιού, μέλι ή λάδι με το οποίο σταυρωνόταν η είσοδος. Αντιστοίχως ο γαμπρός έστελνε για το τραπέζι του αρραβώνα στο σπίτι της νύφης αρνί ή ψάρια - «όπως τα ψάρια είναι άφωνα, έτσι και το αντρόγυνο να μη μαλώνει». Τα δώρα για τη νύφη «ρίπτονταν σε δίσκο» -συνήθως νομίσματα και κοσμήματα-, ενώ στο «αραβωνοχάρτι» σημειωνόταν η προίκα.

Τα απαραίτητα προικιά «για μια κόρη των παλαιών Αθηνών, στα 1750, ήταν δύο στρώσες, δύο παπλώματα, έξι προσκεφαλάδες (μαξιλάρια), 10 με 15 υποκαμισόβρακα, χαλκώματα (σκεύη μαγειρέματος). Δέκα με 12 φορεσιές ακέραιες στο Ρομλούκι (πρόκειται για το τμήμα της πεδιάδας της Ημαθίας που το διασχίζει ο ποταμός Αλιάκμονας)». Στην Κρήτη, απαραιτήτως στα προικιά συμπεριλαμβάνονταν σκάφη για το ζύμωμα και σκάφη για το πλύσιμο.
Ανάλογα με την περιοχή της χώρας, τα δώρα για τη νύφη ήταν φορέματα ή υφάσματα, καθρέπτες, χτένες, ζώνες, βραχιόλια και άλλα κοσμήματα. Η επιμελήτρια της Συλλογής Νεοελληνικού Πολιτισμού του Μουσείου Μπενάκη Ξένια Πολίτου μάς ανέφερε σχετικά: «Πολύ συχνά, η αλλαγή που επιφέρει ο αρραβώνας στην κοινωνική κατάσταση μιας κοπέλας δηλώνεται με την προσθήκη κάποιου εξαρτήματος ή κοσμήματος στην ενδυμασία της. Ενα από αυτά εκτίθεται στο Μουσείο Μπενάκη. Είναι το “μπακιροζούναρο” ή “κορόνα” της Θράκης». Πρόκειται για μια σπάνια πόρπη, το παλαιότερο, χρονολογημένο δείγμα του είδους, που φέρει στη βάση το όνομα Κωνσταντίνος (ο αρραβωνιαστικός που την έκανε δώρο στην μνηστή του) και στο πάνω μέρος τη χρονολογία 1798. Πρόκειται για ένα περίτεχνο στολίδι, που ονομάζεται κορόνα από το σχήμα του κεντρικού στοιχείου της πόρπης, έχει επίχρυσο σύρμα που σχηματίζει συνθέσεις με άνθη και επιμέρους στοιχεία χρωματισμένα με σμάλτο.
Το δαχτυλίδι, κεντρικό σύμβολο του αρραβώνα
Στις προθήκες του Εθνικού Ιστορικού Μουσείου, υπάρχει το δαχτυλίδι αρραβώνων της Ζαμπίας Κολοκοτρώνη. «Μοιάζει να έχει στήμονες, σαν άνθος, είναι δηλαδή καλυκωτό, και λέγεται ότι η καπετάνισσα μητέρα του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη το χρησιμοποιούσε και για άμυνα», μας λέει η επιμελήτρια Κωνσταντίνα Καλαϊντζή.
Ενα άλλο πολύ ιδιαίτερο δαχτυλίδι «αρραβώνων», δωρεά της ιστορικού Ελένης Κούκου στο Μουσείο, υπάρχει μόνο ως αντίγραφο, βασισμένο σε περιγραφές από το βιβλίο της: «Ιωάννης Α. Καποδίστριας, Ρωξάνδρα Σ. Στούρτζα - Μια ανεκπλήρωτη αγάπη». «Ο Καποδίστριας ήταν ερωτευμένος με τη Ρωξάνδρα Στούρτζα, κυρία της Αυλής στη Ρωσία. Είχαν μια σχέση πλατωνική αλλά βαθιά. Οταν εκείνη ήταν βέβαιη πλέον ότι θα της προσέφερε δαχτυλίδι αρραβώνα, ο Καποδίστριας αποδέχθηκε την πρόταση να έρθει στην Ελλάδα και να αφοσιωθεί σε αυτό το τιτάνιο έργο που είχε μπροστά του. Της έδωσε ένα δαχτυλίδι όμως, το οποίο είχε μια πεταλούδα να καίγεται μέσα στη φωτιά. Δηλαδή, τη θυσία της αγάπης τους», μας λέει η κυρία Καλαϊντζή. Η Στούρτζα δεν έβγαλε ποτέ από το χέρι της αυτό το δαχτυλίδι και οι δυο τους συνέχισαν να αλληλογραφούν σε όλη τη διάρκεια της ζωής τους. Το τελευταίο γράμμα που δέχθηκε η αγαπημένη του Καποδίστρια περιέγραφε τις αγωνίες του, λίγα 24ωρα πριν από τη δολοφονία του.

Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου