Πέμπτη 26 Νοεμβρίου 2015

Επικοινωνιακό μπλακ-αουτ στο Μαξίμου

Ο Παναγιώτης Λαφαζάνης αποχώρησε από τον ΣΥΡΙΖΑ πριν από τις εκλογές, ο Νίκος Φίλης ορκίστηκε υπουργός Παιδείας και η Όλγα Γεροβασίλη δεν καταφέρνει μόνη της να καλύψει τις κυβερνητικές ανάγκες
Συμπληρώθηκαν δύο μήνες αφότου η δεύτερη κυβέρνηση Τσίπρα ανέλαβε τα καθήκοντά της και τα πράγματα δεν βαίνουν καλώς γι’ αυτήν.




Η δεδηλωμένη μειώθηκε κατά δύο βουλευτές, η κοινωνική δυσαρέσκεια αυξάνεται και πλέον εκφράζονται ζωηρές επιφυλάξεις για το αν θα ψηφιστούν τα επόμενα προαπαιτούμενα και ιδίως τα μέτρα για το Ασφαλιστικό και τους αγρότες. Οι συνεχείς παλινωδίες στο θέμα των ισοδύναμων της ιδιωτικής εκπαίδευσης, ο χειρισμός της υπόθεσης Πανούση, η δυσμενής κατάληξη της διαπραγμάτευσης για τους πλειστηριασμούς της πρώτης κατοικίας και η επαναφορά της συζήτησης σχετικά με την πολιτική σταθερότητα και την κυβερνητική μακροημέρευση αναμφίβολα έχουν αμαυρώσει την εικόνα της.

Ταυτοχρόνως ανέδειξαν και ένα πρόβλημα που η πρώτη κυβέρνηση Τσίπρα δεν είχε, αντίθετα εθεωρείτο από τα δυνατά της χαρτιά: αυτό της επικοινωνίας. Δεν θα ήταν υπερβολή να πούμε ότι μετά τις εκλογές η κυβέρνηση δεν έχει φωνή. Αν εξαιρέσει κάποιος τον «πόλεμο κατά της διαπλοκής» με αφορμή τον νόμο για τις τηλεοπτικές άδειες, η περίφημη επικοινωνιακή πυροβολαρχία του Μαξίμου έχει σιγήσει. Σίγουρα το γεγονός αυτό σχετίζεται με τη δυσκολία της να δικαιολογήσει τη μνημονιακή της στροφή και την υιοθέτηση μέτρων που μέχρι πρότινος απέρριπτε. Αποτελεί δε εύκολη απάντηση το ρίξιμο του αναθέματος στην κυβερνητική εκπρόσωπο Ολγα Γεροβασίλη. Σίγουρα η εξ Αρτης βουλευτής δεν διαθέτει το ταλέντο του Πάνου Σκουρλέτη και του Γαβριήλ Σακελλαρίδη, όμως το πρόβλημα δεν εκπηγάζει και δεν περιορίζεται μόνο σ’ αυτήν. Η επικοινωνιακή καθίζηση του ΣΥΡΙΖΑ, εκτός από τις αιτίες που αναφέρονται στη μετάλλαξή του σε μνημονιακό κόμμα, μπορεί να εξηγηθεί και από το γεγονός ότι πλειάδα στελεχών που μέχρι πρότινος είχαν την ευθύνη της επικοινωνίας, πλέον είτε έχουν άλλες αρμοδιότητες, είτε παροπλίστηκαν, είτε έφυγαν από τον ΣΥΡΙΖΑ.

«Κάηκαν»
Οσο ήταν στην αντιπολίτευση και τους πρώτους οκτώ μήνες της διακυβέρνησης ο ΣΥΡΙΖΑ κέρδιζε τη μάχη της τηλεόρασης και συνακόλουθα των καφενείων  πρωτίστως λόγω της μαχητικότητας στελεχών όπως ο Παναγιώτης Λαφαζάνης, ο Αλέξης Μητρόπουλος, ο Δημήτρης Στρατούλης, ο Κώστας Λαπαβίτσας, η Ραχήλ Μακρή, ο Στάθης Λεουτσάκος κ.ά. που πλέον βρίσκονται εκτός ΣΥΡΙΖΑ, ενώ αυτή της Βουλής την κέρδιζε με τη Ζωή Κωνσταντοπούλου, τον Νίκο Βούτση και τον κοινοβουλευτικό εκπρόσωπο Νίκο Φίλη. Τώρα η Ζωή είναι εκτός, ο Βούτσης έγινε πρόεδρος της Βουλής, οπότε δεν μπορεί να υπερασπίζεται μονίμως και με πάθος, όπως έκανε προηγουμένως, την κυβερνητική πολιτική, ενώ η κοινοβουλευτική εκπροσώπηση, μετά τη μετακόμιση Φίλη στο υπουργείο Παιδείας, είναι ισχνή έως και άγνωστη, ακόμη και στα στελέχη και τους οπαδούς του ΣΥΡΙΖΑ. Ακόμη και ο Γιάνης Βαρουφάκης, ασχέτως των όσων -και εν πολλοίς δικαιολογημένα- του καταλογίζονται, είχε, με την εκκεντρικότητα  της συμπεριφοράς και του λόγου του, σημαντικό μερίδιο στην επικοινωνιακή κατίσχυση του κόμματος του Αλέξη Τσίπρα έναντι των άλλων κομμάτων.

Επιπροσθέτως, πρόσωπα όπως ο Γιώργος Κατρούγκαλος «κάηκαν» λόγω του ότι αναγκάζονται να νομοθετούν ενάντια σε όσα δημοσίως υποστήριζαν, ενώ άλλα όπως ο «συμπαθής παππούς» Αλέκος Φλαμπουράρης λόγω της συμμετοχής του σε τεχνική εταιρεία και του προβληματικού «πόθεν έσχες» που κατέθεσε παροπλίστηκαν.

Απουσία εναλλακτικής
Σε κάθε περίπτωση ο επικοινωνιακός δυϊσμός έδινε στον ΣΥΡΙΖΑ ζωντάνια αφού ο κάθε πολίτης, ανάλογα με τις προσδοκίες και τα πιστεύω του, μπορούσε να διαλέξει. Η απουσία εναλλακτικής συμπαρασύρει το Μαξίμου και την Κουμουνδούρου προς τα κάτω, ενώ είναι λογικό η μονοδρομική πολιτική, όπως συνέβη και με τις προηγούμενες κυβερνήσεις, να απαξιώνεται. Και το πρόβλημα γίνεται ακόμη μεγαλύτερο αφού ειδικά με τα μέτρα για τους αγρότες και τους συνταξιούχους χάνεται -μετά την τηλεόραση και τη Βουλή- η μάχη και στα καφενεία, όπου είθισται να συχνάζουν οι άνθρωποι της υπαίθρου και οι απόμαχοι της ζωής.

Αυτό είναι λογικό να βραχυκυκλώνει πολιτικά και επικοινωνιακά και τους βουλευτές κυρίως της επαρχίας αφού στις δύο αυτές κοινωνικές κατηγορίες πολιτών και στους χώρους συνεύρεσής τους στήριζαν σε μεγάλο βαθμό τη δύναμή τους. Τούτων δοθέντων μπορούμε βασίμως να υποστηρίξουμε ότι ο κυβερνητικός ΣΥΡΙΖΑ «δεν έχει ήχο» επειδή συρρικνώνεται η κοινωνική του βάση και δεν είναι ευκρινές σε ποια στρώματα ή τάξεις στηρίζεται. Την επιχειρηματική τάξη δεν την έχει, τους μικρομεσαίους και τους ελεύθερους επαγγελματίες, λόγω κυρίως της υπερφορολόγησης, τους χάνει, το ίδιο και τους αγρότες, ενώ η μνημονιακή μετάλλαξη τον καθιστά ήκιστα ελκυστικό και στη νεολαία όπου η υπεροχή του ήταν αδιαμφισβήτητη. Οι μόνοι που απομένουν είναι οι δημόσιοι υπάλληλοι και οι άνεργοι.

Οταν όλη η επικοινωνία του επικεντρώνεται στην έννοια και την ανάγκη «παραγωγικής ανασυγκρότησης», είναι δύσκολο να πιστέψει κάποιος ότι αυτή μπορεί να γίνει με τους δημοσίους υπαλλήλους, ενώ όσο η ύφεση βαθαίνει και νέες θέσεις εργασίας δεν δημιουργούνται, είναι λογικό να δυσπιστούν έναντί του και οι άνεργοι. Με απλά λόγια ο ΣΥΡΙΖΑ «δεν έχει ήχο» επειδή «δεν έχει υλικό» που θα ’λεγε και ο Διονύσης Σαββόπουλος. Η επικοινωνία του εμποδίζεται από τα κυβερνητικά του πεπραγμένα. Και επειδή η πολιτική, λόγω των μνημονιακών υποχρεώσεων που έχει αναλάβει έναντι της τρόικας, είναι δύσκολο να αλλάξει, θα πρέπει να αναπροσαρμόσει την επικοινωνία του και να την καταστήσει συμβατή με την πολιτική που εφαρμόζει και όχι με τις εξαγγελίες και τις διακηρυκτικές επιθυμίες του. Εάν δεν θέλει να συντριβεί επικοινωνιακά, θα πρέπει  γρήγορα να περάσει από το «εφικτό» στο «αναγκαίο».

Ενας άλλος, επίσης, σημαντικός λόγος της επικοινωνιακής δυσλεξίας του ΣΥΡΙΖΑ είναι σίγουρα και η στροφή των Μέσων Ενημέρωσης έναντι της κυβέρνησης. Πλέον η ανοχή έναντι της πολιτικής του είναι μικρή. Οχι μόνον επειδή κυβερνά ήδη δέκα μήνες, ούτε επειδή τα μέτρα που λαμβάνει είναι αντίθετα με τις διακηρύξεις του και παραβιάζει τις κόκκινες γραμμές του, αλλά και γιατί η ζημιά που υφίστανται οι εκδοτικές εταιρείες, όπως άλλωστε και το σύνολο των επιχειρήσεων στη χώρα, είναι μεγάλη. Και φυσικά επειδή ο νόμος για τις τηλεοπτικές άδειες ερμηνεύεται, από τους ιδιοκτήτες των μεγάλων καναλιών, ως προσπάθεια να αντικατασταθούν τα παλαιά τζάκια με νέα και να ελεγχθεί η πληροφόρηση. Στην κυβέρνηση δεν θεωρούν τυχαίο ότι ο εξ απορρήτων του πρωθυπουργού υπουργός Επικρατείας αρμόδιος για τα ΜΜΕ Νίκος Παππάς και κεντρικός παίκτης στα θέματα επικοινωνίας, ενώ μέχρι πρότινος ήταν εκτός κριτικής, ακόμη και στο απυρόβλητο, τώρα, και μετά τον νόμο για τις ραδιοτηλεοπτικές συχνότητες, επιχειρείται, όπως λένε, να στοχοποιηθεί.

Επικοινωνιακή αφλογιστία
Σημαντικός επίσης λόγος για την επικοινωνιακή αφλογιστία του ΣΥΡΙΖΑ είναι και η διάχυτη πλέον εντύπωση ότι Φεβρουάριο - Μάρτιο θα έχουμε ανασύνθεση του κυβερνητικού σχήματος, με συμμετοχή σε αυτό είτε της Ενωσης Κεντρώων είτε του ΠΑΣΟΚ και ενδεχομένως του Ποταμιού. Ως είναι φυσικό μια κυβέρνηση που θα στηρίζεται στις ψήφους του κόμματος του Βασίλη Λεβέντη δεν μπορεί να εσωτερικεύεται στη συνείδηση των πολιτών ως ισχυρή, ούτε το μήνυμα που εκπέμπει είναι αυτό της σταθερότητας και της πολιτικής ηγεμονίας. Αντίθετα αποδυναμώνει έως και ευτελίζει το επιχείρημα περί κυβέρνησης της Αριστεράς, με δεδομένη και τη συμμετοχή στο κυβερνητικό σχήμα των δεξιόστροφων ΑΝ.ΕΛ. Ακόμη και η πιθανολογούμενη συμμαχία του ΣΥΡΙΖΑ με το ΠΑΣΟΚ ή το Ποτάμι επικοινωνιακά δρα εις βάρος της κυβέρνησης, αφού αυτή η κεντροαριστερή συμβίωση, εφόσον υπάρξει, εκλαμβάνεται ως αναγκαστική και προκειμένου να μην οδηγηθεί ο τόπος σε νέες εκλογές, και όχι επειδή κατέστη αδήριτη η ανάγκη να ανασυσταθεί η Προοδευτική Παράταξη με όρους κυβερνητικής εξουσίας.

Σε περίπτωση που η κεντροαριστερή κυβερνητική συμβίωση αποτελούσε την επισφράγιση μιας νέας πορείας για τα πολιτικά πράγματα και τον δημόσιο βίο της χώρας, όντως αυτή θα μπορούσε να εκπέμψει ένα ισχυρό -και επικοινωνιακά- μήνυμα, που θα βελτίωνε και θα ενδυνάμωνε την κυβερνητική εικόνα. Οσο η εντύπωση που κυριαρχεί, ως προς τα κυβερνητικά μελλούμενα, είναι αυτή της «εξ ανάγκης» και όχι της «εξ επιλογής» συμπράξεων, τόσο μεγαλώνει η επικοινωνιακή τρύπα του Μαξίμου.

Οι κυβερνητικές μεταπτώσεις
Τέλος, αλλά όχι ήσσονος σημασίας είναι και το γεγονός ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει έναν ενωμένο και πανίσχυρο κομματικό μηχανισμό, εκπαιδευμένο στην εξουσία για να αντέξει τις κυβερνητικές μεταπτώσεις και να αιτιολογήσει με επάρκεια τη στροφή στον πραγματισμό. Τα κόμματα της Ν.Δ. και του ΠΑΣΟΚ κυβέρνησαν για τέσσερις δεκαετίες με υψηλά ποσοστά και ισχυρή  αυτοδυναμία και σε εποχές οικονομικής ευμάρειας. Εν τινί τρόπω σφυρηλάτησαν «δεσμούς αίματος» με την κοινωνία επειδή για περισσότερο από 30 χρόνια και όντας η χώρα σε ανοδικό οικονομικό κύκλο, προώθησαν συμφέροντα, μοίρασαν χρήματα, έκαναν προσλήψεις, εξυπηρέτησαν συντεχνίες, οικοδόμησαν ένα κομματικό κράτος και η προπαγάνδα τους ήταν σαφώς ευκολότερη σε σχέση με τον ΣΥΡΙΖΑ που καλείται να κάνει διαχείριση σε μια κοινωνία και ένα κράτος που βρίσκονται σε κρίση και με μια οικονομία σε αποσάθρωση.

Οι σημερινοί ένοικοι του Μεγάρου Μαξίμου, λόγω της κατάστασης στην οποία βρίσκεται η χώρα, δεν έχουν τη δυνατότητα να μοιράσουν χρήμα, να δώσουν δουλειές, να κάνουν μαζικές προσλήψεις. Επί των ημερών τους δεν δημιουργούνται επιχειρήσεις, αντίθετα κλείνουν. Δεν παράγεται πλούτος, αντίθετα το ΑΕΠ συρρικνώνεται. Δεν έχουν τον χρόνο να συγκροτήσουν έναν κομματικό μηχανισμό που να ταυτιστεί με το κράτος και επομένως να διεκπεραιώσει, χωρίς αντιστάσεις, την κυβερνητική προπαγάνδα. Η επικοινωνία μπορεί, σύμφωνα με τον Αλτουσέρ, τον οποίον είχε επικαλεστεί στο παρελθόν ο Αλέξης Τσίπρας, να ανήκει στο εποικοδόμημα, όμως είναι οι υλικές σχέσεις αυτές που θα καθορίσουν εντέλει την κυβερνητική πορεία του ΣΥΡΙΖΑ. Και αυτές, δυστυχώς για την κυβέρνηση, δεν είναι, τουλάχιστον προσώρας, καλές όσο κι αν βελτιωθούν οι επικοινωνιακές επιδόσεις της, ακόμη και με αλλαγές στο επικοινωνιακό της επιτελείο. Κάτι το οποίο θα επιχειρήσει το επόμενο διάστημα να κάνει το Μαξίμου, αφού τα ως άνω δεν είναι σκέψεις μόνον του γράφοντος, αλλά και προβληματισμός συνεργατών του πρωθυπουργού...

Νίκος Φελέκης

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου