Κλασικές ταινίες της Ντίσνεϊ, με τις οποίες μεγάλωσαν ολόκληρες γενιές, έπεσαν θύματα της «προοδευτικής θεώρησης» και δεν θα είναι πλέον διαθέσιμες για παιδιά κάτω των 7 ετών, με την αιτιολογία ότι προβάλλουν «αρνητικά στερεότυπα και εικόνες κακομεταχείρισης άλλων λαών ή πολιτισμών»
Θύμα της «προοδευτικής λογοκρισίας» ή κατά πολλούς μιας άκρατης πολιτικής ορθότητας έπεσαν κλασικές παιδικές ταινίες, όπως η «Λαίδη και ο Αλήτης», ο «Πίτερ Παν», οι «Αριστόγατες» και άλλες κλασικές επιτυχίες της Disney. Μετά από απόφαση της ίδιας της εταιρείας δεν είναι πλέον διαθέσιμες για θέαση από παιδιά κάτω των 7 ετών, ενώ και για τους μεγαλύτερους φέρουν ειδική σήμανση.
Βάσει αυτής οι θεατές προειδοποιούνται για «αρνητικές απεικονίσεις και εικόνες κακομεταχείρισης άλλων λαών ή πολιτισμών». Η απόφαση αυτή έχει ανοίξει έναν δημόσιο διάλογο ως προς το αν είναι άτοπο να κρίνουμε και να λογοκρίνουμε με βάση την οπτική τού σήμερα ταινίες του 1940 και του 1950.
Λένε ότι η προσωπική πατρίδα κάθε ανθρώπου είναι η παιδική του ηλικία. Για πολλούς αναπόσπαστο κομμάτι αυτής είναι ο μπλε ουρανός, ένας πύργος βγαλμένος από παραμύθι, τα πυροτεχνήματα και η τροχιά του περιπλανώμενου αστεριού πάνω από το κάστρο σε ημικύκλιο, όλα αυτά που αποτελούν την εισαγωγή κάθε ταινίας της Walt Disney Pictures, οι οποίες σημάδεψαν γενιές και γενιές, λειτουργώντας και ως γεφυροποιός μεταξύ τους.
Η Disney δημιουργεί ορόσημα για την ποπ κουλτούρα εδώ και σχεδόν έναν αιώνα. Ανθησε κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και πέρασε από τα κινήματα για τα πολιτικά δικαιώματα και την κοινωνική δικαιοσύνη μέχρι τις σημερινές διευρυμένες ιδέες για την ταυτότητα του φύλου. Για πολλούς ενήλικες, οι κλασικές επιτυχίες της Disney είναι μεγαλύτερες και από τους παππούδες τους.
Κι όμως, οι παιδικές ταινίες αποτελούν ένα προνομιακό πεδίο συνάντησης μικρών και μεγάλων, από κάθε γωνιά της Γης. Ενήλικοι απολαμβάνουνκ ως γονείς πλέον, συντροφιά με τα δικά τους παιδιά, τις ταινίες της παιδικής τους ηλικίας. Μία από αυτές είναι και η «Λαίδη και ο Αλήτης», η 15η ταινία κινουμένων σχεδίων της Disney, που κυκλοφόρησε το 1955 και είχε μεγάλη εισπρακτική επιτυχία. Ο τότε κριτικός των «Los Angeles Times» είχε γράψει ότι πρόκειται για «μια ταινία πέρα από τον χρόνο!». Πράγματι, έκτοτε εξασφάλισε περίοπτη θέση στις κλασικές ταινίες που ζεσταίνουν τις καρδιές των απανταχού θεατών.
Η ρομαντική ιστορία ενός μεγαλωμένου στα πούπουλα κόκερ κι ενός πανέξυπνου αδέσποτου σκύλου γέννησε μία από τις πιο ρομαντικές σκηνές: εκείνη όπου τα δύο σκυλάκια φιλιούνται κατά λάθος τρώγοντας σπαγγέτι κάτω από το σεληνόφως, υπό τις μελωδίες του «Bella Notte». Ζουν μια μεγάλη περιπέτεια και έναν ακόμα μεγαλύτερο έρωτα που δεν γνωρίζει κοινωνικές τάξεις και ράτσες και αψηφά τη διαφορετικότητα. Η αφοσίωση στην οικογένεια, η φιλία, το θάρρος και η καλοσύνη είναι μερικά από τα πιο δυνατά μηνύματα της διαχρονικής ταινίας.
Η ιστορία βασίστηκε στο σύντομο διήγημα «Happy Dan, The Whistling Dog» του Αμερικανού συγγραφέα Γουόρντ Γκριν, ενώ η μεταφορά του στον κινηματογράφο συνοδεύτηκε από ζωηρά χρώματα, πλούσια μοτίβα, τα ρομαντικά σκηνικά της Αμερικής των αρχών του 20ού αιώνα και τη φυσική κίνηση των χαρακτήρων της.
Με έκπληξη, όμως, θα διαπιστώσει κανείς ότι η ταινία αυτή δεν είναι πια διαθέσιμη για παιδιά κάτω των 7 ετών. Αν ο λογαριασμός ανήκει σε ενήλικα μπορεί να τη δει, αλλά φέρει την προειδοποιητική σήμανση από την ίδια την εταιρεία παραγωγής της, την Disney. «Το πρόγραμμα περιλαμβάνει αρνητική απεικόνιση και/ή κακομεταχείριση ανθρώπων από διάφορες κουλτούρες... Τα συγκεκριμένα στερεότυπα ήταν λάθος τότε και είναι λάθος και τώρα», αναγράφεται συγκεκριμένα.
Η εταιρεία αποφάσισε μετά τη δολοφονία του Τζορτζ Φλόιντ και το κύμα διαμαρτυρίας που ακολούθησε, φέρνοντας στο επίκεντρο του δημόσιου διαλόγου το ζήτημα του ρατσισμού, να ισχυροποιήσει το μήνυμά της. «Αντί να αφαιρέσουμε αυτό το υλικό, θέλουμε να αναγνωρίσουμε τις αρνητικές επιπτώσεις, να μάθουμε από αυτό και να ξεκινήσουμε μια συζήτηση για να δημιουργήσουμε ένα πιο συμπεριληπτικό μέλλον μαζί», αναφέρει η σήμανση.
Το «Siamese Cat Song»
Αναρωτιέται κανείς τι προσβλητικό θα συναντήσει παρακολουθώντας την ταινία αυτή. Σύμφωνα με την εταιρεία, το πρόβλημα είναι οι σιαμαίες γάτες που κάνουν δύσκολη τη ζωή της πιστής Λαίδης και ειδικά μια σκηνή στην οποία τραγουδάνε. Το τραγούδι ερμήνευσε η Νόρμα Ντελόρις Εγκστρομ, γνωστή επαγγελματικά με το σκηνικό της όνομα Peggy Lee. Την εποχή εκείνη ήταν μεγάλο αστέρι και το γεγονός ότι η εταιρεία την εξασφάλισε θεωρήθηκε επιτυχία.
Το «Siamese Cat Song» θεωρείται πλέον μια ρατσιστική καρικατούρα του πώς αντιμετώπιζαν οι λευκοί τους Ασιάτες εκείνης της εποχής. Τα ονόματα των γάτων επίσης έχουν αποκαλεστεί ρατσιστικά («Si» και «Am»), οι φωνές τους με τα σπασμένα αγγλικά και την έντονα κωμική ασιατική προφορά. Ακόμα και η μουσική κατηγορήθηκε ως στερεοτυπική. Στο ριμέικ της ταινίας το 2019 οι εισβολείς παραμένουν γάτες, αλλά όχι σιαμαίες, και τραγουδούν άλλο τραγούδι χωρίς προφορά.
Η ιστορία του Πίτερ Παν, του νεαρού αγοριού που δεν ήθελε ποτέ να μεγαλώσει, είναι γνωστή. Ο Πίτερ Παν έχει σπάνια και υπερφυσικά χαρίσματα. Μόνο αυτός μπορεί να πετάει στη Χώρα του Ποτέ χωρίς την επίδραση νεραϊδόσκονης, είναι καταπληκτικός ξιφομάχος, έχει απύθμενα αποθέματα φαντασίας και υπερανεπτυγμένες όλες τις αισθήσεις.
Ηγείται μιας ομάδας ορφανών παιδιών (των Χαμένων Παιδιών) και μεγαλύτερος αντίπαλός του είναι ο άγριος πειρατής Κάπτεν Χουκ, του οποίου έκοψε το χέρι σε μια μονομαχία. Φίλοι του είναι η Γουέντι, που αντίθετα από αυτόν μεγαλώνει κανονικά και η απαστράπτουσα νεραϊδούλα Τίνκερμπελ.
Το κομμάτι της ταινίας που υποτίθεται ότι υποθάλπτει τον ρατσισμό είναι οι κάτοικοι της φανταστικής Χώρας του Ποτέ. Είναι Ινδιάνοι και πειρατές και παρουσιάζονται σαν καρικατούρες. Οι φωνές, ο τρόπος που επικοινωνούν, οι κραυγές τους, αλλά και ο τρόπος που αποκαλούν τον Πίτερ Παν («Μεγάλος Λευκός Πατέρας») θεωρήθηκαν ασεβή στοιχεία.
Το κινηματογραφικό στούντιο είπε ότι η ταινία του 1953 αναφέρεται στους ιθαγενείς της Αμερικής ως «ερυθρόδερμους» και ότι ο χορός στον οποίο επιδίδονται μαζί με τον Πίτερ Παν είναι μια «μορφή κοροϊδίας και ιδιοποίησης του πολιτισμού και των εικόνων των ιθαγενών».
Η καρικατούρα Ασιάτη
Οι «Αριστόγατες» σημάδεψαν το τέλος μιας εποχής για την Disney: ήταν το τελευταίο πρότζεκτ που έλαβε έγκριση από τον ίδιο τον Γουόλτ Ντίσνεϊ. Σε αυτό συμμετείχαν κάποιοι από τους μόνιμους συνεργάτες του, οι οποίοι μετά τον θάνατό του εγκατέλειψαν το στούντιο. Η ταινία εξελίσσεται στο Παρίσι και σε μια πολυτελή βίλα όπου ζει μια ηλικιωμένη εκατομμυριούχος με μόνη της συντροφιά τα γατάκια της. Ενας κακός και φιλάργυρος μπάτλερ αποφασίζει να εξαφανίσει τα γατάκια, τα οποία βρίσκονται για πρώτη φορά στο κρύο. Κατά τη διάρκεια της ταινίας, εμφανίζεται μια γάτα Σιάμ με κίτρινο πρόσωπο ονόματι Shun Gon, την οποία υποδύεται λευκός ηθοποιός. Κατά πολλούς, σχεδιάστηκε ως ρατσιστική καρικατούρα Ασιάτη, η οποία παίζει πιάνο με chopsticks.
Το «Ντάμπο» ήταν παραγωγή του 1941 και ήταν η τέταρτη ταινία της εταιρείας μετά τη «Χιονάτη», τον «Πινόκιο» και τη «Φαντασία». Το χαριτωμένο ελεφαντάκι με τα μεγάλα αυτιά, η ικανότητά του να πετάει με αυτά, αλλά και ο αγώνας του να επανενωθεί με τη μαμά του κέρδισαν κοινό και κριτικούς.
Παρότι μόλις τρία χρόνια νωρίτερα η ταινία επιλέχθηκε ως «πολιτιστικά, ιστορικά ή αισθητικά σημαντική» από το Εθνικό Μητρώο Κινηματογράφου, συμπεριλήφθηκε στις ταινίες που αυτολογοκρίθηκαν. Ο λόγος ήταν μία σκηνή με κοράκια. Τα πουλιά μαθαίνουν στον Ντάμπο πώς να πετάει, με τις φωνές τους να αναπαράγουν κοινά στερεότυπα για τους μαύρους. Το επικεφαλής κοράκι ονομάζεται Jim Crow, σε μια αναφορά σε σειρά νόμων στις νότιες ΗΠΑ.
Η Disney και η κληρονομιά της δεν είναι, όμως, τα μόνα που λογοκρίνονται. Η ταινία «Οσα παίρνει ο άνεμος» αποσύρθηκε από την πλατφόρμα HBO Max εν μέσω των εκδηλώσεων του κινήματος διαμαρτυρίας κατά του ρατσισμού και της αστυνομικής βίας εναντίον Αφροαμερικανών στις ΗΠΑ.
Η εμβληματική ταινία του 1939 θεωρήθηκε ότι εξιδανικεύει τον ρατσιστικό Νότο επί αμερικανικού εμφυλίου. Πανεπιστημιακοί τη χαρακτήρισαν «εργαλείο στα χέρια του ρεβιζιονισμού των απολογητών του Νότου και της Ιστορίας της δουλείας, αφού παρουσιάζει μια ρομαντική όψη του Νότου και μια πολύ καλλωπισμένη πλευρά της δουλείας, με το υπηρετικό προσωπικό να είναι ικανοποιημένο από τη μοίρα του και να εργάζεται υπό τους συνήθεις όρους εργασίας των εργαζομένων».
«Το “Oσα παίρνει ο άνεμος” είναι το προϊόν μιας εποχής και απηχεί φυλετικές προκαταλήψεις που ήταν κοινός τόπος στην αμερικανική κοινωνία», σχολίασε εκπρόσωπος της HBO Max για να εξηγήσει την απόφαση για την απόσυρση από την πλατφόρμα της ταινίας των οκτώ Οσκαρ.
Mια από τις μακροβιότερες τηλεοπτικές σειρές, το «Cops», σταμάτησε για τους ίδιους λόγους μετά από 32 συναπτές σεζόν. Η εταιρεία LEGO ζήτησε να σταματήσει η πώληση σετ παιχνιδιών με αστυνομικούς και τον Λευκό Οίκο.
Η κοινωνία, οι σχέσεις και τα συναισθήματα προσεγγίζονται και επαναπροσδιορίζονται διαρκώς μέσα από την Εβδομη Τέχνη και τις ταινίες που συγκινούν αβίαστα τους θεατές. Μπορεί οι ρευστές και μεταλλασσόμενες αντιλήψεις για τις ανθρώπινες σχέσεις να επιτάσσουν ένα διαφορετικό πλαίσιο κάθε φορά, αλλά πόσο φρόνιμο είναι να επιχειρούμε να ξαναγράψουμε την πολιτισμική ιστορία;
Πράγματι, μέσω των χιλιάδων ταινιών που έχουν προβληθεί και προβάλλονται στις κινηματογραφικές αίθουσες παγκοσμίως, χιλιάδες τύποι μηνυμάτων και χιλιάδες μηνύματα μεταφέρονται, δημιουργώντας και επηρεάζοντας συνειδήσεις, σκέψεις, συναισθήματα και νοοτροπίες.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου