Δευτέρα 26 Αυγούστου 2024

Παγκόσμια Ημέρα Σκύλου – Για τις αγαπημένες χνουδωτές μουσούδες


Παγκόσμια Ημέρα Σκύλου – Για τις αγαπημένες χνουδωτές μουσούδες Η Παγκόσμια Ημέρα Σκύλου με βρήκε να ξυπνάω παρέα με τη Λούσι, το ηλικιωμένο, πλέον, beagle της οικογένειας, το οποίο έκανα dogsit. Μετά από χρόνια που δεν ζούσαμε μαζί, επέστρεψα στη ρουτίνα μας: πριν καλά καλά τεντωθούμε από τον ύπνο, την άφησα στην αυλή, της έβαλα το φαγητό της – κροκέτες με λάδι σολωμού, τι νομίζατε; – έφτιαξα πρωινό με τη Λούσι κατά πόδας, και της χάιδεψα την κοιλιά όσο αυτή κυλιόταν ικανοποιημένη στο πάτωμα. Συνειδητοποίησα ότι αυτό το Σαββατοκύριακο θα έμπαινε στο ντουλαπάκι με τις πιο τρυφερές αναμνήσεις μου: η Λούσι κι εγώ, μόνες μας, να ανταλλάσσουμε τα νέα μας, να μοιραζόμαστε λιχουδιές – εκείνη τις δικές της κι εγώ τις δικές μου, προς αποφυγή παρεξηγήσεων – και να βλέπουμε μαζί ταινίες μυστηρίου μέχρι να μας πάρει ο ύπνος – η Λούσι ροχάλιζε βαθιά πολύ πριν βρεθεί ο ένοχος.

Αυτή η ρουτίνα είναι οικεία σε όλους τους κηδεμόνες σκύλων: τα ροχαλητά, τα χάδια σε μια μαλακή κοιλιά, το ανυπόμονο βλέμμα όταν έρχεται η ώρα για βόλτα, η άμεση μεταμόρφωση σε “καλό παιδί” όταν μυρίζεται λιχουδιές. Μπορεί να μη ζω τη ρουτίνα αυτή καθημερινά (δύο γατιά στο σπίτι γαρ), αλλά νιώθω μεγάλη ευγνωμοσύνη που η Λούσι είναι έστω και περιστασιακά στη ζωή μου, και με αναγνωρίζει ως πρόσωπο οικείο.

Δεν θα ξεχάσω ποτέ τη στιγμή που η Λούσι ήρθε σπίτι: ένα κουταβάκι με ζάρες στο μέτωπο και κρεμάμενα αυτιά δυσανάλογα μεγάλα για το μέγεθός της. Το πρώτο βράδυ έκλαιγε ασταμάτητα, φοβόταν το άγνωστο περιβάλλον, τα ποδαράκια της γλιστρούσαν στο παρκέ. Σύντομα συνήθισε. Καθόταν στα πόδια μου όσο διάβαζα για τη σχολή, και τη νανούριζα παίζοντάς της πιάνο. Με τη Λούσι ανακάλυψα έναν ολοκαίνουριο τρόπο να αγαπώ, έμαθα να υπάρχω μέσα στη στιγμή, να την απαθανατίζω με την κάμερα του μυαλού μου, και να την κρατώ για πάντα στο λεύκωμα της καρδιάς μου.

Συνειδητοποιώντας, λοιπόν, εν μέσω αυτής της συγκυρίας του dogsitting, ότι είναι Παγκόσμια Ημέρα Σκύλου, στράφηκα ξανά στον “Τζέρι” του Αύγουστου Κορτώ, που είναι ένα από τα αγαπημένα μου βιβλία για τη σχέση που αναπτύσσεται μεταξύ σκύλου και ανθρώπου. Ο Κορτώ κατορθώνει να βάλει σε λέξεις το σχεδόν άρρητο των συναισθημάτων που απειλούν με την ένταση και το βάθος τους να μας τινάξουν στον αέρα, ενώ παράλληλα μας σκεπάζουν τρυφερά πριν κοιμηθούμε, σαν μάνα.

Διαβάζω στον “Τζέρι:”

“Γράφω αυτό το βιβλίο παρότι δεν θα το διαβάσεις.

Γράφω αυτό το βιβλίο επειδή δεν θα το διαβάσεις.

Είμαστε όλοι μνημεία: αγάπης, τραυμάτων, τύχης, πόνου, προσωρινότητας. Κι ως μνημεία αναπαραγόμαστε, με τα παιδιά και τα βιβλία μας, με τους γονείς που μας γεννούν και τους γεννάμε, με τα ζώα που μας εξανθρωπίζουν.

Γράφω αυτό το βιβλίο γιατί δεν γίνεται αλλιώς, γιατί η ίδια σου η ύπαρξη, Τζεράκι, αστράφτει μέσα μου σαν υπερκαινοφανής αστέρας, κι όλο εξαπλώνεται, απ’ την ψυχή στα χέρια και στα δάχτυλα.” (Τζέρι – Αύγουστος Κορτώ, Εκδ. Πατάκη 2023).

Για την τιμή που μας κάνουν τα χνουδωτά θαυματάκια μας και μας διαλέγουν, και μας ανέχονται, και μας εμπιστεύονται, τα ευχαριστούμε από καρδιάς.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Αρχειοθήκη ιστολογίου